• Σχόλιο του χρήστη 'Παναγιώτης Κυριακουλάκος- ΑΣΙΦΑ ΕΛΛΑΣ' | 9 Μαρτίου 2017, 23:13

    Η Ελληνική Ένωση Κινουμένων Σχεδίων- ΑΣΙΦΑ ΕΛΛΑΣ χαιρετίζει την αναγνώριση από την Πολιτεία του αναπτυξιακού χαρακτήρα της παραγωγής οπτικοακουστικών και διαδραστικών έργων και τη συνακόλουθη θέσπιση κινήτρων για την ενίσχυση της παραγωγικής δραστηριότητας στην Ελλάδα με ένταξη ειδικού κεφαλαίου στον αναπτυξιακό νόμο. Πρόκειται για πάγιο αίτημα των επαγγελματιών του οπτικοακουστικού τομέα τουλάχιστον την τελευταία εικοσιπενταετία, κάτι που κάνει τη θέσπιση και εφαρμογή των κινήτρων κατεπείγουσα ανάγκη. Είναι φανερό ότι ο ορισμός του οπτικοακουστικού έργου ως επενδυτικού σχεδίου χρήζει περαιτέρω περιγραφής, επειδή η σύνδεση με τους φορολογικούς ΚΑΔ και την υφιστάμενη ελληνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία έχει το μειονέκτημα να διατηρεί έννοιες και ορισμούς που ανταποκρίνονταν σε παλαιότερες εποχές, όταν η ψηφιακή τεχνολογία δεν είχε ακόμα κυριαρχήσει σε όλο το φάσμα υλοποίησης και διανομής ενός οπτικοακουστικού έργου. Για να γίνουμε σαφέστεροι, το οπτικοακουστικό έργο μετέχει της οικονομίας των δικτύων (φεστιβάλ, αίθουσες, τηλεοπτικά και διαδικτυακά κανάλια, αλυσίδες πώλησης κονσολών και οπτικών δίσκων, κλπ) μέσω των οποίων το κοινό αποκτά πρόσβαση σε μια εμπειρία με διάρκεια, όπου ζητούμενο είναι η εμβύθιση σε έναν εικονικό κόσμο. Η πρωτοτυπία και καινοτομία περιεχομένου του εικονικού κόσμου καθορίζει μέρος της αξίας του έργου, ενώ σημαντικό μέρος της αξίας παράγεται από το μάρκετινγκ της εμπειρίας και τη δημιουργία προσδοκίας στο κοινό. Στο ευρωπαϊκό νομικό σύστημα που μας αφορά, δημιουργός του έργου λογίζεται ο σκηνοθέτης, ο οποίος επικουρείται από μια δημιουργική ομάδα (όπου συμμετέχουν σε δεύτερο στάδιο ηθοποιοί και animators) και υποστηρίζεται από τεχνίτες και τεχνικούς. Τα μέσα παραγωγής ενσωματώνουν πλέον συστήματα μικροηλεκτρονικής, ρομποτικής και πληροφορικής δίνοντας στο δημιουργό πρωτόγνωρες εκφραστικές δυνατότητες. Ο συνδυασμός ταλέντου και τεχνολογίας που απαιτείται για να υλοποιηθεί το οπτικοακουστικό έργο κάνει την παραγωγή του πρωτοτύπου πολύ κοστοβόρα, αντίθετα η αναπαραγωγή φυσικών ή ψηφιακών αντιγράφων από το πρωτότυπο έργο είναι αμελητέο ποσοστό σε σχέση με το κόστος παραγωγής και μάρκετινγκ. Υπενθυμίζουμε τα παραπάνω για δύο λόγους: πρώτα για να είναι σε όλους κατανοητό το μεγάλο οικονομικό ρίσκο που παίρνει ο παραγωγός οπτικοακουστικών έργων και στη συνέχεια για να αποσαφηνίσουμε την έννοια του δύσκολου έργου. Ο έλεγχος των δικτύων διανομής γίνεται το ζητούμενο, για όσο το δυνατόν αμεσότερη πρόσβαση στο κοινό και απόσβεση της επένδυσης, γεμίζοντας π.χ. εκατοντάδες κινηματογραφικές αίθουσες με αντίστοιχες κόπιες σε ένα μόνο Σαββατοκύριακο (αίθουσες στις οποίες δεν προβάλλονται ταυτόχρονα οι ανταγωνιστικές ταινίες) ή ακολουθώντας αμεσότερο έλεγχο μέσω διαδικτυακών καναλιών και τεχνικών ηλεκτρονικού εμπορίου. Στις συνθήκες αυτές, ένα δύσκολο οπτικοακουστικό έργο είναι αυτό που συναντά, ήδη από τη φύση της παραγωγής του, περισσότερα εμπόδια πρόσβασης στα δίκτυα διανομής λόγω γλώσσας, άγνωστου σκηνοθέτη, κλπ. Τα κριτήρια που θεσπίζονται δηλαδή, με το σχέδιο νόμου που παραδόθηκε στη διαβούλευση, είναι τα σωστά κριτήρια ορισμού ενός δύσκολου οπτικοακουστικού έργου. Αυτά τα έργα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη ενίσχυσης από τα υπόλοιπα, αλλά νομίζουμε ότι είμαστε καθαροί στην άποψή μας ότι κάθε οπτικοακουστικό έργο, όπως περιγράφηκε παραπάνω, ως έργο διανοητικής ιδιοκτησίας απαιτεί εργασίες έρευνας και ανάπτυξης, οι οποίες έχουν αυξημένο οικονομικό ρίσκο και επομένως αξίζουν οικονομικής ενίσχυσης από την Πολιτεία. Θα μπορούσαμε να συζητήσουμε επίσης τον ορισμό της βιοτεχνικής ή βιομηχανικής δραστηριότητας και πόσο νόημα έχει στον οπτικοακουστικό τομέα, επιφυλασσόμαστε όμως σε περίπτωση που μας ζητηθεί να αναφερθούμε αναλυτικά στην παράμετρο αυτή που θέτει ήδη από το πρώτο άρθρο το παρόν νομοσχέδιο.