Αρχική ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Παρεμβάσεις στο νομοθετικό πλαίσιο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και...»Άρθρο 34 Κωλύματα εντοπιότητας δικαστικών λειτουργών και ρύθμιση ως προς την εγκυρότητα πράξεων – Αντικατάσταση παρ. 6 άρθρου 49 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών ΛειτουργώνΣχόλιο του χρήστη Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων | 27 Απριλίου 2025, 20:40
Η Ένωσή μας έχει επανειλημμένα εκφράσει με τις από 24.02.2025 και από 07.04.2025 επιστολές της προς τον Υπουργό και Υφυπουργό της Δικαιοσύνης την σαφή αντίθεσή της στο ενδεχόμενο διεύρυνσης του κωλύματος εντοπιότητας για δικαστικούς λειτουργούς με σύζυγο ή συγγενή δικηγόρο σε επίπεδο εφετειακής περιφέρειας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση έλαβε τη μερίδα του λέοντος σε αρνητικά σχόλια κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης. Η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία των δικαστικών λειτουργών δεν επηρεάζεται, ούτε ετεροκαθορίζεται από την επαγγελματική ιδιότητα των συγγενών τους, ενώ η εικόνα της Δικαιοσύνης, προστατεύεται κατάλληλα μόνο με την ad hoc αντιμετώπιση περιστατικών που εν δυνάμει θα μπορούσαν να την πλήξουν και όχι με οριζόντιες διατάξεις γενικής πρόληψης, που εξασφαλίζουν την υπηρεσιακή δυσκαμψία και την καχυποψία των πολιτών για φωτογραφική νομοθέτηση. Η εισαγόμενη διάταξη, φαίνεται ότι επιχειρεί σε τρία στάδια να διαμορφώσει ένα νέο σύστημα διευρυμένων κωλυμάτων εντοπιότητας για τους δικαστικούς λειτουργούς που έχουν σύζυγο ή πρόσωπο, με το οποίο έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης ή συγγενή τους μέχρι δεύτερου βαθμού, εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, όσο διαρκεί ο γάμος ή το σύμφωνο συμβίωσης διορισμένο σε δικηγορικό σύλλογο, που υπάγεται στην αντίστοιχη εφετειακή περιφέρεια. Θεωρούμε, όμως, ότι με τη μορφή που έχει, τόσο από ουσιαστική άποψη, αλλά και από νομοτεχνική, γεννά προβλήματα, αλλά και σημαντικές ασάφειες που πρέπει να διευκρινιστούν περαιτέρω. Σύμφωνα με την κατά τη γνώμη μας ορθότερη ερμηνεία της εισαγόμενης διάταξης: • Με το πρώτο εδάφιο εισάγεται αρχικά κανόνας περί απαγόρευσης υπηρεσίας δικαστικού λειτουργού σε όλα τα δικαστήρια της εφετειακής περιφέρειας στα οποία υφίσταται σύζυγος/συγγενής δικηγόρος. • Με το δεύτερο εδάφιο εισάγεται ρητή εξαίρεση που αφορά τους δικαστικούς λειτουργούς που υπηρετούν στα δικαστήρια Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Πειραιά, Πάτρας και Λάρισας. • Με το τελευταίο εδάφιο – το οποίο χρήζει νομοτεχνικής βελτίωσης προς την κατεύθυνση της αποσαφήνισης – εισάγεται εξαίρεση της εξαίρεσης, ειδικά για τις πόλεις των εφετειακών περιφερειών Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Πειραιώς, Πατρών και Λάρισας, ώστε για αυτές τις πόλεις (Κατερίνη, Γιαννιτσά, Βέροια, Έδεσσα, Κιλκίς, Σέρρες, Πύργος, Ζάκυνθος, Κεφαλλονιά, Βόλος, Τρίκαλα και Καρδίτσα) το κώλυμα να περιορίζεται αποκλειστικά στις πόλεις στις οποίες είναι διορισμένος ο σύζυγος/συγγενής δικηγόρος και όχι σε όλη την εφετειακή περιφέρεια, όπως δηλαδή ισχύει έως σήμερα. Σημειώνεται ότι παρά την νομοτεχνικά μη κρυστάλλινη διατύπωση και την παντελή απουσία διευκρινίσεων από την Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης, οδηγούμαστε σε αυτό το συμπέρασμα καθώς σε αντίθετη περίπτωση, δεν υφίσταται άλλο κανονιστικό πεδίο για το τελευταίο εδάφιο της διάταξης και θα αποτελούσε απλή επανάληψη του πρώτου εδαφίου. Ακολουθούν παραδείγματα προκειμένου να καταδειχθούν οι συνέπειες της ρύθμισης. Παραδείγματα (υπό τα ως άνω δεδομένα): 1. Δικαστικός λειτουργός που έχει σύζυγο ή συγγενή δικηγόρο Αλεξανδρούπολης, θα αποκλείεται στο εξής από τα πρωτοδικεία Καβάλας, Δράμας, Ξάνθης, Κομοτηνής και Ορεστιάδας. 