• Σχόλιο του χρήστη 'Γιώργος Μιχαηλίδης' | 27 Μαρτίου 2019, 20:36

    1. Το θέμα του Εκθεσιακού Κέντρου έχει απασχολήσει το χωρικό σχεδιασμό για τη Θεσσαλονίκη επανειλημμένα. - Το πρώτο Ρυθμιστικό Σχέδιο προδιέγραφε «τόνωση του ρόλου της ΔΕΘ, άνοιγμα του χώρου και για άλλες δραστηριότητες καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου και μεταφορά ορισμένων εκ των δραστηριοτήτων της σε περιοχές που καθορίζονται για παρόμοιες χρήσεις». - Το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο, στο Σχέδιο Νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή αλλά αποσύρθηκε, ενέτασσε το γήπεδο σε ένα συνολικό «Μητροπολιτικό Πάρκο πολιτισμού και πρασίνου Θεσσαλονίκης που εκτείνεται στις περιοχές Λευκού Πύργου, πάρκου ΧΑΝΘ - Θεάτρου Κήπου – Βασιλικού Θεάτρου, Αρχαιολογικού Μουσείου, χώρου ΔΕΘ, Πανεπιστημίων, Γ’ Σώματος Στρατού, Πεδίου Άρεως, με εκτόνωση σε Ευαγγελίστρια και Κήπους του Πασά». - Το ισχύον Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο Δήμου Θεσσαλονίκης καθορίζει για τον χώρο χρήσεις «Έκθεσης» (ΔΕΘ) και «Αθλητισμού» (Αλεξάνδρειο Αθλητικό Μέγαρο) και τον εντάσσει σε μια ευρύτερη περιοχή που εκτείνεται από παραλιακή οδό - Έντισσον – Καυταντζόγλου – Κονίτσης – Γ’ Σεπτεμβρίου – Εγνατία – Αγγελάκη – Τσιμισκή – Εθνικής Αμύνης, όπου «απαιτείται ειδική μελέτη για τη διερεύνηση των χρήσεων και τη δυνατότητα οργάνωσης εγκαταστάσεων για πολιτιστικές λειτουργίες στο διάστημα που δεν λειτουργεί η ΔΕΘ». - Το προς έγκριση νέο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο Δήμου Θεσσαλονίκης εντάσσει την έκταση σε ευρύτερη Ζώνη Μητροπολιτικών Λειτουργιών (πάρκο ΧΑΝΘ – Θέατρα – Μουσεία, Δημαρχείο, Γ΄ ΣΣ, ΔΕΘ, Τελλόγλειο, Κεδρινός Λόφος, Κήποι του Πασά, ανατολικά τείχη) για την οποία δίνει κατεύθυνση οργάνωσης με προοπτική να συναποτελέσουν «Μητροπολιτικό Πάρκο». - Το προς έγκριση Περιφερειακό Πλαίσιο Χωρικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Κεντρικής Μακεδονίας ορίζει «Ενιαίος φυσικός σχεδιασμός και ανασύνταξη των ελεύθερων χώρων και χώρων πρασίνου εντός της Λειτουργικής Μητροπολιτικής Περιοχής Θεσσαλονίκης, και σύνδεσή τους με τους χώρους προστασίας φυσικού περιβάλλοντος: … (γ) σχεδιασμός Μητροπολιτικού Πάρκου πρασίνου και πολιτισμού στο χώρο της ΔΕΘ, ταυτόχρονα με τη διατήρηση και τον αναπροσανατολισμό της εκθεσιακής δραστηριότητας». Κατά συνέπεια, γενική φυσιογνωμία και χρήσεις του χώρου είναι δεδομένες και κάθε απόπειρα να τεθούν εκνέου σε αμφισβήτηση και θα καθυστερήσει ακόμη περισσότερο τη ρύθμιση του χώρου στην πόλη συνολικά και κινδυνεύει να διαιωνίσει τη σημερινή κατάσταση, αντιπαραγωγική για τη ΔΕΘ και οχληρή για την πόλη. Η θέσπιση του εργαλείου του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου επιτρέπει επιτέλους να εξειδικευθεί ο τοπικός σχεδιασμός στην περιοχή όπως το ζητούσαν όλοι οι υπερκείμενοι σχεδιασμοί από το 1985. 