• Σχόλιο του χρήστη 'Ευρωπαϊκό Δίκτυο κατά της Βίας' | 7 Ιανουαρίου 2025, 07:53

    Μέτρα προστασίας θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας Άμεση Επιβολή περιοριστικών όρων για την προστασία των θυμάτων • εφαρμογή στην πράξη του Άρ. 52 της ΣτΚ (άμεση έξωση του δράστη και επιβολή περιοριστικών όρων επικοινωνίας και προσέγγισης). Από το 2018 αυτό είναι εφικτό άμεσα, τη στιγμή της καταγγελίας, καθώς το Άρ. 18 του Ν.3500/2006 (όπως τροποποιήθηκε από το Ν.4531/2018, Αρ.3, παρ.5), παρέχει αυτή τη δυνατότητα και στην/τον Εισαγγελέα που έχει επιληφθεί της υπόθεσης. Όμως οι Εισαγγελείς αποφεύγουν να εκδίδουν διατάξεις κατά την προδικασία με το επιχείρημα πως αυτή η δυνατότητα πρέπει να χρησιμοποιείται με σύνεση και όχι να υποκαθιστούν το δικαστήριο, Αστικό ή Ποινικό. • Σε κάποιες χώρες (π.χ. Αυστρία, Ισλανδία) η επιβολή επειγόντων μέτρων αποκλεισμού του δράστη είναι αρμοδιότητα της Αστυνομίας, η οποία πρώτα την επιβάλλει (ενημερώνει δράστη+θύμα και αφαιρεί τα κλειδιά από τον δράστη) και ΜΕΤΑ παίρνει δικαστική έγκριση (από δικαστήριο ή Εισαγγελέα). Για να συμβεί στην Ελλάδα κάτι ανάλογο απαιτείται νομοθετική ρύθμιση (όπως αυτή που ανέθεσε και σε ανακριτικούς υπαλλήλους τη διερεύνηση της έναρξης Ποινικής Διαμεσολάβησης) • Έτσι, προς το παρόν, περιοριστικοί όροι διατάσσονται σχεδόν αποκλειστικά στα αυτόφωρα (κυρίως όταν δίνεται αναβολή), οι οποίοι μάλιστα σπανίως διατηρούνται μετά την έκδοση καταδικαστικής απόφασης, γεγονός που επιτρέπει στους δράστες να επιστρέψουν στην οικογενειακή εστία, χωρίς καμία κύρωση. Επομένως για όλες τις καταγγελίες που παραπέμπονται σε τακτική δικάσιμο ή καταγγέλλονται μετά τη λήξη του αυτοφώρου τα θύματα παραμένουν απροστάτευτα έως ότου καταφέρουν να προσφύγουν σε Πολιτικό Δικαστήριο για ασφαλιστικά μέτρα. • Τα θύματα δεν ενημερώνονται καθόλου ή λαμβάνουν προφορική ενημέρωση για το αν έχουν εκδοθεί περιοριστικοί όροι, τι περιλαμβάνουν, τι πρέπει να κάνουν για να αναφέρουν παραβιάσεις τους και τι θα συμβεί μετά. _____________________ Για να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα προστασίας και να είναι αποτελεσματικά, χρειάζεται να επιτευχθεί η διατομεακή συνεργασία που περιγράφεται στα Άρ. 7 και 18 της ΣτΚ ώστε, ανά περίπτωση, να σχεδιάζονται τα κατάλληλα μέτρα προστασίας (νομικά ή άλλα), τα οποία να υλοποιούνται ή να διατάσσονται τάχιστα και κάθε παραβίασή τους να οδηγεί σε άμεσες κυρώσεις (προϋποθέτει στενή «επιτήρηση» της ασφάλειας των θυμάτων-από εξειδικευμένη Σύμβουλο, όχι την Αστυνομία). Ιδανικά, χρειάζεται να αρχίσουν να παρέχονται σχεδόν όλες οι υπηρεσίες κάτω από την ίδια στέγη, δηλαδή να αρχίσουν να δημιουργούνται Κέντρα Οικογενειακής Δικαιοσύνης για επιζώσες Ε.