• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΝΩΣΗ ΑΜΙΣΘΩΝ ΥΠΟΘΗΚΟΦΥΛΑΚΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ' | 20 Δεκεμβρίου 2017, 10:03

    Το άρθρο 6 περί των πόρων του υπό ίδρυση οργανισμού αποτελεί μια από τις σημαντικότερες αιτίες προώθησης του συγκεκριμένου νομοσχεδίου: Το κτηματολόγιο χρειάζεται λεφτά για να ολοκληρωθεί, λεφτά που δεν έχει και, συνεπώς, θα βρει αυτά τα χρήματα από τους έως σήμερα πόρους των υποθηκοφυλακείων. Οι πόροι των υποθηκοφυλακείων, όμως, καταλήγουν σήμερα σε μεγάλο βαθμό στο ελληνικό Δημόσιο. Πρόκειται κυρίως για το ποσοστό 3‰ υπέρ του Δημοσίου που προβλέπεται στο άρθρο 4 ν. 325/1976, αλλά και για το προϊόν της εκκαθάρισης της εν ευρεία εννοία αμοιβής του υποθηκοφύλακα (άρθρα 3, 5 και 16 ν. 325/1976) και φυσικά για το σύνολο των δικαιωμάτων των εμμίσθων υποθηκοφυλακείων, που κατέληγαν στο ταμείο του ελληνικού Δημοσίου. Εάν μάλιστα – όπως συμβαίνει πρακτικά στο σύνολο σχεδόν των νπδδ – οι αμοιβές του προσωπικού του υπό ίδρυση φορέα καταβάλλονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, τη στιγμή που σήμερα το προσωπικό ιδίως των αμίσθων υποθηκοφυλακείων αμείβεται από τα δικαιώματα υποθηκοφύλακα, γίνεται αντιληπτό ότι η επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού από τον νέο φορέα θα είναι όχι μόνον από την απώλεια των δικαιωμάτων Δημοσίου που αυτό σήμερα εισπράττει, αλλά και από τη μισθοδοσία προσωπικού που σήμερα αυτό δεν μισθοδοτεί. Με βάση μάλιστα την ίδια δημοσιονομική πρακτική, ακόμη και το προσωπικό της ΕΚΧΑ, που σήμερα η τελευταία ως ανώνυμη εταιρία είναι υποχρεωμένη να το μισθοδοτεί από τους πόρους της, θα περάσει στη μισθοδοσία του ελληνικού Δημοσίου, αποδίδοντας έτσι εμμέσως και άλλα κονδύλια στη διάθεση της σημερινής ΕΚΧΑ και προσεχώς «Ο.Ε.Κτ.». Το σύνολο των κονδυλίων αυτών (πόροι και μισθολογικά κονδύλια), θα χαθεί, συνεπώς, για το ελληνικό Δημόσιο υπέρ της σημερινής ΕΚΧΑ που θα πάρει τη μορφή του «ενιαίου φορέα» κτηματολογίου και υποθηκοφυλακείων, με προφανή σκοπό τη λεηλασία των πόρων των υποθηκοφυλακείων, όχι από τους «διεφθαρμένους υποθηκοφύλακες» (όπως συκοφαντούμεθα συστηματικά τα τελευταία χρόνια, κατά τη λογική «φωνάζει ο κλέφτης για να φύγει ο νοικοκύρης»), αλλά από το ελληνικό Δημόσιο. Τα ζητήματα που τίθενται είναι προφανή. Πρώτον: Εάν η ΕΚΧΑ έχει ανάγκη από χρηματοδότηση, δεν θα ήταν πολύ πιο έντιμο και σκόπιμο να ζητήσει χρηματοδότηση από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων του κρατικού προϋπολογισμού ή από την Ευρωπαϊκή Ένωση; Η απάντηση είναι προφανώς καταφατική, εδώ όμως αναδεικνύονται οι διαχρονικές παθογένειες της αποτυχίας της ισόβιας ομάδας της Κτηματολόγιο Α.Ε./ΕΚΧΑ/προσεχώς «Ο.Ε.Κτ.» να φτιάξει το κτηματολόγιο: Είτε από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, είτε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η ισόβια ομάδα της Κτηματολόγιο Α.