2. Για τον χώρο έχουν εκπονηθεί επτά μελέτες ή προτάσεις: Έρευνα εναλλακτικών δυνατοτήτων αναδιάρθρωσης λειτουργιών και χώρου HELEXPΟ (ΑΠΘ 1998), Μελέτη σκοπιμότητας για τη διοργάνωση EXPO στη Θεσσαλονίκη (κοινοπραξία 2001), City of Thessaloniki International Fair World EXPO (S. Calatrava 2002), Η σημασία του προγραμματικού αστικού σχεδιασμού για την ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης και μία πρόταση για τη μετεγκατάσταση της Διεθνούς Έκθεσης της Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ 2003), Mελέτη Ανάπλασης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης (Γραφείο Δοξιάδη 2005), Υπηρεσίες Συμβούλου για έργα ανάπτυξης εκθεσιακών και συνεδριακών υποδομών της ΔΕΘ (κοινοπραξία 2012), Μητροπολιτικό Θεματικό Πάρκο Θεσσαλονίκης (ιδιώτες 2012). Καμία δεν υλοποιήθηκε, είτε διότι το ζήτημα δεν κρινόταν από τους φορείς της πόλης επείγον είτε διότι το κόστος τους προβλεπόταν απαγορευτικό. σε κάθε περίπτωση, η πολεοδομική διευθέτηση του χώρου θα ήταν αναγκαία προϋπόθεση με την ίδια όπως σήμερα πιθανότητα για αμφισβητήσεις. Η έκτη μελέτη συγκέντρωσε τη συναίνεση των φορέων της πόλης, με τη βοήθεια και της οικονομικής συγκυρίας η οποία επέβαλλε ρεαλιστικό περιορισμό των έως τότε υπέρμετρων φιλοδοξιών, με αποτέλεσμα κατοχύρωση της επιλογής για παραμονή – ανάπλαση του Εκθεσιακού Κέντρου στο σημερινό χώρο του. 3. Το Εκθεσιακό Κέντρο διαθέτει κτιριακό απόθεμα εξαιρετικά γηρασμένο που δεν επιτρέπει την ορθολογική χρήση του για εκθεσιακή δραστηριότητα και διεσπαρμένο με χωρική οργάνωση που περιορίζει στο ελάχιστο τους χώρους πρασίνου και καθιστά χαοτική την εσωτερική κυκλοφορία και εφοδιασμό. Τα παλαιά κτίρια έχουν πολύ σημαντικούς περιορισμούς στην εκμετάλλευση της ονομαστικής επιφάνειας (κλιμακοστάσια, χαμηλό ύψος ορόφων, πυκνά υποστυλώματα, μικρό μέγεθος) με αποτέλεσμα ο εκμεταλλεύσιμος χώρος να περιορίζεται κάτω του 50% όταν στα σύγχρονα εκθεσιακά κέντρα φθάνει το 80%. Κατά συνέπεια, είναι προφανώς αναγκαίος ο συνολικός ανασχεδιασμός των κτιριακών συνόλων. Σημαίνοντα κτίρια με νομικά κατοχυρωμένη χρήση (ΜΜΣΤ, Πϋργος ΟΤΕ, ΑΑΜΘ) προτείνονται από το Ε.Χ.Σ. προς διατήρηση. Η τύχη άλλων ίσως ενδιαφερόντων κτιρίων ούτως ή άλλως θα αποφασιστεί με βάση το Ν. 4067/2012, προφανώς λαμβάνοντας υπόψη την τεχνική τους κατάσταση και το κόστος ανακατασκευής. Δε θα ήταν δόκιμο πρώτα να αποφασιστεί η τύχη κάποιων κτιρίων με (προς το παρόν) υποκειμενικά κριτήρια και μετά, με βάση τη θέση τους, να αρχίσει η αναζήτηση ζωνών πρασίνου και όρων δόμησης σε απομένουσες διεσπαρμένες μικροπεριοχές, διότι έτσι δεν θα διασφαλιζόταν ούτε η λειτουργικότητα του Εκθεσιακού Κέντρου ούτε η συνεισφορά του με ενιαίες περιοχές πρασίνου στο ευρύτερο Μητροπολιτικό Πάρκο. Εξάλλου, διατηρούμενα κτίρια και στοιχεία έχει αποδειχθεί ότι είναι εφικτό να ενσωματωθούν λειτουργικά και μορφολογικά σε χρηστικά σύγχρονα κτίρια και αυτή η λύση μπορεί να αποτελέσει βασική προδιαγραφή στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. 