• Σχόλιο του χρήστη 'ΣΕΤΕ' | 7 Ιανουαρίου 2019, 08:41

    Προς τον Kύριο Σωκράτη Φάμελλο Αναπληρωτή Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κοιν.: Κυρία Έλενα Κουντουρά, Υπουργό Τουρισμού Αθήνα, 7 Ιανουαρίου 2019 Αγαπητέ κύριε Υπουργέ, Εδώ και δύο χρόνια ο ΣΕΤΕ επεσήμανε την αναγκαιότητα ενός ειλικρινούς και θαρραλέου διαλόγου της Πολιτείας με τους παραγωγικούς φορείς, τους φορείς προστασίας του περιβάλλοντος και τους αρμόδιους επιστημονικούς φορείς των δασολόγων καθώς και του ΤΕΕ για να εξευρεθεί η βέλτιστη δυνατή λύση για τα ζητήματα που θα προκύψουν με την επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα δημιουργία του δασολογίου και κατ’ επέκταση των δασικών χαρτών. Είναι κατανοητό πλέον σε όλους, ότι η ανάρτηση των δασικών χαρτών που στηρίζεται στο υφιστάμενο νομικό υπόβαθρο και τις ερμηνείες του, αναδεικνύει αφενός μεν μείζονα ζητήματα νομιμότητας για χιλιάδες κτίσματα και ποικίλες δραστηριότητες και εκμεταλλεύσεις υπαίθρου, αλλά και ερωτήματα ουσίας, κατά πόσο δηλαδή το υφιστάμενο νομικό καθεστώς περί χαρακτηρισμού δασικών εκτάσεων - που δεν υπάγονται σε ειδικές προστατευτικές διατάξεις - είναι πλέον δόκιμο είτε επιβάλλεται να τροποποιηθεί. Οι τροποποιήσεις επί το αυστηρότερο της έννοιας για τον χαρακτηρισμό και την φύση των δασικών εκτάσεων (δεν εννοούνται τα δάση) που συντελέστηκε τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει την διαδικασία της ανάρτησης των δασικών χαρτών σε διαδικασία δέσμευσης τεράστιων ποσοστών εδάφους της χώρας και την μετατροπή τους σε μη παραγωγικές-πέραν της πιθανής δασοπονικής εκμετάλλευσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Αιγαίο -και όχι μόνο- στα πρώτα νησιά που αναρτήθηκαν δασικοί χάρτες όπως η Πάτμος και η Σύμη, περίπου το 85% των εκτάσεών τους έχει χαρακτηρισθεί δασικό. Οι συνέπειες εκτός από ζητήματα αναπτυξιακά, αναδεικνύουν και θέματα ιδιοκτησιακά με βάση το τεκμήριο της ιδιοκτησίας του δημοσίου επί των δασικών εκτάσεων. Χαρακτηριστικές είναι οι πρωτοβουλίες των νησιωτικών δήμων και της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου οι οποίες εκπέμπουν σήμα απόγνωσης. Όμως, χαρακτηριστικές είναι και οι ενστάσεις ακόμη και των ίδιων των δασολόγων όπως των δασολόγων Κυκλάδων που διερωτώνται: «Αποτελούν οι πρώην αγροί με φρύγανα δάση; Κηρύσσονται αναδασωτέες οι εκτάσεις σε περίπτωση απομάκρυνσης των φρυγάνων από τους ιδιοκτήτες τους; Διώκονται ποινικά οι υπεύθυνοι; Υπάρχουν χορτολιβαδικές εκτάσεις στις Κυκλάδες; Η περιοχή των Κυκλάδων περιλαμβάνει μωσαϊκό χρήσεων γης, με μεγάλη επιφάνεια των εκτάσεων να αποτελούν τις μέχρι σήμερα γνωστές ως χορτολιβαδικές άγονες εκτάσεις των παρ. 5α και 5β του άρθρου 3 ν. 998/79 όπως ισχύει… Θεωρούμε επιτακτική την άμεση επίλυση του θέματος όχι με τρόπο εμβαλωματικό, όπως έγινε με την παρένθεση στο Π.Δ. 32/2016, αλλά ουσιαστικό, καθώς αποτελεί κρίσιμο ζήτημα για την άρση των αμφισβητήσεων, την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών και εν τέλει την άσκηση χρηστής διοίκησης. Οι Δασολόγοι της Δ/νσης Δασών Κυκλάδων». Διερωτώμεθα αν για όλες αυτές τις χιλιάδες αν όχι εκατοντάδες χιλιάδες ιδιοκτησιών -οι οποίες άλλες μεν θα υποβάλουν ενστάσεις άλλες όμως οι περισσότερες κατά την γνώμη μας, που αδυνατούν να ενημερωθούν είτε να ανταποκριθούν τεχνικά και οικονομικά στην προβλεπόμενη διαδικασία- που θα χαρακτηρισθούν τελεσίδικα ως δασικές, είναι σε θέση η Πολιτεία να αντιληφθεί σε τι αδιέξοδο οδηγεί τους πολίτες αλλά και τις δημόσιες υπηρεσίες και τα δικαστήρια. Ο ΣΕΤΕ έχει κατά καιρούς θέσει το ερώτημα εάν τα ζητήματα της ανάπτυξης, της απασχόλησης, και της ιδιοκτησίας είναι και αυτά αγαθά υψίστου δημοσίου συμφέροντος που προστατεύονται από το σύνταγμα. Έχουμε αναδείξει ότι με τις πράξεις της διοίκησης το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα γίνεται συνεχώς και πιο δύσκολο. Η διαθέσιμη γη για ανάπτυξη συνεχώς συρρικνούται και σπανίζει. Εάν επικαθίσουμε στον ίδιο χάρτη τις δασικές εκτάσεις όπως αναρτώνται σήμερα, τις αρχαιολογικές περιοχές, τις περιοχές NATURA, τις αποστάσεις από ρέματα-αιγιαλούς κ.