• Σχόλιο του χρήστη 'Γιάννης Κλ. Ζερβός' | 8 Αυγούστου 2011, 21:13

    ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ για το ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΗΣ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΑΔΕΙΩΝ Σήμερα, η ιστορική συγκυρία της περιβαλλοντικής, κλιματικής και οικονομικής κρίσης επιβάλει την αναζήτηση νέων Αρχιτεκτονικών και Πολεοδομικών προτύπων, που να είναι σε θέση να συμβάλλουν στην κατεύθυνση της αειφόρου ανάπτυξης, μακριά από τη λογική της στείρας μεγέθυνσης και της κατασπατάλησης των φυσικών και ανθρωπογενών πόρων που διαθέτει η Χώρα. Είναι επομένως απαραίτητη η υιοθέτηση ενός νέου θεσμικού πλαισίου σε όλα τα επίπεδα του σχεδιασμού, που θα διασφαλίζει την απελευθέρωση της αρχιτεκτονικής έκφρασης και την ισορροπημένη συνέργεια των ειδικοτήτων της οικοδομής και των υποδομών. Οι Αρχιτέκτονες έχουν τοποθετηθεί δημόσια στο πρόσφατο 11ο Αρχιτεκτονικό Συνέδριο για την αναγκαιότητα θέσπισης ενός νέου τρόπου έκδοσης οικοδομικών Αδειών που να έχει άμεση σχέση με ένα νέο ΓΟΚ και με ένα νέο τρόπο ελέγχου των μελετών και των κατασκευών. Αποσπασματικές αλλαγές, όσα κι αν έχουν θετικά, είναι καταδικασμένες να αποτύχουν, αφού είναι αδύνατον να ανατρέψουν συστημικές παθογένειες και στρεβλώσεις που, στη διάρκεια των ετών, έχουν δυστυχώς παγιωθεί. Συμβάλλοντας στην ανακατεύθυνση της σκέψης ώστε να προωθηθεί το δημιουργικό ξεπέρασμα των χρόνιων αγκυλώσεων του θεσμικού πλαισίου παραγωγής του δομημένου χώρου, προτείνεται ένα γενικότερο πλαίσιο θέσεων. Κεντρικοί στόχοι σ’ αυτή την προσπάθεια, είναι: • να εξασφαλιστούν οι συνθήκες που θα διευκολύνουν τη δημιουργία καλύτερων πόλεων και οικισμών, περιορίζοντας σε μεγάλο βαθμό την πολυνομία και γραφειοκρατία που αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξη οποιασδήποτε δημιουργικής σκέψης. Παράλληλα, • να γίνεται απλούστερα και ουσιαστικότερα ο έλεγχος και η παρέμβαση της πολιτείας στο θέμα της οικοδομικής δραστηριότητας με παράλληλη διευκόλυνση των μελετητών και επιβλεπόντων μηχανικών στην ανάληψη των ευθυνών τους. Τέλος, • να θεσμοθετηθούν συνθήκες αποτελεσματικής δράσης ενάντια στην αυθαιρεσία και την προχειρότητα. Κεντρική διαπίστωση αποτελεί η αναγκαιότητα υιοθέτησης των αρχών του «Αδιάρρηκτου τρίπτυχου» που προβλέπει: 1. Την ένταξη – ενσωμάτωση των κατασκευών, μέσω των χωροταξικών και πολεοδομικών εργαλείων, στον αναπτυξιακό σχεδιασμό και το πολιτιστικό περιβάλλον (φυσικό και ανθρωπογενές), όπως επιβάλλουν οι διεθνείς συνθήκες - συμβάσεις που έχει υπογράψει η χώρα μας και υποχρεούται να τηρεί. 2. Την θέσπιση ενός νέου Αρχιτεκτονικού Οικοδομικού Κανονισμού (ΑΟΚ) άμεσα συνδεδεμένου με τις μελέτες πολεοδομικού και αστικού σχεδιασμού και ενός Σύγχρονου Κτηριοδομικού Κανονισμού. 