• Σχόλιο του χρήστη 'HumanRights360' | 31 Ιανουαρίου 2022, 13:05

    Σχόλιο επί του "1.1.1 Εφαρμογή διαδικασίας για τον προσδιορισμό ενός ατόμου ως ανήλικου." Εφαρμογή της Κοινής Υπουργικής Απόφασης - ΚΥΑ 9889/2020 για τη διαπίστωση ανηλικότητας υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις Σύμφωνα με την ΚΥΑ 9889/2020 (ΦΕΚ 3390/Β/13-8-2020) η διαπίστωση της ανηλικότητας υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις πρέπει να πραγματοποιείται με τρεις διαδοχικά τρόπους, οι οποίοι περιλαμβάνουν αντίστοιχα, αξιολόγηση μακροσκοπικών χαρακτηριστικών, ψυχοκοινωνική αξιολόγηση και ακτινογραφία αριστερού καρπού και άκρας χειρός για τον προσδιορισμό της οστικής ηλικίας, είτε οδοντικής εξέτασης, είτε οδοντικής ακτινογραφίας. Η περιορισμένη, ωστόσο και εσφαλμένη εφαρμογή της ΚΥΑ από τις αρμόδιες αρχές με όλες τις προβληματικές που προκύπτουν, οδηγεί σε υποβάθμιση του τεκμηρίου της ανηλικότητας ενόσω διαρκούν οι αμφιβολίες (άρθρο 1 παρ. 11) και αναπόφευκτα σε καταστρατήγηση του βέλτιστου συμφέροντος των ανήλικων αιτούντων άσυλο (άρθρο 1 παρ. 10 της ΚΥΑ 9889/2020, 4636/2019, 4686/2020). Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 5 της ΚΥΑ 9889/2020, ο προσδιορισμός της ηλικίας του προσώπου πραγματοποιείται άπαξ με τους ακόλουθους διαδοχικά τρόπους: α) Αξιολόγηση της σωματικής ανάπτυξης μακροσκοπικών χαρακτηριστικών, όπως ύψος, βάρος, δείκτης μάζας σώματος, φωνής και τριχοφυΐας κατόπιν κλινικής εξέτασης και λήψης ιατρικού ιστορικού βάσει τιμών αναφοράς ή σωματομετρικών δεδομένων. Η κλινική αυτή εξέταση διενεργείται από κατάλληλα καταρτισμένο επαγγελματία υγείας (ιατροί παθολόγοι, παιδίατροι, κ.ά.). β) Στην περίπτωση αιτιολογημένης αδυναμίας εκτίμησης της ηλικίας βάσει της ανωτέρω εξέτασης, έπεται ψυχοκοινωνική αξιολόγηση από εκπαιδευμένο ψυχολόγο και κοινωνικό λειτουργό, οι οποίοι εξετάζουν τη γνωστική, συμπεριφορική και ψυχολογική ανάπτυξη του ατόμου και συντάσσουν σχετική έκθεση. (...) Η ανωτέρω ψυχοκοινωνική αξιολόγηση περιλαμβάνει τουλάχιστον μία ημιδομημένη συνέντευξη, κατά την οποία διερευνάται η προσωπική ιστορία του ατόμου, συνεκτιμώντας όλα τα απαραίτητα στοιχεία που σχετίζονται με την ψυχολογική ωρίμανση του ατόμου. Το αποτέλεσμα του προσδιορισμού της ηλικίας σε αυτό το στάδιο προκύπτει από τον συνδυασμό της ψυχοκοινωνικής αξιολόγησης, αλλά και της εξέτασης της σωματικής ανάπτυξης των μακροσκοπικών χαρακτηριστικών. γ) Αν κατόπιν των ανωτέρω εξετάσεων εξακολουθεί να υφίσταται αιτιολογημένη αμφιβολία, τότε η εκτίμηση της ηλικίας θα πραγματοποιείται είτε με ακτινογραφία αριστερού καρπού και άκρας χειρός για τον προσδιορισμό της οστικής ηλικίας, είτε οδοντικής εξέτασης, είτε οδοντικής ακτινογραφίας, είτε, τέλος, με κάθε άλλο πρόσφορο μέσο που βάσει διεθνούς βιβλιογραφίας και πρακτικής μπορεί να δώσει έγκυρο πόρισμα. Η εξάντληση κάθε ανωτέρω σταδίου είναι υποχρεωτική πριν την εφαρμογή του επόμενου, αιτιολογείται επαρκώς και κοινοποιείται στο παραπέμπον όργανο για τις ενέργειες περαιτέρω παραπομπής στις περιπτώσεις αιτιολογημένης αδυναμίας εκτίμησης της