• Σχόλιο του χρήστη 'Α.ΜΠΙΛΙΣΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ' | 27 Μαρτίου 2014, 17:02

    Αρ. 924 Πρέπει να διατηρηθεί η 1η παράγραφος για την επιταγή. Άστοχη η κατάργησή της. Δημιουργηθεί μόνον προβλήματα ενώ δεν επιφέρει κάποια ωφέλεια στο δίκαιο της αν. εκτέλεσης. Αρ. 933 1] Πρέπει να γραφεί «με επιμέλεια της γραμματείας» προσδιορίζονται οι ανακοπές για να δικαστούν στην ίδια δικάσιμο. Τριάντα (30) μέρες πριν τη συζήτηση ο πρόσθετος λόγος ανακοπής όσο και η προθεσμία επίδοσης πριν τη δίκη και όχι μόνον οκτώ . Ο ανακόπτων, αφού η ανακοπή προσδιορίζεται να συζητηθεί μέσα σε 60 μέρες έχει 30 ημέρες να υποβάλλει τον πρόσθετο λόγο του. Αλλιώς υπάρχει διάκριση κατά του καθ’ ού η ανακοπή που δεν μπορεί να προετοιμαστεί για να αντιμετωπίσει τον πρόσθετο λόγο την τελευταία στιγμή. Η βραχεία προθεσμία αντίκειται και στην γενική αρχή ότι η προθεσμία επίδοσης της ανακοπής είναι ένας μήνας πριν, σύμφωνα με το αρ. 591 Κ. Πολ.Δ. 2] Ο περιορισμός του δικαιώματος Έφεσης, μόνο στην περίπτωση της απαίτησης που στηρίζεται σε συμβολαιογραφικό έγγραφο, είναι άστοχος διότι υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις που δεν έχει προηγηθεί δικαστική κρίση για την εκκαθάριση της απαίτησης όπως: α) η επίκληση της εξόφληση και η επίκληση της εξόφλησης λόγω συμψηφισμού με ανταπαίτηση του οφειλέτη. Και στην 1η και στην 2η περίπτωση, εισάγεται στη δίκη ανέλεγκτος δικαστικά ισχυρισμός του οφειλέτη και άρα επιβάλλεται το δικαίωμα στην άσκηση των ενδίκων μέσων της ανακοπής ερημοδικίας και της Έφεσης. β) Το ίδιο επιβάλλεται και στις άλλες περιπτώσεις εκτελεστών τίτλων, πλήν του α εδαφίου της 2ης παραγράφου του αρ. 904 Κ.Πολ.Δ. Στην περίπτωση που εκτελεστός τίτλος είναι η διαταγή πληρωμής, αν δεν προηγήθηκε ανακοπή κατά αυτής σύμφωνα με το αρ. 632 Κ.Πολ.Δ., αλλά προτιμήθηκε η άσκηση της ανακοπής του 933, η απαίτηση δεν έχει ελεγχθεί δικαστικά . γ) Ο περιορισμός του δικαιώματος Έφεσης θα επιβαρύνει τον Άρειο Πάγο καθώς όλες οι πλημμέλειες της εκτελεστικής διαδικασίας ελέγχονται αναιρετικά και εφόσον δεν θα μεσολαβεί το Εφετείο οι διάδικοι θα προσφεύγουν στον Άρειο Πάγο για τον έλεγχο των λαθών των αποφάσεων των Μονομελών Πρωτοδικείων, τα οποία λόγω του εκ του νόμου περιορισμού του χρόνου έκδοσής τους αναμενόμενο είναι να αυξηθούν. 3] Στην παρ. 2 προβλέπεται ότι η συζήτηση της ανακοπής γίνεται με την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ( 686 επ. ). Η υπαγωγή στην εν λόγω διαδικασία δεν είναι ορθή, διότι δεν νοείται, σε δίκη που μπορεί να προβληθεί ουσιαστική ένσταση, όπως αυτή της εξόφλησης λόγω συμψηφισμού, να κρίνεται με πιθανολόγηση η ύπαρξη ή όχι της έννομης σχέσης που αποτελεί τη βάση της απαίτησης που τάσσεται σε συμψηφισμό κι εκ της κρίσεως αυτής να παράγεται δεδικασμένο. 4] Στην παρ. 5 που αναφέρεται στην απόδειξη των ισχυρισμών που αφορούν την απαίτηση, πρέπει να συμπληρωθεί στα έγγραφα και η δικαστική ομολογία, διότι δίνεται η εντύπωση ότι εξαιρείται το εν λόγω αποδεικτικό μέσο. 5] Αδικαιολόγητη η κατάργηση της επίδοσης της ανακοπής στον πληρεξούσιο δικηγόρο που υπέγραψε την επιταγή σύμφωνα με το αρ. 924 ή παρέσχε την εντολή εκτέλεσης. Δεν μπορεί ο οφειλέτης να ψάχνει να βρει την κατοικία – έδρα του επισπεύδοντα για να ασκήσει έγκυρα την ανακοπή τους. Αρ. 934 