• «Σχολιάζοντας το περιεχόμενο του υπόψη άρθρου, η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών Στρατιωτικής Δικαιοσύνης σημειώνει τα ακόλουθα: Α) Η πρόβλεψη για τόσο μεγάλο αριθμό μελών της σχετικής επιτροπής δημιουργεί εύλογους προβληματισμούς για τη λειτουργικότητά της: Όσο λιγότερα θα είναι τα μέλη της, τόσο ταχύτερα και αποτελεσματικότερα θα δύναται η επιτροπή να ολοκληρώσει τις εργασίες της. Σημειώνεται ότι η αντίστοιχη επιτροπή, που συνέταξε τον υπό αναμόρφωση Κώδικα Δικαστικού Σώματος Ενόπλων Δυνάμεων (ν. 2304/95) ήταν επταμελής. Περαιτέρω, η μη πρόβλεψη στο επίμαχο άρθρο απώτατου χρονικού ορίου ολοκλήρωσης των εργασιών της επιτροπής, ελέγχεται ως λίαν προβληματική, δεδομένου ότι μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει μια «δικαιολογία» της πολιτείας για καθυστέρηση επί μακρόν της, ήδη χρονίζουσας, παράλειψης της τελευταίας να εκδώσει τον εκτελεστικό του Αναθεωρημένου άρθρου 96 παρ. 5 του Συντάγματος νόμου. Κρίνουμε ως απαραίτητη την προσθήκη τέτοιου χρονικού ορίου στο νόμο και όχι τη ρύθμιση του εν λόγω ζητήματος μεταγενέστερα με σχετικές ΚΥΑ. Άλλωστε, το αντικείμενο των εργασιών της έχει εν πολλοίς οριοθετηθεί από την ίδια τη συνταγματική διάταξη του άρθρου 96 παρ. 5 του Συντάγματος, ενώ η πρόσφατη ψήφιση του αναθεωρημένου Κώδικα Οργάνωσης Δικαστηρίων (ν. 4938/22) δημιουργεί μια πρόσφορη δεξαμενή διατάξεων, τόσο για ευθεία εφαρμογή, όσο και για παρεμφερείς ρυθμίσεις. Αναφορικά με την έκδοση της απαραίτητης ΚΥΑ σημειώνουμε ότι, ενόψει της ανεκπλήρωτης επί 3 και πλέον έτη συνταγματικής επιταγής, η έκδοσή της πρέπει να προχωρήσει ΑΜΕΣΑ. Β) Το άρθρο αναφέρεται μόνον σε αναμόρφωση εν γένει διατάξεων του ν. 2304/1995, αφήνοντας εκτός του ρυθμιστικού πλαισίου του έργου της επιτροπής συγκεκριμένο πλέγμα διατάξεων του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα (και δη ορισμένων εκ των δικονομικών διατάξεων, όπως για παράδειγμα ρυθμίσεων των άρθρων 178, 179, 180 αυτού αναφορικά με τις συνθέσεις των στρατιωτικών δικαστηρίων και την αποσύνδεση του βαθμού του Προέδρου από τον βαθμό του κατηγορουμένου), οι οποίες συνδέονται άρρηκτα με τον υπό αναμόρφωση ΚΔΣΕΔ, που χωρίς την ταυτόχρονη τροποποίηση ή/και κατάργησή τους θα καθίστανται αυτομάτως αντισυνταγματικές, ως αντιβαίνουσες στο Αναθεωρημένο άρθρο 96 παρ. 5 του Συντάγματος και σε όσα άρθρα αυτό παραπέμπει. Επομένως, είναι αδιανόητο να μείνει εκτός βεληνεκούς ενασχόλησης της υπό σύσταση επιτροπής ο ΣΠΚ. Επισημαίνεται ότι επειδή ακριβώς δεν πρόκειται για διαμόρφωση νέου Κώδικα (ήτοι νέου ΣΠΚ), δηλ. για εκτεταμένη και εκ βάθρων αναμόρφωσή του, αλλά για τροποποίηση ή/και κατάργηση ορισμένων μόνον εκ των διατάξεών του, δεν είναι αναγκαίο να τηρηθεί η προβλεπόμενη εκ του άρθρου 76 παρ. 6 του Συντάγματος προβλεπόμενη διαδικασία. Συνακόλουθα, είναι εφικτή και συνάμα