4. Το Ε.Χ.Σ. θα μπορούσε, βάσει των προδιαγραφών, να περιορίζεται σε μια αδρομερέστερη μορφή του νομοθετούμενου Χάρτη (Π.3) με τομείς και περιοχές δόμησης, όρους δόμησης και χρήσεις, καθώς ο λεπτομερέστερος και τελεσίδικος ορισμός ρυμοτομικών και οικοδομικών γραμμών ή αρχιτεκτονικών κατευθύνσεων είναι, τεχνικά, αντικείμενο των επόμενων σταδίων (Πολεοδομικό Σχέδιο Εφαρμογής, αρχιτεκτονικός διαγωνισμός, άδεια οικοδόμησης). Είναι θετικό το ότι δεν αυξάνει τη συνολική δόμηση και συγκεντρώνει την εκθεσιακή δραστηριότητα απελευθερώνοντας χώρο, ορίζει άξονες διέλευσης και οπτικής φυγής που επεκτείνουν αυτούς της γύρω περιοχής από τοπόσημο σε τοπόσημο της πόλης, προβάλλει τον άξονα Παραλία – πλ. ΧΑΝΘ – Μουσεία, ορίζει μέγιστα ύψη κατά περιοχή που επιτρέπουν απρόσκοπτη θέαση στον άξονα πλ. ΧΑΝΘ - Πύργος ΟΤΕ – Πολυτεχνική Σχολή, αναδιοργανώνει τις κυκλοφοριακές ροές εσωτερικά, συνδέεται λειτουργικά με το Μετρό, προτείνει λύσεις στάθμευσης και δεν φαίνεται να προκαλεί πρόσθετη κυκλοφοριακή επιβάρυνση στην ευρύτερη περιοχή, και, κυρίως, πολλαπλασιάζει την έκταση πρασίνου σε μια ενιαία ζώνη, εντάξιμη στο «Μητροπολιτικό Πάρκο πρασίνου και πολιτισμού» που επιδιώκει ο υπερκείμενος σχεδιασμός για το σύνολο της ευρύτερης περιοχής. Συνοψίζοντας, η κατάρτιση του Ε.Χ.Σ. κινείται προς σωστή κατεύθυνση, ισορροπώντας ανάμεσα στην αναγκαιότητα για επιχειρηματική βιωσιμότητα της ΔΕΘ ως εμβληματικού, απαραίτητου οικονομικού φορέα της πόλης και στην απαίτηση να ξεκινήσει έστω σταδιακά η υλοποίηση ενός Μητροπολιτικού Πάρκου στην ευρύτερη περιοχή. Επιπλέον, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η χώρα παραμένει σε συγκυρία αναιμικής ανάκαμψης με Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων συνεχώς μειούμενο και με μικρή ελκυστικότητα για ιδιωτικές επενδύσεις, και ότι δεν έχει επανέλθει κάποια εποχή αφθονίας, φαραωνικών έργων ή ανέξοδων σχεδιασμών. Όλοι όσοι έχουν γνώση των διαδικασιών χωρικού σχεδιασμού είναι σωστό να τις τηρούν: μπορούν να έχουν εύλογες διαφωνίες με τη νομοθεσία, με τις προδιαγραφές των Ε.Χ.Σ., με συγκεκριμένες σχεδιαστικές λεπτομέρειες, αλλά είναι σκόπιμο να τις εκφράζουν στον κατάλληλο χρόνο, τόπο και θεσμό, με την πληρέστερη δυνατή τεκμηρίωση, και εφόσον εμπίπτουν στο ιδιαίτερο επιστημονικό τους αντικείμενο. Ενα έργο που φαίνεται εφικτό και έχει κριθεί στο παρελθόν ως αναγκαίο και συμβατό με τον ευρύτερο σχεδιασμό για την πόλη, πρέπει να αξιολογηθεί με αποκλειστικά τεχνικά κριτήρια και να εξειδικευθεί ή βελτιωθεί με γνώμονα αφενός τις αναπτυξιακές ανάγκες της πόλης, αφετέρου τον σεβασμό στην προστασία του περιβάλλοντος, και έχοντας διδαχθεί από μία ατελείωτη σειρά καθυστερήσεων και αποτυχιών. Υπάρχει πάντα η πιθανότητα για ατελή τελικό σχεδιασμό αλλά υπάρχει και η κάκιστη σημερινή πραγματικότητα στο χώρο, που κινδυνεύει να διαιωνιστεί στο όνομα της αναζήτησης της κάλλιστης λύσης.