• Σχόλιο του χρήστη 'Σεβαστίδης Χαράλαμπος-Πρωτοδίκης' | 16 Σεπτεμβρίου 2010, 00:03

          Η νέα ρύθμιση, που επιθχειρείται να εισαχθεί με την προσθήκη δύο νέων εδαφίων στην παρ. 1 του άρθρου 349 ΚΠΔ, είναι πράγματι φιλόδοξη. Είναι, εξάλλου, πιθανόν η πρόβλεψη σύντομου χρόνου αναβολής και ίδιας σύνθεσης του δικαστηρίου να αποθαρρύνει διαδίκους από την καταχρηστική υποβολή αιτημάτων αναβολής.       Πλην, όμως, η ρύθμιση αυτή είναι καταδικασμένη να αποτύχει για πρακτικούς λόγους. Ειδικότερα: Πρώτον, δεν λαμβάνει υπόψη ότι η αδυναμία σύντομου προσδιορισμού δικασίμου οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στον τεράστιο όγκο υποθέσεων που εκκρεμούν στα δικαστήρια και δυστυχώς τίποτα δεν γίνεται προς την κατεύθυνση ουσιαστικής μείωσης του όγκου των υποθέσεων, όπως για παράδειγμα με την αποποινικοποίηση σωρείας "ψευτο"εγκλημάτων. Δεύτερον, η μετά από λίγο καιρό εφαρμογή της ρύθμισης αυτής θα έχει ως συνέπεια την καθυστέρηση προσδιορισμού πρωτοείσακτων υποθέσεων, οι οποίες προφανώς θα διατρέχουν κίδνυνο παραγραφής. Τρίτον, τεράστια νομικά προβλήματα θα προκληθούν στα μεγάλα πρωτοδικεία, όπου οι συνθέσεις των δικαστηρίων ορίζονται με κλήρωση, αφού ληφθεί υπόψη ότι δεν θα πρόκειται για διακοπή συνεδρίασης του ίδιου δικαστηρίου, αλλά για μετ' αναβολή προσδιορισμό της δικασίμου. Ερωτάται, λοιπόν, αν η υπόθεση αναβληθεί για το Β΄Τριμελές ορισμένης δικασίμου, κατά τη μετ' αναβολή δικάσιμο θα συνεδριάσουν 2 Β΄Τριμελή δικαστήρια (ένα που ανέβαλε την υπόθεση και ένα που ορίστηκε με κλήρωση); τί θα συνεπάγεται άραγε τούτο για τον διάδικο (ενδεχόμενα κακόπιστο) που πάντως θα ισχυριστεί ότι περίμενε την εκδίκαση της υπόθεσης του στο άλλο Β΄Τριμελές; Τέταρτον, η διάταξη αυτή αφήνει να φανεί δυσπιστία για την κρίση του δικαστηρίου και τον έλεγχο του καταχρηστικού ή μη του αιτήματος της αναβολής. Πέμπτον, αν τα μέλη της σύνθεσης μετέχουν κατά τη μετ' αναβολή δικάσιμο στη σύνθεση άλλου δικαστηρίου θα υποχρεωθούν να διακόψουν τη συνεδρία για να συνεχίσουν την εκδίκαση των από αναβολή υποθέσεων; τούτο θα επιφέρει καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης και όχι επιτάχυνση.    Κλείνοντας τις πρώτες αυτές σκέψεις για την προτεινόμενη ρύθμιση αισθάνομαι την ανάγκη να επισημάνω ότι το πρόβλημα της δικαιοσύνης δεν είναι ποσοτικό-αριθμητικό, αλλά ποιοτικό. Και είναι βέβαιο ότι ποσότητα και ποιότητα, τουλάχιστον στο χώρο της δικαιοσύνης, είναι μεγάθη αντιστρόφως ανάλογα. Ας γίνει μια ουσιαστική προσπάθεια για αναβάθμιση του ρόλου του δικαστή και παράλληλη μείωση του όγκου των υποθέσεων, όχι με προσωρινά μέτρα, όπως μέχρι σήμερα λαμβάνονται κατά καιρούς. Η νέα ρύθμιση μεταθέτει το χρόνο εκδίκασης πρωτοείσακτων υποθέσεων χάριν εκείνων που προσδιορίζονται μετ' αναβολή, αλλά ο όγκος των υποθέσεων μένει ο ίδιος.