Αρχική Σύσταση νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ελληνορθόδοξη Ιερά Βασιλική Αυτόνομη Μονή του Αγίου και Θεοβάδιστου όρους Σινά στην Ελλάδα»ΜΕΡΟΣ Ε΄ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ (άρθρα 114-152)Σχόλιο του χρήστη Βασιλική | 17 Ιουλίου 2025, 13:24
Ως νηπιαγωγός, τοποθετημένη επανειλημμένα σε μονοθέσιο με 22, 25 και 27 παιδιά, μπορώ να μιλήσω εκ πείρας, ότι η πρόβλεψη ενός μόνο εκπαιδευτικού ένταξης για 60 παιδιά είναι ακατάλληλη. Δυστυχώς, οι γονείς έρχονται σε επαφή με την υποχρεωτική φοίτηση στη δική μας βαθμίδα και για πρώτη φορά , ως επί τω πλείστον, με την πραγματικότητα του να έχουν ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες ή αναπηρία. Δεν μπορούν να δεχτούν το γεγονός συναισθηματικά και ψυχολογικά, αρνούνται να προχωρήσουν σε έλεγχο και διάγνωση του παιδιού από ειδικό, αρνούνται να θέσουν σε εφαρμογή τις παιδαγωγικές παρεμβάσεις που τους δίνονται από το ΚΕΔΑΣΥ(αν υπάρχει διάγνωση και αναγνώριση)ή που τους προτείνονται από εμάς τους εκπαιδευτικούς. Κανονικά, θα έπρεπε να υπάρχει και σταθερά η ύπαρξη ψυχολόγου μέσα στη μονάδα για τη στήριξη και την αντιμετώπιση τέτοιων καθημερινών περιστατικών, και τη νομική υπόσταση των προτάσεων που γίνονται προς τους γονείς. Δυστυχώς, βρισκόμαστε σε μία τάξη, συνήθως λίγων τετραγωνικών, με υπερπληθής μαθητές/τριες, οι οποίοι, πλέον είτε χρήζουν διάγνωσης και δεν την λαμβάνουν, είτε έχουν διάγνωση αλλά δεν βρίσκονται ακόμα σε στάδιο αποδοχής και εφαρμογής της διαδικασίας που τους ενισχύει παιδαγωγικά, μαθησιακά, κοινωνικά και συναισθηματικά. Πολλές φορές, παρατηρούμε σε μία μόνο τάξη, να υπάρχουν και πέντε (5) και έξι (6) και πολλές φορές και περισσότεροι μαθητές που χρήζουν διάγνωσης και δεν την έχουν λάβει. Το αποτέλεσμα είναι καταστροφικό, το λιγότερο. Το έργο μας παύει να είναι παιδαγωγικό και καταλήγουμε να εφαρμόζουμε μόνο φύλαξη, ώστε να διασφαλιστεί η υγεία και η ασφάλεια των μαθητών/τριών. Εάν σε μία τάξη μιλάμε για 27 παιδιά, ηλικίας 4 έως 6 ετών, με τις όποιες τυπικές δυσκολίες προσαρμογής, μάθησης και συνεργασίας, οφείλουμε να προσθέσουμε και άλλες τόσες δυσκολίες από την ύπαρξη διαγνωσμένων και αδιάγνωστων μαθητών/τριών οι οποίοι δεν λαμβάνουν την παιδαγωγική παρέμβαση που αρμόζει και που οφείλουν να έχουν. Προσωπικά, θεωρώ ότι πρέπει να υπάρχει ένας εκπαιδευτικός ένταξης ανά τάξη, ανάλογα με τις ανάγκες της σχολικής μονάδας. Η πραγματικότητα μέσα στην τάξη είναι πολύ πιο πιεστική και σκληρή από αυτό που φαίνεται στα αριθμητικά στοιχεία. Ο ορισμός των έξι (6) μαθητών και άνω για την ύπαρξη εκπαιδευτικού ένταξης είναι δύσκολος, όταν μιλάμε για τη βαθμίδα του Νηπιαγωγείου. Δεν μπορώ να μιλήσω για άλλες βαθμίδες, όμως καταθέτω την προσωπική μου κρίση και εμπειρία ως εκπαιδευτικός Νηπιαγωγείου Γενικής, με Μεταπτυχιακό στην Ειδική Αγωγή