Αρχική Σύσταση νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ελληνορθόδοξη Ιερά Βασιλική Αυτόνομη Μονή του Αγίου και Θεοβάδιστου όρους Σινά στην Ελλάδα»ΜΕΡΟΣ Ε΄ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ (άρθρα 114-152)Σχόλιο του χρήστη CHRISTIANNA | 20 Ιουλίου 2025, 21:06
νόμος που προβλέπει τη διαγραφή φοιτητών από τα ελληνικά πανεπιστήμια βάσει του άρθρου 126 της επικείμενης ρύθμισης του Υπουργείου Παιδείας είναι βαθιά προβληματικός τόσο ηθικά όσο και παιδαγωγικά, κοινωνικά και πρακτικά. Η ύπαρξη χρονικού ορίου στις σπουδές, ειδικά όταν συνοδεύεται από την ποινή της οριστικής διαγραφής, δε λαμβάνει υπόψη τις πολυδιάστατες κοινωνικές, οικονομικές, ψυχολογικές και προσωπικές συνθήκες που καθορίζουν τη ζωή κάθε φοιτητή. Ένας τέτοιος νόμος λειτουργεί τιμωρητικά και ταξικά απέναντι σε άτομα που, για λόγους υγείας, εργασίας, οικογενειακών υποχρεώσεων ή ακόμα και ψυχικών δυσκολιών, δεν κατόρθωσαν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους μέσα στα λεγόμενα «ν+2» έτη. Η πραγματικότητα των φοιτητών δεν είναι μονοδιάστατη. Πολλοί καλούνται να επιβιώσουν εν μέσω οικονομικής κρίσης, να εργαστούν ανασφάλιστα ή σε καθεστώς «μαύρης» εργασίας, χωρίς τα μέσα ή τον χρόνο να αποδείξουν την κατάστασή τους με έγγραφα. Άλλοι βιώνουν λιγότερο εμφανείς αλλά εξίσου επιβαρυντικές καταστάσεις: μικρά ή μεσαίας σοβαρότητας προβλήματα υγείας που συνδυάζονται με οικογενειακά βάρη και προσωπικά αδιέξοδα, απώλειες αγαπημένων προσώπων, εξαντλητικές μετακομίσεις, διαλυμένες υποδομές στέγασης και μετακίνησης. Υπάρχουν φοιτητές που επηρεάζονται βαθιά από πένθη, που δεν καταγράφονται πουθενά αλλά τους ακινητοποιούν για μήνες. Άλλοι συμμετέχουν ενεργά σε εθελοντικά προγράμματα κοινωνικής προσφοράς, επενδύοντας εκεί ψυχή και χρόνο, με τίμημα την ακαδημαϊκή τους πρόοδο. Είναι παράλογο και άδικο να τιμωρούνται άνθρωποι επειδή προσέφεραν στους άλλους και όχι στο βαθμό που όρισε ένα ρολόι σπουδών. Αξίζει να αναφερθεί ότι σε πολλά Τμήματα, το ίδιο το σύστημα αποτρέπει την πρόοδο. Υπάρχουν σχολές που λειτουργούν με απαρχαιωμένες δομές, διδασκαλία βασισμένη σε αποστήθιση, και καθηγητές που αποθαρρύνουν αντί να εμπνέουν, κόβοντας τα φτερά φοιτητών. Ο μέσος Έλληνας μαθητής και φοιτητής εχει μάθει να διαβάζει για το φροντιστήριο και κάνει φροντιστήριο και σαν φοιτητής αντίστοιχα. Σε αυτά τα περιβάλλοντα, η ψυχολογική φθορά είναι τέτοια που φοιτητές δεν φτάνουν ποτέ μέχρι την εξέταση – όχι γιατί δε θέλουν να προσπαθήσουν, αλλά γιατί τους έχει καταρρακώσει η αίσθηση ματαιότητας. Ιδιαίτερα σε σχολές θετικής κατεύθυνσης, όπως τα Φυσικά, τα Μαθηματικά