• Σχόλιο του χρήστη 'Στάθης Κουτσοχήνας' | 11 Φεβρουαρίου 2013, 21:10

    Όπως όλοι γνωρίζουμε, κρίσιμα κριτήρια για το χαρακτηρισμό μίας σύμβασης ως εξαρτημένης εργασίας είναι, μεταξύ άλλων, α) η υποχρέωση του εργαζόμενου να ακολουθεί τις οδηγίες του εργοδότη του και να συμμορφώνεται προς αυτές και β) ο καθορισμός από τον εργοδότη του χρόνου και του τόπου παροχής εργασίας. Εν όψει αυτών, είναι προφανές ότι η προτεινόμενη ρύθμιση για τους δικηγόρους των ΟΤΑ, ΝΠΔΔ κλπ., η οποία κάνει λόγο για προσχώρηση στον κανονισμό του φορέα, εποπτεία από προϊστάμενο και ωράριο, οδηγεί σε πλήρη υπαλληλοποίηση του δικηγόρου. Η ρύθμιση έρχεται σε αντίθεση με θεμελιώδη χαρακτηριστικά του δικηγορικού λειτουργήματος και συνακόλουθα δημιουργεί σωρεία προβλημάτων. Ενδεικτικά, εάν ο "δικηγόρος" δεν ακολουθεί τις υποδείξεις του προϊσταμένου του, θα μπορεί να παυθεί; Θα διαπράττει πειθαρχικό αδίκημα; Σε καταφατική περίπτωση, από ποιόν θα ελέγχεται πειθαρχικά; Από τον οικείο Σύλλογο ή από τα πειθαρχικά Συμβούλια των υπαλλήλων; Εάν έχει διαφορετική νομική άποψη από τον προϊστάμενό του, θα είναι υποχρεωμένος να συμμορφωθεί; Σημειωτέον ότι η θέση του προϊσταμένου της νομικής υπηρεσίας των εν λόγω φορέων εξαιρείται από τις διαγωνιστικές διαδικασίες πρόσληψης των εμμίσθων δικηγόρων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και αποτελεί επιλογή της εκάστοτε Διοίκησης του φορέα. Πώς, λοιπόν, εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία και αμεροληψία του "δικηγόρου" κατά τη σύνταξη μίας γνωμοδότησης, όταν η Διοίκηση του φορέα θα μπορεί, δια του προϊσταμένου που έχει διορίσει, να τον εποπτεύσει-ελέγξει; Ολόκληρη η σχετική ρύθμιση πάσχει από όποια πλευρά και αν την εξετάσει κανείς και θα πρέπει να απαλειφθεί. Σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει τουλάχιστον να παρέχεται ρητά η δυνατότητα επιλογής του δικηγόρου να υπαχθεί στις εν λόγω ρυθμίσεις ή να διατηρήσει το υπάρχον καθεστώς.