Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου (ΕΧΣ) για το Εκθεσιακό Κέντρο Θεσσαλονίκης

Πατήστε εδώ για να δείτε την Μελέτη.

  • 2 Μαΐου 2019, 20:09 | Κωνσταντίνος Κουρκούτας, PhD

    Δε θα μπω σε λεπτομερή ανάλυση όσον αφορά τις λεπτομέρειες τις μελέτης καθώς οι αδυναμίες/αστοχίες της καθώς και όσα πιθανόν θετικά στοιχεία της εντοπίστηκαν και τα ανάφεραν οι προηγούμενοι/-ες συμμετέχοντες στην συζήτηση. Θα ήθελα όμως να επισημάνω τα εξής σημεία:

    • Συμμετοχικότητα: Η διαβούλευση σαν διαδικασία όπως παρουσιάζεται στο συγκεκριμένο εγχείρημα, είναι πολύ μακριά πλέον από τις σύγχρονες πρακτικές συμμετοχικών διαδικασιών συν-δημιουργίας και σχεδιασμού του αστικού χώρου που εφαρμόζονται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Και επιπλέον είναι μια διαδικασία πολύ υποδιαίστερη, της σημασίας της συγκεκριμένης παρέμβασης για την πόλη της Θεσσαλονίκης και την μελλοντική της πολεοδομική ανάπτυξη. Προκαλεί έκπληξη και θλίψη ταυτοχρόνως, όταν ο ίδιος ο Δήμος Θεσσαλονίκης πειραματίζεται με τέτοιες μεθοδολογιες σε διαφορετικά ευρωπαικά προγράμματα, αλλά δεν τολμά στην προκειμένη περίπτωση να κάνει αυτό το ποιοτικό άλμα και να τα εφαρμόσει στην πραγματικότητα.

    • Η Κλίμακα ώς ερώτηση:
    Όπως αναφέρθηκε σε διάφορα σχόλια, ο χαρακτηρισμός “μητροπολιτικός” τόσο για τον παρκο/ πράσινο χώρο όσο και για τον αστικό πόλο δεν δικαιολογούνται και δεν διερευνώνται. Οι κοινωνικό-περιβαλλοντικές συνέπειες στην μητροπολιτική τους διάσταση, παραμένουν μετέωρες και ευάλωτες, και πιστεύω αυτό από μόνο του θα έπρεπε να ακυρώσει την μελέτη. Δεν μπορεί να μιλάμε για ένα μητροπολιτικό παρκο και να μην διερευνάται σε κανένα σημείο παράγοντες όπως η συνδεσιμότητα των υπολοιπων πρασινων χωρων με το παρκο της ΔΕΘ, η θέση του μέσα σε ένα ευρύτερο δίκτυο πρασίνου κλπ.

    • Μια επαρκής και υπεύθυνη τοπική υδρολογική διαχείριση
    Η χαρακτηριστική γεωμορφολογία του σημείου έχει ως αποτέλεσμα στο στένεμα αυτό μεταξύ του ορεινού όγκου και της θαλάσσης να ελαττώνεται στο ελάχιστο η επιφάνεια απορροής των επιφανειακών υδάτων και τη δημιουργία ορμητικών χειμάρρων που καθορίσαν το ανατολικό όριο της ιστορικής πόλης και τη δραστηριότητα στην περιοχή για πολλά χρόνια. Ιστορικά στην ευρύτερη περιοχή υπήρχαν τρεις χείμαρροι, (δύο μεσα στη ΔΕΘ). Όπως αναφέρθηκε και σε άλλα σχόλια ακόμα και σήμερα σε έκτακτα καιρικά περιστατικά, παρόλα τα μέτρα διευθέτησης, η περιοχή υποφέρει συστηματικά απο πλημμύρες και ζημιές: προβλήματα υπό αναμονή που δεν αναφέρονται πουθενα στην μελετη.

    • Πολεοδομική Κληρονομιά: Η ανάγκη για μια κατάλληλη τοπική και υπερτοπική αστική δομή
    Αναθεωρώντας τον αντίκτυπο και την επιρροή του σχεδίου Hebrard για τη συγκεκριμένη περιοχή σήμερα, μπορούμε να αναγνωρίσουμε ορισμένα στοιχεία του αρχικού σχεδίου, η πλειονότητά τους σε μια τροποποιημένη κατάσταση, αλλά και να εκτιμήσουμε τη διορατικότητα του αρχικού σχεδίου. Το πιο αξιοσημείωτο στοιχείο είναι η παρουσία της λεωφόρου που ο Hebrard οραματίστηκε να συνδέει το Πανεπιστήμιο, στην κορυφή του άξονα, με το παραλιακό μέτωπο, με πλήθος από αξιοσημείωτα πολιτιστικά κτήρια και καταπράσινες εκτάσεις κατά μήκος της πορείας της. Ένας καινούριος αστικός άξονας αντίστοιχος με άλλους βασικούς αστικούς άξονες του σχεδίου όπως η Αριστοτέλους ή η Δημητρίου Γούναρη.

    Η σημερινή πραγματικότητα στη περιοχή απέχει σε μεγάλο βαθμό από την ιδέα και το όραμα της αρχικής πρότασης. Παρόλα αυτά μπορούμε ακόμη και σήμερα να διακρίνουμε και να συνοψίσουμε μια σειρά χαρακτηριστικών του σχεδίου Hebrard που είναι παρόντα στον σύγχρονο ιστό: i) Μια ιδιαίτερη συμβολή του έργου ήταν η πρόβλεψη για τη δημιουργία μιας πράσινης ζώνης γύρω από την πόλη και τα όρια του ιστορικού κέντρου, χωρίζοντας την πόλη σε τρία μεγαλύτερα τμήματα. Μία από αυτές τις ζώνες έτρεχε ανατολικά του ιστορικού κέντρου και ήταν δομημένη κατά μήκος ενός άξονα υπό τη μορφή μιας μακράς λεωφόρου. ii) Προέβλεψε χώρο για τη δημιουργία βασικών κτηρίων και υποδομών, αν και η πλειοψηφία τους κατασκευάστηκε τελικά σε διαφορετικές θέσεις από τις αρχικές που προτάθηκαν από το σχέδιο (π.χ., πανεπιστημιούπολη, γήπεδο, μουσεία, θέατρα, ΧΑΝΘ κ.ά.). iii) Η εγκατάσταση της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης και της Πανεπιστημιούπολης σαν περίκλειστοι χώροι κατά μήκος της πορείας του άξονα / λεωφόρου απέκλεισε κάθε δυνατότητα διατήρησης της λειτουργικής συνέχειας του άξονα (σε επίπεδο τοπίου, κινητικότητας, προσβασιμότητας κλπ). Τα υπολείμματα αυτής της πράσινης περιοχής μπορεί να παρατηρηθούν στην αυλή του πανεπιστημίου και σε άλλες μικρότερες περιοχές πρασίνου που υπάρχουν στον σύγχρονο τοπικό ιστό της περιοχής.

    Το αρχικό σχέδιο ουσιαστικά προέβλεπε και προνοούσε για τη δημιουργία ενός νέου αστικού άξονα έξω από τα ανατολικά τείχη της πόλης, δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες για την εμφάνιση μιας νέας κεντρικότητας έξω από τον παραδοσιακό χώρο της παλιάς πόλης. Παρόλο που το σχέδιο υλοποιήθηκε μόνο εν μέρει, το αρχικό σχέδιο και οι συνθήκες που δημιούργησε συνέβαλε σημαντικά στην εμφάνιση σημαντικών κτηρίων και δραστηριοτήτων κατά μήκος της περιοχής του άξονα, διατηρώντας έτσι μια κατάσταση λανθάνουσας / εκκρεμούς κεντρικότητας για την περιοχή. Η μετέπειτα εμφάνιση και συγκέντρωση άλλων σημαντικών κτηρίων και λειτουργιών στην περιοχή (που δεν προβλέπονταν αναγκαστικά στο σχέδιο), επαληθεύει αυτή τη θεωρία και επιβεβαιώνει το λανθάνον και αδρανές δυναμικό της περιοχής. Οι προβληματικές αλλά και ταυτόχρονα υποσχόμενες συνθήκες που επικρατούν σήμερα μπορούν να αντιστραφούν με τον επαναπρογραμματισμό του τοπικού ιστού, χρησιμοποιώντας τον Κεντρικό άξονα ως κύριο χαρακτηριστικό και εργαλείο αυτής της μελλοντικής αστικής μεταλλαγής.

    Η αναβίωση της ιδέας της ανάδειξης του κεντρικού άξονα σε πρωταγωνιστικό δομικό στοιχείο, όπως προβλεπόταν αρχικά από το σχέδιο Hebrard, μπορεί να αποδειχθεί σε ένα εύχρηστο εργαλείο για τη διάρθρωση μια νέας και αποτελεσματικής αστικής δομής. Με βασικό και άμεσο στόχο τη σύνδεση του δάσους με το θαλάσσιο μέτωπο μπορεί παράλληλα να επιφέρει μια σειρά απο παράπλευρα οφέλη: i) αύξηση της προσβασιμότητας των πολιτών σε δημόσιους χώρους και χώρους αναψυχής ii) Αναδιάρθρωση και βελτίωση της κινητικότητας (οχήματα, πεζοί, ποδήλατα κτλ.) σε ένα τοπικό και υπερτοπικό επίπεδο, συμβάλλοντας παράλληλα στην iii) αποκατάσταση και αναδιάρθρωση του οικολογικού στοιχείου (συνδεσιμότητα και οικοσυστημικές υπηρεσίες) στο σύνολό του (βλάστηση & υδρολογία). iv) αναδιοργάνωση / αναδιάρθρωση και επιδιόρθωση του κατακερματισμένου και επί του παρόντος δυσλειτουργικού ιστού και αξιοποίηση της ποικιλόμορφης και πλούσιας δραστηριότητας (οικιστική, ψυχαγωγική, πολιτιστική, υγεία, ακαδημαϊκή, αθλητική κλπ.) παρούσας στην περιοχή.