Β. (κατά το μοντέλο των Family Justice Centers) και «Σπίτια του Παιδιού» (κατά το μοντέλο των Barnahus όπου, εκτός από τη δικανική συνέντευξη, παρέχουν στα παιδιά και άλλες υπηρεσίες π.χ. θεραπεία τραύματος, ιατρικές και άλλες υπηρεσίες υποστήριξης). __________________ Έκδοση της ΚΥΑ που προβλέπει το άρθρο 23Α, παρ. 6, Ν.3500/2006, κατόπιν ευρείας διαβούλευσης με όλες τις εμπλεκόμενες Αρχές και τους Φορείς και με περιεχόμενο που θα ικανοποιεί κατ’ ελάχιστον τα σημεία της κατεπείγουσας σύστασης της GREVIO για το Άρ 51 της ΣτΚ (Ν. 4531/2006): Άρθρο 51. Αξιολόγηση και διαχείριση κινδύνου (παρ. 277) στο www.coe.int/en/web/istanbul-convention/greece) Η GREVIO καλεί τις Ελληνικές Αρχές να διασφαλίσουν ότι: α. οι συστηματικές, ευαίσθητες ως προς το φύλο αξιολογήσεις κινδύνου και η διαχείριση της ασφάλειας θα γίνουν τυποποιημένες διαδικασίες σε όλες τις περιπτώσεις βίας κατά των γυναικών που καλύπτονται από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, β. οι αξιολογήσεις κινδύνου επαναλαμβάνονται σε όλα τα σχετικά στάδια της ποινικής διαδικασίας, γ. οι αξιολογήσεις κινδύνου βασίζονται σε μια αποτελεσματική πολύ-υπηρεσιακή προσέγγιση, με τη συμμετοχή εξειδικευμένων υπηρεσιών και ΜΚΟ, προκειμένου να μετριαστούν οι κίνδυνοι για την ασφάλεια των θυμάτων. Υπενθυμίζεται και η 2η επείγουσα σύσταση (παρ.278) με την οποία: Η GREVIO ενθαρρύνει έντονα τις Ελληνικές Αρχές να εισαγάγουν ένα σύστημα αναδρομικής επανεξέτασης των υποθέσεων δολοφονιών γυναικών εξαιτίας του φύλου τους και να αξιολογήσουν κατά πόσον κενά στη θεσμική ή/και δικαστική ανταπόκριση συνέβαλαν στη μοιραία έκβαση, με στόχο να προληφθούν στο μέλλον και να καταστούν υπόλογοι, τόσο οι δράστες όσο και οι θεσμοί που έρχονται σε επαφή με τα θύματα και τους δράστες. Η εξατομικευμένη αξιολόγηση στοχεύει σε εκτίμηση της ευαλωτότητας του θύματος και των εξαρτημένων από αυτό μελών αλλά, κυρίως, της επικινδυνότητας του δράστη σε σχέση με το ιστορικό του το δεδομένο χρονικό σημείο και την έως τότε διαμορφωμένη κατάσταση. Για αυτό, μεγάλο τμήμα της αξιολόγησης μπορεί και πρέπει να βασίζεται σε αντικειμενικές πληροφορίες που θα αντλούνται, μέσω αυτεπάγγελτης αναζήτησης, από τα πληροφοριακά συστήματα της ΕΛ.ΑΣ. και της Δικαιοσύνης. Επομένως, παρότι η συναίνεση του θύματος είναι επιθυμητή, τυχόν άρνησή του (από φόβο ή για άλλους λόγους που σχετίζονται με τα χαρακτηριστικά θύματος/δράστη/κατάστασης ή με τη διαδικασία) δεν μπορεί να αποτελεί λόγο ματαίωσης της διεξαγωγής αξιολόγησης κινδύνου και της επιβολής μέτρων προστασίας. Αξιολόγηση κινδύνου ΚΑΙ διαχείρισή του (Άρ. 51, Ν.4531/2018) Η αρχική αξιολόγηση κινδύνου πρέπει να διεξάγεται άμεσα και να επικαιροποιείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα ή όποτε απαιτηθεί (ενδείξεις κλιμάκωσης κινδύνου). Στόχος των αξιολογήσεων είναι να εντοπιστούν το