• Συμπληρωματική παρατήρηση. Στις 30/11/2018 ο Υπουργός ΠΕΝ είπε στη Βουλή ότι "οι λιγνίτες έχουν πρόγραμμα, όταν τελειώνει η ζωή της λιγνιτικής μονάδας αποσύρεται, αυτός είναι ο Μακροχρόνιος Ενεργειακός Προγραμματισμός". Οπότε βεβαίως το ερώτημα που ανακύπτει είναι πότε "τελειώνει" η ζωή της κάθε μιας λιγνιτικής μονάδας και τι στην πραγματικότητα εννοεί ο Υπουργός. Με βάση την επάρκεια λιγνιτικών αποθεμάτων, η διάρκεια ζωής των λιγνιτικών μονάδων έχει προσδιοριστεί κατά το παρελθόν στα περίπου 48-52 έτη. Μόνο στα ήδη ανοικτά ορυχεία υπάρχουν σήμερα ακόμα 1 δισεκατομμύριο τόνοι απολήψιμου λιγνίτη. Δυστυχώς, η Καθαρή Ηλεκτροπαραγωγή [GWh], που προβλέπει στη σελ. 215 το "Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια & το Κλίμα (ΕΣΕΚ, 12054GWh το 2020, 10023GWh το 2025, 9317GWh το 2030, 5421GWh το 2035 και 4598GWh το 2040) είναι πολύ κάτω απ' τις παραγωγικές δυνατότητες των λιγνιτικών μονάδων που θα παραμένουν -κατά τον Υπουργό ΠΕΝ- στις αντίστοιχες χρονολογίες σε λειτουργία. Οι λιγνιτικές μονάδες καλύπτουν το φορτίο βάσης του ηλεκτροδοτικού συστήματος της χώρας και προκειμένου να είναι όσο πιο οικονομικά συμφέρουσα η λειτουργία τους, ανεξαρτήτως αν ανήκουν στη ΔΕΗ ή σε τρίτους, πρέπει να δουλεύουν τουλάχιστον 6500 ώρες το χρόνο. Δυστυχώς το ΕΣΕΚ είτε δεν αντιλαμβάνεται την έννοια του φορτίου βάσης είτε προτιμά να καλύπτει το φορτίο βάσης με μονάδες φυσικού αερίου. Εφόσον δεν θα έχει τελειώσει η διάρκεια ζωής των λιγνιτικών μονάδων, αυτές απλά θα παραμένουν ανενεργές και η Πολιτεία θα αναζητεί τρόπους αποζημίωσης προκειμένου να μην κλείσουν. Σε όλες τις περιπτώσεις υπάρχει σαφές πρόβλημα ασφάλειας εφοδιασμού της χώρας και αύξησης του κόστους ηλεκτροπαραγωγής για τους πολίτες, οδηγώντας ακόμα μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού σε συνθήκες ενεργειακής φτώχειας και έξαρση των ρευματοκλοπών. Το Κοινωνικό Τιμολόγιο δεν λύνει το πρόβλημα, απλά ανακατανέμει το λογαριασμό σ' εκείνους που πληρώνουν.