Ε./ΕΚΧΑ θα υποχρεούτο σε στοιχειώδη λογοδοσία για τη διαχείριση των πόρων και για το αποτέλεσμα που έφερε ή που δεν έφερε. Ακριβώς λόγω της διαχρονικής και παταγώδους αποτυχίας στη διαχείριση των πρώτων κοινοτικών κονδυλίων στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και αρχές της δεκαετίας του 2000, η Ε.Ε. αρνείται έκτοτε συστηματικά να χρηματοδοτήσει το έργο του ελληνικού κτηματολογίου έως σήμερα. Ίδιοι είναι και οι λόγοι που και ο ελληνικός προϋπολογισμός αδυνατεί να χρηματοδοτήσει: Πόσα χρήματα θα χρειαστούν και για πόσο χρονικό διάστημα; Ποιος είναι επιτέλους ο προϋπολογισμός του έργου της λεγόμενης «κτηματογράφησης» (δηλαδή: της παντελώς άχρηστης και βλαπτικής επανακαταχώρισης των ήδη καταχωρισμένων εμπραγμάτων δικαιωμάτων); Η πραγματικότητα είναι ότι δεν υπάρχει καν προϋπολογισμός, αλλά μια τεράστια μαύρη τρύπα που ζητάει συνεχώς περισσότερα χρήματα για να χρηματοδοτεί την τραγική σε ποιότητα εργασία των αναδόχων! Και αντί να παρέμβει ένας Εισαγγελέας να ζητήσει λογοδοσία για τη διαχείριση των τεραστίων κονδυλίων που σπαταλήθηκαν για να μην έχουμε σήμερα κτηματολόγιο, η ίδια αποτυχημένη ισόβια ομάδα της Κτηματολόγιο Α.Ε./ΕΚΧΑ ζητάει σήμερα να λεηλατήσει και τους πόρους των υποθηκοφυλακείων για να χρηματοδοτήσει τη μαύρη τρύπα της εργασίας των αναδόχων, προκειμένου όχι να προστατεύσει, αλλά να υπονομεύσει το δικαίωμα στην ιδιοκτησία. Δεύτερο σοβαρό ζήτημα: Πόσοι είναι ακριβώς οι πόροι που χάνονται για το Δημόσιο και οι μισθολογικές δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνεται το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου δια του προτεινόμενου νομοσχεδίου; Έχει γίνει μέχρι τώρα κάποια στοιχειωδώς πλήρη μελέτη; Πρόχειρες εκτιμήσεις μας ανεβάζουν το κόστος αυτό σε ποσό της τάξης των τουλάχιστον 100 εκατομμυρίων ευρώ κατ’ έτος. Ως γνωστόν επιβάλλεται από το Σύνταγμα έκθεση του ΓΛΚ για τις οικονομικές επιπτώσεις κάθε νομοσχεδίου. Αν ποτέ έλθει αυτό το νομοσχέδιο στη Βουλή – ευελπιστούμε πως δεν θα έλθει ποτέ – το ΓΛΚ θα είναι άραγε σε θέση να εκτιμήσει πλήρως τις οικονομικές επιπτώσεις δια του περίπλοκου καθεστώτος των πόρων υποθηκοφυλακείων; Θα μάθουμε αν το προσωπικό πράγματι θα πληρώνεται από τον κρατικό προϋπολογισμό ή αν αυτό απλώς θα συμβεί αθόρυβα χωρίς πραγματική λογοδοσία προς την κοινή γνώμη και τα θεσμικά όργανα της Πολιτείας; Θα συμπεριληφθεί στους υπολογισμούς η επίπτωση στα δημόσια έσοδα από την κατάργηση του ΦΠΑ ύψους 24%, η οποία κατάργηση αποσιωπάται συστηματικά σε κάθε πρόσφατο νομοθετικό σχεδιασμό; Αυτά είναι μερικά μόνον από τα ερωτήματα που καλούνται να απαντήσουν οι συντάκτες του νομοσχεδίου και, φυσικά, οι υπηρεσίες του ΓΛΚ, εάν ποτέ έλθει το νομοσχέδιο στη Βουλή. Η δε αδιαφάνεια που σκοπίμως διατρέχει τα οικονομικά του νομοσχεδίου, αποδεικνύεται και από τη διάταξη του άρθρου 11 περ. 3, σύμφωνα με την οποία τυχόν έκτακτη οικονομική επιχορήγηση του υπό ίδρυση φορέα από τον κρατικό προϋπολογισμό του αποδίδεται με μόνη απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, χωρίς