• Σχόλιο του χρήστη 'Σίμος Ι. Σαμαράς' | 4 Μαρτίου 2012, 23:25

    Με τη ρύθμιση του άρθρου 22 του Προσχεδίου Νόμου (ΠρσχΝ) επιχειρείται εκ πλαγίου η κατάργηση του άρθ. 784 Αστικού Κώδικα (ΑΚ). Η σχετική ρύθμιση είναι από τυπική και ουσιαστική άποψη αποδοκιμαστέα, ενώ, όπως καταδεικνύεται στη συνέχεια, δημιουργεί εξίσου πολλά, αν όχι περισσότερα προβλήματα, απ’ όσα επιδιώκει να λύσει. Α π ό τ υ π ι κ ή ά π ο ψ η Η σχολιαζόμενη διάταξη είναι, πρώτα απ’ όλα, συστηματικά άτοπη, γιατί με αυτήν επιχειρείται να προσδιορισθεί το νομοθετικό καθεστώς της αστικής εταιρίας που ρυθμίζεται από τα άρθ. 741-784 ΑΚ, έξω από αυτά. Αν ο συντάκτης της σχολιαζόμενης διάταξης επιθυμούσε να την εντάξει αρμονικά, αυτό θα έπρεπε να γίνει στον Αστικό Κώδικα, μετά το άρθ. 784 ΑΚ, ή, καλύτερα λόγω του περιεχομένου της, αντ’ αυτού. Το άτοπο της ρύθμισης συνεπάγεται και την ατολμία της από νομοτεχνικής πλευράς. Εφόσον ο νομοθέτης επιχειρεί να αναμορφώσει το εφαρμοστέο δίκαιο της αστικής εταιρίας, τίθεται το ζήτημα γιατί δεν καταργεί ή δεν αντικαθιστά το άρθ. 784 ΑΚ, που το διέπει μέχρι σήμερα. Η σχέση υφιστάμενης και νέας ρύθμισης συνάγεται μόνο ερμηνευτικά, καθώς ο νομοθέτης αποφεύγει – σκόπιμα – να λάβει θέση επί του ζητήματος στο άρθ. 45 ΠρσχΝ. Η παράλειψη αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία και συνάπτεται με τη δικαιολόγηση της διάταξης στην αιτιολογική έκθεση (ΑιτΕ), που οδηγεί με τη σειρά της στη δικοπολιτική αποδοκιμασία της. Α π ό ο υ σ ι α σ τ ι κ ή ά π ο ψ η — Προβαλλόμενα προβλήματα ισχύουσας ρύθμισης Όπως αναφέρει ο νομοθέτης στην ΑιτΕ, υπό άρθ. 22 (§ 1), «[τ]ίθεται, λοιπόν, το ζήτημα ποιες από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα για την εταιρία εφαρμόζονται και στην αστική εταιρία με νομική προσωπικότητα και ποιες όχι». Το ερώτημα που απευθύνεται στην ΑιτΕ είναι μάλλον επίπλαστο. Όταν ο νομοθέτης του Αστικού Κώδικα αναφέρει στο άρθ. 784 ότι «[η] εταιρία του κεφαλαίου αυτού, αν επιδιώκει οικονομικό σκοπό, αποκτά νομική προσωπικότητα, εφόσον τηρηθούν οι όροι δημοσιότητας που ο νόμος τάσσει για τις εμπορικές εταιρίες», αποδέχεται ότι για την (αστική) εταιρία με νομική προσωπικότητα εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου της, δηλ. τα άρθ. 741-783 ΑΚ. Αν επιθυμούσε να εξαιρέσει κάποια ρύθμιση, θα μπορούσε να το κάνει. Εξάλλου, οι θεσμοί που περιγράφονται στα άρθρα αυτά είναι ξένοι προς τις υπόλοιπες συμβάσεις. Έτσι, σε καμία άλλη σύμβαση δεν θα μπορούσε να γίνει λόγος για διοίκηση, διαχείριση ή εκκαθάριση. Αυτό που αναφέρει η ΑιτΕ στη συνέχεια, ότι «[η] πλέον γνωστή διχογνωμία που έχει προκύψει αναφέρεται στο αν οι εταίροι αστικής εταιρίας με νομική προσωπικότητα ευθύνονται ή όχι για τα χρέη της» είναι μάλλον προσχηματικό. Η ευθύνη των εταίρων για τα χρέη της εταιρίας με νομική προσωπικότητα προκύπτει από το γράμμα της, στηρίζεται