Αρχική Φορολογική μεταρρύθμιση για το δημογραφικό και τη μεσαία τάξη – Μέτρα στήριξης για την κοινωνία και την οικονομίαΆρθρο 22 Συντελεστής προσαύξησης βασικού μισθούΣχόλιο του χρήστη ΝΙΚΟΛΑΟΣ | 19 Οκτωβρίου 2025, 10:05
|
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License![]() Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας, μεταξύ της α΄ κατηγορίας και της β΄ κατηγορίας, με αναλογική ισότητα ως προς τις αυξήσεις που επέρχονται στους αποφοίτους της Σ.Α.Ε.Α., λόγω των ίδιων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. και του Τ.Ε.Μ.Α. Νομική θεμελίωση: Επειδή, στο άρθρο 16, παρ. 5 του Συντάγματος ορίζεται ότι: H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Tα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Kράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει. Επειδή, στο άρθρο 16, παρ. 7 του Συντάγματος ορίζεται ότι: H επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Kράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές. Επειδή, στο άρθρο 3, παρ. 1 του π.δ. 27/1997 ορίζεται ότι: Η ιεραρχία περιλαμβάνει την ιεραρχία των βαθμών και την ιεραρχία των καθηκόντων. Ιεραρχία των βαθμών είναι η σειρά αυτών, ιεραρχία δε των καθηκόντων η κλίμακα της Διοικήσεως. Ανάλογα με τη θέση τους στην ιεραρχία των βαθμών, οι αξιωματικοί έχουν την ιδιότητα του ανώτερου ή κατωτέρου, ανάλογα δε με τη θέση τους στην ιεραρχία των καθηκόντων έχουν την ιδιότητα του προϊσταμένου ή υφισταμένου. Επειδή, στο άρθρο 42, παρ. 2 του π.δ. 27/1997 ορίζεται ότι: Ανεξάρτητα από την ύπαρξη κενών οργανικών θέσεων προάγονται, οι Υπαστυνόμοι Α', οι Αστυνόμοι Β' και οι Αστυνόμοι Α' του ν.δ. 649/1970 στο βαθμό του Αστυνόμου Β, Αστυνόμου Α' και Αστυνομικού Υποδιευθυντή, αντίστοιχα, της ιδίας κατηγορίας αξιωματικών, εφόσον προήχθη στον αντίστοιχο βαθμό και ο τελευταίος ομοιόβαθμος αξιωματικός, που προέρχεται από τη Σχολή Αξιωματικών, με τον οποίο προήχθησαν στο βαθμό του Υπαστυνόμου Α', Αστυνόμου Β' και Αστυνόμου Α', αντίστοιχα, το ίδιο ημερολογιακό έτος. Σε περίπτωση κατά την οποία ο τελευταίος ως άνω Υπαστυνόμος Α, Αστυνόμος Β' και Αστυνόμος Α' που προέρχεται από τη Σχολή Αξιωματικών ή και οι αμέσως προηγούμενοι αυτού δεν προαχθούν επειδή κρίθηκαν παραμένοντες στον ίδιο βαθμό ή για τους αναφερόμενους στα άρθρα 16, 32 παρ. 2 και 36 παρ. 5 του παρόντος διατάγματος λόγους, τούτο δεν κωλύει την κατά τα ανωτέρω προαγωγή των ομοιοβάθμων αξιωματικών, που προέρχονται από το Τ.Ε.Μ.Α.. Ως χρόνος προαγωγής τους λογίζεται η επόμενη της ημερομηνίας που προήχθη και ο τελευταίος ομοιόβαθμος τους που προέρχεται από τη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας του ίδιου έτους ονομασίας ως αξιωματικού. Επειδή, όπως η νομολογία του ΣτΕ έχει κρίνει οι χαρακτηριζόμενες ως ανώτατες και ως ανώτερες από τον νόμο σχολές των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας δεν τελούν σε όμοιες νομικές και πραγματικές συνθήκες με τα υπόλοιπες ανώτατες και ανώτερες σχολές (Α.Ε.Ι.-Τ.Ε.Ι.) και τούτο διότι δεν έχουν διοικητική αυτοτέλεια, αντιθέτως έχουν πειθαρχία, σωματική και ψυχική προετοιμασία ως επαγγελματικές σχολές που προσφέρουν πρόσβαση στο Δημόσιο με διορισμό. Από τον συνδυασμό των ανωτέρω, στα άρθρα 17, 18, 21 και 22 του παρόντος σχεδίου νόμου, προκύπτει ότι η παραβίαση της αρχής της ισότητας (4 παρ. 1 Συντ.), της αξιοκρατίας (4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Συντ.), και δη υπό την έκφανση της ισότητας ως προς τη σταδιοδρομία στο Δημόσιο κατά τον λόγο της προσωπικής αξίας και ικανότητας του καθενός. Το παρών σχέδιο νόμου αντιμετωπίζει ως «όμοιες» περιστάσεις που είναι καθ' όλα «ανόμοιες» επί τη βάσει αξιοκρατικών κριτηρίων. Σε κάθε περίπτωση, εφαρμογής τυγχάνει η κατοχυρωμένη στο άρθρο 4 παρ. 1 αρχή της ισότητας υπό τις ειδικότερες εκφάνσεις της και δη την ισότητα ως προς την πρόσβαση στις δημόσιες θέσεις (άρθρο 4, παρ.4 Συντ.) και της σταδιοδρομίας στο δημόσιο κατά τον λόγο και την προσωπική αξία εκάστου ως εκφάνσεως και της αρχής της αξιοκρατίας (άρθρο 4 παρ. 1, άρθρο 5 παρ. 1 και άρθρο 4, παρ. 4 παρ. Συντ.) Όπως ήδη αναφέρθηκε στο ιστορικό σε προηγούμενα σχόλια στη διαβούλευση, η υπαγωγή των αποφοίτων του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.), ως ουσιαστικά και τυπικά Ανώτερης Σχολής, που χαίρει των εγγυήσεων και της προστασίας του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος, στην κατηγορία Β΄ (δια του άρθρου 17 βασικά, και επικουρικά από τα άρθρα 18, 21 και 22 του παρόντος σχεδίου νόμου) έχει, δυσμενείς και αντισυνταγματικές συνέπειες ως προς την μισθολογική κατάσταση των υπηρετούντων Αξιωματικών του ν.δ. 649/1970 και των μελλοντικών Αξιωματικών της κατηγορίας αυτής ως απόφοιτων Ανώτερης Σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης: α). Υπαγωγή σε χαμηλότερη μισθολογική κλίμακα, τόσο σε απόλυτο αριθμό, όσο και στα ανώτερα μισθολογικά κλιμάκιο στα οποία μπορούν να φτάσουν (παράνομη εξομοίωση ως προς την αμοιβή). β). Υπαγωγή σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με το προβάδισμα των κατηγοριών και των βαθμών (παράνομη εξομοίωση ως προς τη σταδιοδρομία και την ανέλιξη στον δημόσιο τομέα). Κατά πάγια ερμηνεία, η συνταγματική κατοχύρωση της αρχής της ισότητας απαγορεύει την όμοια μεταχείριση ανόμοιων καταστάσεων («τα άνισα πρέπει να μεταχειρίζονται άνισα»). Επί του «ανόμοιου» χαρακτήρα, ήδη επισημάνθηκε ότι οι απόφοιτοι της Ανώτερης Σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης: (α) Αποτελούν φορείς εγγυημένης και αυξημένης προστασίας που πηγάζει από το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος.