• Σχόλιο του χρήστη 'E.K.' | 20 Οκτωβρίου 2019, 00:34

    Η αληθής έννοια του άρθρου 4 παρ. 4 του παρόντος σχεδίου νόμου αποσαφηνίζεται στην πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τη θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών και των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους /* COM/2001/0510 τελικό - CNS 2001/0207 */ (https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:52001PC0510&qid=1571518861137&from=EL) και ειδικότερα στο άρθρο 7 όπου αναφέρεται "(γ) Η διάταξη αυτή αναφέρεται στο γεγονός ότι αν ένας αιτών διεθνή προστασία έχει ήδη υποστεί δίωξη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ή εάν έχει λάβει άμεσες απειλές ότι θα υποστεί δίωξη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, το στοιχείο αυτό αξιολογείται ως σοβαρή ένδειξη για τον κίνδυνο δίωξης, εκτός αν έκτοτε έχει επέλθει ριζική και σημαντική μεταβολή των συνθηκών στη χώρα καταγωγής του αιτούντος ή στις σχέσεις του με τη χώρα καταγωγής". Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του Π.Δ. 141/2013 (το οποίο ορίζει " Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να χορηγείται άσυλο, ακόμη και αν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι η προηγούμενη δίωξη ή σοβαρή βλάβη δεν θα επαναληφθεί" και απαλείφει το παρόν σχέδιο νόμου) συνδεόμενο με το άρθρο 11 παρ. 3 του ΠΔ 141/2013 (το οποίο προβλέπει τις προϋποθέσεις παύσης) κατ' ουσίαν διευκρινίζει με ρητό τρόπο ότι μπορεί να αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα όταν "ο αιτών είναι σε θέση να επικαλεστεί επιτακτικούς λόγους που απορρέουν από προηγούμενη δίωξη για να αρνηθεί την προστασία που του παρέχει η χώρα ιθαγένειας ή στην περίπτωση του ανιθαγενούς η χώρα της προηγούμενης συνήθους διαμονής του" Εξάλλου, η ρητή συμπερίληψη του ως άνω εδαφίου στο ισχύον νομικό πλαίσιο είναι σύμφωνη με την ερμηνεία της Σύμβασης του 1951 (σχετικά, EASO, QUALIFICATION FOR INTERNATIONAL PROTECTION (DIRECTIVE 2011/95/EU) A Judicial Analysis, https://www.iarmj.org/images/publications/QIP_-_JA.pdf, σελίδες 84 - 85 και ιδίως σελ. 85). Σχετικά επισημαίνεται ότι η Οδηγία αντικατοπτρίζει το ότι ακρογωνιαίος λίθος του όλου συστήματος πρέπει να είναι η πλήρης και ολοκληρωμένη εφαρμογή της Σύμβασης της Γενεύης, με τη συμπληρωματική εφαρμογή μέτρων που να διασφαλίζουν την παροχή επικουρικής προστασίας σε όσα πρόσωπα δεν καλύπτονται μεν από την εν λόγω σύμβαση αλλά παρόλα αυτά χρήζουν διεθνούς προστασίας. Υποστηρίζεται ότι η διατύπωση του ορισμού του πρόσφυγα ο οποίος περιέχεται στο άρθρο 1 (A) (2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 αλλά και η ίδια η σύμβαση εξακολουθούν σήμερα να ισχύουν και είναι αρκούντως ευέλικτες, πλήρεις και ολοκληρωμένες ώστε να εγγυώνται την παροχή διεθνούς προστασίας σε σημαντική αναλογία των προσώπων που τη χρειάζονται. Η τακτική αυτή συμβαδίζει με τις ερμηνευτικές αρχές που έχουν κωδικοποιηθεί στο άρθρο 31 παράγραφος 1 της σύμβασης της Βιέννης του 1969 περί του δικαίου των συνθηκών, όπου ορίζεται ότι "κάθε συνθήκη πρέπει να ερμηνεύεται καλή τη πίστει και σύμφωνα με τη συνήθη έννοια των όρων της συνθήκης με βάση τις περιστάσεις και λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο και τον σκοπό της". (Κεφάλαιο 3 - Κατευθυντήριες Αρχές της ως άνω Πρότασης COM/2001/0510 τελικό - CNS 2001/0207).