    Έχοντας λοιπόν όλα αυτά τα σημεία υπόψιν δύο είναι τα καίρια ερωτήματα που χρήζουν διερεύνησης έχοντας στα χέρια μας Ειδικό Χωρικό Σχέδίο για τη ΔΕΘ, i) τίθεται το ερώτημα ποια θα έπρεπε να είναι η πραγματική σκάλα/κλίμακα εφαρμογής του σχεδίου. Διότι όσο κρίσιμο και εάν είναι το θέμα της διευθέτησης του χώρου της ΔΕΘ, η αντιμετώπιση του σαν ένα “κλειστό” θέμα, αγνοώντας τα προβλήματα και συνθήκες που προαναφέρθηκαν, θα αποτελέσει μια χαμένη ευκαιρία για την πόλη να επιλύσει ολιστικά τα προβλήματα σε μία από τις πιο κεντρικές περιοχές της, που παράλληλα παρουσιάζει ένα ιδιαίτερο και ανερχόμενο δυναμικό ανάπτυξης κεντρικότητας σε μητροπολιτικό επίπεδο, δεδομένου τη συγκέντρωση και ποιότητα χρήσεων και ροών που διαχειρίζεται, ii) Θα μπορέσει η πόλη της Θεσσαλονίκης 100 χρόνια μετά το σχέδιο Εμπράρ, να ολοκληρώσει έστω και αναθεωρημένο το αρχικό σχέδιο και να αποθέσει έναν ελάχιστο φόρο τιμής στον αρχιτέκτονα και την ομάδα που το συνέθεσε πριν από έναν αιώνα, εκφράζοντας μια ελάχιστη πολεοδομική παιδεία και φόρο τιμής στην πολεοδομική κληρονομιά της πόλης.

    Ένας πιθανός μετασχηματισμός τής υπό μελέτης περιοχής πρέπει να έχει υπόψιν του τα προαναφερθέντα σημεία και οποιοσδήποτε μελλοντικός χωρικός σχεδιασμός η στρατηγική πρέπει να έχει σαν πρωταρχικό σκοπό να επιλύσει τα ιδιάζοντα προβλήματα της περιοχής, αποκαθιστώντας λειτουργικά και επιδιορθώνοντας τον κατακερματισμένο αστικό ιστό. Ο κεντρικός άξονας αναδύεται μέσα από την σύγχρονη ανάλυση ως ένα βασικό στοιχείο και ένα σημαντικό πολεοδομικό εργαλείο ταυτοχρόνα για την αναγέννηση της περιοχής και αντίστοιχα πρέπει να του επιδοθεί ο πρωταγωνισμός που του αρμόζει σε οποιαδήποτε μελλοντικά σχέδια. Το ζήτημα της συνέχειας, των δημοσίων χώρων, της προσβασιμότητας και κατά συνέπεια, της γενικότερης κινητικότητας, είναι ζητήματα που εύκολα μπορούν να αναδιαρθρωθούν έχοντας τον Κεντρικό Άξονα ως βάση και κέντρο αναφοράς.

    Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται μπροστά στη χωρική αλλά και χρονική συγκυρία να επεκτείνει το κέντρο της εκτός των τειχών σε μία ανακαινισμένη περιοχή που θα περιλαμβάνει ποιοτικούς δημόσιους και πράσινους χώρους, δημόσιες και ιδιωτικές καινοτόμες υπηρεσίες, με εύκολη πρόσβαση και σεβασμό στο περιβάλλον και τους κατοίκους της πόλης. Η Θεσσαλονίκη μπορεί να αποκτήσει στη μορφή του Κεντρικού Άξονα μια Rambla στο κέντρο του πολεοδομικού της συγκροτήματος: μια Rambla της Καινοτομίας, των Μουσείων, του Πανεπιστημίου που θα συνδέει άλλες διαμορφωμένες διαδρομές στην περιοχή (πολιτιστικές, περιπάτου ή αθλητισμού) και θα διαρθρώσει συντονισμένα τη συνολική δραστηριότητα στην περιοχή και θα την αναδείξει ως μια νέα κεντρικότητα με πρωταγωνιστικό ρόλο σε μητροπολιτικό επίπεδο. Το Ειδικό Χωρικό Σχέδιο δεν θα πρέπει να αποτελέσει τον προορισμό αλλά την έναρξη του διαλόγου και διεργασιών για τη διαμόρφωση του μέλλοντος της πόλης μας.

