• Σχόλιο του χρήστη 'Δημήτρης Α.' | 5 Ιουλίου 2025, 08:44

    Η ρύθμιση που εισάγεται στο άρθρο 248 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου θέτει σοβαρά ζητήματα συνταγματικότητας, ερμηνευτικής αυθαιρεσίας και κινδύνου για αδικαιολόγητη επιβάρυνση ιδιοκτητών και μικρών επιχειρήσεων. Η πρόβλεψη για αυτοδίκαιη μετατροπή κάθε ακινήτου που μισθώνεται για βραχυχρόνια χρήση σε "υποκατάστημα" με υποχρέωση καταβολής τέλους επιτηδεύματος προκαλεί ανησυχία τόσο σε φορολογικό όσο και σε διοικητικό επίπεδο. 1. Συνταγματικά ζητήματα: παραβίαση της αρχής της μη αναδρομικότητας και της φορολογικής ασφάλειας Η αναδρομική επιβολή τέλους για το φορολογικό έτος 2024 αντίκειται στο άρθρο 78 παρ. 2 του Συντάγματος, το οποίο απαγορεύει την αναδρομική φορολόγηση πέραν του προηγούμενου οικονομικού έτους. Επιπλέον, η θέσπιση τεκμαρτής επιχειρηματικής δραστηριότητας παραβιάζει την αρχή της φορολογικής νομιμότητας και της προβλεψιμότητας. 2. Παρέμβαση σε εκκρεμή νομολογιακή κρίση του ΣτΕ Η απόφαση 602/2025 του ΣτΕ (αν και μη τελεσίδικη), κρίνει σαφώς ότι η παροχή ακινήτου για βραχυχρόνια διαμονή δεν συνιστά επιχειρηματική δραστηριότητα εντός του ακινήτου. Επομένως, η εξομοίωσή του με υποκατάστημα δεν ευσταθεί. Οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση που έρχεται να προκαταλάβει τη δικαστική ερμηνεία, πλήττει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών (άρθρο 26 Συντάγματος). 3. Νομική ασάφεια και ερμηνευτική αυθαιρεσία Η έννοια του “υποκαταστήματος” προϋποθέτει φυσική παρουσία, ανθρώπινη δραστηριότητα και διαρκή επιχειρησιακή λειτουργία στον χώρο. Το να θεωρηθεί ένα ακίνητο που εκμισθώνεται μέσω ψηφιακής πλατφόρμας – χωρίς προσωπικό, εξοπλισμό ή φυσική συναλλαγή – ως “υποκατάστημα”, δεν συνάδει με τη νομική και νομολογιακή πραγματικότητα. Τέτοιες διατάξεις ενισχύουν τη νομική αστάθεια και δημιουργούν σύγχυση στις φορολογικές υποχρεώσεις. 4. Ανισότητα μεταξύ φορολογουμένων – πλήγμα στη συνεργασία φυσικών προσώπων με εταιρείες Η επιβολή τέλους επιτηδεύματος μόνο σε νομικά πρόσωπα και σε φυσικά πρόσωπα που εκμεταλλεύονται περισσότερα από δύο ακίνητα, ανεξαρτήτως των εσόδων ή του μεγέθους της δραστηριότητας, εισάγει άνιση και ανεπιφύλακτα διακριτική μεταχείριση. Η προσέγγιση αυτή λειτουργεί αντικίνητρο για συνεργασίες μεταξύ ιδιοκτητών και εταιρειών διαχείρισης, και ταυτόχρονα δημιουργεί ρήγματα στην αρχή της φορολογικής ισότητας. 5. Πρακτικά ζητήματα εφαρμογής – Διοικητική και οικονομική επιβάρυνση Η θέσπιση οριζόντιας επιβάρυνσης 600€ ανά ακίνητο ετησίως, χωρίς διαφοροποίηση βάσει δραστηριότητας ή κύκλου εργασιών, μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για μικρές επιχειρήσεις και ιδιοκτήτες που λειτουργούν εντός του νόμου. Δημιουργείται κίνδυνος αθρόων ενδικοφανών προσφυγών, αναδρομικών επιστροφών και διαχειριστικής υπερφόρτωσης των φορολογικών αρχών. Συμπερασματικά, η προτεινόμενη ρύθμιση: - Παραβιάζει το Σύνταγμα ως προς την αρχή της μη αναδρομικότητας και της διάκρισης των εξουσιών, - Ακυρώνει επί της ουσίας τη νομολογιακή εξέλιξη που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Συμβούλιο της Επικρατείας, - Διασαλεύει την έννοια της ισότητας και της φορολογικής αναλογικότητας, - Εισάγει αμφίβολης εφαρμοσιμότητας τεκμαρτές φορολογικές υποχρεώσεις, - Πλήττει τη συνεργασία μεταξύ ιδιωτών και εταιρειών, ανοίγοντας παράθυρο σε φοροδιαφυγή, και - Οδηγεί σε γενικευμένη ανασφάλεια δικαίου και διοικητικό χάος. Ζητείται η πλήρης απόσυρση ή η ουσιαστική αναδιατύπωση του άρθρου 248, ώστε να συνάδει με τις συνταγματικές αρχές, τη φορολογική λογική και την ανάγκη για σαφείς, εφαρμόσιμες και δίκαιες ρυθμίσεις.