και τα Πολυτεχνικά Τμήματα, η δυσκολία των μαθημάτων, η απαιτούμενη προετοιμασία και ο βαθμός υποστήριξης που προσφέρεται είναι εντελώς άνισος σε σύγκριση με άλλες σχολές. Οι φοιτητές αυτών των τμημάτων, όπως καταγράφεται και σε σχετικές διαδικτυακές ομάδες, χρειάζονται πολλαπλάσιο χρόνο για να ολοκληρώσουν κάθε μάθημα. Η σύγκριση αυτών των σχολών με άλλες, υπό το ίδιο αυστηρό χρονοδιάγραμμα διαγραφών, είναι βαθιά άδικη και παιδαγωγικά αβάσιμη. Επιπλέον, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη και η περίπτωση φοιτητών που έχουν επενδύσει χρόνο, κόπο και χρήματα στην προετοιμασία για κατατακτήριες εξετάσεις, ως εναλλακτικό τρόπο ολοκλήρωσης των σπουδών τους. Για αρκετούς από αυτούς, η προοπτική των κατατακτηρίων λειτουργεί ως κίνητρο για την παράλληλη ολοκλήρωση του πρώτου προγράμματος σπουδών. Ξαφνικά, πληροφορούνται ότι απαιτείται η συμπλήρωση του 75% των μαθημάτων για να έχουν το δικαίωμα αυτό – κάτι αδύνατο όταν μεσολαβεί μόνο μία εξεταστική περίοδος. Είναι εύλογο να θεσμοθετηθεί τουλάχιστον μια μεταβατική περίοδος ή παράταση με στόχο τη συμπλήρωση των απαιτούμενων μαθημάτων, ώστε να μη χαθεί η δυνατότητα των κατατακτηρίων που οι ίδιοι επιδίωξαν με συνέπεια. Προσθέτως, δεν μπορεί να αγνοηθεί η τεράστια επίπτωση της πανδημίας COVID-19, που ανέκοψε επί χρόνια τη φυσιολογική λειτουργία των πανεπιστημίων. Μαθήματα ακυρώθηκαν ή μεταφέρθηκαν με πρόχειρο τρόπο εξ αποστάσεως, εξεταστικές περίοδοι περιορίστηκαν ή καταργήθηκαν, και χιλιάδες φοιτητές βρέθηκαν απομονωμένοι, χωρίς υποστήριξη, με σοβαρές συνέπειες στη νοητική και συναισθηματική τους κατάσταση. Κανείς δεν έλαβε επαρκώς υπόψη ότι ολόκληρα έτη σπουδών χάθηκαν ή υπολειτούργησαν εξαιτίας μιας παγκόσμιας κρίσης που επηρέασε δυσανάλογα τους φοιτητές χαμηλού εισοδήματος ή χωρίς ψηφιακά μέσα. Και τώρα, οι ίδιοι αυτοί φοιτητές καλούνται να διαγραφούν, χωρίς καν να ληφθεί υπόψη το συλλογικό και ιστορικό τραύμα που βίωσαν. Σε όλο αυτό το τοπίο, πρέπει να ειπωθεί ξεκάθαρα: η ελληνική κοινωνία, η παιδεία, το κράτος και το ίδιο το πανεπιστημιακό σύστημα δεν έχουν τις βάσεις για να εφαρμόσουν έναν τέτοιο νόμο. Αν υπήρχαν εύρυθμες κοινωνικές υπηρεσίες, σταθερό κοινωνικό κράτος, ανοιχτή φοιτητική μέριμνα, συμβουλευτική υποστήριξη, θεσμοθετημένη ευελιξία, δίκαια εξεταστικά συστήματα και σύγχρονη διοίκηση, τότε η ιδέα του χρονικού πλαισίου θα μπορούσε να σταθεί χωρίς να είναι καταστροφική. Όμως, όσο όλα αυτά λείπουν ή υπολειτουργούν, η επιβολή διαγραφών είναι βίαιη, άνιση και απολύτως άδικη. Δεν επιλύει προβλήματα· τα πολλαπλασιάζει. Ταυτόχρονα, η έλλειψη σταθερών και ξεκάθαρων οδηγιών, η διαρκής ανασφάλεια για το αν και πότε θα εφαρμοστεί ο νόμος, επιβαρύνει σοβαρά την ψυχική υγεία των φοιτητών. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναφέρουν συμπτώματα κατάθλιψης, ψυχοσωματικά προβλήματα, ακόμη και αυτοκτονικές σκέψεις. Το να τελεί μια τόσο κρίσιμη ομάδα του πληθυσμού υπό συνεχή φόβο για την εκπαιδευτική της τύχη, συνιστά ηθική αποτυχία του κράτους και όχι έλλειμμα υπευθυνότητας των φοιτητών. Η επιβολή διαγραφών δεν εξυπηρετεί κανέναν παιδαγωγικό στόχο. Δεν ενισχύει την ακαδημαϊκή πρόοδο, ούτε αναβαθμίζει την εκπαιδευτική ποιότητα. Αντίθετα, οδηγεί στον αποκλεισμό, την απόσυρση και την περιθωριοποίηση ανθρώπων που αγωνίζονται για μια δεύτερη ευκαιρία. Ένα πανεπιστήμιο δεν είναι φιλτράρισμα αρίστων αλλά χώρος παιδείας, έμπνευσης και ένταξης. Ούτε κατ’ εξαίρεση δεν πρέπει να θεσμοθετηθεί η διαγραφή, γιατί κάθε εξαίρεση κινδυνεύει να γίνει, σταδιακά, ο κανόνας. Είναι προτιμότερο να ενισχυθούν οι δομές στήριξης, η ακαδημαϊκή καθοδήγηση και οι πραγματικές ευκαιρίες επανένταξης, παρά να κλείσει μια για πάντα η πόρτα της γνώσης. Σε μια κοινωνία που απαιτεί διαρκή επιμόρφωση και προσαρμογή, το να κόβεται η πρόσβαση στη μόρφωση από ανθρώπους που ακόμα τη διεκδικούν, είναι μια πράξη βαθιά αναχρονιστική και άδικη. Το πανεπιστήμιο πρέπει να ανοίγει δρόμους, όχι να αποκλείει. Γι’ αυτό και η πρόβλεψη διαγραφών, είτε γενική είτε κατ’ εξαίρεση, πρέπει να αποσυρθεί πλήρως από τη συζήτηση και από τον νόμο. Πολλά από τα παραπάνω αποτελούν προσωπικό σχολιασμό και βασίζονται σε βιωματική εμπειρία, η οποία δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί με έγγραφα, αλλά μόνον με προσωπική επικοινωνία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η διαβεβαίωση ψυχολόγου, παρά το ότι θα μπορούσε να τεκμηριώσει σημαντικά τις επιπτώσεις ψυχικών πιέσεων ή διαταραχών, έχει εξαιρεθεί από τα δικαιολογητικά που έχουμε κληθεί να καταθέσουμε στις γραμματείες των σχολών, αφήνοντας εκτός αξιολόγησης έναν ολόκληρο τομέα σοβαρών συνθηκών ζωής. Εκτός, όμως, από τη δική μου εμπειρία, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι βιώνω παράλληλα –με αίσθημα βαθιάς αλληλεγγύης και ευθύνης– και τις αντίστοιχες ή και πιο σοβαρές δυσκολίες συμφοιτητών και φίλων μου, οι οποίοι αντιμετωπίζουν ανάλογα ή ακόμα πιο σύνθετα προβλήματα, συχνά σε πλήρη σιωπή, χωρίς να τολμούν να ζητήσουν κατανόηση ή χρόνο. Όλα αυτά δεν καταγράφονται σε έγγραφα, αλλά διαμορφώνουν τον αθέατο χάρτη της φοιτητικής ζωής, τον οποίο μια πολιτεία οφείλει να γνωρίζει πριν αποφασίσει την απομάκρυνση ανθρώπων από την ακαδημαϊκή κοινότητα.