  • Ο νέος σχεδιασμός για τον χώρο της ΔΕΘ επιβαρύνει πολεοδομικά την πόλη, ενισχύει την υπερσυγκέντρωση των λειτουργιών της και αποδέχεται προτάσεις που γυρίζουν τον χωροταξικό σχεδιασμό της Θεσσαλονίκης στην εποχή της τσιμεντοποίησης. Δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες απαιτήσεις για υψηλή ποιότητα ζωής και πράσινο στο κέντρο της πόλης και επιβεβαιώνει τις επιφυλάξεις που εκφράσαμε και για άλλες περιπτώσεις αποσπασματικών Ειδικών Χωρικών Σχεδίων, όπως αυτό που ετοιμάζεται για το παραλιακό μέτωπο. Η πόλη φαίνεται ότι κόβεται σε «φιλέτα» και δίνεται προς «αξιοποίηση» και εκμετάλλευση. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια πιο ανθρώπινη, πράσινη και αξιοβίωτη πόλη και έναν συνολικό και ηπιότερο χωροταξικό σχεδιασμό.
    Σε διαβούλευση έπρεπε να μπει συνολικά ο προτεινόμενος σχεδιασμός και όχι μόνον οι περιβαλλοντικοί όροι. Υπάρχει ζήτημα αντισυνταγματικότητας επειδή μειώνεται το πράσινο και υποβαθμίζονται οι συνθήκες ζωής στην πόλη.
    Σύμφωνα με τη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ), η προοπτική μεταφοράς του εκθεσιακού χώρου στη Σίνδο εγκαταλείπεται ως μακρινό όνειρο: «Παραμένει απλά ως μια στόχευση διαφορετική αλλά πάντοτε μακροπρόθεσμη στα πλαίσια εκθεσιακών δραστηριοτήτων που θα εξυπηρετούνται καλύτερα σε άλλες, εκτός αστικού περιβάλλοντος περιοχές»!
    Σε αντίθεση με το σχέδιο του Εμπράρ, που πρόβλεπε μόνο διάσπαρτες χρήσεις σε ένα πάρκο ανοιχτών χώρων, με εγκαταλείπεται και η προοπτική για δημιουργία Μητροπολιτικού Πάρκου στην περιοχή. Και περιορίζεται σε αντιφατικές παραδοχές του τύπου: «Η πιο σταθερή γραμμή κατεύθυνσης όσον αφορά στο χώρο ανάπτυξης των δραστηριοτήτων της ΔΕΘ–Helexpo, όπως προκύπτει από τις έως σήμερα διατυπωμένες απόψεις και προγραμματικά κείμενα, είναι η ένταξη του υφιστάμενου γηπέδου της ΔΕΘ σε μια αστική περιοχή που ορίζεται είτε ως Μητροπολιτικό Πάρκο είτε ως Μητροπολιτικό Κέντρο πόλης είτε ως Ζώνη Μητροπολιτικών Λειτουργιών. Η άποψη αυτή είναι η επικρατούσα και από πλευράς Δήμου και από πλευράς των φορέων της πόλης».
    Στην πραγματικότητα, προτείνεται η ανάπτυξη τεσσάρων περιοχών δόμησης στον σημερινό χώρο της ΔΕΘ: στις περιοχές Ι και ΙΙ θα αναπτυχθούν οι νέες εκθεσιακές εγκαταστάσεις, στην περιοχή ΙΙΙ θα αναπτυχθούν εγκαταστάσεις αναψυχής, εμπορικών, γραφειακών και εκθεσιακών χώρων και στην περιοχή IV θα ανεγερθούν Ξενοδοχείο, Συνεδριακό Κέντρο και εκθεσιακοί χώροι. Την ίδια στιγμή, κτίρια αξιόλογης αρχιτεκτονικής, αντί να αξιοποιηθούν, σχεδιάζεται να κατεδαφιστούν σε μια επίδειξη σπατάλης. Οι κτηριακές εγκαταστάσεις που προτείνεται να διατηρηθούν είναι μόνο το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΜΜΣΤ), ο πύργος του ΟΤΕ, η χιαστί πύλη εισόδου, το παρακείμενο στέγαστρο της πλατείας ΧΑΝΘ, καθώς και το Αλεξάνδρειο Αθλητικό Μέλαθρο (ΑΑΜΘ). Ο χώρος θα πυκνοδομηθεί και προβλέπεται μόνον ένας μικρός πράσινος χώρος, ένα «πάρκο τσέπης», ενταγμένο στα πλαίσια του νέου εμπορικού κέντρου που θα κατασκευαστεί, καθώς και μια ζώνη ελεύθερων χώρων που θα ενώνουν και θα δίνουν πρόσβαση στους εκθεσιακούς χώρους.
    Δυστυχώς, η μελέτη των επιπτώσεων που θα έχουν αυτές οι επιλογές, οι οποίες πρόκειται να αυξήσουν έντονα τις χρήσεις και τις κυκλοφοριακές ανάγκες, αποτυγχάνει να καταγράψει σημαντικά χαρακτηριστικά της περιοχής. Πρόκειται για μια περιοχή που αποτελεί συνδετικό κρίκο μεταξύ του περιαστικού δάσους Σέιχ Σου, μέσω των πράσινων και ελεύθερων χώρων του ΑΠΘ, του νεκροταφείου της Ευαγγελίστριας, των Κήπων του Πασά και της πηγής του Αγίου Παύλου, περιοχές που συνδέει με τη θάλασσα, μέσω του πάρκου της ΧΑΝΘ, του Θεάτρου Κήπου και των πάρκων της νέας παραλίας. Το γεγονός αυτό έχει άμεση σύνδεση με την ορνιθοπανίδα της πόλης, καθώς πολλά είδη πουλιών χρησιμοποιούν τον συγκεκριμένο διάδρομο για να μετακινηθούν μεταξύ της θάλασσας και του δάσους. Επίσης, συνδέεται με τους πράσινους χώρους του Γ’ Σώματος Στρατού, του Βυζαντινού και του Αρχαιολογικού Μουσείου και αποτελεί μια ανάσα ζωής και πολιτισμού ανάμεσα στην πυκνοδομημένη Ανατολική Θεσσαλονίκη και το κέντρο της.
    Ωστόσο, υπάρχει και μια ακόμη σημαντική οικολογική διάσταση της περιοχής, η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη στην παρούσα μελέτη. Πρόκειται βέβαια για το προϋπάρχον υδρολογικό δίκτυο, με την τεκμηριωμένη ύπαρξη δύο χειμάρρων, της Ευαγγελίστριας και των Νεκροταφείων, οι κοίτες των οποίων ενώνονταν ακριβώς στο σημείο που βρίσκεται σήμερα το ΜΜΣΤ. Ίσως οι μελετητές θεώρησαν ασήμαντο αυτό το οικολογικό χαρακτηριστικό, καθώς οι πρώην χείμαρροι έχουν μετατραπεί σε υπόγειους αγωγούς ομβρίων. Ωστόσο, δεν ήταν καθόλου ασήμαντο το πλημμυρικό φαινόμενο που συνέβη πέρυσι τον Μάϊο, όταν το νερό της βροχής που έπεσε υπερχείλισε τους αγωγούς και δημιούργησε έναν νέο επιφανειακό χείμαρρο, ο οποίος παρέσυρε στο διάβα του όλα τα φυτά της Ανθοέκθεσης, η οποία πραγματοποιούνταν εκείνες τις ημέρες στο κάτω τμήμα της ΔΕΘ. Η αποκατάσταση της κοίτης των δύο χειμάρρων και του παρόχθιου οικοσυστήματός τους θα μπορούσε να προσφέρει στην πόλη έναν νέο ανοιχτό χώρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.
    Τέλος, δεν υπάρχει κάποια εκτεταμένη αναφορά για την αρχαιολογική σημασία της περιοχής της ΔΕΘ, στην οποία προτείνονται να κατασκευαστούν νέα κτήρια και υπόγεια πάρκινγκ. Είναι γνωστό ότι στην έκταση αυτή απλωνόταν το ανατολικό ελληνιστικό, ρωμαϊκό, βυζαντινό και οθωμανικό νεκροταφείο της πόλης. Ευτυχώς υπάρχουν ανασκαφές όπως αυτές που έγιναν στην περιοχή του ΜΜΣΤ, του Βελλίδειου Συνεδριακού Κέντρου και στον παρακείμενο χώρο που διασώζεται κάτω από την γέφυρα της οδού Γ’ Σεπτεμβρίου. Τα πρωιμότερα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στην ανατολική πλευρά του Θερμαϊκού Κόλπου ανιχνεύτηκαν σε σωστική ανασκαφή που έγινε στο οικόπεδο του Βελλίδειου, το 1993. Ανάγονται στο τέλος της μέσης (5.800-5.400 π.Χ.) και στη νεότερη νεολιθική περίοδο (5.400-4.500 π.Χ.) και αποκαλύφθηκαν κάτω από τάφους ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων.
    Για όλους τους παραπάνω λόγους, αλλά και για λόγους οικολογικής αστικής αναβάθμισης, η «Οικολογία – Αλληλεγγύη» προτείνει εδώ και δύο δεκαετίες την απομάκρυνση του εκθεσιακού χώρου εκτός της πόλης (με καλύτερη ίσως επιλογή τον χώρο δίπλα στα ΤΕΙ της Σίνδου) και την μετατροπή της παρούσας έκτασης σε Μητροπολιτικό Πάρκο, που θα συνδέει με «πράσινους διαδρόμους» το Σέιχ Σου με τα πάρκα της παραλίας. Κάτι αντίστοιχο πρότεινε άλλωστε και το «Στρατηγικό και επιχειρησιακό σχέδιο για το πράσινο στη Θεσσαλονίκη», το οποίο εκπονήθηκε το 2006, σε μια συνεργασία του Οργανισμού Ρυθμιστικού με το ΑΠΘ. Δυστυχώς, ούτε αυτό το σχέδιο φαίνεται ότι λήφθηκε υπόψη από τους μελετητές της ΣΜΠΕ.
    Αν δεχτούμε το γεγονός ότι η οικονομική κρίση θέτει απαγορευτικά δεδομένα για μια μεταφορά του εκθεσιακού χώρου εκτός πόλης, τότε θα έπρεπε τουλάχιστον να προταθεί ένα σχέδιο στο οποίο να κυριαρχεί το πράσινο και να ελαχιστοποιούνται κατά το δυνατόν οι δομημένοι εκθεσιακοί χώροι, συνδέοντας το Σέιχ Σου με την παραλία. Όχι να φτάσουμε στο αντίθετο άκρο των εμπορικών κέντρων και των ξενοδοχείων.