από τη σύνθεσή της, στην οποία δεν είναι υποχρεωτική η εισφορά περιουσιακού στοιχείου κατάλληλου προς αξιοποίηση για την πληρωμή των εταιρικών χρεών και ενισχύεται από την αναλογία δικαίου προς την ομόρρυθμη εταιρία, στην οποία για τον ίδιο λόγο συντρέχει παράλληλη ευθύνη των εταίρων για τα εταιρικά χρέη. Η άποψη που αμφισβητεί την ευθύνη αυτή των εταίρων δεν έχει επικρατήσει, τα επιχειρήματα για την υποστήριξή της είναι εννοιοκρατικά, αφού αρχίζουν και τελειώνουν στην περιουσιακή αυτοτέλεια λόγω της νομικής προσωπικότητας, και ελλιπή, αφού δεν αποκρούουν τη διαφοροποίηση στην αντιμετώπιση σε σχέση με την Ο.Ε. Άλλωστε, αν το πρόβλημα εντοπίζεται σε συγκεκριμένες διατάξεις, θα μπορούσαν να εξαιρεθούν με προσθήκη στο ισχύον άρθ. 784 ΑΚ. — Δήθεν εμπορικοποίηση της αστικής εταιρίας Περαιτέρω, το δίκαιο που εισάγεται, μέσω της ρύθμισης του άρθ. 22 ΠρσχΝ, στην αστική εταιρία με νομική προσωπικότητα είναι ξένο προς αυτήν. Το επιχείρημα που προβάλλεται στην ΑιτΕ (υπό άρθ. 22, § 2), ότι έχει μεταβληθεί ο χαρακτήρας της, είναι αν μη τι άλλο ανακριβές. Ειδικότερα, η ρύθμιση του Πτωχευτικού Κώδικα (ΠτωχΚ) για την επέκταση της πτωχευτικής ικανότητας σε αμιγώς αστικά νομικά πρόσωπα έχει τύχει σοβαρής και τεκμηριωμένης επίκρισης, κάτι που οι συντάκτες της ρύθμισης αποσιωπούν. Συνοπτικά αναφέρουμε ότι οι σχετικές ρυθμίσεις πάσχουν από αντισυνταγματικότητα λόγω αντίθεσης στις αρχές της ισότητας (άρθ. 4 § 1 Συντ.) και της αναλογικότητας (άρθ. 25 § 1 εδ. δ΄ Συντ.), αφενός γιατί δεν είναι καθολική η επέκταση της πτωχευτικής ικανότητας, καθώς δεν αφορά το ίδρυμα επιχειρηματικού χαρακτήρα και τους επιχειρηματίες μη εμπόρους-φυσικά πρόσωπα, αφετέρου το σύστημα κυρώσεων του ΠτωχΚ δικαιολογείται στην περίθπτωση της εμπορικότητας λόγω του αυξημένου διακυβεύματος, όχι στις υπόλοιπες που δεν υπάρχει αυτό. Το επιχείρημα της ΑιτΕ, ότι «έχει πλέον επικρατήσει η αντίληψη ότι οι συνέπειες της εμπορικότητας πρέπει να επεκταθούν και στις επιχειρήσεις που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό», προβάλλει τις προσωπικές απόψεις των συντακτών της ρύθμισης: όχι μόνο δεν υποστηρίζεται, πέραν του ΠτωχΚ κάτι τέτοιο κι εκεί με τα προβλήματα που προαναφέρθηκαν, αλλά και ουδόλως λαμβάνει υπόψη ότι ο τρόπος άσκησης οικονομικής δραστηριότητας από την (επιχειρηματική) αστική εταιρία με νομική προσωπικότητα διαφέρει ουσιωδώς ως προς την οργάνωση των εννόμων σχέσεων και την ανταπόκριση στις συνθήκες της αγοράς, καθώς στην αστική εταιρία με νομική προσωπικότητα δεν υπάρχει οπωσδήποτε οργάνωση που ξεπερνά το αναγκαίο για την παροχή του αγαθού ή της υπηρεσίας. — Κατ’ ιδίαν αδόκιμες ρυθμίσεις Ως προς το εισαγόμενο με τη σχολιαζόμενη ρύθμιση δίκαιο για την αστική εταιρία με νομική προσωπικότητα, αυτό δεν λαμβάνει υπόψη ότι, ενόψει των ανωτέρω το διακύβευμα είναι μικρότερο και, συνεπώς, το καθεστώς πρέπει να είναι ελαστικότερο και περισσότερο προσωποπαγές, ενώ οι λύσεις που ακολουθεί το ΠρσχΝ για την Ο.