Αρχική Αναμόρφωση του πειθαρχικού δικαίου των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, σύσταση Ελληνικού Κέντρου Εμπειρογνωμοσύνης...ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Ν.Π.Δ.Δ. (άρθρα 3-48)Σχόλιο του χρήστη ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΣΙΜΠΙΔΗ | 14 Ιουλίου 2025, 23:52
Στο, υπό τροποποίηση, άρθρο 8 του ν. 3528/07 αναφέρεται ως κώλυμα διορισμού στο ελληνικό δημόσιο η επί δύο (2) τουλάχιστον φορές καταδίκη Έλληνα πολίτη για συκοφαντική δυσφήμηση ή η επί δύο (2) τουλάχιστον φορές καταδίκη για ψευδή καταμήνυση. Η εν λόγω διάταξη δεν είναι κατανοητή από νομικοτεχνικής και δικαιοπολιτικής σκοπιάς. Ένα κώλυμα διορισμού που αναφέρεται σε έλλειψη ηθικού προσόντος δεν μπορεί να τίθεται σε ποσοτική στάθμη. Ένας Έλληνας πολίτης που έχει καταδικαστεί για συκοφαντική δυσφήμηση έχει τελέσει το αδίκημα είτε το έπραξε μία (1) φορά είτε δύο (2) φορές. Η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος είναι δεδομένη και δεν αλλάζει με το πόσες φορές έχει καταδικαστεί κάποιος για το εν λόγω αδίκημα. Και τούτο διότι μπορεί με μια (1) φορά καταδίκης να έχει διαπράξει το αδίκημα με πολλές πράξεις δηλ. να το έχει διαπράξει «κατ’ εξακολούθηση» σύμφωνα με το άρθρο 98ΠΚ. Δεν είναι περισσότερο αποδεκτός στο ελληνικό δημόσιο κάποιος που έχει καταδικαστεί μία (1) φορά για συκοφαντική δυσφήμηση ή ψευδή καταμήνυση από κάποιον άλλο που έχει καταδικαστεί τρεις (3) φορές (αφού η διάταξη αναφέρει «τουλάχιστον δύο φορές»). Δεν είναι αποδεκτοί και οι δύο. Ανοίγεται κερκόπορτα για είσοδο καταδικασμένων να υπηρετήσουν στο ελληνικό δημόσιο όταν η αναξιοπρεπής συμπεριφορά για έναν δημόσιο υπάλληλο, εντός και εκτός υπηρεσίας, συνιστά σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα. Αναξιοπρεπής συμπεριφορά είναι και η διάπραξη των εν λόγω παραπτωμάτων τα οποία μπορεί να οδηγήσουν έναν δημόσιο υπάλληλο ως κατηγορούμενο σε ποινικό δικαστήριο. Μπορεί οι δύο διαδικασίες-ποινική και πειθαρχική- να είναι αυτοτελείς ως προς τη διενέργειά τους, ωστόσο συνδέονται ως προς τη διάπραξη του ιδίου αδικήματος/παραπτώματος. Το άρθρο 8 του ΥΚ συνδέεται και με το άρθρο 149 αυτού, περί αυτοδίκαιης έκπτωσης από την υπηρεσία. Ειδικότερα, ένας δημόσιος υπάλληλος που έχει καταδικαστεί μία (1) ή δύο (2) φορές για συκοφαντική δυσφήμηση ή ψευδή καταμήνυση δεν θα εκπίπτεται από την υπηρεσία εν αντιθέσει με κάποιον άλλον που έχει καταδικαστεί τρεις (3) φορές για ένα από τα εν λόγω αδικήματα και θα εκπίπτεται. Και στο άρθρο 8 και στο συνδεόμενο με αυτό, άρθρο 149, τίθεται σε επιμέτρηση το απαιτούμενο ηθικό προσόν ενός δημοσίου υπαλλήλου, είτε υποψηφίου είτε υπηρετούντος. Το ελληνικό κράτος κάνει αποδεκτή τόσο για την είσοδο στο ελληνικό δημόσιο όσο και για την αυτοδίκαιη έκπτωση υπηρετούντος δημοσίου υπαλλήλου, την επί μία (1) και δύο (2) φορές καταδίκη για ένα από τα δύο αναφερόμενα αδικήματα του ΠΚ ενώ δεν κάνει αποδεκτή την επί τρεις (3) φορές καταδίκη. Τι αλλάζει άραγε? Η διάπραξη του αδικήματος υφίσταται είτε με μία (1) φορά είτε με τρεις (3) φορές καταδίκη. Αυτό επιθυμούμε ως ελληνική πολιτεία? Την είσοδο καταδικασμένου Έλληνα πολίτη στις τάξεις του ελληνικού δημοσίου ή την παραμονή ενός καταδικασμένου δημοσίου υπαλλήλου για αδίκημα που αλλοιώνει το ηθικό στοιχείο που οφείλει να τηρεί και να διατηρεί? Όπως προαναφέρθηκε μπορεί η επί μία (1) φορά καταδίκη να είναι περισσότερο επιβαρυντική σε σχέση με τις επί δύο (2) ή τρεις (3) φορές καταδίκη, αν έχει διαπραχθεί το αδίκημα κατ’ εξακολούθηση. Εάν η πολιτεία θέλει να τονίσει την επιβαρυντική περίσταση των αδικημάτων πρέπει να απαλοίψει την ισχύουσα αναγραφή του άρθρου 8 του ν. 3528/07, «συκοφαντική δυσφήμηση καθ’ υποτροπή» αφού πλέον, σύμφωνα με τον ΠΚ ο υπότροπος θεωρείται αναχρονιστική έννοια και έχει καταργηθεί το άρθρο 88ΠΚ και να αναγραφεί η φράση «κατ’ εξακολούθηση» όπως προβλέπεται στο άρθρο 98ΠΚ. Σε καμία όμως περίπτωση η αναγραφόμενη αρίθμηση καταδικαστικών αποφάσεων για συκοφαντική δυσφήμηση ή ψευδή καταμήνυση διαφοροποιεί δύο υποψηφίους δημοσίους υπαλλήλους και κάνει αποδεκτό τον έναν με μία (1) καταδίκη και όχι έναν άλλον με τρεις (3) καταδίκες. Δεν είναι αποδεκτοί και οι δύο γιατί και οι δύο είναι καταδικασμένοι για το ίδιο αδίκημα. Επιπρόσθετα, με την επιχειρούμενη διάταξη καταστρατηγείται η αρχή της ίσης μεταχείρισης των διοικουμένων, εισάγεται μεροληπτική μεταχείριση αυτών, η διάταξη τεχνικά και νομικά δεν εναρμονίζεται με τον ΠΚ και θέτει εν αμφιβόλω τη βούληση του νομοθέτη.