  • 5 Απριλίου 2019, 13:35 | Ευστράτιος Μάνος, Αναστασία Λαδά

    Κριτική στην ΣΜΠΕ
    Το σημαντικότερο ζήτημα που αφορά την ΔΕΘ, δεν τίθεται καν σε διαβούλευση. Αφορά τον επανακαθορισμό της σχέσης της Θεσσαλονίκης με την ΔΕΘ. Η οποία σχέση, έχει μετατραπεί από συνεργατική και συμβιωτική στις αρχές του περασμένου αιώνα, σε σχέση αντιπαλότητας, την στιγμή που ενώ η Θεσσαλονίκη βρίσκεται σε κρίση και η ΔΕΘ σε απαξίωση του κτιριακού της αποθέματος, η τελευταία αποπειράται να αναλώσει έναν από τους ελάχιστους διαθέσιμους πόρους που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ζωή στο κέντρο της πόλης και σε κάποιο βαθμό στο σύνολό της. Με την μέθοδο της σαλαμοποίησης της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και την εν κρυπτώ εκπόνησης μελετών, η πόλη έχει μόνο να χάσει και η ΔΕΘ, απλά να κερδίσει λίγα περισσότερα έσοδα.
    Όμως η ΣΜΠΕ, έχει μεγάλη αξία καθώς πλέον, μας αποκαλύπτει ότι η ΔΕΘ (α) προγραμματίζει να διαφοροποιήσει έντονα το επιχειρηματικό της αντικείμενο «…με ταυτόχρονο άνοιγμα σε εκδηλώσεις και δραστηριότητες που θα απευθύνονται στο ευρύ κοινό της πόλης.» (σελ. 55 της ΣΜΠΕ), χωρίς να δηλώνει την ένταση αυτού του «εμπλουτισμού». Και είναι αδύνατον να γίνει ένας κάποιος ποσοτικός ή έστω ποιοτικός προσδιορισμός αυτής της αλλαγής, αφού ανερυθρίστα παραδέχεται ότι ΔΕΝ υπάρχει ΚΑΝΕΝΑ επιχειρησιακό Σχέδιο (σελ. 156, Κεφ.9-Δυσκολίες που ανέκυψαν κατά την εκπόνηση της ΣΜΠΕ). Αναδεικνύεται, ξεκάθαρα η λογική «δώστε μας πρώτα όρους δόμησης και μετά εμείς θα σκεφτούμε σε ποια τμήματα της εκθεσιακής και συνεδριακής αγοράς θα απευθυνθούμε». Μια γνήσια αντίληψη αντιπαροχής, που θριαμβεύει στον 21ο αιώνα.
    Ότι, (β) οι διαμορφώσεις στον Τομέα V θα περιλαμβάνουν «…και χώρους υπαιθρίων εκδηλώσεων και εκθέσεων μεγέθους ανάλογου με τη φέρουσα ικανότητα του ελεύθερου χώρου.» (σελ. 61 της ΣΜΠΕ), χωρίς την παραμικρή αναφορά σε κάποιον ποσοτικό προσδιορισμό της φέρουσας ικανότητας του Τομέα.
    Ότι, (γ) η ΔΕΘ θα σώσει την πόλη, καθώς θα της προσφέρει γη για δραστηριότητες που δεν έχει ή είναι ελλειματικές!!! «… ως κύρια ζητήματα προκύπτουν όχι μόνον η οικονομική βιωσιμότητα του με κριτήρια αυστηρώς ιδιωτικο-οικονομικά και η ελκυστικότητά του ως επένδυση αλλά και η αξιοποίηση του χώρου για προσφορά γης σε ελλειμματικές κεντρικές δραστηριότητες και χρήσεις.» (σελ. 69 της ΣΜΠΕ). Προφανώς η «βέβαιη» οικονομική βιωσιμότητα που θα προκύψει από χρήσεις που το κέντρο της πόλης «δεν έχει», προηγείται των επιβαρύνσεων, από τις πρόσθετες κεντρικές δραστηριότητες, που «λείπουν», τις οποίες η ΣΜΠΕ τις αντιμετωπίζει ως αόρατες.
    Το (δ) αυξημένο ενδιαφέρον της ΔΕΘ για δραστηριότητες αναψυχής στην περιοχή, όπου καταλήγει να διαπιστώσει την μεγάλη επισκεψιμότητα τους, άρα την ευθεία σχέση ανάμεσα στις χρήσεις αναψυχής και την βιωσιμότητα της νέας επένδυσης «…Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι, στην περιοχή άμεσης επιρροής καταγράφεται και σημαντικός αριθμός χώρων αναψυχής….. ή στην πλευρά της ΔΕΘ επί της οδού Αγγελάκη και παρουσιάζουν μεγάλη επισκεψιμότητα.» (σελ. 91 της ΣΜΠΕ).
    Τα τέσσερα σημεία που εντοπίστηκαν (α, β, γ, δ), αποδεικνύουν ότι το ΕΧΣ, μέσα από την έντεχνη ασάφειά του, στόχο έχει να νομιμοποιήσει μια στρατηγική απόφαση που αφορά το μέλλον του οργανισμού, την στροφή του σε δραστηριότητες αναψυχής και ψυχαγωγίας (εκείνου του τύπου που απαιτεί μεγάλους χώρους, όπως εργοστάσιο Σοκολάτας, Τριβιζάς κτλ), που θα μετατρέψουν την έκταση της ΔΕΘ σε μια ιδιότυπο πάρκο αναψυχής (π.χ. τύπου Disneyland), στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Συμπληρωματικά, σε αυτές τις δραστηριότητες, η μηδέποτε προσδιορισθείσα φέρουσα ικανότητα του ελεύθερου χώρου, ανοίγει την όρεξη και για υπαίθριες δραστηριότητες αναψυχής, με αποτέλεσμα το τμήμα των δραστηριοτήτων αναψυχής να αποκτήσει βαρύνουσα σημασία, χωρίς ποτέ να δηλωθεί ως τέτοιο, δηλαδή μια βαρέως τύπου οικονομική δραστηριότητα αναψυχής, που θα απαιτούσε τον κατάλληλο πολεοδομικό χειρισμό. Τα ακανθώδη ζητήματα, μετατοπίζονται σε επόμενα στάδια του σχεδιασμού, ώστε το κάθε σχέδιο να τυγχάνει αποδοχής, αφού δεν εντοπίζει κάποια αρνητικά ευρήματα.
    Στα επιμέρους προβλήματα της ΣΜΠΕ, εντοπίζουμε την αυθαίρετη, προβληματική και άνευ τεκμηρίωσης οριοθέτηση της «Ζώνης Άμεσης Επιρροής της περιοχής παρέμβασης» (σελ. 38-41). Κατά πάγια πρακτική, οι ζώνες επιρροής όπου ελέγχονται οι επιπτώσεις ενός έργου, προσδιορίζονται με αλλεπάλληλες («ομόκεντρες») γραμμές οι οποίες ακολουθούν το περίγραμμα του γηπέδου ενός έργου ή ενός κρίσιμου κτιρίου, σε απόσταση από αυτό κατά τα πλάτη που απαιτούνται κάθε φορά (10μ., 100μ., 500μ. κτλ). Στην περίπτωσή της ΔΕΘ, υιοθετείται μια οριοθέτηση, που εξυπηρετεί άλλους σκοπούς, όπως τον πολεοδομικό σχεδιασμό (ΓΠΣ Δ. Θεσσαλονίκης), σε καμμιά περίπτωση όμως, τον περιβαλλοντικό έλεγχο. Έτσι, η ΣΜΠΕ κρίνει ως δόκιμο τον περιβαλλοντικό έλεγχο στο φανάρι της διασταύρωσης Καυτατζόγλου με Αγ. Δημητρίου (απόσταση 1095 μ.) και όχι στο φανάρι της διασταύρωσης Εθν. Αμύνης με Σβώλου (112 μ.). Αποκλείει δηλαδή από τον περιβαλλοντικό έλεγχο, ολόκληρη την περιοχή Αγγελάκη – Εθν. Αμύνης – Τσιμισκή, η οποία είναι και η μόνη οικιστική περιοχή τόσο κοντά την ΔΕΘ !!! Θέση μας είναι ότι για το λόγο αυτό και μόνο, η ΣΜΠΕ πρέπει να απορριφθεί και να επιστραφεί προς ριζική αναθεώρηση.
    Σε άλλο σημείο της, η ΣΜΠΕ, παρότι αναφέρεται σε αρχαιολογικά ευρήματα (παλαιοχριστιανική Βασιλική επί της 3ης Σεπτεμβρίου, σελ. 40), το κάνει με τέτοιο έντεχνο τρόπο δηλ. αναφέρεται σε αυτά στα όρια του γηπέδου, ώστε να αποφύγει την αναφορά σε γνωστά και εντοπισμένα ευρήματα στην καρδιά του γηπέδου της ΔΕΘ.
    Αντίστοιχη άγνοια (ή σκόπιμη αποσιώπηση), γίνεται στην αναφορά στο μετρό της Θεσσαλονίκης, όπου δηλώνεται ότι «… Οι εργασίες κατασκευής του βασικού άξονα αναμενόταν να ολοκληρωθούν έως το 2012, ωστόσο έπειτα από διαρκείς καθυστερήσεις δεν έχει ολοκληρωθεί.», αγνοώντας ότι υπάρχει σημαντική εξέλιξη του έργου, με σαφές χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης.
    Στην ενότητα 3.2.2 Υδατικοί πόροι – Υγρά απόβλητα, απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στο ρέμα των Χορτάτζηδων, το οποίο διαρρέει σήμερα την ΔΕΘ υπογείως. Δεν υπάρχει καμμία αναφορά για τις δυνατότητες αξιοποίησής του, αντιμετώπισης των όποιων προβλημάτων στις θεμελιώσεις των νέων κτιρίων, όσο και στα πλημμυρικά φαινόμενα που έχουν συμβεί περυσι και θα συμβούν στο άμεσο μέλλον.
    Για όλα τα παραπάνω εκτιμούμε ότι η ΣΜΠΕ πρέπει αν απορριφθεί, όπως και το ΕΧΣ, να αλλάξει κατεύθυνση και περιεχόμενο, επιλέγοντας την λύση της μετεγκατάστασης, στα δυτικά της πόλης.

  • 5 Απριλίου 2019, 06:53 | Πρωτοβουλία Γειτονιάς Αλεξάνδρου Σβώλου

    Η Πρωτοβουλία Γειτονιάς Αλεξάνδρου Σβώλου, γειτνιάζουσα άμεσα με το χώρο της Διεθνούς Έκθεσης και έχουσα βασικούς σκοπούς της την άσκηση του δικαιώματος στην πόλη, την προάσπιση του δημόσιου χώρου και την διατήρηση της συλλογικής μνήμης και ταυτότητας, επιθυμεί να διασφαλιστεί η έκταση της Διεθνούς Έκθεσης ως χώρος πρασίνου και χώρος πολιτισμού και συνυπογράφει τις ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΑΠΘ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΧΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΘ.