2. Δικαστικός λειτουργός που έχει σύζυγο ή συγγενή δικηγόρο στα Γρεβενά, θα αποκλείεται από τα πρωτοδικεία Κοζάνης, Φλώρινας και Καστοριάς. 3. Δικαστικός λειτουργός που έχει σύζυγο ή συγγενή δικηγόρο στη Σάμο, θα αποκλείεται από τα πρωτοδικεία Σύρου και Νάξου. Αντίθετα: 1. Δικαστικός λειτουργός που έχει σύζυγο ή συγγενή δικηγόρο Κιλκίς δεν θα αποκλείεται από τα δικαστήρια Θεσσαλονίκης, Έδεσσας, Γιαννιτσών, Κατερίνης, Βέροιας, Χαλκιδικής και Σερρών, αλλά θα αποκλείεται μόνο από το Πρωτοδικείο Κιλκίς, ως ίσχυε και μέχρι σήμερα. 2. Δικαστικός λειτουργός που έχει σύζυγο ή συγγενή δικηγόρο Τρικάλων δεν θα αποκλείεται από τα δικαστήρια Λάρισας, Βόλου ή Καρδίτσας. 3. Δικαστικός λειτουργός που έχει σύζυγο ή συγγενή δικηγόρο Πύργου δεν θα αποκλείεται από τα δικαστήρια Πάτρας, Ζακύνθου ή Κεφαλλονιάς. Αντίφαση γεννάται από το ότι σύμφωνα με τον πρόσφατο νομοθετικό περιορισμό του άρθρου 49παρ.6, θα καταφάσκεται το συγκεκριμένο κώλυμα σε πολύ μεγαλύτερες πληθυσμιακά πόλεις π.χ. το Ηράκλειο (179.302 κάτοικοι) τα Ιωάννινα (113.978 κάτοικοι) και τα Χανιά (111.375 κάτοικοι), αλλά δεν θα καταφάσκεται σε πληθυσμιακά πολύ μικρότερες όπως στην Έδεσσα (26.407 κάτοικοι), τα Γιαννιτσά (32.593 κάτοικοι), τον Πολύγυρο (22.048 κάτοικοι), τα Τρίκαλα (78.605 κάτοικοι), την Καρδίτσα (55.979 κάτοικοι), τον Πύργο (45.365 μόνιμοι κάτοικοι), την Κεφαλλονιά (37.736 κάτοικοι) κλπ.. 2η ερμηνευτική εκδοχή: Στην αδόκητη περίπτωση που ήθελε γίνει δεκτή διαφορετική ερμηνεία κατά την οποία το τρίτο εδάφιο δεν εισάγει εξαίρεση της εξαίρεσης αλλά μόνο επανάληψη του πρώτου εδαφίου, καταρχήν γεννάται αντίφαση σε σχέση με τον θεσπιζόμενο κανόνα, εφόσον για την κατάφαση του κωλύματος εκτιμώνται όλα τα δικαστήρια της εφετειακής περιφέρειας, αλλά για την κατάφαση της εξαίρεσης εκτιμώνται μόνο τα δικαστήρια της αντίστοιχης πόλης. Έτσι, όμως, δημιουργούνται κωλύματα δύο ταχυτήτων, μη σχετιζόμενα με το κεντρικό πληθυσμιακό στοιχείο. Σε μια τέτοια περίπτωση θα ισχύσουν τα εξής όλως αντιφατικά: Παραδείγματα υπό την 2η εκδοχή: 1. Δικαστικός λειτουργός που έχει σύζυγο ή συγγενή δικηγόρο στην πόλη της Θεσσαλονίκης ενδέχεται να αποκλείεται από τα δικαστήρια όλων των πόλεων που υπάγονται στο Εφετείο Θεσσαλονίκης πλην της ίδιας της Θεσσαλονίκης (που υφίσταται η εξαίρεση), ήτοι να μπορεί να υπηρετεί στη Θεσσαλονίκη, αλλά όχι στα πρωτοδικεία/εισαγγελίες Κατερίνης, Βέροιας, Έδεσσας, Γιαννιτσών, Κιλκίς, Σερρών και Χαλκιδικής! 