λπ., τότε θα διαπιστώσουμε ότι η απομένουσα γη, είτε για γεωργική εκμετάλλευση είτε για άλλες παραγωγικές δραστηριότητες είναι είδος εν ανεπαρκεία. Και για μεν τις τελευταίες περιοχές, όπως και για τα δάση, κανείς δεν έχει αντίρρηση για την ανάγκη προστασίας τους και σωστής διαχείρισης και ανάδειξής τους, αλλά για τις δασικές εκτάσεις με την ευρύτερη και υπερβολική έννοια που τις χαρακτηρίζει η όλη διαδικασία και νομική και διοικητική ερμηνεία, έχουμε αντιρρήσεις που θα πρέπει ο πολιτικός κόσμος και οι πολίτες να συζητήσουν χωρίς προκαταλήψεις. Οι προσπάθειες που έκανε το Υπουργείο για να επιλύσει όλα τα τεράστια προβλήματα που αναδείχθηκαν από τη διαδικασία των δασικών χαρτών είτε με τους νόμους 4447/16, 4467/17, 4519/18, είτε που επιχειρεί με το παρόν νομοσχέδιο, είναι αλυσιτελείς και κατά τη γνώμη μας ατελέσφορες. Κρίνουμε ότι πρέπει ο νομοθέτης να επανεξετάσει τι θεωρείται δασική έκταση και τι όχι. Στο οικοσύστημα δεν υπάγονται μόνο τα φρύγανα και η χαμηλή αραιή βλάστηση, αλλά και ο άνθρωπος που έχει και αυτός την ανάγκη να αναπτυχθεί, να απασχοληθεί και να επιβιώσει. Πρέπει από εκεί να εκκινήσουμε και όχι απλά να προσπαθούμε με ακροβασίες νομοθετικές –εξ ανάγκης- να επιχειρούμε να διασώσουμε με αμφίβολα αποτελέσματα τις αντιφάσεις των νομοθετικών προθέσεων με την πραγματικότητα η οποία άλλες φορές διαμορφώθηκε με νόμιμες διαδικασίες και με πράξεις είτε έγγραφα της διοίκησης και άλλες φορές με την ανοχή ή την αδυναμία της, η οποία όμως κατάντησε καθεστώς. Σε κάθε περίπτωση θεωρούμε ότι η -απαραίτητη σε μια ευνομούμενη πολιτεία- ανάρτηση των δασικών χαρτών, αναδεικνύει προβλήματα δεκαετιών, τα οποία αφενός θα πρέπει να αντιμετωπισθούν με τον επανακαθορισμό της ευρύτερης έννοιας των δασικών εκτάσεων και αφετέρου θα πρέπει να συνεκτιμηθούν όλες οι πράξεις τις διοίκησης, οι εγκρίσεις, οι αδειοδοτήσεις και οι κατά καιρούς νομιμοποιήσεις, οι οποίες εμπέδωσαν το αίσθημα της ιδιοκτησίας και της νομιμότητας στους κατόχους πολίτες. Επομένως πρέπει να μην υπάρχει οριζόντια αντιμετώπιση, αλλά να αναγνωρίζονται κατ΄ αναλογίαν και οι κρατικές ευθύνες για τις τελευταίες περιπτώσεις. Με το παρόν νομοσχέδιο επιχειρείται να αντιμετωπισθεί το ζήτημα των χιλιάδων κατοικιών εκτός σχεδίου που θα βρεθούν δικαίως ή αδίκως σε δασικές εκτάσεις. Το ίδιο έγινε με τα προηγούμενα νομοσχέδια που προσπάθησαν να επιλύσουν τα θέματα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Τι θα γίνει, όμως, με τις άλλες χρήσεις όπως τις παραγωγικές εγκαταστάσεις, είτε αυτές αφορούν στην βιοτεχνία-βιομηχανία, είτε στο εμπόριο και στον τουρισμό; Τι θα γίνει με όσες αδειοδοτήθηκαν με δασικές βεβαιώσεις, είτε πράξεις δασαρχείου οι οποίες για διάφορους λόγους θα αμφισβητηθούν ή θα ανακληθούν; Θεωρούμε, εν κατακλείδι, ότι δεν είναι αργά να υπάρξει μια νομοθετική πρωτοβουλία με πνεύμα συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων, ώστε να επιλυθούν όλα αυτά τα μείζονα προβλήματα που εκθέσαμε εν συντομία. Εφόσον, όμως, δεν γίνουν αποδεκτά τα ανωτέρω είμαστε υποχρεωμένοι να προτείνουμε έστω και ύστατες διαδικασίες για τις τουριστικές εγκαταστάσεις όπως αυτή που πρότεινε ήδη, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων (ΠΟΞ): Την ανάγκη δηλαδή νομοθετικής πρόβλεψης για τις εν λειτουργία τουριστικές εγκαταστάσεις μιας διαδικασίας ανάλογης του άρθρου 14 του ν. 4519/18 που συμπλήρωσε την παρ. 14 του άρθρου 52 του ν.4280/14. Με εκτίμηση, Γιάννης Ρέτσος Πρόεδρος ΔΣ