  • 4 Απριλίου 2019, 15:33 | Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΠΣ ΑΠΘ

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΠΣ ΑΠΘ

    Λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο των ΣΜΠΕ όπως καθορίζεται στο Παράρτημα ΙΙΙ της ΚΥΑ με αρ.ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ107017 (ΦΕΚ 1225Β/2006), συμμόρφωσης με τις διατάξεις της οδηγίας 2001/42/ΕΚ, κρίνουμε ότι η ΣΜΠΕ που τίθεται προς διαβούλευση για το «Ειδικό Χωρικό Σχέδιο για το Εκθεσιακό Κέντρο Θεσσαλονίκης» (στο εξής αναφερόμενο ως «ΕΧΣ ΕΚΘ») δεν ακολουθεί μια σύγχρονη επιστημονική προσέγγιση των περιβαλλοντικών διαστάσεων και παραμέτρων των αστικών επεμβάσεων, δεν παρουσιάζει αναλυτικά επιστημονικά κριτήρια περιβαλλοντικής προσέγγισης, και καταστρατηγεί ακόμη και τις κατευθύνσεις αστικής ανάπτυξης όπως τέθηκαν στην με αριθμ. πρωτ. οικ. ΥΠΕΝ 48085/23-11-2017 Απόφαση Γ.Γρ. για την Προέγκριση Χωροθέτησης του ΕΧΣ ΕΚΘ.
    Η ΣΜΠΕ υπό διαβούλευση είναι ουσιαστικά αυτοαναφορική και δεν προτείνει ουσιαστικές εναλλακτικές λύσεις. Περιορίζεται σε γενικές διαπιστώσεις, αποκρύπτοντας την πραγματική δόμηση και το καθεστώς ρυμοτομίας που υιοθετεί το ΕΧΣ. Επιπλέον, δεν αναγνωρίζει τις γενικότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις στην ευρύτερη κεντρική περιοχή της Θεσσαλονίκης. Ως εκ τούτου, υποστηρίζουμε ότι δεν διασφαλίζει μια υψηλού επιπέδου προστασία και μετασχηματισμό του αστικού περιβάλλοντος στην κεντρική περιοχή της Θεσσαλονίκης, θέτοντας την σε τροχιά μη αντιστρέψιμης, μη-βιώσιμης και μη-ανθεκτικής ανάπτυξης με δεινές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των κατοίκων και των μελλοντικών γενεών της ευρύτερης οικιστικής περιοχής, καθώς επιβαρύνει την περιοχή μελέτης με νέες χρήσεις κεντρικών λειτουργιών, άστοχες υπερβάσεις δόμησης και κατάργηση ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων.
    Στο κείμενο της ΣΜΠΕ παρατίθενται σειρά στοιχείων που σχετικά με τη θέση και τη δυναμική του οργανισμού της HELEXPO – ΔΕΘ Α.Ε., καθώς και την αναπτυξιακή της σημασία, προκειμένου να τεκμηριωθεί η σκοπιμότητα της πολεοδομικής ρύθμισης του έργου ΕΚΘ, έτσι ώστε «να μην δημιουργούνται κωλύματα στον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων της HELEXPO – ΔΕΘ Α.Ε. με σκοπό να συνεχιστούν και ενισχυθούν οι επιχειρηματικές δραστηριότητες της εταιρείας και να οριστικοποιηθεί η λειτουργία του φορέα στον υφιστάμενο χώρο». Υποστηρίζεται επίσης ότι «οι σχεδιασμοί χωροταξικού και πολεοδομικού επιπέδου σε επίπεδο πόλης χρονίζουν και είναι ακόμα ασαφείς» (σελ.3).
    Η θεώρηση αυτή βάζει σε δεύτερη προτεραιότητα την ποιότητα ζωής των κατοίκων και χρηστών στην ευρύτερη περιοχή, καθώς και το αστικό περιβάλλον το οποίο θεωρείται απλά εξάρτημα της επιδιωκόμενης ανάπτυξης και όχι πεδίο πολυδιάστατο και ζωτικό για την πολεοδομική οργάνωση και περιβαλλοντική λειτουργία της ευρύτερης περιοχής. Γι’ αυτό, σε πολυάριθμα σημεία του κειμένου, η τεκμηρίωση είναι αυτοναφορική, αγνοώντας ή παραβλέποντας σημαντικές χωρικές και κυρίως περιβαλλοντικές επιπτώσεις του προωθούμενου σχεδίου και επιδιωκόμενου έργου. Πρέπει να σημειωθεί επιπλέον ότι το κείμενο βρίθει λεκτικών χειρισμών και ασαφών διατυπώσεων για κρίσιμα διακυβεύματα της εν λόγω ανάπτυξης, και συγκεκριμένα για τις χρήσεις γης, τη ρυμοτομία, τη δόμηση, τη διασφάλιση του ελεύθερου κοινόχρηστου χώρου, τις περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις. Υπάρχουν αρκετές αιτιολογήσεις για επιλογές της μελέτης που αναφέρονται στην με αριθμ. πρωτ. οικ. ΥΠΕΝ 48085/23-11-2017 Απόφαση Γ.Γρ. για την Προέγκριση Χωροθέτησης του ΕΧΣ ΕΚΘ. Ωστόσο, η διοικητική αυτή πράξη δεν αποτελεί απόφαση ρυθμιστικού ή κανονιστικού χαρακτήρα, αλλά αφετηρία και πλαίσιο εκπόνησης της μελέτης του ΕΧΣ χωρίς ισχυρή θεσμική ισχύ. Η αναφορά σε αυτήν ως αιτιολόγηση επιλογών και κατευθύνσεων της μελέτης καταργεί την ίδια την αξία και το ρόλο της μελέτης στην επιστημονική διερεύνηση και υποστήριξη τεκμηριωμένων προτάσεων.

    Η σχέση του ΕΧΣ ΕΚΘ με άλλα σχετικά σχέδια και προγράμματα (Ενοτ. 3.3 του τεύχους ΣΜΠΕ υπό διαβούλευση, σελ. 30-36)
    Η πρόταση για το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης (αναθεώρηση 2012) προβλέπει στην περιοχή τη δημιουργία «Μητροπολιτικού Πάρκου πολιτισμού και πρασίνου Θεσσαλονίκης» (ΜΠΘ) που «στοχεύει στη διασφάλιση της συνέχειας μεταξύ της αυτής και του περιαστιακού δάσους, μέσω διαδρόμων πρασίνου και αδόμητων ή αραιοδομημένων περιοχών, ώστε να εξασφαλίζεται ο αερισμός του κέντρου της Θεσσαλονίκης, να εκτονώνεται το φαινόμενος της αστικής νησίδας θερμότητας και να προστατεύεται η αστική οικολογία». Στο ΕΧΣ ΕΚΘ παραβλέπονται αυτές οι κατευθύνσεις, με την εκτίμηση ότι «δεν υπάρχει προστατευόμενος ή άλλος φυσικός σχηματισμός σημαντικός για τη βιοποικιλότητα».
    Στο ισχύον Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΠΠΣΧΑΑ) της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας (2004), καθώς και στην υπό έγκριση μελέτη αναθεώρησης και εξειδίκευσης του ΠΠΣΧΑΑ, προβλέπεται ο ενιαίος φυσικός σχεδιασμός και η ανάπτυξη των ελεύθερων χώρων στη λειτουργική Μητροπολιτική Περιοχή Θεσσαλονίκης (ΜΠΘ) και ο σχεδιασμός-υλοποίηση «Μητροπολιτικού Πάρκου πολιτισμού και πρασίνου στο χώρο της ΔΕΘ, σε συνδυασμό με τη διατήρηση και τον αναπροσανατολισμό της εκθεσιακής δραστηριότητας». Καθορίζεται δε η εφαρμογή της πολιτικής πρασίνου «ως πολιτική πρώτης προτεραιότητας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και του φαινομένου της αστικής νησίδας θερμότητας» (σ. 31).
    Στο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο του Δήμου Θεσσαλονίκης (ΦΕΚ 420/Δ/1993), όπως τροποποιήθηκε μερικώς το 1995 (ΦΕΚ 288/Δ/1995), ο χώρος διασχίζεται από την κεντρική οδό πλάτους 32 μ. που προβλεπόταν από το σχέδιο Εμπράρ (η οποία, με απόφαση του ΥΠΕΧΩΔΕ του 1990, κατατασσόταν στο βασικό οδικό δίκτυο). Η οδός αυτή καταργείται στο ΕΧΣ, μειώνοντας τον κοινόχρηστο χώρο της πόλης και υποβαθμίζοντας το περιβάλλον. Στο ΓΠΣ του 1993, η περιοχή της ΔΕΘ παραμένει χωρίς καθορισμό χρήσεων γης, με εξαίρεση το Αλεξάνδρειο Αθλητικό Μέλαθρο Θεσσαλονίκης που σημειώνεται ως χρήση αθλητισμού. Στη σημερινή πρόταση αναθεώρησης (στάδιο Β1) καθορίζεται ειδικό πλαίσιο επιτρεπόμενων χρήσεων με εκθεσιακές και συνεδριακές χρήσεις μόνο σε τμήματα του χώρου νοτιοανατολικά της κεντρικής οδού Ι. Βελλίδη. Καθορίζεται ως χώρος πρασίνου το σύνολο της έκτασης βορειοδυτικά της κεντρικής οδού, καθώς και σημαντικά τμήματα της υπόλοιπης έκτασης προκειμένου να δημιουργηθεί ο πυρήνας του Μητροπολιτικού Πάρκου (σ. 91-93).
    Με βάση τα προαναφερόμενα προκύπτει ότι το προσχέδιο του ΕΧΣ ΕΚΘ δεν συνάδει με τις υπερκείμενες πολεοδομικές και χωροταξικές ρυθμίσεις, ενώ με την εφαρμογή του εγκαταλείπεται ουσιαστικά η προοπτική δημιουργίας κοινόχρηστου μητροπολιτικού πάρκου και υποβαθμίζεται το περιβάλλον.
    Στην ενότητα αυτή δεν γίνεται καμία αναφορά στα διαδοχικά εγκεκριμένα διαγράμματα ρυμοτομίας που εφαρμόστηκαν σταδιακά στην εν λόγω έκταση. Πρόκειται για τα εξής: ΦΕΚ 184/30-9-21, ΦΕΚ 24/29-1-25, ΦΕΚ 163/27-7-54, ΦΕΚ 76/25-4-59, ΦΕΚ 38/Δ/22-3-67, που αποτελούν τροποποιήσεις του σχεδίου πόλης τη Θεσσαλονίκης. Αυτά αναφέρονται με σαφήνεια σε τροποποιήσεις της ρυμοτομίας της περιοχής με σκοπό την υποδοχή σαφώς περιγεγραμμένων εγκαταστάσεων κοινής ωφέλειας, όπως το Αλεξάνδρειο αθλητικό κέντρο, εντός (πράσινων) ρυμοτομικών γραμμών και όχι σε έναν αδιάσπαστο οικοδομήσιμο χώρο ιδιωτικής εκμετάλλευσης, όπως αντιμετωπίζεται στο ΕΧΣ ΕΚΘ, με κατάργηση του προβλεπόμενου κοινόχρηστου άξονα κίνησης, ο οποίος αποτελεί αδιάσπαστο τμήμα της ρυμοτομίας του μέχρι σήμερα διαμπερούς για τους πεζούς «ανατολικού πολιτιστικού άξονα» (ΑΠΘ, ΔΕΘ, ΓΣΣ, Μουσεία, Πάρκα, βλ. μείζονες αναπλάσεις ΟΠΠΕΘ ΄97) που «κλείνει» μόνο κατά περίσταση των εκδηλώσεων και εκθέσεων στον χώρο της HELEXPO – ΔΕΘ Α.Ε.. Το προτεινόμενο ΕΧΣ αλλοιώνει έτσι ουσιαστικά τη ρυμοτομία και τον κοινόχρηστο/κοινωφελή προορισμό της περιοχής στα διαδοχικά σχέδια της πόλης σε βάθος χρόνου.

