Αρχική Αναμόρφωση του πειθαρχικού δικαίου των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, σύσταση Ελληνικού Κέντρου Εμπειρογνωμοσύνης...ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Ν.Π.Δ.Δ. (άρθρα 3-48)Σχόλιο του χρήστη Κωνσταντίνος Βαλσαμάκης | 17 Ιουλίου 2025, 11:09
Η διατήρηση της αυτοδίκαιης αργίας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 103 του ν. 3528/2007, σε περιπτώσεις ποινικής δίωξης για αδικήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, προκαλεί σοβαρά ζητήματα, δικαιοσύνης, συνταγματικότητας και συμβατότητας με την ΕΣΔΑ, στην περίπτωση των ήσσονος βαρύτητας αδικημάτων, όπως η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας του Ποινικού Κώδικα (περ. 1, παρ. 1, άρ. 337 του ν. 4619/2019 που αφορά σε εξύβριση και χειρονομίες), τα οποία άλλωστε διώκονται μόνο κατ’ έγκληση. Η άμεση θέση σε αργία του διωκόμενου υπαλλήλου, χωρίς έστω την κλήση του σε απολογία στο πειθαρχικό συμβούλιο του φορέα του, λειτουργεί βεβιασμένα και στην αντίθετη κατεύθυνση από τους σκοπούς του κράτους δικαίου, ειδικά εφόσον είναι κατανοητό ότι πρόκειται κυρίως για λεκτικά αδικήματα που περισσότερο ομοιάζουν με εξύβριση. Η επιβολή του διοικητικού μέτρου της αυτοδίκαιης αργίας, χωρίς απολογία του υπαλλήλου και χωρίς καμία αξιολόγηση της υπόθεσης από τη Διοίκηση ή το Πειθαρχικό Συμβούλιο του φορέα του υπαλλήλου, παραβιάζει: • Το τεκμήριο αθωότητας (άρθρο 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ), καθώς ο υπάλληλος αντιμετωπίζεται πρακτικά ως ένοχος πριν από οποιαδήποτε δικαστική κρίση, σε πλήρη αντίθεση με τις προβλέψεις της ΕΣΔΑ όπου ρητά ορίζεται ότι «Κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για αδίκημα τεκμαίρεται ότι είναι αθώο έως τη νόμιμη απόδειξη της ενοχής του». Άλλωστε το τεκμήριο της αθωότητας, προβλέπεται και στο αρ. 108 του ν. 3528/2007 και διατηρείται και μετά την παρούσα τροποποίηση. • Την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 Συντάγματος), καθώς η αυτοδίκαιη θέση σε αργία συνοδεύεται από σοβαρές συνέπειες στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή του υπαλλήλου (περικοπή αποδοχών, κοινωνικό και επαγγελματικό στίγμα), χωρίς εξατομικευμένη στάθμιση της σοβαρότητας του αδικήματος ή του δημοσίου συμφέροντος. Με άλλα λόγια, η θέση σε αυτοδίκαιη αργία πριν την τελεσίδικη απόφαση του ποινικού δικαστηρίου (όπως και η ποινή της οριστικής παύσης σε περίπτωση ενοχής που ακόμα προβλέπεται στο αρ. 109 του ν. 3528/2007) ειδικά για τα αδικήματα της περ. 1, παρ. 1, άρ. 337 του ν. 4619/2019, είναι υπερβολική και δυσανάλογα αυστηρή σε σχέση με τα αναφερόμενα αδικήματα. • Την παρ. 2, άρ. 109 του ν. 3528/2007 όπου ρητά ο νόμος ορίζει ότι «Για την επιβολή οποιασδήποτε πειθαρχικής ποινής σε υπάλληλο συνεκτιμώνται οι ιδιαιτέρες συνθήκες τέλεσης του παραπτώματος, η εν γένει προσωπικότητα του υπαλλήλου, καθώς και η υπηρεσιακή του εικόνα όπως προκύπτει από το προσωπικό του μητρώο και τηρείται η αρχή της αναλογικότητας». Αυτή όμως η σωστή πρόβλεψη του νόμου έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το αρ. 103 του ν. 