• Σχόλιο του χρήστη 'Αγγελική Χρυσάνθη' | 18 Ιουλίου 2025, 16:31

    Σχόλιο επί του Άρθρου 146 (αντικατάσταση παρ. 5 του άρθρου 34 του ν. 3699/2008) Ως μητέρα παιδιού με σοβαρές αλλεργίες, το οποίο υπήρξε δικαιούχος υποστήριξης από Σχολικό Νοσηλευτή βάσει σχετικής γνωμάτευσης δημόσιου νοσοκομείου και απόφασης έγκρισης από τη Διεύθυνση Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, αλλά δεν έλαβε τελικά τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αυτή υποστήριξη, καταθέτω τις έντονες επιφυλάξεις μου ως προς το συγκεκριμένο άρθρο και τις επιπτώσεις της προτεινόμενης τροποποίησης. Η αντικατάσταση του άρθρου 34 από το προτεινόμενο Άρθρο 146 όχι μόνο δεν επιλύει τα χρόνια προβλήματα, αλλά διαφαίνεται ότι θα επιφέρει ακόμη μεγαλύτερες επιβαρύνσεις στην προσωπική και οικογενειακή ζωή των δυνητικά ωφελουμένων. Το μέτρο της «απανταχού» παρουσίας σχολικού νοσηλευτή σε περισσότερες από μια σχολικές μονάδες ήδη έχει εφαρμοστεί στην πράξη και έχει αποδειχθεί ανεφάρμοστο. Είναι πρακτικώς αδύνατον ένας νοσηλευτής να παρίσταται ταυτόχρονα σε δύο ή τρεις σχολικές μονάδες, πολλώ δε μάλλον σε εξωσχολικά εκπαιδευτικά προγράμματα (π.χ. εκδρομές, περιβαλλοντικές δράσεις). Στην περίπτωσή μας, η τοποθέτηση της σχολικής νοσηλεύτριας άγνωστο με ποια κριτήρια, έγινε σε παιδί νηπιαγωγείου συστεγαζόμενου με το δικό μας δημοτικό. Ποιές ήταν πρακτικά οι επιπτώσεις αυτής της απόφασης; όταν το δημοτικό συμμετείχε σε εκπαιδευτικές εξορμήσεις, η νοσηλεύτρια παρέμενε στο νηπιαγωγείο· και αντιστρόφως, όταν το νηπιαγωγείο έφευγε από το σχολικό περιβάλλον το παιδί μου έμενε χωρίς σχολικό νοσηλευτή. Έτσι, όχι μόνο καταργήθηκε στην πράξη το δικαίωμα του παιδιού μου για υποστήριξη, αλλά επιπλέον βιώσαμε πρακτικές αποκλεισμού. Ενδεικτικά αναφέρω τη "σύσταση" του Διευθυντή να μην συμμετέχει το παιδί μου σε εκπαιδευτικές εκδρομές, «για λόγους ασφάλειας», επικαλούμενος την ευπάθειά του. Τέτοιες συστάσεις αντιβαίνουν σε βασικές αρχές του Συντάγματος και της διεθνούς νομολογίας για ίση μεταχείριση, προσβασιμότητα, και συμπερίληψη. Επιπλέον, η διατύπωση της προτεινόμενης ρύθμισης κατά την οποία η τοποθέτηση του Σχολικού Νοσηλευτή γίνεται με κριτήριο τη "βαρύτητα της πάθησης", κατόπιν εισήγησης του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης, δημιουργεί εύλογους προβληματισμούς για περιπτώσεις αδιαφάνειας και αυθαιρεσίας. Πώς,και βάσει ποιων επιστημονικών ή νομικών εργαλείων, θα αξιολογείται συγκριτικά η "βαρύτητα"; Ποιος θα διασφαλίσει την ίση μεταχείριση μεταξύ παιδιών με ισοβαρείς διαγνώσεις; Η αδυναμία αντικειμενικών και αδιάβλητων κριτηρίων γεννά ανταγωνισμούς, υποψίες μεροληψίας και οδηγεί γονείς σε εξαντλητικές και ενίοτε ταπεινωτικές διαδικασίες διεκδίκησης ενός θεμελιώδους δικαιώματος. Η δε ψυχική επιβάρυνση, τόσο για τα παιδιά όσο και για τις οικογένειές τους, είναι ανυπολόγιστη. Η Πολιτεία οφείλει να αναγνωρίσει ότι δεν υπάρχουν "κατά περίπτωση" ανθρώπινα δικαιώματα. Η καθολική και αδιάλειπτη παροχή σχολικού νοσηλευτή σε κάθε παιδί που τεκμηριωμένα το έχει ανάγκη, είναι υποχρέωση συνταγματική, παιδαγωγική και ηθική. Οτιδήποτε λιγότερο, υπονομεύει τη φιλοδοξία της χώρας να ανήκει στον σκληρό πυρήνα των έννομων, σύγχρονων και κοινωνικά δίκαιων ευρωπαϊκών κρατών.