2. Το κώλυμα καταφάσκεται για τον δικαστή της Καβάλας, αν έχει συγγενή δικηγόρο στην Αλεξανδρούπολη ή την Ορεστιάδα, αλλά δεν καταφάσκεται για τον δικαστή της Λάρισας, που έχει δικηγόρο συγγενή στα Τρίκαλα ή για το δικαστή της Πάτρας, που έχει σύζυγο/συγγενή δικηγόρο στον Πύργο ή για το δικαστή της Θεσσαλονίκης, που έχει δικηγόρο σύζυγο/συγγενή στις Σέρρες. Επιπλέον, πρόσθετη συνέπεια είναι ότι σε περίπτωση που θα καθίσταται αναγκαία η αναπλήρωση δικαστικού λειτουργού δικαστηρίου της ίδιας εφετειακής περιφέρειας, αυτό θα είναι αδύνατο για τον δικαστικό λειτουργό που έχει σύζυγο/συγγενή δικηγόρο. Πχ. δικαστής που υπηρετεί στη Θεσσαλονίκη, ενδέχεται να μη μπορεί να αναπληρώσει συνάδελφο που υπηρετεί στα πρωτοδικεία/εισαγγελίες Κατερίνης, Βέροιας, Έδεσσας, Γιαννιτσών, Κιλκίς, Σερρών και Χαλκιδικής. Η ΕΝΔΕ είχε επισημάνει εξαρχής τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις της επιλογής να ισχύσει το ως άνω κώλυμα σε επίπεδο εφετειακής περιφέρειας. Θεωρούμε σημαντικό βέβαια ότι μετά τις επισημάνσεις της Ένωσής μας για τα ανυπέρβλητα προβλήματα που θα δημιουργούσε τυχόν επέκταση της εκδοχής αυτής και στις άλλες περιπτώσεις κωλυμάτων του άρθρου 49, η αλλαγή περιορίστηκε στην παράγραφο 6. Πλην όμως μέχρι σήμερα δεν έχει εξηγηθεί η αιτία της πρωτοφανούς διεύρυνσης του κωλύματος αυτού που θα φέρει τεράστια υπηρεσιακή αναστάτωση και οικονομική αφαίμαξη των συναδέλφων που υπηρετούν στις μη εξαιρούμενες εφετειακές περιφέρειες. Όλα δε τα παραπάνω κρίνονται πλήρως αναποτελεσματικά ακόμα και αν στόχος ήταν ο αποκλεισμός συνύπαρξης δικαστών και δικηγόρων συζύγων ή συγγενών στον ίδιο σχηματισμό, αφού η απελευθέρωση του δικηγορικού επαγγέλματος (αρχικά δυνάμει του άρθρου 5 παρ. 2 του Ν. 3919/2011 και ήδη δυνάμει του άρθρου 28 του ν.4194/2013), παρέχει εκ του νόμου τη δυνατότητα στους δικηγόρους να ασκούν χωρίς περιορισμούς το επάγγελμά τους παντού ανά την ελληνική Επικράτεια, ήτοι να παρίστανται στα δικαστήρια που υπηρετούν σύζυγοι ή συγγενείς τους, όπου κι αν είναι αυτά. Σημειώνεται ότι, η σχεδιαζόμενη τροποποίηση περιορίζει κατά πολύ τις επιλογές του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, ως προς την τοποθέτηση/μετάθεση/απόσπαση των δικαστικών λειτουργών που θα στελεχώσουν τις δικαστικές υπηρεσίες, αγγίζοντας τα όρια παραβίασης της αρχής του «φυσικού δικαστή» καθώς κατά τον παρόντα χρόνο ήδη έχουν λάβει χώρα οι αιτήσεις τοποθέτησης – μετάθεσης των δικαστικών λειτουργών για το έτος 2025, ως εκ τούτου νέες ρυθμίσεις που μπορούν να επηρεάσουν εκκρεμείς αιτήσεις, δημιουργώντας για τους αιτούντες πρόσθετους αποκλεισμούς, δύνανται να θεωρηθούν φωτογραφικές και ως εκ τούτου αντίθετες με το Σύνταγμα, που προϋποθέτει ο κάθε νόμος να είναι γενικός και να αφορά ακαθόριστο με βάση τα γενικά τους χαρακτηριστικά αριθμό προσώπων. Τέλος, η πρόβλεψη των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 34, ήτοι ότι η τροποποίηση του άρθρου 49παρ.6 θα ισχύσει από την 16η Σεπτεμβρίου 2025 και ότι οι μέχρι τότε πράξεις των δικαστικών λειτουργών που εμπίπτουν στο ως άνω κώλυμα θεωρούνται έγκυρες είναι ορθή. Θα πρέπει όμως ταυτόχρονα να προβλεφθεί ειδικά ότι ενόψει της νομοθετικής αλλαγής καθίσταται αναγκαία η έναρξη διαδικασίας νέας υποβολής αιτήσεων ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου που θα συνεδριάσει τους μήνες Μάιο και Ιούνιο του τρέχοντος έτους, καθώς στην περίπτωση που νομοθετηθεί η διεύρυνση του κωλύματος εντοπιότητας, θα συμπεριλάβει πολύ μεγάλο αριθμό συναδέλφων τα οποία μέχρι σήμερα δεν ενέπιπταν στο κώλυμα επομένως δεν μπορούσαν να το συνεκτιμήσουν κατά την αίτηση τοποθέτησης/μετάθεσης, όπως και κατά τη δήλωση κωλυμάτων.