σύμπραξη του Υπουργού Οικονομικών! Πρόκειται για πρωτοφανή για τα ελληνικά πράγματα μεθόδευση, ενδεικτική των προθέσεων των συντακτών του νομοσχεδίου. Πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι σε σχετικά πρόσφατη συνάντησή μας με ανώτατα αρμόδια υπηρεσιακά στελέχη του Υπουργείου Οικονομικών, διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρχε η παραμικρή εικόνα, ούτε καν αόριστη, σχετικά με το τι έσοδα εισπράττει το ελληνικό Δημόσιο από τα υποθηκοφυλακεία. Ειλικρινά ελπίζουμε να υπάρχουν άλλοι, άγνωστοι σε εμάς αξιωματούχοι στο Υπουργείο Οικονομικών που να γνωρίζουν καλύτερα τα περί των πόρων του Δημοσίου από τα υποθηκοφυλακεία. Η Ένωση Αμίσθων Υποθηκοφυλάκων Ελλάδος είναι στη διάθεση κάθε αρμοδίου, προκειμένου να εξηγήσει πλήρως το καθεστώς δημοσίων πόρων από τα έσοδα των υποθηκοφυλακείων. Δυστυχώς, όπως και σε άλλο σημείο της παρούσας διαβούλευσης επισημάναμε, αποκλεισθήκαμε συστηματικά από τη συγκεκριμένη νομοπαρασκευαστική διαδικασία. Η οικονομική διάσταση της προωθούμενης ψευδο-μεταρρύθμισης δίδει μια εύλογη πιθανή εξήγηση του παντί τρόπω προωθούμενου αποκλεισμού μας. Όπως θα έλεγε και ο απλός λαός «είναι πολλά τα λεφτά» και το χειρότερο είναι ότι τα λεφτά δεν είναι των υποθηκοφυλάκων: Είναι του ελληνικού Δημοσίου. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 9 περ. δ του νομοσχεδίου, μπορεί να αναθέτει «σε τρίτους» υπηρεσίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του. Στο σχέδιο «οριστικών δομών» του κτηματολογίου που παρουσίασε η ΕΚΧΑ τον Μάρτιο του 2014, υπήρχε η ρητή πρόβλεψη ότι τα «σημεία εξυπηρέτησης κτηματολογίου» θα τα λειτουργούσαν ιδιώτες κατόπιν σύναψης συμβάσεων «με απλές διοικητικές πράξεις της ΕΚΧΑ» και «με αποφυγή χρονοβόρων διαγωνιστικών διαδικασιών εκ μέρους της ΕΚΧΑ». Από τη στιγμή λοιπόν που ένα τεράστιο ποσό πόρων θα κατευθύνεται ετησίως προς την ΕΚΧΑ υπό τον μανδύα του νέου φορέα και από τη στιγμή που η νομοθετική βάση δίδεται με το άρθρο 1 παρ. 9 περ. δ, είναι φανερό ότι τα σχέδια της ισόβιας ομάδας της Κτηματολόγιο Α.Ε./ΕΚΧΑ για μονιμοποίηση της παρουσίας των αναδόχων και μετά την περάτωση της λεγόμενης «κτηματογράφησης», υπό τη μορφή «σημείων εξυπηρέτησης κτηματολογίου», θα εξυπηρετηθούν άριστα δια της είσπραξης όλων των πόρων των υποθηκοφυλακείων από τον υπό ίδρυση φορέα. Στην ουσία το όλο σχέδιο είναι: Παίρνουμε τους πόρους των υποθηκοφυλακείων, διορίζουμε τους σημερινούς ιδιώτες που εργάζονται στην καταχώριση εμπραγμάτων δικαιωμάτων στο δημόσιο και στη συνέχεια αναθέτουμε το ίδιο έργο σε νέους ιδιώτες. Στον κρατικό προϋπολογισμό θα έχουν μείνει ως «δώρο» πλήθος καινούργιων, αλλά μηδέποτε αξιολογηθέντων δημοσίων υπαλλήλων, ενώ στην ελληνική κοινωνία ένα άθλιο, γραφειοκρατικό και μονίμως ημιτελές κτηματολόγιο, που θα εξυπηρετείται από αναδόχους που ουδέποτε σεβάστηκαν την ακίνητη ιδιοκτησία του Έλληνα, αλλά και ουσιαστικά δεν θα γνωρίζουν το αντικείμενο των εμπραγμάτων δικαιωμάτων.