Αρχική Δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών με τίτλο: «ΕΘΝΙΚΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ – ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»ΜΕΡΟΣ Β΄ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (Άρθρα 206-266)Σχόλιο του χρήστη ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ | 6 Ιουλίου 2025, 11:02
Η προτεινόμενη ρύθμιση είναι Αντισυνταγματική κατα το σκέλος της αναδρομικής φορολόγησης . Φορολογικός νόμος με αναδρομικότητα απαγορεύεται κατά το άρθρο 78 παρ. 2 Συντάγματος : «2. Φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονομικό βάρος δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμο αναδρομικής ισχύος που εκτείνεται πέρα από το οικονομικό έτος το προηγούμενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε.» Αντισυνταγματική καθώς εισάγει την διάκριση και την ανισότητα μεταξύ των φορολογουμένων. Εξομοιώνει πλασματικά ένα ακίνητο - μίσθιο, με υποκατάστημα μιας επιχείρησης όπως Τράπεζα, Super Market , Ξενοδοχείο κτλ. Με την ίδια λογική θα έπρεπε οι εταιρείες έκδοσης και διαχείρισης κοινοχρήστων , να ανοίξουν υπ/τα για κάθε πολυκατοικία που διαχειρίζονται. Επιβάλλει το τέλος επιτηδεύματος μόνο σε νομικά πρόσωπα. Επομένως είναι μέτρο φορολογικής αποθάρρυνσης στην συνεργασία εταιρειών βραχυχρόνιας μίσθωσης με ιδιώτες ιδιοκτήτες, αυξάνοντας παράλληλα τον κίνδυνο φοροδιαφυγής. Σχόλιο επί του Άρθρου 248 - Αντισυνταγματικότητα και νομική ακυρότητα της προβλεπόμενης ρύθμισης Η προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 248 επιδιώκει να παρακάμψει την κρίσιμη νομολογιακή θέση του ΣτΕ σχετικά με τη μη θεμελίωση του τέλους επιτηδεύματος σε κάθε ακίνητο που διατίθεται για βραχυχρόνια μίσθωση. Η προσπάθεια του νομοθέτη να θεσπίσει γενική τεκμαρτή υπαγωγή των ακινήτων αυτών στην έννοια του υποκαταστήματος προσκρούει σε πολλαπλά συνταγματικά εμπόδια και δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους νομικής ακυρότητας, διοικητικής σύγχυσης και φορολογικής αστάθειας. Η προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 248, σύμφωνα με την οποία κάθε ακίνητο που εκμισθώνεται ή υπεκμισθώνεται για βραχυχρόνια διαμονή θεωρείται αυτοδικαίως υποκατάστημα για την εφαρμογή του τέλους επιτηδεύματος, αντιστρατεύεται ευθέως το Σύνταγμα, τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και θεμελιώδεις αρχές του φορολογικού δικαίου. 1. Παραβίαση της νομολογίας του ΣτΕ (602/2025 - μη τελεσίδικη, αλλά δεσμευτικά αιτιολογημένη) Το Β΄ Τμήμα του ΣτΕ έχει ήδη κρίνει (απόφαση 602/2025) ότι: «Η απλή παραχώρηση ακινήτου προς βραχυχρόνια μίσθωση […] δεν συνεπάγεται συναλλακτική ή παραγωγική δραστηριότητα εντός του ακινήτου. Επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί υποκατάστημα». Η απόφαση, αν και παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια, εκφράζει σαφή νομική κρίση, που ο νομοθέτης δεν μπορεί να προκαταλάβει ή ακυρώσει τεχνητά μέσω νομοθετικής «επιβεβαίωσης» αντίθετης ρύθμισης. Αυτό θα ισοδυναμούσε με απαράδεκτη παρέμβαση στην απονομή δικαιοσύνης και παραβίαση της διάκρισης των εξουσιών (άρθρο 26 Συντάγματος). 