και γνώσεις διαχείρισης και εκπαίδευσης μαθητών/τριών με αναπηρίες και ειδικές μαθησιακές δυσκολίες. Μέσα στις τάξεις μας υπάρχουν πολλοί περισσότεροι μαθητές και μαθήτριες που χρήζουν παρεμβάσεων και παρακολούθησης και ενταξιακής προσέγγισης στο σχολικό πλαίσιο. Λόγω της μικρής ηλικίας των παιδιών, της φυσιολογικής συναισθηματικής και κοινωνικής ανωριμότητας τους, της συχνής μη ύπαρξης προηγούμενου σταθερού εκπαιδευτικού περιβάλλοντος και προσαρμογής, των εκπαιδευτικών απαιτήσεων αλλά και του ψυχολογικού φόρτου εργασίας που δέχεται ο εκπαιδευτικός οφείλει να υπάρχει πρόβλεψη για δεύτερο(2ο) εκπαιδευτικό ένταξης στο σχολείο με λιγότερες διαγνώσεις. Δυστυχώς, με την ύπαρξη μόνο ενός (1) εκπαιδευτικού ανά σχολική μονάδα κάτω των 60 παιδιών, οδηγούμαστε μαθηματικά στην απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων τοποθέτησης όλων των διαγνωσμένων μαθητών και μαθητριών σε ένα (1) μόνο Τμήμα ώστε να υπάρχει η μέγιστη ωφέλεια των μαθητών/τριών που χρήζουν ειδικού εκπαιδευτικού ή ένταξης. Με αυτό τον τρόπο όμως, ο οποίος είναι εκπαιδευτικά καταχρηστικός και δημιουργεί προβλήματα και στην ίση κατανομή των μαθητών/τριών με άλλα κριτήρια (φύλο, ηλικία, οικογενειακές ανάγκες, πολιτισμικά/κοινωνικά χαρακτηριστικά, κλπ.), δημιουργείται και ζήτημα με την ίση παροχή ευκαιριών σε όλους τους μαθητές/τριες, την κατανομή του εκπαιδευτικού χρόνου των εκπαιδευτικών Τ.Ε. και γενικής, την επαφή των υπολοίπων μαθητών και μαθητριών τυπικής εκπαίδευσης με την εκπαιδευτική διαδικασία και τα προγράμματα που εφαρμόζονται στο Νηπιαγωγείο. Το Νηπιαγωγείο είναι μία βαθμίδα με ιδιαίτερες απαιτήσεις και ανάγκες και δεν μπορεί να εντάσσεται στα πλαίσια της ίδιας κατανομής με τις υπόλοιπες βαθμίδες. Όπως προανέφερα, δεν μπορώ να μιλήσω για τις ανάγκες των υπολοίπων βαθμίδων, μπορώ όμως να καταθέσω την άποψη που έχω από τη δική μου προσωπική εργασία σε υπερπληθή μονοθέσια σχολεία, συχνά απομονωμένα και επομένως διπλά περιορισμένα σε πόρους και εκπαιδευτικές ευκαιρίες προς τους μαθητές/τριες, και σε διθέσια Νηπιαγωγεία σε μικρές πόλεις, όπου και εκεί, το ποσοστό των διαγνώσεων που υπάρχουν ή θα έπρεπε να υπάρχουν είναι κάθε χρόνο και μεγαλύτερο και δυσκολότερο στη διαχείρισή του. Ως εκπαιδευτικοί, δυστυχώς στα πρόθυρα επαγγελματικής υπερφόρτωσης και διαρκούς ψυχολογικής πίεσης, καλούμαστε πολύ συχνά να πάρουμε εκπαιδευτικές αποφάσεις που δεν είναι ούτε οι καλύτερες, ούτε οι βέλτιστες αλλά περιληπτικά αποδίδονται ως οι "μη χείριστες". Το αποτέλεσμα, σαφώς, δεν δικαιώνει την επαγγελματικότητα, τη σοβαρότητα, την κατάρτιση και την αγάπη με την οποία αντιμετωπίζουμε την εργασία μας και το επάγγελμά μας. Ζητάμε το αυτονόητο για τις τάξεις του Νηπιαγωγείου, που είναι ένας (1) εκπαιδευτικός ένταξης (Τ.Ε.) ανά τμήμα ή με τέσσερις (4) διαγνώσεις ανά σχολική μονάδα ή τμήμα.