Αρχική Δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών με τίτλο: «ΕΘΝΙΚΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ – ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»ΜΕΡΟΣ Β΄ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (Άρθρα 206-266)Σχόλιο του χρήστη ΑΚΗΣ ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ | 7 Ιουλίου 2025, 12:01
Η προτεινόμενη ρύθμιση είναι Α) Αντισυνταγματική κατα το σκέλος της αναδρομικής φορολόγησης . Φορολογικός νόμος με αναδρομικότητα απαγορεύεται κατά το άρθρο 78 παρ. 2 Συντάγματος : «2. Φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονομικό βάρος δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμο αναδρομικής ισχύος που εκτείνεται πέρα από το οικονομικό έτος το προηγούμενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε.» Β) Αντισυνταγματική καθώς εισάγει την διάκριση και την ανισότητα μεταξύ των φορολογουμένων. Εξομοιώνει πλασματικά ένα ακίνητο - μίσθιο, με υποκατάστημα μιας επιχείρησης όπως Τράπεζα, Super Market , Ξενοδοχείο κτλ. Με την ίδια λογική θα έπρεπε οι εταιρείες έκδοσης και διαχείρισης κοινοχρήστων , να ανοίξουν υπ/τα για κάθε πολυκατοικία που διαχειρίζονται. Επιβάλλει το τέλος επιτηδεύματος μόνο σε νομικά πρόσωπα. Επομένως είναι μέτρο φορολογικής αποθάρρυνσης στην συνεργασία εταιρειών βραχυχρόνιας μίσθωσης με ιδιώτες ιδιοκτήτες, αυξάνοντας παράλληλα τον κίνδυνο φοροδιαφυγής. Η προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 248, σύμφωνα με την οποία κάθε ακίνητο που εκμισθώνεται ή υπεκμισθώνεται για βραχυχρόνια διαμονή θεωρείται αυτοδικαίως υποκατάστημα για την εφαρμογή του τέλους επιτηδεύματος, αντιστρατεύεται ευθέως το Σύνταγμα, τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και θεμελιώδεις αρχές του φορολογικού δικαίου. 1. Παραβίαση της νομολογίας του ΣτΕ (602/2025 - μη τελεσίδικη, αλλά δεσμευτικά αιτιολογημένη) Το Β΄ Τμήμα του ΣτΕ έχει ήδη κρίνει (απόφαση 602/2025) ότι: «Η απλή παραχώρηση ακινήτου προς βραχυχρόνια μίσθωση […] δεν συνεπάγεται συναλλακτική ή παραγωγική δραστηριότητα εντός του ακινήτου. Επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί υποκατάστημα». Η απόφαση, αν και παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια, εκφράζει σαφή νομική κρίση, που ο νομοθέτης δεν μπορεί να προκαταλάβει ή ακυρώσει τεχνητά μέσω νομοθετικής «επιβεβαίωσης» αντίθετης ρύθμισης. Αυτό θα ισοδυναμούσε με απαράδεκτη παρέμβαση στην απονομή δικαιοσύνης και παραβίαση της διάκρισης των εξουσιών (άρθρο 26 Συντάγματος). 2. Παραβίαση της αρχής της βεβαιότητας και της νομιμότητας του φόρου (άρθρα 78 §1, 25 §1 Συντάγματος) Η θεμελίωση φορολογικής επιβάρυνσης σε νομική έννοια όπως το "υποκατάστημα" απαιτεί σαφή και τεκμηριωμένο προσδιορισμό. Αντίθετα, η νέα ρύθμιση: ● επεκτείνει καταχρηστικά την έννοια του υποκαταστήματος πέρα από τη νομολογιακά παγιωμένη ερμηνεία (ΣτΕ 3464/1990, 459/2020), ● επιβάλλει τεκμαρτή φορολόγηση χωρίς σύνδεση με πραγματική επιχειρησιακή παρουσία ή παραγωγική/συναλλακτική δραστηριότητα. Η αυθαίρετη ένταξη οποιουδήποτε ακινήτου στον ορισμό του υποκαταστήματος στερεί από τον φορολογούμενο κάθε δυνατότητα πρόβλεψης και προσαρμογής, κατά παράβαση των άρθρων 25 παρ. 1 και 78 του Συντάγματος. Γ. Απώλεια φορολογικής ασφάλειας – Κίνδυνος σωρευτικών χρεώσεων και ακυρότητας Η επιβολή 600€ ανά ακίνητο ετησίως για χρήση ως μίσθιο (χωρίς επιτόπια δραστηριότητα) οδηγεί σε: ● πλήρη ανατροπή της αρχής της αναλογικότητας στη φορολόγηση, ● πολλαπλάσια επιβάρυνση από την πραγματική φοροδοτική ικανότητα μικρών εταιρειών ή startups, ● δικαστικά αμφισβητήσιμες βεβαιώσεις με σοβαρότατο ρίσκο επιστροφών, ακυρώσεων και αναδρομικών ενδικοφανών προσφυγών. Η εν λόγω πρόβλεψη κρινεται αντισυμβατική ως προς τις αρχές δικαίου της Ε.Ε., και πρακτικά ανεφάρμοστη με τεράστιο διοικητικό και νομικό κόστος.