2. Παραβίαση της αρχής της βεβαιότητας και της νομιμότητας του φόρου (άρθρα 78 §1, 25 §1 Συντάγματος) Η θεμελίωση φορολογικής επιβάρυνσης σε νομική έννοια όπως το "υποκατάστημα" απαιτεί σαφή και τεκμηριωμένο προσδιορισμό. Αντίθετα, η νέα ρύθμιση: επεκτείνει καταχρηστικά την έννοια του υποκαταστήματος πέρα από τη νομολογιακά παγιωμένη ερμηνεία (ΣτΕ 3464/1990, 459/2020), επιβάλλει τεκμαρτή φορολόγηση χωρίς σύνδεση με πραγματική επιχειρησιακή παρουσία ή παραγωγική/συναλλακτική δραστηριότητα. Η αυθαίρετη ένταξη οποιουδήποτε ακινήτου στον ορισμό του υποκαταστήματος στερεί από τον φορολογούμενο κάθε δυνατότητα πρόβλεψης και προσαρμογής, κατά παράβαση των άρθρων 25 παρ. 1 και 78 του Συντάγματος. 3. Ανισότητα και διακριτική μεταχείριση νομικών προσώπων Η επιβολή τέλους αποκλειστικά σε νομικά πρόσωπα, ή φυσικά πρόσωπα με 3+ ακίνητα, χωρίς οποιαδήποτε διαφοροποίηση ανάλογα με τον όγκο, τη φύση ή το χαρακτήρα της δραστηριότητας, δημιουργεί φορολογική ανισότητα και παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας. Ομοειδείς περιπτώσεις (π.χ. διαχείριση από φυσικό πρόσωπο με 2 ακίνητα) εξαιρούνται πλήρως, παρότι η πραγματική φοροδοτική τους ικανότητα μπορεί να είναι ίση ή ανώτερη. 4. Υποκατάστημα ≠ Μίσθιο χωρίς διοικητική ή συναλλακτική λειτουργία Η νέα ρύθμιση εξομοιώνει μονομερώς ένα κενό ακίνητο χωρίς προσωπικό και σύμβαση επιτόπου, με ένα λειτουργικό υποκατάστημα τράπεζας, σούπερ μάρκετ ή ξενοδοχείου. Καταλήγει έτσι σε λογικό άλμα και κανονιστική αυθαιρεσία, πλήρως αντίθετη με την πάγια ερμηνεία της έννοιας του υποκαταστήματος από το ΣτΕ. 5. Απώλεια φορολογικής ασφάλειας – Κίνδυνος σωρευτικών χρεώσεων και ακυρότητας Η επιβολή 600€ ανά ακίνητο ετησίως για χρήση ως μίσθιο (χωρίς επιτόπια δραστηριότητα) οδηγεί σε: πλήρη ανατροπή της αρχής της αναλογικότητας στη φορολόγηση, πολλαπλάσια επιβάρυνση από την πραγματική φοροδοτική ικανότητα μικρών εταιρειών ή startups, δικαστικά αμφισβητήσιμες βεβαιώσεις με σοβαρότατο ρίσκο επιστροφών, ακυρώσεων και αναδρομικών ενδικοφανών προσφυγών. Συμπέρασμα Η εν λόγω πρόβλεψη δεν αποτελεί απλώς υπέρβαση της νομολογίας, αλλά κατάφωρη περιφρόνησή της. Πριν ακόμα κριθεί οριστικά από την Ολομέλεια του ΣτΕ, ο νομοθέτης επιδιώκει να προκαταλάβει την κρίση του Ανώτατου Δικαστηρίου, θεσπίζοντας ρύθμιση: αντισυνταγματική, αντισυμβατική ως προς τις αρχές δικαίου της Ε.Ε., και πρακτικά ανεφάρμοστη με τεράστιο διοικητικό και νομικό κόστος. Ζητείται η πλήρης απόσυρση ή ριζική αναδιατύπωση του άρθρου 248. Το άρθρο 248 συνιστά απόπειρα παραγνώρισης της κρίσιμης νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο έχει καταστήσει σαφές ότι το τέλος επιτηδεύματος δεν μπορεί να επιβάλλεται αυτομάτως σε κάθε ακίνητο που εκμισθώνεται για βραχυχρόνια διαμονή. Η νομοθετική πρωτοβουλία να υπαχθούν τεκμαρτά τα εν λόγω ακίνητα στην έννοια του υποκαταστήματος και μάλιστα με αναδρομικλη ισχύη από το 2024 προσκρούει όχι μόνο σε βασικές συνταγματικές διατάξεις, αλλά και σε αρχές του φορολογικού δικαίου, προκαλώντας σημαντικά ζητήματα νομικής ακυρότητας, διοικητικής πολυπλοκότητας και φορολογικής αστάθειας. Συγκεκριμένα, η νέα διάταξη προβλέπει ότι κάθε ακίνητο το οποίο εκμισθώνεται ή υπεκμισθώνεται για βραχυχρόνια χρήση θεωρείται αυτοδικαίως υποκατάστημα, για σκοπούς επιβολής τέλους επιτηδεύματος. Μια τέτοια ρύθμιση αντιβαίνει στις επιταγές του Συντάγματος, στην εδραιωμένη νομολογία του ΣτΕ, και σε βασικά θεμέλια της φορολογικής νομιμότητας. 