3528/2007 όπως σήμερα ισχύει και όπως προτείνεται να ισχύσει και μετά την παρούσα τροποποίηση. Με την αυτοδίκαιη θέση σε αργία του υπαλλήλου, πριν καν εκδικαστεί σε πρώτο βαθμό η ποινική υπόθεσή του, δεν δίνεται η δυνατότητα στον υπάλληλο να ακουστεί, να δώσει εξηγήσεις και να αξιολογηθεί από το πειθαρχικό του συμβούλιο, με βάση την αρχή της αναλογικότητας αλλά και το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης όπως ορίζεται στην παρ. 2 του αρ. 20 του Συντάγματος. Προτείνεται: 1. Η κατάργηση της περ. γ, της παρ. 1, του αρ. 103 του ν. 3528/2007 για αυτοδίκαιη θέση σε αργία σε ότι αφορά ενηλίκους αποκλειστικά, τουλάχιστον για τα αναφερόμενα στην περ. 1, της παρ. 1, του αρ. 337 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019 όπως ισχύει) αδικήματα, που αφορούν άλλωστε σε μικρότερης σημασίας αδικήματα (χειρονομίες και προτάσεις που επί της ουσίας είναι εξυβρίσεις). 2. Η εφαρμογή του άρθρου 104 του Υπαλληλικού Κώδικα, με αιτιολογημένη κρίση και εξατομικευμένη στάθμιση από το αρμόδιο όργανο, για τα αναφερόμενα στην περ. 1, της παρ. 1, του αρ. 337 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019 όπως ισχύει) αδικήματα. Η θέση σε αργία για (αναφερόμενα) εγκλήματα μικρότερης σημασίας, είναι υπερβολική, άδικη και ενδεχομένως ζημιογόνα για το δημόσιο συμφέρον, αφού ανά πάσα στιγμή κινδυνεύουν να τεθούν αδίκως σε αργία υπάλληλοι υψηλών προσόντων, απαραίτητοι για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών τους. 3. Η κατάργηση της ποινής της οριστικής παύσης του αρ. 109 του ν. 3528/2007, τουλάχιστον για τα αναφερόμενα στην περ. 1, της παρ. 1, του αρ. 337 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019 όπως ισχύει) αδικήματα, που άλλωστε αφορούν μικρότερης σημασίας αδικήματα και ειδικότερα για την περίπτωση των ενηλίκων, και η αντικατάστασή της με άλλη ποινή αναλογικότερη. 4. Κατ’ αντιστοιχία προτείνεται να μην συμπεριλαμβάνονται στους λόγους που δεν διορίζονται υπάλληλοι, τυχόν καταδίκες τουλάχιστον για τα αναφερόμενα στην περ. 1, της παρ. 1, του αρ. 337 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019 όπως ισχύει) αδικήματα και ειδικότερα για την περίπτωση των ενηλίκων. 5. Η διασφάλιση πλήρους ένδικης προστασίας του υπαλλήλου. Τα ανωτέρω ως πρόταση, βασίζονται στο ότι αρχή του τεκμηρίου αθωότητας, η αναλογικότητα αδικήματος και ποινής αλλά και το δικαίωμα σε προηγούμενη ακρόαση, αποτελούν πυλώνες του κράτους δικαίου και δεν πρέπει να παρακάμπτονται ειδάλλως παραβιάζονται βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Η εξύβριση, που επί της ουσίας είναι τα αδικήματα της περ. 1, παρ. 1, άρ. 337 του ν. 4619/2019 (Ποινικός Κώδικας), δεν μπορεί να οδηγεί τον υπάλληλο σε αυτοδίκαιη αργία, πόσο μάλλον σε απόλυση, ειδικά εφόσον είναι πλείστες οι περιπτώσεις που τέτοιου είδους μηνύσεις μπορεί να κατατίθενται καθ’ υπερβολή, εκδικητικά ή ακόμα και με δόλο που όμως είναι αδύνατο να αποδειχθεί, οδηγώντας έτσι τον υπάλληλο σε επαγγελματικό και κοινωνικό αδιέξοδο. Κοινώς, δεν μπορεί και δεν πρέπει η δημόσια διοίκηση να πυροβολεί ένα καναρίνι με ένα κανόνι.