• Σχόλιο του χρήστη 'WWF Ελλάς' | 17 Σεπτεμβρίου 2016, 12:52

    Χαρακτηριστικό παράδειγμα της προχειρότητας με την οποία συντάχθηκε το νομοσχέδιο είναι ο θεσμός των ΖΑΕΣ, καθώς είναι αδύνατο να αντιληφθεί κανείς ποιος είναι ο στόχος του, αν δηλαδή αφορά υποβαθμισμένες οικιστικά περιοχές που προορίζονται για αναβάθμιση, με τελεσίδικα αυθαίρετα τα οποία θα κατεδαφιστούν κατά προτεραιότητα, ή αν πρόκειται για πολεοδομικούς σκουπιδότοπους. Το άρθρο αυτό είναι επί της ουσίας εργαλείο νομιμοποίησης οικισμών που έχουν αυθαίρετα και παράνομα ανεγερθεί καταπατώντας δασική ή παράκτια γη. Κατ’ αρχήν πρέπει να αποσαφηνιστεί πως με τον όρο «οικιστική πύκνωση» (περίπτωση β ης παρ. 3 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου) νοούνται οι οικισμοί που έχουν άτυπα και παράνομα ανεγερθεί ανά την επικράτεια, σε πολλές περιπτώσεις καταλαμβάνοντας δασική γη. Για την ιστορία, ο όρος «οικιστική πύκνωση εισήχθη ως νομικά καινοφανής και μη ορισμένος στο σχέδιο του ν. 4389/2016, όπως αυτό υποβλήθηκε στη Βουλή στις 18 Μαΐου 2016. Να σημειωθεί επίσης πως στην αρχική διατύπωση δεν ήταν σαφές εάν εξακολουθούσαν να καλύπτονται από τη δασική νομοθεσία οι οικιστικές πυκνώσεις που είχαν ανεγερθεί καταπατώντας δασική γη και θα περιγράφονταν με «ιώδες χρώμα» στους δασικούς χάρτες. Μετά όμως από έντονη πολιτική αντιπαράθεση και κριτική από το WWF Ελλάς, η διατύπωση στο άρθρο συμπληρώθηκε κατά τρόπο που διευκρινίζει πως στις περιοχές αυτές εξακολουθεί να εφαρμόζεται η δασική νομοθεσία. Με την εφαρμοστική της ανωτέρω διάταξης του ν. 4389/2016 υπουργική απόφαση με αριθμ. 34844 (ΦΕΚ ΑΑΠ/20.7.2016), δεν είναι καθόλου πλέον προφανές ότι οι εκτάσεις που αυθαίρετα και παράνομα μετατράπηκαν σε «οικιστικές πυκνώσεις» εξακολουθούν να υπάγονται στις προστατευτικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Το αντίθετο μάλλον ισχύει, καθώς η απόφασή που υπογράφεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Παναγιώτη Σκουρλέτη και τον Αναπληρωτή Υπουργό Γιάννη Τσιρώνη ορίζει πως μόνο οι δασικές εκτάσεις εντός των οικιστικών πυκνώσεων συνεχίζουν να προστατεύονται. Συγκεκριμένα, η εν λόγω ρύθμιση ορίζει πως: «[τ]υχόν δασικές εκτάσεις εντός των περιοχών αυτών οικιστικών πυκνώσεων συνεχίζουν να υπάγονται στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας», αφήνοντας έτσι ανοιχτό το πεδίο εξαίρεσης από τη δασική νομοθεσία των εκτάσεων που έχουν παράνομα καλυφθεί από «οικιστική πύκνωση». Όπως φαίνεται από τον λιτό ορισμό που δίνεται στην υπουργική απόφαση, τα κριτήρια προσδιορισμού της οικιστικής πύκνωσης δεν βασίζονται σε καμία εγκεκριμένη μελέτη ή εισήγηση αρμόδιας υπηρεσίας. Σύμφωνα με την παρ.5 της ίδιας απόφασης αρμόδιοι για την οριοθέτηση των οικιστικών πυκνώσεων είναι οι οικείοι ΟΤΑ. Ο Δήμος δηλαδή εμφανίζεται ως αποκλειστικός αρμόδιος για την εφαρμογή του παραπάνω ορίου, χωρίς την προηγούμενη συνεννόηση και συνεργασία με άλλες υπηρεσίες. Να θυμίσουμε πως στα πλαίσια σύνταξης των δασικών χαρτών, αρκετοί ΟΤΑ μέσω των αρμόδιων υπηρεσιών τους παρουσίαζαν αδυναμία θεώρησης εγκεκριμένων και μη εγκεκριμένων σχεδίων πόλης, ενώ τώρα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα καλούνται να οριοθετήσουν δομημένες περιοχές, σύμφωνα με τα αμφίσημα κριτήρια των οικιστικών πυκνώσεων. Με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, στις ζώνες αυτές, οι οποίες προορίζονται για πολεοδομική επιβάρυνση με μεταφορά συντελεστή δόμησης συμπεριλαμβάνονται και οι «οικιστικές πυκνώσεις», δηλαδή οι περιοχές της περ. 4 του άρθ. 23 του ν. 3889/2010, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το υπουργείο σας με την παρ. ΙΑ του άρθρου 153 του ν. 4389/2016 (ΦΕΚ Α 94/27.5.2016) και ισχύει. Τα αυθαίρετα κατηγορίας 5 εντός ΖΑΕΣ, έχουν επιφέρει