Παρ. 1α . Η προθεσμία ασκήσεως της ανακοπής πρέπει να εκκινεί από την επομένη της επίδοσης της έκθεσης κατάσχεσης στον οφειλέτη. Ορθή η σύμπτυξη των παλιών εδαφίων α και β. Συντομεύει αντικειμενικά την έκδοση απόφασης απόφασης επί της ανακοπής. Λάθος ο περιορισμός της προθεσμίας ανακοπής για την εγκυρότητα της τελευταίας πράξης στα ακίνητα. Οι υποθέσεις είναι σοβαρές και τα δικηγορικά γραφεία χρειάζονται χρόνο για να αντιδράσουν. Πρέπει να παραμείνει 90 μέρες η προθεσμία. Αρ. 937 παρ. 3 Καταργείται η εφαρμογή του αρ. 643 που παρέπεμπε στα άρθρα 649 και 650. Το πρώτο προέβλεπε τη διαδικασία της συζήτησης (αποδεικτικά μέσα μέχρι το τέλος αυτής και τη μη υποχρεωτικότητα προτάσεων) και το δεύτερο την αποδεικτική διαδικασία. Η προτεινόμενη διαδικασία είναι, σύμφωνα με το σχέδιο του αρ. 933 παρ. 2, η των ασφαλιστικών μέτρων. Ωστόσο η υπαγωγή στην εν λόγω διαδικασία είναι εσφαλμένη για τους λόγους που προαναφέρθηκαν και πρέπει η διάταξη να παραμείνει ως έχει. Αρ. 938 παρ. 1 Αδικαιολόγητη η κατάργηση της επίδοσης της αίτησης αναστολής στον πληρεξούσιο δικηγόρο που υπέγραψε την επιταγή σύμφωνα με το αρ. 924 ή παρέσχε την εντολή εκτέλεσης. Δεν μπορεί ο οφειλέτης να ψάχνει να βρει την κατοικία – έδρα του επισπεύδοντα για να ασκήσει έγκυρα την αίτηση αναστολής. Αρ. 954 παρ 1 Το άρθρο θέτει ως προϋπόθεση της κατάσχεσης την αφαίρεση των κινητών από το δικαστικό επιμελητή και τη σύνταξη σχετικής έκθεσης. Σύμφωνα δε με το άρθρο 956 παρ. 1, ο δικαστικός επιμελητής παραδίδει τα κατασχεμένα πράγματα για φύλαξη σε μεσεγγυούχο, ο οποίος μπορεί να είναι και ο καθ’ ού ή εκτέλεση αλλά και ο επισπεύδων αν υπάρχει μεταξύ τους συμφωνία. Με αυτά τα δεδομένα είναι αδύνατη άλλη κατάσχεση εκτός από την πρώτη από άλλον δανειστή, αφού δεν μπορεί να υπάρξει άλλη αφαίρεση των κινητών εκτός από αυτή που έγινε κατ’ εντολή του 1ου κατασχόντα. Η μεγάλη διάρκεια της μεσεγγύησης, (οκτώ και σε περίπτωση αναβολής + πέντε μήνες), αποτελούν σοβαρό αντικίνητρο για αποδοχή της ιδιότητας του μεσεγγυούχου από τρίτα, σε σχέση με την εκτέλεση πρόσωπα, και θα υπάρξει πρόβλημα στο διορισμό μεσεγγυούχων. Αρ. 954 παρ. 2 εδ. ε Σφάλμα ο εκπλειστηριασμός των κινητών 8 μήνες μετά την ημέρα της κατάσχεσης. Δεν διακρίνεται η αναγκαιότητα που επιβάλλει τέτοια καθυστέρηση. Πρέπει να διατηρηθεί η παλιά προθεσμία του αρ. 959 παρ 4 , ήτοι 15 ημέρες μετά και όχι πέραν του τριμήνου. Ο καθ’ ού μπορεί να αιτηθεί την αναστολή της εκτέλεσης. Τα προβλήματα που θα δημιουργηθούν αν υιοθετηθεί η διάταξη είναι: α) απαξίωση των κινητών και άρα αντικίνητρο για τους υποψήφιους πλειοδότες, β) μεγάλα έξοδα φύλαξης σε περίπτωση αφαίρεσης που θα προκαταβάλλονται από τον επισπεύδοντα και θα χρεώνονται στον οφειλέτη, όταν δε πρόκειται για την επίσπευση της διαδικασίας της εκτέλεσης για μικρές απαιτήσεις θα την καθιστούν ασύμφορη, γ) αδυναμία εξεύρεσης μεσεγγυούχου σε περίπτωση αφαίρεσης λόγω της μεγάλης διάρκειας της ευθύνη του και δ) αδικαιολόγητη τοκοφορία της απαίτησης για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε κάθε περίπτωση, αν παραμείνει η προθεσμία, πρέπει να γίνει εντός οκτώ μηνών κατ’ επιλογή του επισπεύδοντα και όχι λιγότερο από 15 ημέρες από την επιβολή της κατάσχεσης. Στο ίδιο άρθρο στην παρ. 4 υπάρχει αναφορά στο αρ.960 παρ. 2 που έχει καταργηθεί .