• Σχόλιο του χρήστη 'Απόστολος Ευθυμιάδης' | 19 Νοεμβρίου 2018, 23:16

    Με βάση τις προβλέψεις του παραρτήματος Π.3 για το έτος 2040 για την εγκαταστημένη ισχύ και την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια διαπιστώνεται: έτος 2040 Ηλεκτ. Ισχύς Ενέργεια Ισοδ. ώρες (GW) (%) (GWh) (%) λειτουργίας Στερεά Καύσιμα - Λιγνιτικά 1,3 4,6% 4.598 7,9% 3.536,9 Πετρελαϊκά 1,3 4,6% 1.509 2,6% 1.160,8 Φυσικό αέριο 4,6 16,4% 11.208 19,2% 2.436,5 Βιοενέργεια 0,4 1,4% 2.521 4,3% 6.302,5 Υ/Η 4 14,3% 6.453 11,1% 1.613,3 Αιολικά 7,3 26,1% 17.787 30,5% 2.436,6 Φωτοβολταϊκά 8,1 28,9% 11.950 20,5% 1.475,3 Ηλιοθερμικοί σταθμοί 0,1 0,4% 267 0,5% 2.670,0 Γεωθερμία 0,3 1,1% 1.971 3,4% 6.570,0 Σύνολο 28 100,0% 58.264 100,0% Ισχύς συστημάτων αποθήκευσης 0,7 2,5% 8 Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα προκύπτουν τα εξής θέματα : Α. Οι ισοδύναμες ετήσιες ώρες λειτουργίας σε πλήρες φορτίο των θερμικών μονάδων (που προκύπτουν μετά από διαίρεση της παραγόμενης ενέργειας ως προς την ισχύ) είναι εξαιρετικά χαμηλές έναντι των 7500 ετησίως ωρών λειτουργίας οι οποίες είναι οι ελάχιστες απαιτούμενες ώστε να καθίστανται οι μονάδες αυτές οικονομικά βιώσιμες. Β. Η ισχύς των 700 MW η οποία προβλέπεται για τις νέες μονάδες αποθηκεύσεως ηλεκτρικής ενέργειας είναι εξαιρετικά χαμηλή έναντι της απαιτουμένης ισχύος για την αποθήκευση της περίσσειας των μεταβλητών ΑΠΕ Συστήματος (αιολικά-φωτοβολταϊκά) η οποία εκτιμάται ότι θα πρέπει να ανέλθει τουλάχιστον στα 8.000 MW και μάλιστα τεχνολογίας αντιστρέψιμων Υ/Η έναντι των 15.400 MW των μεταβλητών ΑΠΕ Συστήματος. Π.χ. σε περίπτωση όπου η ζήτηση του φορτίου είναι της τάξεως των 7.000 MW και οι ΑΠΕ λειτουργούν υπό πλήρες φορτίο, η περίσσεια των 8.400 MW θα πρέπει να οδηγείται στην αποθήκευση των Υ/Η ενώ ένα ποσοστό 400 MW θα απορρίπτεται ή θα οδηγείται σε εξαγωγή. Επομένως για την ελαχιστοποίηση των απορρίψεων ηλεκτροπαραγωγής από τις μεταβλητές ΑΠΕ, θα πρέπει να προβλεφθεί ισχύς Υ/Η της τάξεως των 8.000 MW και με αποθηκευτική ικανότητα τουλάχιστον 4 ωρών ήτοι 32.000 MWh. Γ. Άμεση συνέπεια των ανωτέρω είναι ότι ο προβλεπόμενος συντελεστής ισχύος (capacity factor) για τα αιολικά, της τάξεως του 2437/8760 = 28% να είναι υπερβολικά υψηλός και τούτο διότι ο συντελεστής αυτός είναι ήδη υψηλός με τα σημερινά δεδομένα αφού ο μέσος συντελεστής κυμαίνεται περί το 22% και μάλιστα σε συνθήκες διεισδύσεως μεταβλητών ΑΠΕ περί το 20% και με πρακτικά λίαν