συντομότερο δυνατόν οι παράγοντες κινδύνου στη βάση των οποίων καταρτίζεται το σχέδιο διαχείρισης κινδύνου, το οποίο περιλαμβάνει και μέτρα προστασίας (νομικά, πρακτικά και άλλα) για την επιζώσα και τα παιδιά, θύματα ή μάρτυρες. Καταρτίζεται, σε συνεργασία με την επιζώσα, από τη σύμβουλο που έχει αναλάβει την επιτήρηση της ασφάλειας, η οποία στη συνέχεια ενημερώνει τις Αρχές και τους Φορείς που χρειάζεται να συμβάλλουν στο σχεδιασμό και/ή στην υλοποίησή του. Προτείνονται τα ακόλουθα: • Αξιολόγηση της επικινδυνότητας του δράστη μέσω αυτεπάγγελτης αναζήτησης στα πληροφοριακά συστήματα της ΕΛ.ΑΣ. και της Δικαιοσύνης πληροφοριών σχετικά με: o την κατοχή όπλου (παράνομου, νόμιμου ή υπηρεσιακού) o προηγούμενες καταγγελίες και/ή καταδίκες για:  ενδοοικογενειακή βία (με το ίδιο και/ή διαφορετικά θύματα)  σεξουαλικά εγκλήματα (με το ίδιο και/ή διαφορετικά θύματα)  άσκηση βίας εναντίον ή ενώπιον ανηλίκου ατόμου  κακοποίηση κατοικίδιου ζώου  παραβίαση περιοριστικών όρων ή όρων ποινικής διαμεσολάβησης, ασφαλιστικών μέτρων και δικαστικών αποφάσεων o την ύπαρξη εξαρτημένων από το θύμα μελών (π.χ. τέκνα) και τη σχέση τους με τον δράστη • θεσμοθέτηση κοινού εργαλείου αξιολόγησης κινδύνου: είτε αυτό που δημιούργησε η ΓΓΔΟΠΙΦ (εφόσον ο πιλοτικός έλεγχός του υποδεικνύει αποτελεσματικότητα), είτε άλλο. Η αξιολόγηση διεξάγεται άμεσα: o με όλες τις επιζώσες (κατόπιν συναίνεσής τους) o κατά την πρώτη επαφή με οποιαδήποτε Αρχή ή Φορέα Υποστήριξης o στο σημείο πρώτης επαφής (εάν απαιτείται, τηλεφωνικά ή προσέρχεται επαγγελματίας) • επικαιροποίηση αξιολόγησης (ανά τακτά χρονικά διαστήματα ή νωρίτερα εάν προκύπτει ανάγκη – κλιμάκωση κινδύνου που αναφέρεται από την επιζώσα ή εντοπίζεται από τη σύμβουλο που επιτηρεί την ασφάλεια των θυμάτων) • άμεση μεταβίβαση [π.χ. μέσω πλατφόρμας ή e-mail] του αποτελέσματος της αξιολόγησης κινδύνου στην Αρχή που δύναται να διατάξει περιοριστικούς όρους (Άρ. 18, Ν.3500/2006) • πρέπει να οδηγεί άμεσα σε λήψη μέτρων προστασίας (νομικών ή άλλων) ανάλογα με το επίπεδο κινδύνου – χρειάζεται να καθοριστούν: o επίπεδα κινδύνου o υποχρεωτικές ενέργειες ανά επίπεδο και o χρονικές προθεσμίες • στην ίδια ή σε παρόμοια πλατφόρμα , να καταχωρείται άμεσα: o κάθε διάταξη περιοριστικών όρων, ασφαλιστικών μέτρων προστασίας και/ή όρων ποινικής διαμεσολάβησης και o κάθε παραβίαση των προαναφερθέντων o απαιτείται τάχιστη επιβολή κυρώσεων για κάθε παραβίαση • κατάρτιση σχεδίου ασφαλείας (με την επιζώσα) • κοινοποίηση αποτελέσματος κάθε αξιολόγησης κινδύνου σε όλες τις αρμόδιες Αρχές [π.χ. μέσω πλατφόρμας στην οποία έχει πρόσβαση η επιζώσα και οι: Αστυνομία, Εισαγγελία, Δικαστικοί Λειτουργοί Ποινικών και Αστικών δικαστηρίων και οι Φορείς που παρέχουν Υπηρεσίες Εξειδικευμένης Υποστήριξης και οποιοσδήποτε άλλος Φορέας οριστεί ότι διεξάγει αξιολόγηση κινδύνου (Κοινωνικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Υγείας) ή συμμετέχει στην Διατομεακή Ανταπόκριση όταν αρχίσει να εφαρμόζεται το αρ. 23Α Ν.3500/2006 (π.