• Σχόλιο του χρήστη 'Καραγιαννίδης Αβραάμ' | 10 Φεβρουαρίου 2016, 23:17

    Ίσως το άρθρο 3 και το 5 είναι τα πιο σημαντικά στο σχέδιο νόμου οπότε αξίζει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή και να αναλυθούν οι επικρατούσες συνθήκες με την ισχύουσα νομοθεσία και τα διαχρονικά αποτελέσματά τους. Οι συνεταιρισμοί γενικά ως θεσμοί είχαν πάντα έναν ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα και στοχεύανε στην οικονομική ευημερία των μελών του και στη διατήρηση του κοινωνικού ιστού χωρίς ανισότητες και εργασιακή εκμετάλλευση. Η σύνθεσή τους επί των πλείστον ήταν από ομοιογενείς κοινωνικές ομάδες παραδασόβιων οικισμών με κοινά χαρακτηριστικά όπως η καταγωγή, η μόνιμη κατοικία, το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον ανατροφής, η εργασιακή κληρονομικότητα κλπ. Παραδοσιακά οι συνεταιρισμοί κάθε είδους ήταν πολυπληθής ομάδες καθώς η φιλοσοφία τους ήταν η ανάπτυξη του τοπικού συνόλου μιας περιοχής και για το λόγο αυτό έφεραν και τις ονομασίες των οικισμών ή των περιοχών αυτών και γενικά είχαν τοπικό χαρακτήρα. Σήμερα βέβαια η σύνθεση των μελών ποικίλει καθώς έχουν προστεθεί και άνεργοι όπου δεν είχαν ουδεμία σχέση με το επάγγελμα και η εγγραφή τους σε κάποιο συνεταιρισμό εξασφάλισε την βιωσιμότητά τους. Μια σειρά από νομικές διατάξεις όπως το Π.Δ. 126/86 και κυρίως ο Ν. 2180/2000, η αυξανόμενη ζήτηση των δασικών προϊόντων και η μετακίνηση του πληθυσμού στα αστικά κέντρα ή σε μεγαλύτερους οικισμούς πλησίον των πόλεων, πρωτίστως διεύρυναν τον τοπικό χαρακτήρα των συνεταιρισμών και ταυτόχρονα αλλοίωσαν το θεσμό και τους σκοπούς αυτών. Βέβαια για τη μόνιμη κατοικία πλέον δε μπορεί να γίνει τίποτα και για το λόγο αυτό οι συνεταιρισμοί θα πρέπει να έχουν έναν ευρύτερο χαρακτήρα εντός της Περιφερειακής Ενότητάς τους βεβαίως. Όλα τα παραπάνω και κυρίως ο Ν. 2180/2000 όπου επιτρεπόταν η σύσταση δασικού συνεταιρισμού με 7 μέλη, είχαν ως αποτέλεσμα τον κατακερματισμό των δασικών συνεταιρισμών και την εξέλιξη πολλών από αυτών σε οικογενειακούς συνεταιρισμούς ή σε συνεταιρισμό τους ενός. Έτσι καταστρατηγήθηκαν οι οικονομικοί και κοινωνικοί σκοποί και γενικότερα η φιλοσοφία του συνεταιρισμού. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι σήμερα κάποιοι συνεταιρισμοί λειτουργούν ως ατομικές επιχειρήσεις όπου εκμεταλλεύονται τα μέλη τους με την εκδήλωση μάλιστα αυταρχικών συμπεριφορών. Υπάρχουν πολλά συμβάντα με διαγραφές μελών τα οποία διεκδίκησαν την ίση μεταχείριση τους και απομακρύνθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες καθώς το ΔΣ του συνεταιρισμού αποτελείται από τη σύζυγο, τα τέκνα, τα αδέρφια, τις θείες και τα ξαδέρφια του εκάστοτε προέδρου. Επίσης κάποιοι (λίγοι βέβαια) συνεταιρισμοί εγγράφουν μέλη κάποιες ευπαθείς κοινωνικές ομάδες του πληθυσμού, συνήθως χαμηλού βιοτικού επιπέδου και διαφορετικής εργασιακής κουλτούρας, για τις δυσκολότερες δασικές εργασίες (ξεφλούδισμα κολώνας ΔΕΗ, μεταφορά καυσοξύλων με ζώα φόρτου κλπ.) με αποτέλεσμα την εκμετάλλευσή τους καθώς δε τους δίνουν καθόλου από την εύκολη και πιο προσοδοφόρα εργασία την οποία δικαιούνται και τους παραχώρησε η Δασική Υπηρεσία. Η πολιτεία αν θέλει εύκολα μπορεί να το διαπιστώσει αρκεί από το TAXIS να συλλέξει τα Ε1 των μελών των προβληματικών