• Σχόλιο του χρήστη 'Σίμος Ι. Σαμαράς' | 28 Μαρτίου 2014, 06:15

    — Γενικά Κάθε νόμος διακρίνεται από ορισμένη συλλογιστική. Ο ισχύων ΚΠολΔ διακρίνεται από τη συλλογιστική της αμιγώς κατ’ αντιδικίαν επίλυσης διαφορών με αναλογικά μέσα: ευλόγως, διότι αυτό επικρατούσε κατά το χρόνο εισαγωγής του, η απόπειρα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς πολεμήθηκε από τους δικηγορικούς συλλόγους μέχρι την κατάργησή της, ο δε εκσυγχρονισμός των υποδομών της πολιτικής δικαιοσύνης παρμένει κάτι πολύ πρόσφατο και μη ευρέως διαδεδομένο. Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι ακόμα στο Ειρηνοδικείο Αθηνών γίνονται καταθέσεις δικογράφων με χρήση σφραγίδων εκθέσεων και βιβλίων κατάθεσης. Μια τέτοια πραγματικότητα, όμως, δεν μπορεί να διαιωνίζεται. — Ελλείψεις Πέραν του γεγονότος ότι έχουν ήδη προβλεφθεί η ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων και η ηλεκτρονική διεξαγωγή της δίκης, σε κάποιο βαθμό μέσω της τηλεδιάσκεψης, η χώρα μας έχει εισαγάγει τη διαμεσολάβηση ως μορφή εναλλακτικής επίλυσης διαφορών κατ’ επιταγή της Οδ. 2008/52/ΕΚ. Ένας νέος, λοιπόν, ένας σύγχρονος ΚΠολΔ πρέπει να λαμβάνει υπόψη αυτές τις εξελίξεις και να τις ενσωματώνει στο κείμενό του. Διότι τι άλλο είναι ο κώδικας παρά η συστηματική οργάνωση όλων των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων σε ένα κείμενο. Και πώς μπορεί να χαρακτηρισθεί επί της ουσίας ένα κείμενο ως κώδικας, όταν σημαντικό τμήμα των ρυθμίσεών του βρίσκεται εκτός του σώματός του; Άλλωστε, πόσο επίκαιρο μπορεί να είναι ένα κείμενο, όταν δεν ενσωματώνει πρόσφατες εξελίξεις; Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και οι ρυθμίσεις για το ευεργέτημα πενίας ακολουθούν το εν πολλοίς παρωχημένο στο εξωτερικό πρότυπο του προτύπου της παθητικής συμμετοχής, κι όχι της ενεργητικής που υφίσταται μεν στην ελληνική έννομη τάξη, αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται εκτός του ΚΠολΔ. Εκτός, επίσης, του ΚΠολΔ βρίσκονται διάφορες διατάξεις για την καθ’ ύλην αρμοδιότητα, ιδίως του ειρηνοδικείου, εντός του σε άλλα σημεία βρίσκονται διάσπαρτες διατάξεις για την καθ’ ύλην αρμοδιότητα, ενώ εκτός βρίσκεται και μια ολόκληρη διαδικασία, η σχετική με τον προσωρινό και οριστικό καθορισμό τιμής μονάδας απαλλοτρίωσης, και τα θέματα της αποζημίωσης λόγω παραβίασης του εύλογου χρόνου της. Στις διαδικασίες που ήδη προβλέπονται θα έπρεπε να προστεθεί μία ακόμα για τις καταναλωτικές διαφορές, όσες δηλ. αναφύονται μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή στο πλαίσιο αυτών των ιδιοτήτων τους. Στις διαφορές αυτές δεν είναι πρόσφορη η εφαρμογή των διατάξεων της τακτικής διαδικασίας λόγω αναγκαίων διαδικαστικών αποκλίσεων: αυτεπάγγελτη προστασία από το δικαστήριο των δικαιωμάτων κατά το νόμο περί καταναλωτή, ακόμα και χωρίς προβολή ειδικού αιτήματος ή ένστασης, όπως έχει κρίνει κατά πάγια νομολογία του το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ)· αντιστροφή του βάρους απόδειξης υπέρ του καταναλωτή, ομοίως κατά πάγια νομολογία ΔΕΕ· αδυναμία παραίτησης του καταναλωτή από τα δικαιώματά του λόγω διατάξεων αναγκαστικού δικαίου· ύπαρξη ειδικώς προβλεπόμενης αγωγής συλλογικών φορέων