χαμηλές απορρίψεις. Με την προβλεπόμενη διείσδυση των μεταβλητών ΑΠΕ το 2040 στο 51% και μάλιστα χωρίς συστήματα αποθηκεύσεως, οι απορρίψεις αναμένεται να φθάσουν σε υψηλά ποσοστά της τάξεως του 20 με 30%, οδηγώντας των συντελεστή ισχύς περί το 18% ο οποίος αντιστοιχεί σε 1577 ετήσιες ώρες λειτουργίας έναντι των 2.437 ωρών που προβλέπονται στο ΕΕΣ. Αντίστοιχη μείωση θα πρέπει να προβλεφθεί και για τον συντελεστή ισχύς των φωτοβολταϊκών ο οποίος προβλέπεται δια το 2040 στα 17%. Δ. Η προβλεπόμενη ηλεκτρική ισχύς των 700 των συστημάτων αποθηκεύσεως είναι επίσης λίαν χαμηλή και από την σκοπιά της ευστάθειας του συστήματος. Π.χ. εάν σε μία στιγμή όπου το φορτίο είναι της τάξεως του 8.000 MW η λεκτροπαραγωγή από μεταβλητές ΑΠΕ Συστήματος ισούται με 7.000 MW και αίφνης τα 2.500 MW αιολικών αποκόπτονται από το σύστημα λόγω κάποιου συμβάντος (π.χ. για προστασία των αιολικών από υψηλές ριπές ανέμου) τότε θα απαιτηθεί ισχύς συσσωρευτών της τάξεως των 2.500 MW δια την ακαριαία κάλυψη της απώλειες ισχύος αυτής αφού στο σύστημα δεν θα διαθέτει πλέον στρεφόμενη εφεδρεία από τις βαριές ατμοηλεκτρικές μονάδες η οποία θα επιβράδυνε τις μεταβολές συχνότητας του συστήματος εκτός ορίων. Η χωρητικότητα της αποθήκης μπορεί να είναι από 15 έως 30 λεπτά, όσο χρειάζεται για να προλάβει να σηκώσει φορτίο ο εφεδρικός αεριοστρόβιλος για να καλύψει το κενό. Δια μία χωρητικότητα 0,5h η απαιτούμενη αποθηκευτική ικανότητα θα είναι 1250 kWh Ε. Συνολικά εκτιμάται ότι θα απαιτηθούν περί τα 8.000 MW αναστρέψιμων Υ/Η με χωρητικότητα περί τα 32.000 MWh και 2.500 με 3.000 MW συσσωρευτών με χωρητικότητας 1250 και 1500 MWh αντιστοίχως προκειμένου αφ' ενός μεν να προσεγγιστούν οι προβλεπόμενοι συντελεστές ισχύος αιολικών και φωτοβολταϊκών καί αφ' ετέρου να εξασφαλιστεί η ευστάθεια του συστήματος. Στ. Οι λιγνιτικές μονάδες υπολείπονται δραματικά τόσο από τις μονάδες φυσικού αερίου όσο και από τις μεταβλητές ΑΠΕ Συστήματος και τούτο παρά το γεγονός όπως έχει κατ' επανάληψη καταδειχθεί αυτές παραμένουν ανταγωνιστικές έναντι του φυσικού αερίου και των ΑΠΕ ακόμα και για τιμές δικαιωμάτων εκπομπής CO2 να προσγγίζουν τα 30 €/τόνο CO2. Ο ΕΕΣ θα πρέπει να καταστρώνεται χωρίς ιδεοληψίες ή με δαιμονοποίηση του λιγνίτη ή καταστροφολογία και να στηρίζεται αποκλειστικά στα κριτήρια ελαχίστου κόστους, προκειμένου να μην ακριβύνει περαιτέρω το τίμημα της ηλεκτρικής ενέργειας το οποίο ήδη είναι απρόσιτο για ένα μεγάλο μέρος του λαού μας.