ανηλικότητας. Οι γνωματεύσεις, τα αποτελέσματα των εξετάσεων και η ως άνω διοικητική πράξη προσδιορισμού της ηλικίας κοινοποιούνται στον υπήκοο τρίτης χώρας ή ανιθαγενή, ο οποίος, εφόσον θίγεται από αυτήν, δύναται εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίησή της να ασκήσει κατ΄ αυτής ενδικοφανή προσφυγή, σύμφωνα με το άρθρο 25 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄45), ενώπιον του οργάνου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη. Για την ευδοκίμηση, ωστόσο, των ως άνω προσφυγών απαραίτητη κρίνεται η προσκόμιση επίσημων εγγράφων ταυτοποίησης ή νομίμως συνταχθέντων ταξιδιωτικών εγγράφων από τις χώρες καταγωγής, καθώς σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 1 της ΚΥΑ 9889/2020, η προσκόμιση τέτοιου είδους εγγράφων αίρει την αμφιβολία για τη διαπίστωση της ανηλικότητας. Εν προκειμένω, ωστόσο, εγείρεται η προβληματική της υποχρέωσης προσκόμισης εγγράφων από τη χώρα δίωξης ενός αιτούντα άσυλο, αλλά και της εξαιρετικής δυσκολίας συλλογής και προσκόμισης επίσημων εγγράφων ταυτοποίησης ή νομίμως συνταχθέντων ταξιδιωτικών εγγράφων από τις χώρες καταγωγής, εντός της τόσο σύντομης νόμιμης προθεσμίας για την κατάθεση της ενδικοφανούς προσφυγής. Μάλιστα στην πλειοψηφία των περιπτώσεων και χωρίς να ορίζεται ρητά στην ΚΥΑ, απαιτείται από τις εξετάζουσες αρχές τα έγγραφα να φέρουν επικύρωση και μετάφραση, κατ΄αναλογία εφαρμογής σχετικών οδηγιών του Υπουργείου Εξωτερικών (https://bit.ly/3AMDZf9) που εφαρμόζει και η Υπηρεσία Ασύλου. Ως εκ τούτου, κατά περίπτωση και στη διακριτική ευχέρεια των αρχών της ΥΠΥΤ και της Υπηρεσίας Ασύλου για να γίνει αποδεκτό ένα αλλοδαπό δημόσιο έγγραφο απαιτείται προηγουμένως η νόμιμη κατά περίπτωση επικύρωσή του και εν συνεχεία η μετάφρασή του. Η επικύρωσή του προηγείται της επίσημης μετάφρασης από την Μεταφραστική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών ή από δικηγόρο που γνωρίζει τη γλώσσα. Γίνεται αντιληπτό, ότι σε συνθήκες Υποδοχής και Ταυτοποίησης και δη ενός κλειστού κέντρου (ΚΥΤ Φυλακίου), αλλά και σε συνθήκες διοικητικής κράτησης στα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης είναι ιδιαίτερα δύσκολο να προσκομιστεί σχετικό έγγραφο (αδυναμία πρόσβασης σε ΕΛΤΑ, Courier κλπ), με αποτέλεσμα να καταστρατηγείται το βέλτιστο συμφέρον των ωφελουμένων, η ανηλικότητα των οποίων αμφισβητείται. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι ενώπιον του ΚΥΤ Φυλακίου αναγνωρίζονται και γίνονται δεκτά μόνο πρωτότυπα διαβατήρια, ενώ δεν γίνονται κατά κανόνα αποδεκτές Tazkera (Αφγανιστάν), Πιστοποιητικά Γέννησης (Πακιστάν, Μπανγκλαντές) κατά τη διαδικασία αυτή. Η καταστρατήγηση του βέλτιστου συμφέροντος των ανηλίκων και οι παραβιάσεις διατάξεων της ως άνω ΚΥΑ εντοπίζονται, μεταξύ άλλων, στην αυθαίρετη έγερση αμφιβολίας της ανηλικότητας, στην έλλειψη κατάρτισης του επαγγελματία υγείας, στην μη εξάντληση των υποχρεωτικών διαδοχικών σταδίων που προβλέπει ο νόμος, καθώς και στην έλλειψη αιτιολογίας της απόφασης προσδιορισμού ηλικίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις (ΚΥΤ Φυλακίου), όπου η διαπίστωση ανηλικότητας διενεργείται από γιατρό του ΕΟΔΥ (ή από στρατιωτικό ιατρό-ανθυπίατρο που αναπληρώνει), ο ίδιος γιατρός που εγείρει την αμφιβολία είναι και ο γιατρός που θα εκκινήσει και θα διενεργήσει τον προσδιορισμό, δημιουργώντας σοβαρές προβληματικές και ανησυχίες. Για το λόγο αυτό και μόνο μία φορά το Σεπτέμβριο 2021 η κινητή μονάδα ανηλικότητας του ΔΟΜ συνοδευόμενη από εκπροσώπους της Ειδικής Γραμματείας Ανηλίκων, επισκέφθηκε το ΚΥΤ Φυλακίου προκειμένου να διενεργήσει τη διαδικασία προσδιορισμού ηλικίας. Από σύνολο 27 ωφελούμενων που εξέτασε και για τους οποίους ο γιατρός του ΕΟΔΥ είχε εκφράσει αμφιβολία αναφορικά με την ανηλικότητα, αποφάνθηκε ότι 13 ήταν ανήλικοι και 14 ενήλικοι. Σε δύο περιπτώσεις στο ΚΥΤ Φυλακίου οι προσφεύγοντες είχαν μεταχθεί από ΠΡΟΚΕΚΑ μετά από διαδικασία προσδιορισμού ηλικίας διενεργειθείσα από το Εργαστήριο Ιατροδικαστικών Ερευνών του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης και διαπιστώθηκε η ανηλικότητά τους. Ήτοι, παρόλο που εισήλθαν ως ανήλικοι στο ΚΥΤ, εκφράσθηκε αμφιβολία από το Γιατρό του ΕΟΔΥ με αποτέλεσμα να οδηγηθούν εκ νέου σε διαδικασία προσδιορισμού ηλικίας και να εκδοθεί απόφαση, σύμφωνα με την οποία κρίθηκε ότι είναι ενήλικοι. Μάλιστα κατά παράβαση της σχετικής διάταξης άρθρο 1 παρ. 5 της ΚΥΑ 9889/2020 του (α) πρώτου σταδίου ο γιατρός αυτός δεν αποτελεί κατάλληλα καταρτισμένο επαγγελματία υγείας (ιατροί παθολόγοι, παιδίατροι, κ.ά.), καθώς κατά κανόνα είναι γενικής ιατρικής ή στρατιωτικός ιατρός - ανθυπίατρος (ΚΥΤ Φυλακίου), χωρίς καμία εκπαίδευση ή εξειδίκευση προς τούτο. Aκόμα, όμως, και αν η μακροσκοπική εξέταση διενεργηθεί από καταρτισμένο Ιατρό, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, ο υπολογισμός της ηλικίας βάσει των σωματικών χαρακτηριστικών θεωρείται από τις λιγότερο ακριβείς ιατρικές μεθόδους προσδιορισμού της ηλικίας, καθώς κατά τις μετρήσεις δεν συνυπολογίζονται οι διακυμάνσεις που υφίστανται λόγω διαφορετικής εθνικότητας, φυλής, πρόσληψης θρεπτικών ουσιών και κοινωνικοοικονομικής προέλευσης, ενώ και ο βαθμός ωρίμανσης μπορεί να επηρεάζεται από τυχόν παθήσεις του ενδιαφερομένου. Σύμφωνα με την παράγραφο 5, τελευταίο εδάφιο της ΚΥΑ: «Η εξάντληση κάθε ανωτέρω σταδίου είναι υποχρεωτική πριν την εφαρμογή του επόμενου, αιτιολογείται επαρκώς και κοινοποιείται στο παραπέμπον όργανο για τις ενέργειες περαιτέρω παραπομπής στις περιπτώσεις αιτιολογημένης αδυναμίας εκτίμησης της ανηλικότητας». Ερμηνευτικά η διάταξη αυτή προβλέπει ότι στις περιπτώσεις αδυναμίας εκτίμησης της ανηλικότητας κατά το στάδιο της μακροσκοπικής εξέτασης, καθίσταται υποχρεωτική η παραπομπή στο αμέσως επόμενο στάδιο της ψυχοκοινωνικής αξιολόγησης από εκπαιδευμένο ψυχολόγο και κοινωνικό λειτουργό, οι οποίοι εξετάζουν τη γνωστική, συμπεριφορική και ψυχολογική ανάπτυξη του ατόμου και συντάσσουν σχετική έκθεση. Σε πολλές περιπτώσεις, ωστόσο, εσφαλμένα εκδίδεται χωρίς επαρκή αιτιολογία αποτέλεσμα προσδιορισμού ηλικίας στο στάδιο της μακροσκοπικής εξέτασης, ενώ θα έπρεπε να παραπεμφθεί στο υποχρεωτικό επόμενο στάδιο