• Σχόλιο του χρήστη 'Anastasios Mouzakis' | 11 Ιουνίου 2014, 08:49

    Α. Προτεινόμενη τροπολογία:Προτείνεται η παρακάτω προσθήκη στην παρ. 7ε του άρθρου 12 του Ν.1337/1983Σε περίπτωση που μετά την κύρωση της Πράξης Εφαρμογής διαπιστώνεται ότι το ισοζύγιο διαθέσιμης γης δεν επαρκεί για την κατά την παρ. 8β αρθρ.8 του παρόντος παραχώρηση οικοπέδων σε ιδιοκτήτες της ίδιας πολεοδομικής ενότητας των οποίων τα οικόπεδα ρυμοτομούνται, με αποτέλεσμα να προκύπτει δυσχέρεια υλοποίησης του πολεοδομικού σχεδιασμού εις βάρος της δημιουργίας χώρων κοινοχρήστων και κοινωφελών χρήσεων, είναι δυνατόν με επίσπευση του οικείου δήμου να συντάσσεται διορθωτική Πράξη Εφαρμογής για την επαναφορά της εισφοράς σε γη επί ιδιοκτησιών που αρχικά επιβαρύνθηκαν με εισφορά σε χρήμα εκ μετατροπής εισφοράς σε γη, υπό την προϋπόθεση ότι το παρεχόμενο αντί της αντίστοιχης εισφοράς σε χρήμα εδαφικό τμήμα του οικοπέδου είναι άρτιο και οικοδομήσιμο. Β. Αιτιολογική έκθεση – πρόταση τροποποίησης της παραγράφου 7ε του άρθρου 12 του Ν.1337/1983.Έχει παρατηρηθεί ότι ορισμένοι ιδιοκτήτες, στις ιδιοκτησίες των οποίων η εισφορά σε γη μετατράπηκε σε χρήμα κατά την παρ. 7 του άρθρου 8 του Ν.1337/1983, δεν μπορούν, λόγω οικονομικής κρίσης, να εξυπηρετήσουν το ποσό που έχει βεβαιωθεί σε βάρος τους μετά από δικαστική διαδικασία καθορισμού τιμής μονάδας κατά τα προβλεπόμενα στο Ν.2882/2001. Συνέπεια αυτού είναι να μη συγκεντρώνονται στους οικείους Δήμους τα απαραίτητα χρηματικά κονδύλια, που απαιτούνται για την αναγκαστική απαλλοτρίωση κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων, που υπάρχουν στην ίδια πολεοδομική ενότητα, και που δεν μπόρεσαν να αποκτηθούν απ’ ευθείας με εισφορά σε γη. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να διαταράσσεται το ισοζύγιο γης σε βάρος των κοινόχρηστων χώρων και μετά από εύλογο χρονικό διάστημα οι ιδιοκτήτες των ρυμοτομούμενων ιδιοκτησιών να προσφεύγουν στα Διοικητικά Δικαστήρια προκειμένου να πετύχουν την άρση της απαλλοτρίωσης στα ακίνητά τους, πράγμα το οποίο τελικά επιτυγχάνουν αφού οι Δήμοι δεν τους αποζημιώνουν. Έτσι σε βάθος χρόνου ο πολεοδομικός σχεδιασμός ουσιαστικά ανατρέπεται με ότι αυτό συνεπάγεται για την εύρυθμη λειτουργία της πόλης. Ήδη κάποιοι από τους παραπάνω ιδιοκτήτες, μη δυνάμενοι να εξυπηρετήσουν την υποχρέωσή τους σε εισφορά σε χρήμα μετά από μετατροπή εισφοράς σε γη, υποβάλλουν αίτημα στους αντίστοιχους Δήμους και ζητούν η υποχρέωση αυτή να μετατραπεί εκ νέου σε γη παραιτούμενοι ακόμα και από την ανάλογη αξία των επικείμενων κτισμάτων τους, προκειμένου να ισχύσουν οι υποχρεωτικοί όροι δόμησης που προκύπτουν από το Προεδρικό Διάταγμα (Π.Δ.) ένταξης στο σχέδιο πόλης και από την εφαρμογή του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (Ν.Ο.Κ. – Ν.4067/2012), στην ουσία παραιτούμενοι από την προνομιακή μεταχείριση που έτυχαν από την εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 8 του Ν.1337/1983 και της ερμηνευτικής Υπουργικής Απόφασης. Με δεδομένο ότι η αποδοχή του αιτήματος των ιδιοκτητών είναι προς την κατεύθυνση της υλοποίησης του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης, αφού δημιουργεί τράπεζα γης για την αποζημίωση ιδιοκτητών των οποίων οι ιδιοκτησίες τους ρυμοτομούνται πέραν της υποχρέωσής τους σε εισφορά σε γη, εκτιμάται ότι πρέπει να προβλεφθεί συμπληρωματική ρύθμιση στην παράγραφο 7ε του άρθρου 12 του Ν.1337/1983 και να επιτρέπεται σύνταξη διορθωτικής Πράξης Εφαρμογής μετά την κύρωση της αρχικής πράξης μετά από αίτημα του ιδιοκτήτη που δεν εξυπηρετεί την υποχρέωσή του σε χρήμα, που προέκυψε από μετατροπή εισφοράς σε γη, ο οποίος όμως ρητά θα παραιτείται από το δικαίωμα αποζημίωσης επικείμενων κτισμάτων και κατασκευών, ώστε να είναι δυνατή η λήψη άρτιου και οικοδομήσιμου οικοπέδου χωρίς να διαταράσσεται η αρτιότητα και οικοδομησιμότητα του εναπομένοντος σε αυτόν οικοπέδου.