    Περιγραφή του Σχεδίου: Γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής του προτεινόμενου ΕΧΣ ΕΚΘ (Ενοτ. 4 του τεύχους ΣΜΠΕ υπό διαβούλευση, σελ. 39-40)
    Ο χώρος μελέτης αποτυπώνεται «ενδεικτικά» στην με αριθμ. πρωτ. οικ. ΥΠΕΝ 48085/23-11-2017 Απόφαση Γ.Γρ. για την Προέγκριση Χωροθέτησης του ΕΧΣ ΕΚΘ και αναφέρεται στην τελική έκταση προς ρύθμιση. Ωστόσο ο μελετητής της ΣΜΠΕ έχει την ευχέρεια να προσδιορίσει την περιοχή ανάλογα με τις σημαντικές χωρικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την εφαρμογή του σχεδίου (Παρ. ΙΙΙ, ΚΥΑ αρ. ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ107017, παρ. ΣΤ). Στο προτεινόμενο ΕΧΣ ΕΚΘ ως Ζώνη Άμεσης Επιρροής του ΕΧΣ ΕΚΘ οριοθετείται, ανορθολογικά για τον πολεοδομικό σχεδιασμό, μια περιοχή που δεν υπολογίζει τις πραγματικές αποστάσεις του ΕΚΘ από κατοικημένες περιοχές, πολύτιμες για τη συνεκτική λειτουργία και ζωντάνια της κεντρικής περιοχής.Στο προτεινόμενο ΕΧΣ ΕΚΘ σκόπιμα δηλαδή δεν αναφέρονται καθόλου οι άμεσες επιπτώσεις στην κεντρική περιοχή μεταξύ Δημητρίου Γούναρη – Αγγελάκη και στο ανατολικό τμήμα του ιστορικού κέντρου, με ανάγκη για σημαντική άμεση εκτόνωση στον προβλεπόμενο ανοιχτό χώρο πρασίνου. Στο κείμενο, υποβαθμίζεται λεκτικά η λειτουργική και συμβολική αξία του λεγόμενου «ανατολικού ρήγματος», της περιοχής δηλαδή μεταξύ του ιστορικού κέντρου και των πρώτων εκτός των τειχών επεκτάσεων της πόλης ανατολικά, που αποτελεί και τη μοναδική εκτόνωση της κεντρικής περιοχής.

