• Σχόλιο του χρήστη 'ΠΑΝΟΣ ΛΑΛΙΩΤΗΣ Αρχιτέκτων Πολεοδόμος' | 31 Ιανουαρίου 2012, 21:55

    Στο άρθρο 14 το εδάφιο που μας ανησυχεί είναι το: «Α. Ζώνες γεωργικών … και λοιπών αγροτικών εκμεταλλεύσεων» όπου επιτρέπεται κατοικία μόνο για τον απασχολούμενο με την εκμετάλλευση. Υποβόσκει ο φόβος των ιδιοκτητών ότι σ’ αυτό το καθεστώς θα υπαχθούν όλες οι εκτός σχεδίου περιοχές. Όμως ρητά αναφέρεται στο άρθρο και είναι φανερό: πρόκειται για κάποιες εκτός σχεδίου Ζώνες που θα επιλεγούν (πχ ΓΓΥΠ) και όχι για το σύνολο των εκτός σχεδίου περιοχών. Να θυμηθούμε πάντως ότι, κατά την παρερμηνεία που διήρκεσε τον περασμένο χρόνο στη Νομολογία ΓΓΥΠ, ούτε καν τις κατοικίες των αγροτών δεν μπορούσαμε να χτίσουμε στα κτήματά τους (!). Στο εδάφιο Γ του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι κάποια άλλα τμήματα των εκτός σχεδίου περιοχών, θα οριστούν ως Ζώνες Εκτόνωσης Αστικών Επιβαρύνσεων. Ρητά αναφέρεται ότι αυτές, είναι Ζώνες πέριξ των οικισμών και παρατηρούμε ότι επιτρέπεται η οικοδόμηση για πλήθος εμπορικών και άλλων ήπιων επαγγελματικών δραστηριοτήτων σε συνδυασμό με την κατοικία του απασχολούμενου (Νο 18). Ό,τι δηλαδή συνηθίζεται και σήμερα, κάτω το μαγαζί και επάνω το σπίτι. Το ερώτημα που εγκυμονείται εδώ είναι, αν θα πρέπει ο ιδιοκτήτης του σπιτιού να αποδεικνύει ότι η επιχείρηση του Ισογείου είναι η κύρια, μοναδική και δια βίου απασχόλησή του. Αλλιώς (;) θα οικοδομεί μόνο επαγγελματικής χρήσης κτίριο και ενδέχεται αυτή να είναι η αμάχητη βούληση του Νομοθέτη. Εξ άλλης πλευράς γεννάται επίσης το ερώτημα εάν, στις αναφερόμενες «δασικές εκμεταλλεύσεις» θα επιτρέπεται η ανέγερση εγκαταστάσεων και δή κατοικίας πχ του μελισσοτρόφου. Πάντως και σε άλλα άρθρα που αναφέρονται σε βαρύτερες (Βιομηχανικές) δραστηριότητες και γι αυτό ίσως δεν μας προκαλούν ισχυρές εντυπώσεις, περιλαμβάνεται η κατοικία μόνον του απασχολούμενου (πρβλ. άρθρο 9/Α1/13, άρθ 9/Β1/15, άρθ 10/13, άρθ 11/14). Επανερχόμενοι όμως, το ερώτημα που δικαιολογημένα απασχολεί τους ιδιοκτήτες των εκτός σχεδίου (και όχι μόνον αυτούς) είναι: «… που πήγε», τι γίνεται με την παραθεριστική (δεύτερη) κατοικία? Αυτή περιλαμβάνεται στο άρθρο 6-Περιοχές τουρισμού-αναψυχής-παραθεριστικής (δεύτερης) κατοικίας. Παρατηρούμε δε, ότι περιβάλλεται από σχετικά ήπιες δραστηριότητες και όπως εύστοχα σημειώνεται σε ανηρτημένο σχόλιο, όχι από «οσμίζουσες» κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις όπως θα μπορούσε να συμβεί με το σημερινό αδιάρθρωτο πλαίσιο. Δεν πρέπει να παρασυρθούμε και να θεωρήσουμε ότι το άρθρο αυτό αναφέρεται (αποκλειστικά τουλάχιστον) σε περιοχές εντός των Σχεδίων Πόλης. Δεν περιέχει καμία τέτοια ρητή αναφορά και το περιεχόμενό του δεν συνάδει προς κάτι τέτοιο (πρβλ. άρθρο 6/16. Ελικοδρόμιο (μόνο για εξυπηρέτηση Ξενοδοχείων και λοιπών Τουριστικών εγκαταστάσεων) - 17. Σταθμοί υπεραστικών λεωφορείων - 18. Εμπορευματικοί σταθμοί αυτοκινήτων. Πέραν των χώρων – κτιρίων στάθμευσης της παραπάνω παρ. 13, επιτρέπεται και η στάθμευση τουριστικών λεωφορείων). Ενδεχομένως η κατάληξή του « … εφόσον προβλέπονται από το εγκεκριμένο σχέδιο» προκαλεί συγχύσεις που πρέπει να διαλυθούν (σ.