• Σχόλιο του χρήστη 'Λύσσαρης Νίκος' | 20 Νοεμβρίου 2016, 21:36

    Άρθρο 15 Αρθ. 15, παρ. 3. «Ο ΕΟΑΝ κατά την διάρκεια μέρους ή του συνόλου των ελέγχων, επιτρέπεται να υποβοηθείται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που διαθέτουν τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα. Η δαπάνη για τη συνδρομή στους ελέγχους του προηγούμενου εδαφίου, βαρύνει τους κατά περίπτωση ελεγχόμενους με εξαίρεση τους ελέγχους σε δημόσιους φορείς ή φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπου η δαπάνη βαρύνει τον ΕΟΑΝ». Σχόλιο: Αντί άλλου σχολίου παραθέτω αυτούσιες τις διαπιστώσεις του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης που εμπεριέχονται στην έκθεση ελέγχου του ΕΟΑΝ. Για τους ελέγχους λοιπόν του ΕΟΑΝ αναφέρει στην έκθεσή του ο ΓΕΔΔ: «…προκύπτει ότι σχεδόν το σύνολο των ελεγκτικών, αλλά και άλλων επιμέρους αρμοδιοτήτων του Οργανισμού …., διεκπεραιώνονται με σύναψη συμβάσεων έργου με ιδιωτικούς φορείς». Για την εξάλειψη δε αυτού του φαινομένου ζητά: «θα πρέπει άμεσα να εμπλακεί το προσωπικό του Οργανισμού σε αυτές τις δραστηριότητες και ιδιαίτερα στο ελεγκτικό έργο. Οι έλεγχοι … θα πρέπει να διενεργούνται από υπαλλήλους του Οργανισμού και η προσφυγή σε ιδιωτικούς φορείς θα πρέπει να γίνεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις που απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις». Προτείνει δε την «εμπλοκή του προσωπικού του ΕΟΑΝ στις προαναφερθείσες δραστηριότητες και ιδιαίτερα στο ελεγκτικό έργο». Και καταλήγει στο συμπέρασμα της έκθεσης ελέγχου με την επισήμανση πως «θα πρέπει να επιταχυνθούν οι διαδικασίες ενεργέστερης εμπλοκής του προσωπικού στις δραστηριότητες του Οργανισμού (κυρίως ελεγκτικές)…». Με τις ανωτέρω επισημάνσεις του, ο ΓΕΔΔ επικρίνει την πάγια πρακτική του ΕΟΑΝ, ανάθεσης του συνόλου του ελεγκτικού έργου σε εξωτερικούς συνεργάτες και προτρέπει το έργο να εκτελείται από πρόσωπα-υπαλλήλους του Οργανισμού και μόνο σε ειδικές περιστάσεις αυτό να ανατίθεται σε εξωτερικούς συνεργάτες. Παραταύτα, με την νέα διάταξη δεν φαίνεται να λαμβάνεται υπόψη η παραπάνω παραίνεση του ΓΕΔΔ και επιδιώκεται απαραδέκτως η θεσμοθέτηση ανάθεσης εκ μέρους του Οργανισμού του συνόλου ή μέρους των τακτικών ή έκτακτων ελέγχων σε εξωτερικούς συνεργάτες. Ένας Οργανισμός όμως που έχει την οργάνωση και εποπτεία της εναλλακτικής διαχείρισης επιβάλλεται να είναι σε θέση με τα όργανά του να διενεργεί με την δέουσα επάρκεια και την δέουσα αξιοπιστία το ανατεθιμένο σ’ αυτόν έργο. Διαφορετικά εφόσον δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στο έργο του, όπως δυστυχώς συμβαίνει από συστάσεώς του έως σήμερα, δεν υφίσταται λόγος ύπαρξης του εν λόγω αυτοτελούς Οργανισμού. Σοβαρό ζήτημα ακόμη υπάρχει και με την αναφερόμενη τεχνική επάρκεια και γνώσεις που κατά την διάταξη θα πρέπει να διαθέτουν τα φυσικά ή τα νπ στα οποία θα ανατίθεται από τον ΕΟΑΝ το ελεγκτικό έργο. Διερωτώμαι ποιος, με ποιες προυποθέσεις και γνώσεις, θα ελέγχει και θα κρίνει την τεχνική επάρκεια και τις (ειδικές) γνώσεις των εν λόγω προσώπων, με το δεδομένο ως ο Οργανισμός δεν θα διαθέτει προσωπικό με τα αντίστοιχα προσόντα, διότι διαφορετικά δεν θα προσέτρεχε στην χρήση των υπηρεσιών των συγκεκριμένων προσώπων. Επισημαίνω πως κατά το πρόσφατο παρελθόν δημιουργήθηκαν σοβαρά ζητήματα αμφισβητήσεων των ελέγχων τρίτων σε ΣΣΕΔ, υπήρξαν (αιτιολογημένες ή μη δεν το κρίνω) αρνήσεις ελεγχομένων παροχής στοιχείων που τους αφορούσαν, επικαλούμενοι μη διασφάλιση του απορρήτου, έλλειψη αξιοπιστίας των ελεγκτών κλπ. Υπήρξαν δε και δικαστικές αποφάσεις γι αυτά τα ζητήματα το περιεχόμενο