    Περιγραφή του σχεδίου: Χρήσεις γης – χωρικός προορισμός – καθεστώς δόμησης – «ρυμοτομικό» (Ενοτ. 4 του τεύχους ΣΜΠΕ υπό διαβούλευση, σελ. 52-65)
    Μια από τις προσεκτικά κρυμμένες απατηλές ρυθμίσεις του ΕΧΣ ΕΚΘ αποτελεί ο χαρακτηρισμός του συνόλου της έκτασης 175.870 τ.μ. ως ενιαίου Ο.Τ. με χαρακτηριστικά ενός οικοπέδου. Η πρόταση του ΕΧΣ, εκμεταλλευόμενη την «ευελιξία» και την απουσία υποχρεωτικής διαβούλευσης επί της ουσίας της πρότασης, παρακάμπτει και την προβλεπόμενη στο Ν 4447/2016 «μη ανατροπή της πολεοδομικής και χωροταξικής λειτουργίας». Αγνοώντας και τις κατευθύνσεις που δόθηκαν στη γνωμοδότηση του κεντρικού Συμβουλίου Πολεοδομικών Θεμάτων & Αμφισβητήσεων, δεν προβλέπει ικανή έκταση μητροπολιτικού πάρκου της πόλης, το οποίο πρέπει να έχει το καθεστώς κοινόχρηστου χώρου και να αφαιρεθεί από την οικοδομήσιμη έκταση. Εάν, όπως προβλέπουν οι υπερκείμενοι σχεδιασμοί, το κοινόχρηστο πράσινο καταλάβει περίπου το 50% της έκτασης και προστεθούν οι ελάχιστοι απαιτούμενοι δρόμοι (20 – 25% του δομήσιμου χώρου), τότε ο πραγματικά προτεινόμενος συντελεστής είναι ουσιαστικά διπλάσιος και προσεγγίζει το 1,2. Εάν δε προστεθεί και ο αφαιρούμενος χώρος του αθλητικού κέντρου (Αλεξάνδρειο Αθλητικό Μέλαθρο Θεσσαλονίκης), με 16.512 τ.μ., τότε ο πραγματικός (καθαρός) συντελεστής δόμησης στην περιοχή, εάν υπολογιστεί με την ίδια μέθοδο που ισχύει στην υπόλοιπη πόλη, ξεπερνά το 1,5. Ο συντελεστής αυτός αυξάνεται δραματικά εάν στη συνέχεια δεν κατεδαφιστούν όσα κτίρια προτείνεται να μην διατηρηθούν, αλλά των οποίων δεν τίθεται ρητά σε προτεραιότητα η κατεδάφιση (π.χ. τα καταστήματα επί τη οδού Αγγελάκη) κατά την εφαρμογή του προτεινόμενου ΕΧΣ.
    Στο προτεινόμενο ΕΧΣ, οι έννοιες των κοινόχρηστων χώρων και των ακαλύπτων (ιδιωτικών χώρων) σκοπίμως συγχέονται. Εφαρμόζεται ένα «δευτερεύον δίκτυο κοινόχρηστου χώρου» (σελ. 64) που τίθεται ως παραχωρούμενο σε κοινή χρήση χωρίς να θίγεται η κυριότητα του χώρου. Στην υπ’ αριθμ. πρωτ. 48085/23-11-2017 Απόφαση Προέγκρισης Χωροθέτησης του ΕΧΣ ΕΚΘ και ειδικότερα στην παρ.4 αυτής, αναφέρεται ότι στο πλαίσιο εκπόνησης του ΕΧΣ στον χώρο του Εκθεσιακού Κέντρου Θεσσαλονίκης θα πρέπει «Να προβλεφθεί ικανή έκταση κοινοχρήστου χώρου της πόλης στο δυτικό τμήμα του χώρου (μητροπολιτικό πάρκο) η οποία θα αποτελέσει συνέχεια των ήδη υφισταμένων χώρων υψηλού πρασίνου νοτιοδυτικά της ΔΕΘ (από τη Λεωφ. Στρατού και μέχρι την παραλία)». Η κατεύθυνση αυτή καταστρατηγείται και βέβαια σε καμία περίπτωση στο προτεινόμενο σχέδιο οι διατιθέμενοι ελεύθεροι χώροι, όπως περιγράφονται, δεν αποτελούν «μητροπολιτικό πάρκο». Σε κάθε περίπτωση δεν διασφαλίζονται με ρητή πρόβλεψη οι φυτεύσεις και το πράσινο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και στα μικρά ιδιωτικά οικόπεδα προβλέπεται, βάσει των κανονισμών, ότι το μεγαλύτερο ποσοστό της έκτασης (2/3) των ακαλύπτων πρέπει να φυτεύεται. Εντούτοις, στο ΕΧΣ δεν κατοχυρώνονται με κανέναν τρόπο οι φυτεύσεις. Αντίθετα, στον Τομέα V (ελεύθερος χώρος πράσινου και δευτερεύων δίκτυο κοινόχρηστου χώρου), προστίθενται πονηρά 2 κτίρια αναψυχής, «με μέγιστη δόμηση 250 τ.μ. έκαστο, και με καταλαμβανομένη πρόσθετη μέγιστη συνολική επιφάνεια για την εξυπηρέτηση των χρηστών του ελεύθερου χώρου τα 250 τ.μ. έκαστο», δηλαδή προβλέπονται 2Χ250+2Χ250=1000 τ.μ. (1 στρέμμα) χώρου ιδιωτικής εκμετάλλευσης. Επιπλέον, προβλέπεται η περίφραξη του ελεύθερου χώρου του Τομέα V με συμπαγές τμήμα μέχρι 0,5m και μέγιστο ύψος μέχρι 2m, καθώς και η κατ΄ αποκλειστικότητα χρήση των Τομέων V και VI (των μόνων ουσιαστικά κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων) από τον εκθεσιακό φορέα για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Για να συγκαλυφθεί η εξαιρετικά πυκνή δόμηση αναφέρεται ονομαστικά και όχι με τον ορισμό αριθμητικού ΣΔ ότι στις 5 υποπεριοχές του ενιαίου Ο.Τ. του ΕΧΣ ΕΚΘ, το συνολικό εμβαδόν των χώρων είναι 82.800 τ.μ. Η δόμηση αυτή δικαιολογείται από το γεγονός ότι δήθεν αντιστοιχεί με τη σημερινή υπερβολική δομημένη επιφάνεια των υπαρχόντων χώρων κύριας χρήσης. Παραλείπεται βέβαια να σημειωθεί ότι το συντριπτικό ποσοστό των υφιστάμενων κτιρίων έχει ανοικοδομηθεί χωρίς οικοδομικές άδειες. Κατά συνέπεια, επικυρώνεται η αυθαιρεσία πολλών χρόνων.
    Επιπλέον, με την «ορθολογικότερη» και μεγαλύτερη κλίμακα των νέων εγκαταστάσεων, επέρχεται ουσιαστική αύξηση της έντασης της χρήσης της περιοχής και δεν εξετάζεται ποια είναι η φέρουσα ικανότητά της. Φυσικά, αυτό επηρεάζει αρνητικά και τις γύρω περιοχές. Αρνητική κρίνεται και η πρόβλεψη 2100 νέων θέσεων στάθμευσης, καθώς θα επιβαρύνει την κυκλοφορία και θα υποβαθμίσει τις περιβαλλοντικές συνθήκες, επιφέροντας περαιτέρω αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της ηχορύπανσης στους γύρω άξονες, λειτουργώντας μάλιστα ανταγωνιστικά στην ενθάρρυνση της χρήσης του υπό κατασκευή μέσου σταθερής τροχιάς – μετρό.
    Επιπλέον, η ήδη χαοτική και ατημέλητη σημερινή εικόνα θα επιβαρυνθεί με την ένταξη νέων χρήσεων εμπορικών, γραφειακών και μεγάλου ξενοδοχείου. Είναι προφανές ότι η υπάρχουσα έκταση δεν έχει τη φέρουσα ικανότητα να υποδεχθεί νέες χρήσεις κεντρικών λειτουργιών, χωρίς μεγάλη περαιτέρω υποβάθμιση των περιβαλλοντικών συνθηκών. Οι προτεινόμενες δε νέες χρήσεις έρχονται σε ανταγωνισμό με ήδη υφιστάμενες ή δυνητικές χρήσεις που μπορούν να προέλθουν από την ανάπλαση σημαντικών αξόνων του ιστορικού κέντρου (π.χ. της οδού Εγνατίας), μέσα από την επανάχρηση κελυφών και την ανάπτυξη αδόμητων οικοπέδων και χωρίς την υποβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος. Στο σημείο αυτό καταστρατηγείται ακόμη και η με αριθμ. πρωτ. οικ. ΥΠΕΝ 48085/23-11-2017 Απόφαση Γ.Γρ. για την Προέγκριση Χωροθέτησης του ΕΧΣ ΕΚΘ, αφού το σύνολο της έκτασης αποκτά χωρικό προορισμό «κεντρικών λειτουργιών πόλης», αντί να χωροθετούνται οι συγκεκριμένες χρήσεις σε συγκεκριμένες θέσεις της έκτασης, αναιρώντας ουσιαστικά την έννοια της πολεοδομικής ρύθμισης.
    Το «ρυμοτομικό» σχέδιο, το οποίο θα προκύψει εάν εφαρμοστεί το προτεινόμενο ΕΧΣ ΕΚΘ, μεταβάλλει ριζικά την ταυτότητα της περιοχής, η οποία αποκτά για πρώτη φορά τον χαρακτήρα ενός υπερμεγέθους Ο.Τ. ιδιωτικής εκμετάλλευσης, χωρίς μάλιστα να εφαρμόζεται το πλαίσιο εισφορών σε γη και χρήμα σύμφωνα με το α.24 του Συντάγματος. Οι προτεινόμενες, προς το δυσμενέστερο, αλλαγές στις χρήσεις, την πυκνότητα της δόμησης και την αποκλειστική έως τώρα εκθεσιακή χρήση των αδόμητων χώρων, αναιρούν οριστικά την προοπτική δημιουργίας ενός μητροπολιτικού πάρκου. Επομένως, οι προτάσεις του ΕΧΣ είναι προδήλως αντισυνταγματικές, καθώς επιδεινώνουν τις περιβαλλοντικές συνθήκες και στερούν από την κεντρική Θεσσαλονίκη έναν χώρο που προγραμματίστηκε ήδη από το σχέδιο Εμπράρ (1918-21) ως χώρος πρασίνου με διάσπαρτες εκπαιδευτικές, πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες, καθώς και δραστηριότητες αναψυχής.

    Εναλλακτικές δυνατότητες (Ενοτ. 5 του τεύχους ΣΜΠΕ υπό διαβούλευση, σελ. 52-65)
    Στη ΣΜΠΕ δεν περιγράφονται εναλλακτικές δυνατότητες υλοποίησης ή στρατηγικής της με αριθμ. πρωτ. οικ. ΥΠΕΝ 48085/23-11-2017 Απόφασης Γ.Γρ. για την Προέγκριση Χωροθέτησης του ΕΧΣ ΕΚΘ, όπως απαιτείται από την Παρ. Ε της ΚΥΑ με αρ. ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ107017 (ΦΕΚ 1225/Β/2006). Η μηδενική λύση απορρίπτεται, χωρίς να αξιολογηθεί, ως μη σκόπιμη, ενώ δεν εξετάζονται οι προτάσεις μηδενικού περιβαλλοντικού αποτυπώματος με τις κατάλληλες επιστημονικά τεκμηριωμένες προτάσεις για τις νέες προτεινόμενες χωρικές διατάξεις και τον χαρακτήρα των εγκαταστάσεων σε κρίσιμους τομείς της ενέργειας και του περιβάλλοντος, όπως υιοθετούνται στον ΝΟΚ (2012). Τα 2 σενάρια που τίθενται είναι ανάλογης «συμβατικής προσέγγισης» ανάπτυξης, απλά διαφορετικών διατάξεων στον χώρο, τα οποία αδιάκριτα προωθούν την αποσπασματικότητα στην πολεοδομική οργάνωση της ευρύτερης περιοχής, μεταβάλλοντας ριζικά και με μη αναστρέψιμο τρόπο τον έως σήμερα κοινωφελή και κοινόχρηστο προορισμό της.

    Περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης (Ενοτ. 6 του τεύχους ΣΜΠΕ υπό διαβούλευση, σελ. 75-128)
    Πολύ γενική και γι’ αυτό ασαφής είναι η περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης στην Ενότητα 6 με συλλογή μακροσκοπικών δεδομένων και στοιχείων που δεν ανταποκρίνονται καθόλου στην κλίμακα του τελικά προτεινόμενου ρυμοτομικού σχεδίου στην κλίμακα δηλαδή του αστικού σχεδιασμού. Παρατηρείται μια αναντιστοιχία τεκμηρίωσης και ανάπτυξης του προτεινόμενου ΕΧΣ ΕΚΘ (γενικά δεδομένα χωροταξικής κλίμακας), χωρίς ανάλυση δεδομένων που αφορούν στην κλίμακα του αστικού σχεδιασμού, όπως ομάδες χρηστών του χώρου, ροές χρηστών, διαφορετικοί χρόνοι έντασης δραστηριότητας κ.λπ., ποιότητες δομημένου περιβάλλοντος, αστικού τοπίου και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς). Επίσης, δεν αξιοποιούνται σύγχρονες επιστημονικές προσεγγίσεις για την περιβαλλοντική και αρχιτεκτονική ποιότητα του αστικού σχεδιασμού.