υπέρ των συμφερόντων των καταναλωτών. Οι αποκλίσεις αυτές, ικανές στον αριθμό και το αντικείμενο, δικαιολογούν την εισαγωγή σχετικής ειδικής διαδικασίας, που θα αποδείκνυε κι έμπρακτα το ενδιαφέρον για την προστασία των καταναλωτών. Σε όσα αναφέρθηκαν αξίζει να προστεθεί ότι η πρόβλεψη μιας ειδικής αγωγής αναγνώρισης της ακυρότητας καταχρηστικών όρων και αναπροσαρμογής της οφειλής, στο πλαίσιο μιας καταναλωτικής διαδικασίας, θα οδηγούσε σε αποσυμφόρηση τα πινάκια της ρύθμισης χρεών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, που κι αυτή με τις ιδιαιτερότητές της αποτελεί ξεχωριστή διαδικασία που θα μπορούσε να αφομοιωθεί από μια γενικότερη καταναλωτική. Πρέπει να επισημανθεί ότι το κρίσιμο δεν πρέπει να είναι η διατήρηση της αρίθμησης των άρθρων. Αν αυτή τη συλλογιστική είχε ασπαστεί ο νομοθέτης του ΚΠολΔ το σίγουρο είναι ότι θα βρισκόμασταν ακόμα με την ΠολΔ/1834 αναθεωρημένη. Επίσης, δεν πρέπει να διατηρούνται δάνειοι δογματισμοί, όπως της απουσίας τίτλων από τα άρθρο, κακέκτυπο του γερμανικού ΚΠολΔ (ZPO), που δεν συμφωνεί με την κρατούσα πρακτική, που αποδεικνύεται ιδιαίτερα ωφέλιμη στο χρήστη και τον ερμηνευτή. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, η συντριπτική πλειονότητα των εκδοθεισών ιδιωτικών κωδικοποιήσεων του ΚΠολΔ φέρουν τίτλους στα άρθρα, ενώ ορισμένα οτυς διαθέτουν από το νομοθετικό κείμενο. — Αναγκαίες προσθήκες Ενόψει όλων αυτών ένας πραγματικά νέος, κι όχι ένας απλώς αναθεωρημένος ισχύων όπως είναι το υπό διαβούλευση προσχέδιο νόμου, θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να αλλάξει συλλογιστική και να στραφεί στην επίλυση της διαφοράς, αντί της κατ’ αντιδικίαν επίλυσής της. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να ενσωματωθούν στο νομοθετικό κείμενο – στο βιβλίο της διαιτησίας με αναπροσαρμογή του τίτλου του – οι ρυθμίσεις για την ιδιωτική διαμεσολάβηση και να μεταφερθούν εκεί οι ρυθμίσεις για τη δικαστική διαμεσολάβηση, και μάλιστα κατά τρόπο που να καθιστά υποχρεωτική ε κάποιες προϋποθέσεις την προσφυγή σε μία από αυτές. Έπειτα, η ψηφιοποίηση της δικαιοσύνης θα πρέπει να περάσει στο νομοθετικό κείμενο με αναφορά σε ψηφιακά μέσα και τις ήδη ρυθμισμένες διαδικασίες με τη χρήση τους πρωτίστως κι επικουρικώς εκείνες των αναλογικών μέσων, όπως και τα ζητήματα της νομικής βοήθειας. Τα θέματα των απαλλοτριώσεων, διαδικασίας κάθε άλλο παρά περιθωριακής, όπως και της ρύθμισης χρεών και εν γγένει των καταναλωτικών διαφορών ως ειδικής διαδικασίας θα πρέπει να ενσωματωθούν στον ΚΠολΔ και να εναρμονιστούν με αυτόν, όπως και της αποζημίωσης λόγω παραβίασης του εύλογου χρόνου της δίκης. Περαιτέρω, όλες οι ρυθμίσεις για την καθ’ ύλην και την κατά τόπο αμοδιότητα θα πρέπει να συγκεντρωθούν στο σχετικό, τρίτο κεφάλαιο. Τελευταίο αλλά όχι έσχατο σε σημασία είναι η προσθήκη τίτλων ή παρατίτλων στα άρθρα, που θα καταστήσει το κείμενο λειτουργικό και η μέριμνα για τη συντομότερη, όπου δυνατόν, διατύπωση μακροσκελώς τεθέντων νοημάτων σε συνδυασμό με τις απαιτούμενες διευκρινίσεις. ΣΙΜΟΣ Ι. ΣΑΜΑΡΑΣ – Δικηγόρος Διαπ. Διαμεσολαβητής ADRg Ηνωμένου Βασιλείου Υπ. Διδάκτορας Νομικής Πανεπιστημίου Αθηνών http://www.nomologio.wordpress.com