3. Την θέσπιση ενός ευέλικτου και αντιγραφειοκρατικού Νέου Τρόπου Έκδοσης Οικοδομικών Αδειών σε συνδυασμό με έναν Αξιόπιστο Έλεγχο των Μελετών Κατασκευών, διαφανή και αμερόληπτο. Το κύριο και μαζικό αίτημα των Αρχιτεκτόνων, που εκφράστηκε με έντονο αλλά τεκμηριωμένο τρόπο στο 11ο Πανελλήνιο Συνέδριο Αρχιτεκτόνων είναι η ουσιαστική ενεργοποίηση της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, δηλαδή η Αρχιτεκτονική να ασκείται από τους Αρχιτέκτονες. Απαίτηση που εκφράστηκε με απόφαση των μελών της Αντιπροσωπείας, ανωτάτου οργάνου του ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ. Άρα, το πάγιο αίτημα για την σύνταξη των αρχιτεκτονικών μελετών μόνο από Αρχιτέκτονες είναι περισσότερο από ποτέ ώριμο. Είναι επομένως αδιαμφισβήτητο, ότι δεν αρκεί ο μελετητής μηχανικός να έχει την ευθύνη της σύνταξης και υλοποίησης της αρχιτεκτονικής μελέτης, (από την νομική και θεσμική της πλευρά), αλλά ταυτόχρονα είναι ουσιωδώς απαραίτητο να έχει και την ευθύνη εξυπηρέτησης της ίδιας της Επιστήμης. Γι’ αυτό το λόγο οι Αρχιτέκτονες έχουν ήδη διατυπώσει τη διαφωνία τους όσον αφορά τη «θεσμοθέτηση μορφολογικών κανόνων δόμησης για κατοικία, στις εντός και εκτός των οικισμών περιοχές των Δήμων του Ν.3852/2010, στις δώδεκα περιφέρειες της χώρας» και επιμένουν ανυποχώρητα στο αυτονόητο: τα Συμβούλια Αρχιτεκτονικής να μην έχουν το δικαίωμα γνωμοδότησης επί της Αρχιτεκτονικής άποψης των Αρχιτεκτόνων. Στον αντίποδα της διαμορφωμένης σήμερα στρεβλής προσέγγισης των μορφολογικών κανόνων δόμησης, πρέπει να δοθεί έμφαση στον τρισδιάστατο χώρο, να προσδιορίζονται τα χαρακτηριστικά του αστικού ιστού και η σχέση των όγκων των κτισμάτων με τον ιστό. Το ζητούμενο είναι η ρύθμιση του φυσικού χώρου, μέσα από τον έλεγχο των αντιθέσεων στην κατασκευή του οικιστικού ιστού. Την απάντηση στο παραπάνω πρόβλημα μπορούν να δίνουν όσοι είναι εκπαιδευμένοι στην προσέγγιση του χώρου, με τρόπο που αναλύει και συνθέτει τα χαρακτηριστικά του. Ο κτισμένος χώρος αποτελεί στοιχείο που παραδίδεται στις μελλοντικές γενιές. Η συνειδητοποίηση της πραγματικότητας αυτής διευρύνει τον ορισμό της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και οδηγεί στην αναγκαιότητα της απλοποίησης των γενικών αρχών που καθορίζουν την αρχιτεκτονική δημιουργία και αφορούν στο σύνολο της χώρας. Είναι αναγκαίο λοιπόν ο νέος απλός και ευέλικτος ΑΟΚ (Αρχιτεκτονικός Οικοδομικός Κανονισμός) να εξειδικεύεται από την κάθε Τοπική Κοινωνία – Εξουσία με βάση την επιστημονική προσέγγιση μελετών Πολεοδομικού και Αστικού Σχεδιασμού και όχι απλά με την επιβολή Μορφολογικών Στοιχείων. Κρίνοντας λοιπόν κατ’ αρχάς με επιφύλαξη το σχέδιο Νόμου φρονούμε ότι : Ο διαχωρισμός της Έγκρισης Δόμησης και της Άδειας Δόμησης, με τις αντίστοιχες αρμοδιότητες που κατανέμει, τόσο στο Δημόσιο φορέα (ΥΔΟΜ) όσο και στον ιδιώτη μελετητή, δημιουργεί ισορροπίες που μόνο αν συνδυαστούν άρρηκτα με το "τρίπτυχο" επιτρέπουν την ανάδειξη νέων αξιών και δεδομένων ουσιαστικά διαφορετικών από αυτές που ίσχυαν ως τώρα. Καίριες παρατηρήσεις και προτάσεις που άπτονται διατάξεων του Σ.