της ψυχοκοινωνικής αξιολόγησης, προκειμένου να εξαντληθούν όλα τα στάδια όπως εκ του νόμου προβλέπονται. Σε περίπτωση αμφιβολίας, άλλωστε, για την πραγματική ηλικία του ενδιαφερομένου θα πρέπει να εφαρμόζεται πάντα το τεκμήριο υπέρ της ανηλικότητας. Ακόμα κι αν φτάναμε, βέβαια στο στάδιο αυτό, ένα από τα σημαντικότερα μειονεκτήματα της εν λόγω μεθόδου αποτελεί η έλλειψη επιστημονικά έγκυρης μεθόδου για τον προσδιορισμό των γενικών περιθωρίων σφάλματος και κατ’ επέκταση το μεγάλο εύρος υποκειμενικών ερμηνειών εκ μέρους των ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών ως προς τον καθορισμό της εκτιμώμενης ηλικίας. Επίσης, προβληματισμούς ως προς την ακρίβεια της τελικής εκτίμησης εγείρει και η επίδραση των διαφορετικών πολιτισμικών και εθνοτικών/φυλετικών χαρακτηριστικών των πολιτών τρίτων χωρών στην παραπάνω ψυχοκοινωνική εκτίμηση. Περαιτέρω, η ολοκλήρωση της διαδικασίας διακρίβωσης της ηλικίας από τον ψυχολόγο και τον κοινωνικό λειτουργό απαιτεί την ύπαρξη συνθηκών που να διασφαλίζουν στο άτομο την δυνατότητα να καταθέσει τις απαραίτητες πληροφορίες για την κατάρτιση ενός ψυχοκοινωνικού ιστορικού. Παράλληλα, από πλευράς των ειδικών ψυχοκοινωνικής υποστήριξης είναι απαραίτητη η ύπαρξη ενός χρονικού πλαισίου τέτοιου που να επιτρέπει την εφαρμογή των προβλεπόμενων διαδικασιών για τον προσδιορισμό της ηλικίας. Είναι σαφές ότι η διάρκεια μίας συνέντευξης/συνεδρίας από τον κοινωνικό λειτουργό και τον ψυχολόγο δεν ανταποκρίνεται στους κατάλληλους χρόνους που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της εν λόγω διαδικασίας. Εξάλλου, οι ιδιαίτερες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης, όπως ακριβώς συμβαίνει και στο ΚΥΤ Ορεστιάδας Φυλακίου, μετά την εφαρμογή της νέας νομοθεσίας και των συνθηκών περιορισμού κατά της εξάπλωσης του COVID-19, δεν συντελούν στην διαμόρφωση κατάλληλου περιβάλλοντος για την διεξαγωγή των συνεντεύξεων και επιτείνουν τους στρεσογόνους παράγοντες στον προσφυγικό και μεταναστευτικό πληθυσμό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το εκάστοτε άτομο να μην είναι σε θέση να δώσει τις απαραίτητες πληροφορίες που χρειάζονται για την εκτίμηση της ηλικίας. Επιπλέον, η απουσία εξειδικευμένων και κατάλληλα εκπαιδευμένων διερμηνέων για την διεξαγωγή συνεντεύξεων σε βάθος που απαιτούνται στο πλαίσιο των διαδικασιών διακρίβωσης της ηλικίας αποτελεί έναν ακόμα περιοριστικό παράγοντα ως προς την εξαγωγή τεκμηριωμένων συμπερασμάτων. Συνεπώς, η ομάδα των κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων που παρέχουν υπηρεσίες στα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης δεν διαθέτει τα μεθοδολογικά εκείνα εργαλεία (πιστοποιημένα από διεθνείς φορείς και την επιστημονική κοινότητα) που θα βοηθούσαν στη διεξαγωγή πιο ασφαλών εκτιμήσεων ως προς το συγκεκριμένο θέμα. Επιπλέον, διάφορα ευρωπαϊκά και διεθνή όργανα του ΟΗΕ, του Συμβουλίου της Ευρώπης και θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης επισημαίνουν την περιορισμένη αξιοπιστία των ιατρικών μεθόδων διαπίστωσης της ανηλικότητας και τον δυσανάλογα