• Σχόλιο του χρήστη 'ΑΡΣΙΣ-ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΝΕΩΝ' | 14 Φεβρουαρίου 2019, 21:04

    Η ασαφής αναφορά σε «ειδικά προγράμματα», τα οποία δεν προσδιορίζονται ως προς την αντιστοίχιση των εκροών τους με το Εθνικό και Ευρωπαϊκό πλαίσιο προσόντων (Ν. 3879/2010). Τα «ειδικά προγράμματα», στην πραγματικότητα έρχονται να στερήσουν το ελάχιστο εκπαιδευτικό προσόν του Επιπέδου 2 του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων, αλλά και την μελλοντική πρόσβαση σε κάθε πρόγραμμα αρχικής επαγγελματική εκπαίδευσης και κατάρτισης, από τη στιγμή που η κατοχή Απολυτηρίου Γυμνασίου αποτελεί προϋπόθεση φοίτησης στα Επαγγελματικά Λύκεια και η κατοχή ενδεικτικού Α’ Λυκείου, προϋπόθεση εγγραφής στις Επαγγελματικές Σχολές. Η γενικότερη εντύπωση έλλειψης συγκροτημένου σχεδιασμού ενισχύεται ακόμη περισσότερο, από την διαπίστωση απουσίας οποιασδήποτε αναφοράς σε καθιερωμένα όργανα επεξεργασίας των δημόσιων πολιτικών κατάρτισης, όπως το Εθνικό Συμβούλιο Σύνδεσης της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης με την Απασχόληση, ή σε αρμόδιους ρυθμιστικούς οργανισμούς όπως ο Εθνικός Οργανισμός Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού. Η γενικότερη εντύπωση που σχηματίζεται κατά την ανάγνωση των Μέτρων Πολιτικής σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση, κατάρτιση και ένταξη στην αγορά εργασίας, είναι η δημιουργία διαδοχικών παράλληλων συστημάτων εξαίρεσης των προσφυγικών πληθυσμών, από τις καθιερωμένες αρμόδιες δημόσιες πολιτικές. Οι αυθαίρετοι αποκλεισμοί από την υποχρεωτική εκπαίδευση, συμβάλουν στον αποκλεισμό από την επαγγελματική κατάρτιση και καταλήγουν στην ανάπτυξη «μαύρων αγορών» εργασίας, «ειδικά για πρόσφυγες». Η ύπαρξη «ειδικών προγραμμάτων», χωρίς προσδιορισμένο θεσμικό πλαίσιο και βιωσιμότητα, αντί την ενδυνάμωσης της ενταξιακής λειτουργίας του υπάρχοντος εκπαιδευτικού συστήματος και του συστήματος κατάρτισης, ουσιαστικά αφαιρεί θεσμικούς και οικονομικούς πόρους και περιορίζει τις δυνατότητες απόκτησης επιχειρησιακής εμπειρίας από τους εργαζόμενους στο πεδίο της κοινωνικής ένταξης. Η υπόρρητη πολιτική επιλογή της αντιμετώπισης της κοινωνικής ένταξης ως ιδιότυπης συνεχούς «κατάστασης ανάγκης» και όχι ως θεμελιακής διάστασης του κοινωνικού κράτους, υπερκαθορίζει τα προτεινόμενα μέτρα στους τομείς εκπαίδευσης, κατάρτισης και ένταξης στην αγορά εργασίας. Αυτό αποτυπώνεται και στα προτεινόμενα χρηματοδοτικά εργαλεία, ελάχιστα εκ των οποίων εμφανίζονται να εξαρτώνται από πόρους του τακτικού Κρατικού Προϋπολογισμού.