χ. Σπίτι του Παιδιού, Επιμελήτριες/-ές Ανηλίκων)] Εναλλακτικά της καταγραφής σε πλατφόρμα ή κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου μέχρι τη δημιουργία της, οι ενέργειες μεταβίβασης των πληροφοριών πραγματοποιούνται με επικοινωνίες (τηλεφωνικές ή μέσω e-mail). Σε ότι αφορά στη διαχείριση του κινδύνου, κατ’ ελάχιστον, η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης (Ν.4531/2018) προβλέπει πως πρέπει να είναι διαθέσιμα σε όλες τις γυναίκες και τα παιδιά που υφίστανται Ε.Β. τα ακόλουθα νομικά μέτρα προστασίας: • άμεση «έξωση» του δράστη από την οικία και απαγόρευση επαναπροσέγγισης οικίας και/ή θυμάτων (Άρ. 52). • άμεση προστασία μέσω περιοριστικών/προστατευτικών όρων που εκδίδονται χωρίς επιβάρυνση του θύματος (Άρ. 53.2) • επείγουσα ασφαλής απομάκρυνση των θυμάτων από την οικογενειακή εστία (Άρ. 23) • ειδικά μέτρα για προστασία θυμάτων, μελών της οικογένειάς τους και μαρτύρων από εκφοβισμό, αντίποινα και επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση (Άρ. 56.1.α) • επιβολή κυρώσεων στον δράστη για την τιμωρία των αδικημάτων (Άρ. 45) και για την παραβίαση των όρων (Άρ. 53.3) • ενημέρωση εάν αποδράσει ή αφεθεί ελεύθερος ο δράστης (Άρ. 56.1.β) – έχουμε μεγάλη ανασφάλεια για το εάν θα το μάθει το ΓΑΕΒ για να ενημερώσει εγκαίρως την επιζώσα • αποφυγή επαφής με τον δράστη σε όλους τους χώρους (Άρ. 56.1.ζ). Επιπρόσθετα στα παραπάνω, τα παιδιά, θύματα ή μάρτυρες Ε.Β., δικαιούνται: • ειδική υποστήριξη και μέτρα προστασίας (Άρ. 26 & 56.2) που, ανάλογα την περίσταση, μπορεί να είναι πολύ αυστηρά (Άρ. 45.2) και αποφασίζονται με βάση το βέλτιστο συμφέρον κάθε παιδιού, στο οποίο μπορεί να περιλαμβάνεται και η ασφάλεια της μητέρας του • να θεωρούνται θύματα Ε.Β. (Άρ. 1.3 του Ν.3500/2006) και, επομένως, να ασκείται αυτεπάγγελτα δίωξη για την έκθεσή τους σε περιστατικά Ε.Β. όλων των μορφών (Άρ. 6-9 του Ν.3500/2006) που διαπράχθηκαν ενώπιον τους. Το ίδιο ισχύει εάν η μητέρα του παιδιού δολοφονηθεί (Άρ. 299 Π.Κ.) ή υποστεί θανατηφόρα σωματική βλάβη (Άρ. 311 Π.Κ.), ακόμα και χωρίς την παρουσία του παιδιού κατά την διάπραξη του εγκλήματος. • να λαμβάνεται πάντα υπόψη η έκθεση των παιδιών σε Ε.Β. (ως θύμα ή μάρτυρας) όταν καθορίζονται δικαιώματα επιμέλειας ή επικοινωνίας και να διατάσσονται μέτρα που διασφαλίζουν πως η άσκηση αυτών των δικαιωμάτων δεν θίγει την ασφάλεια ή τα δικαιώματα των παιδιών και της μητέρας τους (Άρ. 31) Σε συνδυασμό με όσα προτάθηκαν παραπάνω (για την εφαρμογή του Άρ. 51), χρειάζεται να εισαχθούν νέες διαδικασίες καθώς και τροποποιήσεις σε ήδη υφιστάμενες διαδικασίες μέσω των οποίων η ευθύνη της τεκμηρίωσης/απόδειξης της διάπραξης Ε.