1. Παραβίαση νομολογιακής θέσης του ΣτΕ (απόφαση 602/2025 – μη τελεσίδικη αλλά αιτιολογημένη) Το Β΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, στην απόφαση 602/2025, έκρινε ότι: «Η απλή εκμίσθωση ακινήτου για βραχυχρόνια χρήση δεν συνιστά δραστηριότητα εντός του ακινήτου με παραγωγικό ή συναλλακτικό χαρακτήρα, και επομένως δεν μπορεί να θεωρηθεί υποκατάστημα». Η εν λόγω κρίση, παρότι παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια, εκφράζει σαφή και αιτιολογημένη ερμηνεία. Ο νομοθέτης δεν δικαιούται να τη ματαιώσει εκ των προτέρων, μέσω αντίθετης τεκμαρτής ρύθμισης, καθώς κάτι τέτοιο θα παραβίαζε κατάφωρα την αρχή της διάκρισης των εξουσιών (άρθρο 26 Συντάγματος). 2. Παραβίαση των αρχών της φορολογικής νομιμότητας και της ασφάλειας δικαίου (άρθρα 78 §1, 25 §1 Συντάγματος) Η επιβολή φορολογικής υποχρέωσης πρέπει να στηρίζεται σε σαφείς και προβλέψιμες έννοιες. Η έννοια του "υποκαταστήματος", όπως ερμηνεύεται σταθερά από το ΣτΕ (π.χ. αποφάσεις 3464/1990, 459/2020), αφορά χώρο με πραγματική και ενεργή επιχειρηματική παρουσία. Αντίθετα, η προτεινόμενη ρύθμιση: .διαστέλλει αυθαίρετα την έννοια αυτή, .θεσπίζει τεκμαρτή φορολόγηση χωρίς πραγματικό στοιχείο δραστηριότητας, .καθιστά αδύνατη την πρόβλεψη της φορολογικής επιβάρυνσης από τον φορολογούμενο. 3. Παραβίαση της αρχής της ισότητας και της αναλογικότητας Η διάταξη επιβάλλει τέλος μόνο σε νομικά πρόσωπα ή φυσικά πρόσωπα με περισσότερα από δύο ακίνητα, ανεξαρτήτως του είδους ή της έκτασης της δραστηριότητας. Έτσι: 1.δημιουργεί άνιση μεταχείριση μεταξύ παρόμοιων περιπτώσεων, 2.αγνοεί την πραγματική φοροδοτική ικανότητα, 3.εισάγει διακρίσεις που δεν συνδέονται με αντικειμενικά ή λογικά κριτήρια. 4. Μίσθιο ≠ Υποκατάστημα Η ρύθμιση εξομοιώνει ένα ακίνητο χωρίς προσωπικό, χωρίς επιτόπια συναλλαγή ή λειτουργία και με νομική απαγόρευση οποιαδήποτε παροχής υπηρεσίας εκτός της παροχής κλινοσκεπασμάτων, με υποκαταστήματα επιχειρήσεων όπως τράπεζες, καταστήματα ή ξενοδοχεία. Αυτή η προσέγγιση συνιστά λογική υπερβολή και ερμηνευτική αυθαιρεσία, καθώς αγνοεί εντελώς τον λειτουργικό ορισμό του υποκαταστήματος, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί από το ΣτΕ. 5. Ασάφεια και κίνδυνοι νομικής και διοικητικής αστάθειας Η επιβολή τέλους 600€ ανά ακίνητο ετησίως, ανεξαρτήτως εάν υπάρχει ουσιαστική δραστηριότητα, επιφέρει: 1. δυσανάλογη φορολογική επιβάρυνση, ιδίως για μικρές επιχειρήσεις και νεοφυείς δραστηριότητες, 2. έκθεση σε σωρευτικές χρεώσεις και ένδικες διεκδικήσεις, 3. διοικητική ανασφάλεια, με αυξημένο κίνδυνο ακυρωτικών αποφάσεων και αναδρομικών επιστροφών. Συμπέρασμα Η διάταξη του άρθρου 248 δεν αποτελεί απλώς μια αμφισβητήσιμη νομοθετική επιλογή, αλλά μια σαφή παραβίαση της δικαιοκρατικής τάξης. Πριν ακόμη αποφανθεί η Ολομέλεια του ΣτΕ, ο νομοθέτης επιδιώκει να καθορίσει τελεσίδικα το αποτέλεσμα, ακυρώνοντας στην πράξη τη δικαστική λειτουργία. Η εν λόγω ρύθμιση: 1. αντίκειται στο Σύνταγμα, 2. συγκρούεται με το ενωσιακό δίκαιο, και οδηγεί σε πρακτικές αδιέξοδες εφαρμογές με σοβαρές νομικές και διοικητικές συνέπειες. Ζητείται η πλήρης απόσυρση ή ουσιαστική αναθεώρηση του άρθρου 248.