Ε. Δεν είναι εξ ορισμού εφαρμόσιμες στην αστική εταιρία με νομική προσωπικότητα. Συγκεκριμένα, το σύστημα της συλλογικής διαχείρισης (άρθ. 748 ΑΚ) δικαιολογείται από τον προσωποπαγή χαρακτήρα σε συνδυασμό με τον περιορισμένο κύκλο εργασιών, που δεν καθιστά επιτακτική την ατομική διαχείριση, που μπορεί ούτως ή άλλως να συμφωνηθεί εναλλακτικά. Η πρόταξη της τελευταίας (άρθ. 6 § 2 ΠρσχΝ) δεν λαμβάνει υπόψη ακριβώς αυτό το χαρακτήρα της αστικής εταιρίας. Το ίδιο ισχύει και για την εισαγόμενη τομική εκπροσώπηση (άρθ. 9 § 1 ΠρσχΝ). Είναι αμφίβολο αν στην αστική εταιρία με το άρθ. 22 ΠρσχΝ θα ισχύει απεριόριστη και εις ολόκληρον ευθύνη ή σύμμετρη κατ’ άρθ. 759 ΑΚ, οπότε το επιχείρημα της σαφήνειας δικαίου ιδίως ως προς την ευθύνη των εταίρων καταπίπτει. Και τούτο διότι η απεριόριστη και εις ολόκληρον ευθύνη εισάγεται ρητά μόνο για την Ο.Ε. εξ ορισμού της (άρθ. 1 § 1 ΠρσχΝ) και η επέκτασή της αστική εταιρία μέσω του παρακολουθηματικού του ανωτέρω άρθ. 10 § 3 ΠρσχΝ είναι αμφίβολη. Σε κάθε περίπτωση, η σύμμετρη ευθύνη δικαιολογείται από το περιορισμένο οικονομικό αντικείμενο και αποτελεί κίνητρο συμμετοχής στην εταιρία, ως μηχανισμός περιορισμού της ευθύνης, χωρίς να θίγει τους εταιρικούς δανειστές, ενώ η τυχόν απεριόριστη συθύνη θα λειτουργούσε ως αντικίνητρο, ισοπεδώνοντας ταυτόχρονα τη διαφορά στην πράξη από την Ο.Ε. Ο θάνατος, η πτώχευση και η δικαστική συμπαράσταση εταίρου επιφέρουν μέχρι σήμερα τη λύση της αστικής εταιρίας για το λόγο ότι σ’ αυτήν κάθε εταίρος αναλαμβάνει την υποχρέωση επιδίωξη του εταιρικού σκοπού έναντι της υποχρέωσης κάθε άλλου εταίρου. Εφόσον για κάποιον από αυτούς η επιδίωξη καταστεί αδύνατη, εκπίπτει το δικαιοπρακτικό θεμέλιο της σύμβασης και παύει ο δικαιολογητικός λόγος διατήρησης της. Καθώς στην αστική εταιρία εξακολουθεί να εφαρμόζεται το άρθ. 741 ΑΚ, η έξοδος εταίρου κατ’ αρθ. 12 § 1 ΠρσχΝ αντί λύσης δεν βρίσκει δικαιοπολιτική θεμελίωση. Εξάλλου, η ρύθμιση του αρθ. 12 § 1 ΠρσχΝ είναι και νομοτεχνικά άστοχη, γιατί προϋποθέτει τουλάχιστον τριμελή εταιρία, ενώ στην τυπική της μορφή αυτή είναι διμελής, όπως προκύπτει από το άρθ. 741 ΑΚ. Η εισαγόμενη ρύθμιση για τον αποκλεισμό εταίρου (άρθ. 15 ΠρσχΝ) είναι κατώτερη της ισχύσας του άρθ. 771 ΑΚ ως προς τη διατύπωση, λόγω της νομοθετικής παραπομπής, της ασάφειας ως προς τους αιτούντες εταίρους και της εσφαλμένης μετατροπής μιας γνήσιας ιδιωτικής διαφοράς sε υπόθεση εκούσιας δικαιοδοσίας. Ετερορρυθμία δεν μπορεί να υπάρξει ως παραλλαγή στην αστική εταιρία, ώστε να εφαρμοστεί το άρθ. 17 § 1 ΠρσχΝ, όπως δεν μπορεί να υπάρξει και μονοπρόσωπη εταιρία κατ’ άρθ. 19 ΠρσχΝ, όπως προαναφέρθηκε. ΣΙΜΟΣ Ι. ΣΑΜΑΡΑΣ – Δικηγόρος Υπ. Διδάκτορας Νομικής Πανεπιστημίου Αθηνών http://www.nomologio.wordpress.com