• Σχόλιο του χρήστη 'Παιδικά Χωριά SOS Ελλάδος' | 9 Νοεμβρίου 2022, 16:52

    Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Προστασία των Παιδιών από τη Σεξουαλική Κακοποίηση και Εκμετάλλευση είναι στη σωστή κατεύθυνση, επιδέχεται όμως πολλών και ουσιαστικών βελτιώσεων. Ως κύριο θετικό βήμα ξεχωρίζουμε την οριζόντια πολιτική εφαρμογής πρωτοκόλλων (Εθνικό Πρωτόκολλο Διαχείρισης Κρουσμάτων – Πολιτική 1), καταγραφής και παρακολούθησης (Εθνικό Αρχείο Καταγραφής και Επιτήρησης – Πολιτική 2). Η ενιαία, οριζόντια πολιτική, με ενιαία πρωτόκολλα και προσέγγιση για κάθε υπηρεσία που αγγίζει το παιδί, είναι σαφώς το πιο σημαντικό στοιχείο του Σχεδίου και αποτελεί μια ουσιαστικά συστημική αλλαγή στην προσέγγιση και τη νοοτροπία παρέμβασης. Υπογραμμίζουμε επίσης σημαντικά θετικά στοιχεία όπως τη δια βίου συστηματική εκπαίδευση όλων των επαγγελματιών που σχετίζονται με παιδιά, τη συστηματοποίηση της εκπαίδευσης των παιδιών στα σχολεία για το ασφαλές άγγιγμα και τη σεξουαλική παιδεία, καθώς και τη συνεργασία του Κράτους με εξειδικευμένες οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών. Υπάρχουν όμως σημεία σημαντικών ελλειμμάτων που χρίζουν προσοχής και ουσιαστικής βελτίωσης. Πρώτο και σημαντικότερο, απουσιάζει η λογική της Πρόληψης και ένα ουσιαστικό σύστημα υποστήριξης ευάλωτων οικογενειών και έγκαιρης παρέμβασης. Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο πως οι περιπτώσεις κακοποίησης εμφανίζουν σημάδια κίνδυνου πολύ νωρίς – μάλιστα το σχετικό πρωτόκολλο του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού προβλέπει δεκάδες «προσδιοριστές επικινδυνότητας», δηλαδή χαρακτηριστικά του παιδιού ή/ και της οικογένειας που οφείλουν να οδηγήσουν έγκαιρα σε μια υποστήριξη και στενή παρακολούθησή της, λόγω υψηλού κινδύνου κακοποίησης και παραμέλησης. Πέραν ενιαίων πρωτοκόλλων και εκπαίδευσης, μια ουσιαστική πολιτική πρόληψης απαιτεί την ενίσχυση των πρωτοβάθμιων κοινωνικών δομών με καταρτισμένο διεπιστημονικό προσωπικό. Ενδεικτικά, σύμφωνα με το Συνήγορο του Πολίτη στη σχετική του έκθεση το 2021, σε σύνολο 260 κοινωνικών λειτουργών και 45 ψυχολόγων που απασχολούνται στους 14 Δήμους που συμμετείχαν στην έρευνα, μόνο το 14% (42 κοινωνικοί λειτουργοί) ασχολούνται με την διερεύνηση καταγγελιών κακοποίησης/παραμέλησης, δεδομένου ότι το προσωπικό είναι επιφορτισμένο με πολλές και διαφορετικές αρμοδιότητες και διαμοιρασμένο και σε άλλες υπηρεσίες των Δήμων. Σημειώνουμε δε πως η συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων χρίζει παρακολούθησης και υποστήριξης σε μεγάλο βάθος χρόνου. Το δεύτερο σημείο έλλειψης αφορά τις μορφές κακοποίησης που αφορά το Εθνικό Σχέδιο Δράσης. Είναι απαραίτητο και αυτονόητο πως κάθε πολιτική και σχεδιασμός που προκύπτει για την κακοποίηση οφείλει να την περιλαμβάνει σε κάθε της μορφή – σωματική, ψυχολογική και σεξουαλική κακοποίηση αλλά και παθητική κακοποίηση – παραμέληση, καθώς όλες οι μορφές κακοποίησης είναι – δυστυχώς – εξαιρετικά συχνές στην Ελλάδα και τραυματίζουν πάρα πολύ σοβαρά τα παιδιά – θύματα. Σημειώνουμε, δε, πως παγκοσμίως η σεξουαλική κακοποίηση δεν είναι η πιο συχνή μορφή κακοποίησης, αλλά και πως συχνά οι μορφές κακοποίησης συνδυάζονται μεταξύ τους. Το τρίτο σημείο έλλειψης είναι η έμφαση στην Αποϊδρυματοποίηση. Παρακολουθούμε με ανησυχία την αύξηση των κρουσμάτων να μετατρέπεται σε ραγδαία αύξηση εισαγωγών στα ιδρύματα παιδικής προστασίας. Χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις, ισχυρή πολιτική βούληση και ενίσχυση του διεπιστημονικού προσωπικού σε επίπεδο πρωτοβάθμιας κοινοτικής παρέμβασης, ο στόχος της τοποθέτησης σε επείγουσα αναδοχή, αμέσως μετά την απομάκρυνση του παιδιού από την οικογένεια, παραμένει μακρινός. Τα ιδρύματα αποτελούν το πλέον ακατάλληλο πλαίσιο στήριξης και φροντίδας των παιδιών που έχουν υποστεί κακοποίηση. Σημειώνουμε, επίσης, επιμέρους σχόλια βελτίωσης, όπως: 1.Το γεγονός πως η εκπαίδευση των παιδιών ως προληπτικό μέτρο για την κακοποίηση οφείλει να είναι υποχρεωτική σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης 2.Η χρήση των Σπιτιών του Παιδιού στη δικανική εξέταση των παιδιών – θυμάτων πρέπει να είναι υποχρεωτική. 3.Οφείλει να αναφερθεί η χρηματοδότηση των δράσεων του σχεδίου από μόνιμους και σταθερούς χρηματοδοτικούς μηχανισμούς. Τονίζουμε, τέλος, πως όσο σωστά κι αν καταγράφονται στο χαρτί οι σχεδιασμοί πολιτικής, το μόνο που μετράει είναι η εφαρμογή τους.