συνεταιρισμών. Τις παραπάνω παθογένειες των συνεταιρισμών δεν μπορούν να τις αποτρέψουν συνεταιρισμοί των 10,12 και 15 ατόμων. Αν ρωτήσετε τους μικρούς συνεταιρισμούς είναι κατά του υπό διαβούλευση νόμου και οι λίγο μεγαλύτεροι των 10 ατόμων δε θέλουν αύξηση των μελών πάνω από τα 15 μέλη διότι θα «ξεβολευτούν». Για το λόγο αυτό το σχέδιο νόμου οδεύει προς τη σωστή κατεύθυνση τοποθετώντας το όριο των μελών ενός συνεταιρισμού στα 25 άτομα το ελάχιστο. Τα πλεονεκτήματα των μεγάλων συνεταιρισμών είναι πολλά και για τους ίδιους τους συνεταιρισμούς αλλά και για τις Δασικές Υπηρεσίες. Σε ότι αφορά τους συνεταιρισμούς τα πλεονεκτήματα είναι τα εξής: 1. Αυξάνεται η διαπραγματευτική τους δύναμη ως προς την πώληση των προϊόντων που παράγουν και με τον τρόπο αυτό πετυχαίνουν καλύτερες τιμές. 2. Θα πετύχουν να τους παραχωρούνται συστάδες με διαφορετική σύνθεση ξυλαποθέματος και έτσι θα υλοτομούν όλοι οι συνεταιρισμοί δικαίως από όλα τα δασοπονικά είδη της περιοχής καθώς θα είναι πιο εύκολη η κατανομή των συστάδων. 3. Θα αποτελούν ένα δυνατό σύνολο της κοινωνίας και θα μπορούν να προστατεύσουν ευκολότερα τα εργασιακά τους δικαιώματα από τους τρίτους παρά όταν είναι διασπασμένοι. 4. Η δυσκολία συνεννόησης που θα εμφανιστεί θα είναι πρόσκαιρη και θα προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες βελτιώνοντας τις σχέσεις μεταξύ τους διότι πρέπει να προστατεύσουν το θεσμικό ρόλο των συνεταιρισμών καθώς αυτός ο νόμος αποτελεί την τελευταία ευκαιρία επιβίωσής τους. Σε ότι αφορά τις Δασικές Υπηρεσίες και κατ’ επέκταση το Κράτος τα πλεονεκτήματα είναι τα εξής: 1. Διευκολύνεται σε μεγάλο βαθμό το έργο της Δασικής Υπηρεσίας καθώς είναι διαφορετικό να ασχολείται με 50 ή 100 συνεταιρισμούς ανά Περιφερειακή ενότητα και άλλο με 20 ή 40. Μειώνεται η γραφειοκρατία σε μεγάλο βαθμό, βελτιώνεται ποσοτικά και ποιοτικά ο έλεγχος των υπαίθριων δραστηριοτήτων των συνεταιρισμών και η μεταξύ τους συνεργασία θα είναι πιο εποικοδομητική για το φυσικό περιβάλλον και την αειφόρο διαχείριση. 2. Θα διευκολυνθεί σε μεγάλο βαθμό στην κατανομή της δασικής εργασίας καθώς θα μπορεί να παραχωρήσει σε όλους τους συνεταιρισμούς πλέον μέρος από όλα τα δασοπονικά είδη που διαθέτει χωρίς αποκλεισμούς και διασπάσεις συστάδων. 3. Αναμένεται να αυξηθούν τα έσοδα που παράγουν οι Δασικές Υπηρεσίες της χώρας καθώς οι συνεταιρισμοί γίνονται πιο ανταγωνιστικοί και πετυχαίνουν καλύτερες τιμές στην αγορά βελτιώνοντας παράλληλα το προϊόν το οποίο παράγουν. 4. Μειώνονται οι παράνομες πράξεις των συνεταιρισμών καθώς όταν είναι λίγα άτομα η συγκάλυψη είναι ευκολότερη. Η αυτόβουλη μείωση της παρανομίας εξοικονομεί κρατικούς πόρους από τη διενέργεια περισσότερων ελέγχων και συμβάλλει ουσιαστικά στην προστασία του περιβάλλοντος. Συμπέρασμα: Για όλα τα παραπάνω δεν πρέπει να αλλάξει ο ελάχιστος αριθμός των 25 μελών που θα απαιτούνται για τη νομιμοποίηση και λειτουργία ενός συνεταιρισμού. Δασολόγος - Περιβαλλοντολόγος Δασαρχείου Δράμας Υ.Γ. Οι απόψεις μου στηρίζονται στη δεκαπενταετή εμπειρία εποχιακής και μόνιμης απασχόλησης που απέκτησα καθώς και από συζητήσεις μεταξύ συναδέλφων άλλων Περιφερειακών Ενοτήτων. Κυρίως βέβαια αφορούν το εργασιακό περιβάλλον το οποίο υπηρετώ με τα επιχειρήματά μου να εκφράζουν πρωτίστως τις τοπικές συνθήκες.