Β. και της προστασίας των θυμάτων θα μεταφερθεί από το θύμα στις Αρχές και τις Υπηρεσίες Υποστήριξης. Κάτι τέτοιο, αυτονόητα, θα οδηγήσει σε μείωση τόσο της δευτερογενούς θυματοποίησης (από τις διαδικασίες) αλλά και της μελλοντικής θυματοποίησης (από τον δράστη). Ακολουθούν προτάσεις ανά Τομέα. Εξειδικευμένες Υπηρεσίες Υποστήριξης Συστήνεται η παροχή αναλυτικών εκθέσεων για δικαστική χρήση από τις συμβούλους των Συμβουλευτικών Κέντρων, των Ξενώνων κακοποιημένων γυναικών και των εξειδικευμένων ΜΚΟ. Εκτός από το ιστορικό, χρειάζεται να περιλαμβάνει και πληροφορίες τεκμηρίωσης, δηλαδή λεπτομερείς καταγραφές για επεισόδια ή παραβιάσεις δικαστικών αποφάσεων και/ή όρων που διαπράχθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που η επιζώσα συνεργαζόταν με την σύμβουλο. ΕΛ.ΑΣ. Έχουν προταθεί, στην Ομάδα Εργασίας του Υπ.ΠροΠο με αντικείμενο τη βελτίωση της αστυνομικής ανταπόκρισης σε περιστατικά βίας κατά των γυναικών και ενδοοικογενειακής βίας, τροποποιήσεις σε διαδικασίες της ΕΛ.ΑΣ.: • ως προς τον χρόνο, τον τόπο και/ή τον τρόπο συλλογής αποδεικτικών στοιχείων και τη λήψη καταθέσεων στο σημείο του συμβάντος (από την Άμεση Δράση ή το ΓΑΕΒ) • ως προς την αυτεπάγγελτη κίνηση της δίωξης, η οποία ακυρώνεται όταν οι Αρχές απαιτούν από την επιζώσα να υποβάλλει έγκληση και εάν δεν είναι σε θέση να το πράξει, η ενδοοικογενειακή βία δεν καταγράφεται καν ως τέτοια • ως προς ενέργειες που θα κάνουν ΠΑΝΤΑ ορατά τα παιδιά • ως προς την ενημέρωση των επιζωσών για τις δυνατότητες να αιτηθούν και να λάβουν ψηφιακά αντίγραφα για την επαφή τους με την αστυνομία και διευκόλυνση της διαδικασίας παραλαβής και/ή εντοπισμού (π.χ. παροχή αποδεικτικού για κάθε επαφή με πολίτη με αναγραφή ημερομηνίας και ταυτότητα οχήματος ή υπηρεσίας). Σε μεταγενέστερο στάδιο προτείνεται να εκδίδεται και να αναρτάται στη «Θυρίδα Πολίτη» αντίγραφο για κάθε επικοινωνία ή επαφή με την Αστυνομία (ή άλλη Αρχή, βλ. και «Ψηφιακό Φάκελο» στην επόμενη ενότητα). Δικαστικό Σύστημα Η ενδοοικογενειακή βία, όπως και η σεξουαλική, είναι ΠΑΝΤΑ επαναλαμβανόμενες και δεν είναι καθόλου σπάνιο οι δράστες να έχουν κακοποιήσει περισσότερα από ένα άτομα κατά το ίδιο χρονικό διάστημα και/ή σε βάθος χρόνου. Καθώς αυτό αποτελεί ισχυρή ένδειξη κινδύνου, θα διευκόλυνε ιδιαίτερα ο έγκαιρος εντοπισμός των πολλαπλών υποθέσεων και θυμάτων. Προτείνεται, επομένως: • η δημιουργία Πλατφόρμας συσχέτισης ποινικών και αστικών υποθέσεων • να αναζητούνται και να συσχετίζονται ΟΛΕΣ οι υποθέσεις (ποινικές και αστικές) με τον ίδιο καταγγελόμενο/εναγόμενο (ίδια ή διαφορετικά θύματα) • η δημιουργία ψηφιακού φακέλου για κάθε υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας στη οποία θα συσχετίζονται ΟΛΕΣ οι υποθέσεις (ποινικές και αστικές) κάθε εμπλεκόμενου μέρους, συμπεριλαμβανομένων και των εξαρτημένων μελών τους. Θα παρέχεται έτσι στα δικαστήρια (ποινικά και οικογενειακού δικαίου) μια συνολική, διαχρονική, εικόνα για τους φερόμενους ως δράστες ενδοοικογενειακής βίας, για την επικινδυνότητά τους και για την τάση τους να εργαλειοποιούν και να παρακωλύουν την Δικαιοσύνη. Τα Πολιτικά Δικαστήρια να υποχρεωθούν να εφαρμόζουν απαρέγκλιτα τις προβλέψεις του Άρ. 31 της Σύμβασης (Επιμέλεια, δικαιώματα επίσκεψης και ασφάλεια), προκειμένου να διασφαλίζεται πως: • κατά τον καθορισμό της επιμέλειας και των δικαιωμάτων επίσκεψης των παιδιών, να λαμβάνονται υποχρεωτικά υπόψη τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας • η άσκηση δικαιωμάτων επίσκεψης ή επιμέλειας δεν θίγει τα δικαιώματα και την ασφάλεια του θύματος ή των παιδιών Απαραίτητες προϋποθέσεις για την απαρέγκλιτη εφαρμογή του Άρ. 31 είναι στις υποθέσεις όπου υπάρχει αναφορά ενδοοικογενειακής βίας (ακόμα και υποψία): • να απαγορευτεί η χρήση στις αίθουσες δικαστηρίων, στις δικαστικές αποφάσεις και στα δικόγραφα του όρου «γονεϊκή αποξένωση» και όλων των παρόμοιων όρων o προαπαιτούμενη είναι η αφαίρεση από τον Αστικό Κώδικα όρων όπως «γονεϊκή αποξένωση», «διάρρηξη των σχέσεων» τέκνου-γονέα και «διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του», οι οποίοι εισήχθηκαν στο νομικό σύστημα της Ελλάδας με τον Ν.4800/2021. • να τροφοδοτούνται οι δικαστές/-τριες με όλες τις πληροφορίες που προτάθηκε παραπάνω να καταχωρούνται σε Πλατφόρμες, δηλαδή, τα αποτελέσματα αξιολογήσεων κινδύνου, επιτήρησης της ασφάλειας των θυμάτων και παραβίασης όρων, μέτρων και δικαστικών αποφάσεων καθώς και με τον ψηφιακό φάκελο με τις συσχετισθείσες ποινικές και αστικές υποθέσεις • να απαγορευτεί η έκδοση δικαστικών αποφάσεων συνεπιμέλειας και/ή εναλλασσόμενης κατοικίας • να θεσπιστούν για όλα τα παραπάνω ευέλικτες και ταχείες διαδικασίες ελέγχου και λογοδοσίας Δικαστών/-τριών που δεν θα εξαρτώνται αποκλειστικά από την δυνατότητα της επιζώσας να υποβάλλει αναφορά • να δημιουργηθούν ασφαλείς χώροι (βλ. άρ. 32 της Οδηγίας 2024/1385) για εποπτευόμενη επικοινωνία παιδιού με τον γονέα-δράστη/ύποπτο ενδοοικογενειακής βίας. Την εποπτεία να αναλαμβάνουν ειδικά εκπαιδευμένοι/-ες επαγγελματίες, οι οποίες/-οι επιτηρούν την ασφάλεια παιδιού και κακοποιημένης μητέρας και, έχοντας άμεση διασύνδεση με δικαστική αρχή, διατυπώνουν προτάσεις τροποποίησης της επικοινωνίας και/ή επιβολή κυρώσεων (όπως αυτές που περιλαμβάνει το Άρ. 45 της Σύμβασης) στον δράστη, οποτεδήποτε έχουν λόγους να πιστεύουν ότι δεν εξυπηρετείται το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού ή ότι υπάρχει κάποιος κίνδυνος για το παιδί ή/και την μητέρα.