παρεμβατικό χαρακτήρα για την ιδιωτική ζωή και την αξιοπρέπειά του ατόμου και υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα ύπαρξης μιας διεπιστημονικής προσέγγισης κατά την εκτίμηση της ηλικίας και την διασφάλιση της εμπιστοσύνης και του σεβασμού προς τα παιδιά. Διάφορα δικαστήρια ευρωπαϊκών κρατών έχουν επισημάνει την περιορισμένη αξιοπιστία των ιατρικών μεθόδων διαπίστωσης της ανηλικότητας ενός προσώπου. Λαμβανομένου υπόψη του παρεμβατικού χαρακτήρα ορισμένων εξ αυτών για την ιδιωτική ζωή και την αξιοπρέπειά του ατόμου, δεν μπορούν αυτές να εφαρμόζονται αδιακρίτως με στόχο τη διαπίστωση της ανηλικότητας ή μη προσώπων. Η διασφάλιση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση κατά την εφαρμογή των σχετικών διαδικασιών και αποφάσεων των αρχών και σε περίπτωση αμφιβολίας για την πραγματική ηλικία του ενδιαφερομένου θα πρέπει να εφαρμόζεται το τεκμήριο υπέρ της ανηλικότητας (https://bit.ly/3s1UwI9) Σε άλλες περιπτώσεις, ο προσδιορισμός ηλικίας γίνεται με παράκαμψη των σταδίων και απευθείας διενέργεια ακτινογραφίας καρπού και εκτίμηση ηλικίας που δεν παρέχει εύρος ηλικίας, αλλά κρίνει τον ωφελούμενο ως 18 ετών (ΚΥΤ Λέσβου). Επιπλέον, διενεργείται διαπίστωση ανηλικότητας χωρίς να προκύπτει από την απόφαση προσδιορισμού το εάν οι εξετάσεις των σταδίων που έλαβαν χώρα έγιναν με τη διαδοχή που ορίζει ο νόμος (άρθρο 1 παρ. 5 της ΚΥΑ 9889/2020) και χωρίς να αιτιολογείται επαρκώς η παραπομπή του ωφελούμενου σε επόμενο στάδιο. Στις τελευταίες δύο περιπτώσεις, αξίζει να σημειωθεί ότι οι αρμόδιες επιτροπές της Αρχής Προσφυγών μετά από ενδικοφανή προσφυγή ενώπιόν τους ανέβαλαν την έκδοση οριστικής απόφασης και διέταξαν να διαβιβαστεί ο φάκελος στο ΠΓΑ Λέσβου, προκειμένου να διενεργηθεί η διαδικασία προσδιορισμού ηλικίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΚΥΑ 9889/2020 στάδια. Σύμφωνα, μάλιστα με την Απόφ. 204339/25.08.2021 της 5ης Ανεξάρτητης Επιτροπής Προσφυγών (μον.συνθ.) (https://bit.ly/3HgTEFY), η 5η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη τις δηλώσεις του προσφεύγοντος αναφορικά με την ανηλικότητά του τόσο κατά την καταγραφή του αιτήματός του όσο και κατά τη συνέντευξή του, διαπίστωσε ότι ανακύπτει αμφιβολία αναφορικά με την ηλικία του. Ενόψει τούτου και αφού έλαβε υπόψη ότι η πράξη προσδιορισμού ηλικίας του προσφεύγοντος βασίστηκε στην εισήγηση του Κλιμακίου Ιατρικού Ελέγχου και Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης, χωρίς να προκύπτει το εάν οι εξετάσεις των σταδίων που έλαβαν χώρα έγιναν με τη διαδοχή που ορίζει ο νόμος (άρθρο 1 παρ της ΚΥΑ 9889/2020) και χωρίς να αιτιολογείται επαρκώς η παραπομπή του προσφεύγοντος σε επόμενο στάδιο, ανέβαλε τη συζήτηση της υπόθεσης προκειμένου να εκτελεστούν όσα ορίστηκαν. Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, και σε όλα τα στάδια διαπίστωσης της ανηλικότητας, αποτελεί καθοριστικής σημασίας τόσο το τεκμήριο υπέρ της ανηλικότητας, όσο και το ευεργέτημα της αμφιβολίας, ώστε αν αποφευχθεί με κάθε τρόπο η καταστρατήγηση του βέλτιστου συμφέροντος των ανήλικων αιτούντων άσυλο.