σ προφανώς εννοεί σχέδιο χωρικής οργάνωσης, ΣΧΟΟΑΠ κλπ). Τούτο όπως και το «αποκλειστικά» που αναφέρω πιο πάνω το συνδέω με το εδάφιο 7 του άρθρου 16 των Μεταβατικών Διατάξεων κατά το οποίο, μετά από τεκμηρίωση παρέχεται η δυνατότητα να εγκαθίστανται οι Δραστηριότητες του άρθρου 6-Τουρισμός-Αναψυχή-Παραθεριστική κατοικία εντός των επιγενόμενων Ρυμοτομικών σχεδίων των οριοθετημένων οικισμών. Άρα η δεύτερη κατοικία θα αναπτυχθεί κυρίως σε «εκτός σχεδίου» περιοχές που θα καθοριστούν με τις επιγενόμενες χωρικές μελέτες, και για τις οποίες περιοχές δεν θα προτάσσεται ο γεωργικός (ή άλλος) χαρακτήρας. Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να αντιληφθούμε –και κυρίως οι ιδιοκτήτες- ότι η ευχέρεια διάκρισης του χώρου σε κατηγορίες με ειδικό καθεστώς, είναι αμάχητη δικαιοδοσία του Νομοθέτη στο πλαίσιο χωροταξικής οργάνωσης και πολεοδομικού σχεδιασμού (Σύνταγμα και Αποφ. ΣτΕ). Με τις ρυθμίσεις αυτές δεν αίρεται αλλά ρυθμίζεται η οικοδομησιμότητα των οικοπέδων αυτών. Δεν τεκμαίρεται η απαξίωσή τους, κατ’ αναλογία με τις περιπτώσεις όπου μειώνεται ο συντελεστής Δόμησης. Δεν καταλύεται το προσδόκιμο κατοίκησης της ιδιόκτητης γης και δη της αγροτικής. Κατά παραδοχή τουλάχιστον, ο χωροταξικός και πολεοδομικός σχεδιασμός δεν υπόκειται μόνο σε τεχνοκρατικά κριτήρια και άνωθεν στρατηγικές επιλογές αλλά, και σε προτεραιότητες που τεκμηριώνουν οι τοπικές κοινωνίες με τους μηχανισμούς τους. Δραστηριοποιούμαι επαγγελματικά σε περιοχή που είναι χαρακτηρισμένη «ονομασίας προελεύσεως» με ΒΔ του 1972 (συνεπώς ΓΓΥΠ). Ταυτόχρονα όμως είναι ελκτική και για ανάπτυξη παραθεριστικής κατοικίας. Μου φαίνεται αδιανόητο πως, κατά την εκπόνηση των τοπικών μελετών ΣΧΟΟΑΠ δεν θα οριστούν ζώνες ανάπτυξης της παραθεριστικής κατοικίας (του άρθρου 6 δηλαδή), αποχαρακτηρίζοντας επιφάνειες εδάφους από Γεωργική Γη Υψηλής Παραγωγικότητας, με τη διαδικασία που ρητά προβλέπεται από τη νομολογία περί ΓΓΥΠ, το παρόν ΠΔ και άλλα συναφή νομοθετήματα. Εάν όχι τότε, θα πρόκειται για επιλογή της τοπικής κοινωνίας και των μηχανισμών της. Η άποψή μου συναντάται εδώ με το από 29/12/2011 ανάλογο σχόλιο της συναδέλφου Ελένης Μπούτου-Λεμπέση, την οποία τιμώ για την πληρότητα των επισημάνσεών της. Τέλος, η προστασία της Γεωργικής Γης Υψηλής Παραγωγικότητας δεν είναι καινοφανής υπόθεση. Θεσπίζεται με το εισαγωγικό άρθρο το Ν. 1337/83 και η ειδικότερη νομοθεσία της χρονολογείται από τον Ν.2637/98. Παρέμενε ανενεργή διότι στερείτο των εκτελεστικών Αποφάσεων. Όταν αυτές κυκλοφόρησαν προ έτους περίπου, παρερμηνεύτηκαν από κάποιες Δνσεις Αγροτικής Ανάπτυξης ή Πολεοδομίες και επήλθε το πάγωμα της έκδοσης οικοδομικών αδειών στις εκτός σχεδίου περιοχές που παρουσίαζαν κριτήρια ΓΓΥΠ. Φρονώ ότι πρέπει να προφυλαχτούμε από ανάλογο σύνδρομο και στην παρούσα περίπτωση.