δυσανάλογα μεγάλη πολεοδομική και περιβαλλοντικά επιβάρυνση, εξαιτίας της σημαντικής υπέρβασης κάλυψης και δόμησης και της χωροθέτησης τους σε δάση και δασικές εκτάσεις. Η εφαρμογή της ΜΣΔ σε ΖΑΕΣ επιτρέπει την πολεοδόμηση των οικιστικών πυκνώσεων και πρακτικά νομοθετεί τον αποχαρακτηρισμό δασικών περιοχών επιβαρυμένων από αυθαίρετα και τη νομιμοποίησή τους ως νέες οικιστικές περιοχές. Μέχρι σήμερα τα αυθαίρετα εντός δασών εξαιρούνταν από τη νομιμοποίηση. Τώρα χρησιμοποιώντας το αμφίσημο καθεστώς των οικιστικών πυκνώσεων, οι αυθαίρετοι οικισμοί εντός δασών και δασικών εκτάσεων εξαιρούνται της κατεδάφισης, αναστέλλεται η επιβολή κυρώσεων και προστίμων και επιτρέπεται η μεταβίβαση και σύσταση εμπράγματων δικαιωμάτων. Τελικά με τη νέα αυτή ευνοϊκή ρύθμιση, οι αυθαίρετοι οικισμοί σε δάση και δασικές εκτάσεις νομιμοποιούνται και πολεοδομούνται. Σημειωτέον ότι θεσμός της ΜΣΔ χρησιμοποιήθηκε ως μηχανισμός για την αντικατάσταση της διαδικασίας της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης και την αποζημίωση ιδιοκτητών που η περιουσία τους υφίσταται ουσιώδεις περιορισμούς για λόγους προστασίας του πολιτιστικού (και του φυσικού) περιβάλλοντος και ορθής πολεοδόμησης (αποζημίωση ρυμοτομούμενων ακινήτων). Δεν αποτελεί εμπράγματο δικαίωμα αλλά ατομική τροποποίηση του ΣΔ υπέρ του ωφελούμενου ακινήτου, λόγω αδυναμίας εκπλήρωσης του ΣΔ στο βαρυνόμενο ακίνητο. Οι αυθαίρετοι οικισμοί σε δάση δεν μπορούν να υπαχθούν στην κατηγορία των ωφελούμενων ακινήτων, γιατί έχουν ήδη προχωρήσει σε δόμηση της έκτασης ή έχουν υλοποιήσει ΣΔ που δεν προβλεπόταν για την περιοχή. Είναι πολεοδομικά και περιβαλλοντικά παράλογο και σίγουρα αντίθετο με την κοινοτική και εθνική νομοθεσία να δίνονται όροι δόμησης αφού μια περιοχή τους έχει εξαντλήσει. Επιπλέον το πεδίο εφαρμογής της ΜΣΔ πρέπει να είναι σαφώς οριοθετημένο για να περιορίζονται οι δυσμενείς επιπτώσεις. Στην περίπτωση του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, η ΜΣΔ αφορά όλα τα αυθαίρετα ακόμη και αυτά εντός δασών και δασικών εκτάσεων που μπαίνουν κάτω από την ομπρέλα των «οικιστικών πυκνώσεων», αφού πρακτικά ο ορισμός των ΖΑΕΣ (άρθρο 37 παρ.3) καλύπτει όλες τις περιοχές εντός και εκτός σχεδίου, με την εξαίρεση κάποιων προστατευόμενων και όχι μόνο αυτές για τις οποίες μετά από μελέτη των πολεοδομικών και περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών της περιοχής και προηγούμενη κρίση της διοίκησης, διαπιστώθηκε ότι υπάρχει η δυνατότητα υποδοχής ΣΔ. Οι μεγάλης οικολογικής αξίας και ιδιαίτερα ευπαθείς εκτάσεις που σίγουρα και ξεκάθαρα τίθενται σε κίνδυνο από τις νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων είναι οι βραχώδεις και οι χορτολιβαδικές και φρυγανικές των περιπτώσεων 5α) και 5β) του άρθ. 3 του ν. 998/1979, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στις απαγορεύσεις υπαγωγής του άρθρου 73 του παρόντος. Τέλος, η περίπτωση της παραγράφου 6β του άρθρου 37 πρέπει να διαγραφεί. Περιλαμβάνει τις μεγάλες πολεοδομικές παραβάσεις (αυθαίρετα περιόδου 1983-2011, που παραβιάζουν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 40% τα πολεοδομικά μεγέθη κάλυψης και δόμησης και του 20% το πολεοδομικό μέγεθος του ύψους που προβλέπονται από την οικοδομική άδεια, και υπερβαίνουν τα 200 τετραγωνικά για χρήση κατοικίας ανά ιδιοκτησία, τα 500 τετραγωνικά για βιομηχανική χρήση ή αφορούν άλλες χρήσεις) εντός «οικιστικών πυκνώσεων», δηλαδή καταπατημένων δασικών εκτάσεων. Σημειώνεται ότι η φράση «αυθαίρετα της Κατηγορίας 5 … εφόσον δεν εντάσσονται σε καθεστώς προστασίας και προκύψει η αναγκαιότητα και η δυνατότητα πολεοδόμησης» της παραγράφου δεν είναι σαφής, γιατί αυθαίρετες κατασκευές και χρήσεις δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα προστασίας.