Ν.: 1. Το απαιτούμενο στοιχείο για την έκδοση της έγκρισης δόμησης του άρθρου 3 παρ.Β «Διάγραμμα κάλυψης» πρέπει να αντικατασταθεί από το «Διάγραμμα δόμησης» στο οποίο θα γίνεται η χωρική απεικόνιση των όρων και περιορισμών δόμησης, που υποχρεωτικά θα ακολουθούνται από τις κτηριακές μελέτες, είτε διότι είναι θεσμοθετημένες είτε διότι μπορεί να προτείνονται μέσα από διαδικασίες και θεσμούς που θα προκύπτουν από τον νέο ΓΟΚ. 2. Ο έλεγχος εργασιών δόμησης, οι ελεγκτές δόμησης , η ηλεκτρονική υποβολή των μελετητικών δεδομένων, η ταυτότητα του κτηρίου, το μητρώο μελετητών και επιβλεπόντων, οι ευθύνες των Αρχιτεκτόνων και οι υποχρεώσεις τους, είναι έννοιες και θεσμοί που πρέπει να οργανωθούν με τρόπο ώστε, να είναι το πραγματικό υπόβαθρο της επόμενης μέρας και όχι μία ακόμη ημιτελής και αποτυχημένη προσπάθεια. 3. Έχοντας από μακρού καταγγείλει την δυσλειτουργία των ΕΠΑΕ, οι Αρχιτέκτονες θα συμφωνήσουν με την αντικατάσταση τους με τα Συμβούλια Αρχιτεκτονικής, με τον ανάλογο περιορισμό των θεμάτων που θα κρίνουν: 3.1. ΑΝ αποσυρθούν οι προβλέψεις του Σ.Ν. για την στελέχωσή τους από μέλη ΔΕΠ, 3.2. ΑΝ αποσυρθούν οι προβλέψεις του Σ.Ν. για την διατήρηση του ελέγχου και της πλειοψηφίας από το Δημόσιο, 3.3. ΑΝ δεν θεσμοθετηθεί η εφαρμογή ενιαίων κριτηρίων επιλογής των εκπροσώπων Υπηρεσιών και ιδιωτών, 3.4. ΑΝ προβλεφθούν ισχυρά εμπόδια στον αθέμιτο ανταγωνισμό που μπορεί και πάλι να προκύψει έναντι των επαγγελματιών που δεν θα είναι μέλη των Συμβουλίων, 3.5. ΑΝ η σύνταξη των μητρώων που θα τηρούνται σε κάθε περιφερειακή ενότητα, πέραν των εφαρμοζόμενων κριτηρίων, δεν έχει ως προϋπόθεση, την σύμφωνη γνώμη του ΣΑΔΑΣ–ΠΕΑ και του ΤΕΕ, 3.6. ΑΝ η δημιουργία οργάνου σε 2ο βαθμό λειτουργεί στην έδρα των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων η κάθε περιφερειακής ενότητας, 3.7. Τέλος, στη στελέχωση του Κεντρικού Συμβουλίου για θέματα Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού, δεν είναι αντιληπτή η αναγκαιότητα παρουσίας Νομικού Συμβούλου και προτείνουμε να περιοριστούν οι αρμοδιότητές του στα αναφερόμενα στο άρθρο 27 παρ.Α δηλαδή το περιεχόμενο των παραγράφων β,γ του άρθρου 27 να είναι αυτό των δευτεροβάθμιων Σ.Α. Ανδρεαδάκης Γιώργος / Δεσποτίδη Μυρτώ / Δημητρίου Γιώργος Δίπλας Χρήστος / Ζερβός Γιάννης / Ζούλιας Θανάσης / Καλουδιώτης Φώτης Μαδεμοχωρίτης Γιώργος / Μαριάτος Ανδρέας / Νικολάου Γιώργος Τζάρας Μιχάλης / Φραντζή Μαρία