των οποίων θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την κατάρτιση της όποιας νέας διάταξης. Επί του θέματος τοποθετήθηκε και ο ΓΕΔΔ ο οποίος στην έκθεση ελέγχου στον ΕΟΑΝ αναφέρει επί λέξει: «… το θέμα της μη παροχής στοιχείων από τα συστήματα προς τις διενεργούσες τον έλεγχο ιδιωτικές εταιρείες, με τη βάσιμη ή μη αιτιολογία, του προσωπικού ή βιομηχανικού απορρήτου, δεν θα υφίστατο αν οι έλεγχοι εγίνοντο από προσωπικό του ΕΟΑΝ με την συνδρομή ιδιωτικών εταιρειών, μόνο για εξειδικευμένα θέματα». Τα παραπάνω οδηγούν αβίαστα στο συμπέρασμα πως θα πρέπει η νέα διάταξη να αποσυρθεί εντελώς διότι αδιαμφισβήτητα οδηγεί σε αμφισβητήσεις και σε εύλογες κρίσεις περί αναξιοπιστίας. Επίσης ανεπίτρεπτη καθ’ όλα είναι και η αναφερόμενη στην νέα διάταξη επιδίωξη μετακύλησης της προερχόμενης εκ του ελέγχου δαπάνης, γενόμενου κατ’ ανάθεση του ΕΟΑΝ σε εξωτερικούς συνεργάτες, στους ελεγχόμενους και δη κατόπιν των αναφερόμενων εξαιρέσεων των δημοσίων υπηρεσιών και ΟΤΑ, ουσιαστικά κυρίως μόνο στα ΣΣΕΔ και δευτερευόντως σε ιδιώτες διαχειριστές του αποβλήτου. Δηλαδή ο ΕΟΑΝ αποφασίζει δ’ αναθέσεως την διενέργεια του ελεγκτικού του έργου σε εξωτερικές ελεγκτικές εταιρείες, των οποίων βεβαίως ουδείς θα μπορεί αξιόπιστα να εγγυηθεί την αμεροληψία τους, ούτε φυσικά θα παρέχουν τα εχέγγυα τήρησης του απορρήτου κλπ και φορτώνει στις πλάτες του ελεγχόμενου ΣΕΔ τον λογαριασμό, ήτοι την σχετική δαπάνη ελέγχου. Τούτο είναι πραγματικά πρωτόγνωρο για την λειτουργία ενός δημόσιου φορέα και ως εκ τούτου η νέα διάταξη χρήζει άμεσης αποσύρσεως, με ταυτόχρονη δημιουργία νέας όπου αφού θα καθιερώνεται η διενέργεια του ελεγκτικού έργου αποκλειστικά από τα όργανα του Οργανισμού. Επαναλαμβάνω πως Οργανισμοί με αναθέσεις του έργου τους σε εξωτερικούς συνεργάτες δεν έχουν λόγο ύπαρξης, διότι πέραν του αντιδεοντολογικού της συμπεριφοράς και της μη διασφάλισης της εγκυρότητας του παρεχόμενου έργου, καταδεικνύουν πλήρως και την αντικειμενική αδυναμία λειτουργίας του και επιτέλεσης του έργου του, άρα όχι μόνο αυτής καθ’ αυτής της αυτοτέλειάς τους αλλά και της ιδίας της ανάγκης ύπαρξής τους. Εξίσου ανεπίτρεπτος είναι και ο διαχωρισμός που προβαίνει η νέα διάταξη ως προς την κάλυψη της δαπάνης των ελέγχων από εξωτερικούς συνεργάτες, όταν πρόκειται για ελέγχους σε δημόσιους φορείς ή φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης τους οποίους και εξαιρεί από την συγκεκριμένη δαπάνη, ενώ αντιθέτως επιβαρύνει τα συνήθη «υποζύγια» δηλαδή τα ΣΣΕΔ ή τους ιδιώτες διαχειριστές του αποβλήτου καταλογίζοντάς τους την κάλυψη της σχετικής δαπάνης. Αυτή η ανισότητα, εκτός των προαναφερομένων για το αδόκιμο της διενέργειας ελέγχων ουσιαστικά από τρίτους, είναι απαράδεκτη και για τον διαχωρισμό στον οποίο προβαίνει ως προς την οικονομική κάλυψη του ελέγχου και ως εκ τούτου θα πρέπει κι αυτή να αποσυρθεί. Επιβάλλεται λοιπόν η πλήρης απόσυρση της παραπάνω διάταξης, η οποία επιχειρεί να κάμψει τις δεδομένες και δικαιολογημένες αντιδράσεις των ελεγχόμενων, όταν αυτοί ελέγχονται από τρίτες ιδιωτικές εταιρείες και όχι από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Οργανισμού. Η διατήρησή της είναι περισσότερο από βέβαιο, όπως έχει συμβεί και κατά το παρελθόν, πως θα δημιουργήσει προβλήματα και αμφισβητήσεις στην ομαλή και απρόσκοπτη διεξαγωγή των ελέγχων. Εκτός της πλήρους απόσυρσης της συγκεκριμένης διατάξεως, θα πρέπει να υπάρξει και ριζική αναθεώρηση της ολότελα εσφαλμένης αντίληψης από την οποία διακατέχονται οι διατάξεις του σχεδίου νόμου, λαμβάνοντας υπόψη τις προτάσεις του ΓΕΔΔ, οι οποίες και είναι προς την σωστή κατεύθυνση.