αναγκαία η συμπερίληψη στο υπόψη άρθρο ρητώς ως έργο της επιτροπής και η ενασχόλησή της με τον ΣΠΚ. Γ) Η πρόβλεψη για συμμετοχή σ’ αυτή δικηγόρων με εξειδίκευση σε θέματα ποινικής δικονομίας μοιάζει ακατανόητη, καθώς η σύνδεση της απαιτούμενης ειδίκευσης με το αντικείμενο/πεδίο εργασιών της επιτροπής δεν είναι ευχερώς ορατή. Επιπλέον, δεν υφίσταται ιδιότητα δικηγόρου «με ειδίκευση σε θέματα ποινικής δικονομίας». Το μόνο που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς εν προκειμένω είναι η σύμπτωση δικηγορικής και πανεπιστημιακής ιδιότητας στο αυτό πρόσωπο/μέλος, οπότε θα έπρεπε ο νόμος να μιλάει για συμμετοχή μέλους/μελών εκ του Διδακτικού Προσωπικού του Τομέα Ποινικών Δικονομικών Επιστημών εκλεγμένου/ων και υπηρετούντος/ντων σε κάποια εκ των τριών Νομικών Σχολών της χώρας, πρόβλεψη όμως που ήδη υπάρχει στην παρ. 2 του σχετικού άρθρου. Και πάλι όμως τονίζεται ότι το αντικείμενο ενασχόλησης της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής δεν είναι αμιγώς ποινικοδικονομικό. Δ) Η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων, διαφυλάττοντας το κύρος των μελών της και κατ’ επέκταση της ίδιας της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, αναπόσπαστο και ζωτικό στοιχείο της οποίας συνιστούν τα μέλη της, όχι απλά προκρίνει ως απαραίτητη, αλλά αιτείται μετ’ επιτάσεως τη συμμετοχή ενός μέλους της στην υπό σύσταση επιτροπή, η οποία θα διαμορφώσει επιτέλους το περιεχόμενο του προβλεπόμενου από το άρθρο 96 παρ. 5 του Συντάγματος εκτελεστικού νόμου, ώστε οι αλλαγές που θα προκύψουν να έχουν ως βάση (και) τη δικαστηριακή/υπηρεσιακή εμπειρία των ίδιων των Στρατιωτικών Δικαστών. Δεν είναι νοητό να διαμορφώνονται τα θεσμικά κείμενα που θα αφορούν στη λειτουργία της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης για εμάς χωρίς (και) εμάς. Αυτονόητο θεωρούμε ότι, πάντως, θα πρέπει να περιλαμβάνεται στην υπό σύσταση επιτροπή και έτερος Δικαστικός Λειτουργός της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, ανεξαρτήτως από το εάν αυτός είναι μέλος της Ενώσεώς μας ή όχι. Η παρούσα ρύθμιση ως προς τη συμμετοχή Δικαστών στην επιτροπή, δια της ρητής παραπομπής της στον Κώδικα Οργάνωσης Δικαστηρίων (ν. 4938/22), δημιουργεί την αίσθηση ότι ερμηνευτικά (εξ αντιδιαστολής) αποκλείει σ’ αυτήν τη συμμετοχή Δικαστικών Λειτουργών της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, γεγονός, κατά τα προαναφερόμενα, ανεπίτρεπτο». Το Διοικητικό Συμβούλιο: Γεώργιος Δουβλέκας, Στρατιωτικός Δικαστής Α΄, Πρόεδρος Παναγιώτα Κλειτσάκη, Στρατιωτικός Δικαστής Γ΄, Αντιπρόεδρος Μαριάνα Κουδελή, Στρατιωτικός Δικαστής Α΄, Γενική Γραμματέας Βασιλική Δήμου, Στρατιωτικός Δικαστής Β΄, Ταμίας Γεώργιος Ευθυμίου, Στρατιωτικός Δικαστής Δ΄, Μέλος Γεώργιος Λέκκας, Αναθεωρητής Γ΄, Μέλος Γιαννίκος Παπαδημητρίου, Στρατιωτικός Δικαστής Γ΄, Μέλος