    Βιοποικιλότητα – Χλωρίδα – Πανίδα – Υδατικοί Πόροι
    Μια σημαντική παράμετρος που αγνοείται πλήρως στην ΣΜΠΕ είναι η ύπαρξη κατά το παρελθόν δύο χειμάρρων, συγκεκριμένα του χειμάρρου των Νεκροταφείων, που διερχόταν και από το ΑΠΘ, και της Ευαγγελίστριας, που συνέβαλαν μέσα στο χώρο της ΔΕΘ. Αυτοί έχουν μετατραπεί σε κλειστούς αγωγούς, οι οποίοι υπερχειλίζουν σχεδόν σε κάθε παρατεταμένη βροχόπτωση, ενώ παράλληλα η οδός Εθνικής Αμύνης μετατρέπεται σε χείμαρρο, με αποτέλεσμα σημαντικές ζημιές και επικίνδυνες καταστάσεις. Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις θα αντιστρέφονταν εάν, όπως γίνεται σήμερα διεθνώς, οι κοίτες μπορούσαν να αναδυθούν και να αποκατασταθούν μέσα σε ένα μητροπολιτικό πάρκο, παρέχοντας ένα παράδειγμα οικολογικής αποκατάστασης του τοπίου με θετικές επιπτώσεις στην ευρύτερη περιοχή.

    Ατμοσφαιρική Ρύπανση – Κλιματικοί Παράγοντες – Ενέργεια
    Στο προτεινόμενο ΕΧΣ ΕΚΘ δεν γίνεται καμία πρόβλεψη για τη σχεδιασμένη προσαρμογή της περιοχής και της περιοχής άμεσης επιρροής στην κλιματική αλλαγή και τον μετριασμό των επιπτώσεών της. Ανάμεσα στις προβλεπόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σημαντική θέση έχει αφ’ ενός η αύξηση των ακραίων καιρικών φαινομένων που συνδέονται με τον υψηλό κίνδυνο πλημμυρών, αφ’ ετέρου η μεγαλύτερη συχνότητα καυσώνων που συνδέονται με την ένταση του φαινομένου της Αστικής Θερμικής Νησίδας. Σχετικά με τις πλημμύρες, σύγχρονες περιβαλλοντικές προσεγγίσεις του αστικού σχεδιασμού στοχεύουν στην κατά το δυνατόν καθυστέρηση της απορροής των όμβριων υδάτων, τη συγκράτησή τους και τη μεγαλύτερη απορρόφησή τους από το έδαφος, με στόχο τη μείωση της ποσότητας του νερού που καταλήγει στο υπόγειο δίκτυο ομβρίων υδάτων στην περίπτωση έντονων καταιγίδων. Μια τέτοια προσέγγιση υλοποιείται με την κατά το δυνατόν μικρότερη στεγανοποίηση του εδάφους, τη χρήση φυτεύσεων και υδατοπερατών υλικών, ανοικτών χωμάτινων καναλιών και λιμνών κατακράτησης, πλατειών νερού κ.α. Είναι προφανές ότι η προτεινόμενη ανάπτυξη όχι μόνο δεν περιέχει καμία τέτοια πρόβλεψη, αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αύξηση του ενδεχόμενου εμφάνισης πλημμυρικών φαινομένων στο κέντρο της πόλης, με την εκτεταμένη στεγανοποίηση των εδαφών μέσω της οικοδόμησης και την ελαχιστοποίηση των χώρων πρασίνου.
    Σε σχέση με την Αστική Θερμική Νησίδα, η ενθάρρυνση της χρήσης του ιδιωτικού αυτοκινήτου (βλ. αύξηση αριθμού θέσεων στάθμευσης), η παραγόμενη θερμότητα από τη δραστηριότητα των νέων κτιρίων, η μειωμένη δυνατότητα αερισμού μέσα από την οικοδόμηση του «ανατολικού ρήγματος» και κυρίως η μειωμένη παρουσία πρασίνου προδιαγράφουν τις συνθήκες μεγαλύτερης έντασης του φαινομένου και άρα επιδείνωσης της ποιότητας ζωής στο κέντρο της πόλης.
    Επιδεικνύοντας άγνοια των παραπάνω, η ΣΜΠΕ δεν αναγνωρίζει «σημαντικές σωρευτικές επιπτώσεις στην ατμοσφαιρική ρύπανση, τους κλιματικούς παράγοντες και την ενέργεια, από την εφαρμογή των κατευθύνσεων του Σχεδίου».

    Αστικό τοπίο και μεταβολή της εικόνας της πόλης
    Καμία αναφορά δεν γίνεται στη ρύθμιση των νέων επεμβάσεων σε σχέση με μείζονα τοπόσημα και στοιχεία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στην περιοχή, παρά το γεγονός ότι ορισμένα από αυτά αναφέρονται κατά την περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης. Δεν περιλαμβάνεται προσέγγιση και μελέτη οπτικών και θέασης από και προς τον Λευκό Πύργο, την Άνω Πόλη, το κτίριο της ΧΑΝΘ, τον Πύργο του ΟΤΕ, τους πύργους της Πανεπιστημιούπολης του ΑΠΘ και δεν παρέχονται σχετικές κατευθύνσεις χειρισμού τους.

    Αρχιτεκτονική – πολιτιστική κληρονομιά
    Η τεκμηρίωση και αναγνώριση της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας των περιπτέρων της ΔΕΘ αγνοείται από τη μελέτη, ενώ από την ίδρυση του θεσμού, το 1925, ο χώρος της ΔΕΘ εξελίχθηκε σε υπαίθριο αρχιτεκτονικό μουσείο έργων του μοντερνισμού, δημιουργημάτων μιας πλειάδας επώνυμων Ελλήνων αρχιτεκτόνων των δεκαετιών 1930-1970, όπως οι Άρης Κωνσταντινίδης, Δ. Φατούρος, Ν. Βαλσαμάκης, Δ. Τριποδάκης, Ν. Μουτσόπουλος, Γ. Κονταξάκης κ.ά. Αρκετά από αυτά χάθηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, για να αντικατασταθούν από κτίρια «κουτιά», νέα περίπτερα ευτελούς κατασκευής και χαμηλής αισθητικής, ενώ όσα παρέμειναν υπέστησαν σημαντικές αλλοιώσεις. Το πρόσφατο ΕΧΣ για τη ΔΕΘ απειλεί πλέον με οριστική εξαφάνιση ό,τι έχει απομείνει, φειδόμενο μόνον του Παλαί ντε Σπορ, του Πύργου του ΟΤΕ και του Μουσείου MOMus. Επειδή, όπως έλεγε και ο Ruskin, «μπορούμε να ζήσουμε χωρίς την αρχιτεκτονική, αλλά δεν μπορούμε να θυμόμαστε χωρίς αυτήν», επειδή η αλόγιστη επίθεση στη «μνημοσύνη» μιας πόλης με παρελθόν χιλιετιών λαμβάνει πλέον ανεξέλεγκτες διαστάσεις, είναι σημαντικό να υποστηριχθεί ο μνημειακός πλούτος όλων των ιστορικών περιόδων, του 20ού αιώνα συμπεριλαμβανομένου. Η διατήρηση των περιπτέρων της ΔΕΘ υπηρετεί τη συλλογική μνήμη αλλά και την ανταγωνιστικότητα της πόλης στο διεθνές σκηνικό. Είναι απαραίτητο οι μελετητές και ελεγκτές αυτού του σχεδίου:
    – να συνειδητοποιήσουν τη στοιχειώδη διάκριση ανάμεσα στα περίπτερα «κουτιά» και τα αξιόλογα δείγματα του μοντερνισμού που σώζονται ακόμη στη ΔΕΘ, έστω και κακοποιημένα
    – να μεριμνήσουν για μια συνολική αξιολόγηση των κτιρίων, σύμφωνα με τους θεωρητικούς και μεθοδολογικούς κανόνες της αποκατάστασης ιστορικών συνόλων
    – να φροντίσουν ώστε τα αξιόλογα κελύφη που θα επιλεγούν προς διατήρηση να αποκατασταθούν και να ενσωματωθούν στην προτεινόμενη ανάπλαση με κατάλληλες χρήσεις.
    Υποστηρίζουμε ότι η όποια ανάπλαση του χώρου τη ΔΕΘ είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί με σεβασμό στη φυσιογνωμία του χώρου ως αστικού συνόλου και με ορθή ενσωμάτωση των σημαντικών αυτών στοιχείων της μοντέρνας αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς στο ευρύτερο αστικό τοπίο. Εξάλλου, το θέμα έχει αρχίσει να παίρνει διεθνείς διαστάσεις. Στο newsletter του Απριλίου 2019 του International Docomomo, στη στήλη Heritage in danger, στην 1η θέση βρίσκεται η απειλή κατεδάφισης των μοντέρνων περίπτερων της ΔΕΘ (https://www.docomomo.com/heritage).
    Είναι κρίσιμο να επισημανθεί ο ρόλος στρατηγικής καινοτομίας που διαδραμάτιζε ο χώρος της ΔΕΘ διαχρονικά στη ζωή της πόλης, ως εργαστήριο αρχιτεκτονικής και καινοτόμων χωρικών πειραματισμών, οι οποίες ερχόταν σε αντίθεση, ενίοτε δημιουργική, με τις επικρατούσες, συχνά συντηρητικές απόψεις για τον αρχιτεκτονικό και αστικό χώρο και την πολεοδομική οργάνωσή του. Ήταν ωστόσο η επιμονή των αρχιτεκτόνων και η ελευθερία απο πολλούς από τους συνήθεις περιορισμούς, που διασφάλιζε ο χώρος της ΔΕΘ, που επέτρεψε την εφαρμογή και τελικά την ανάδειξη σύγχρονων κτιριακών και αστικών καινοτομιών, σαν αυτές που σήμερα κινδυνεύουν με οριστική καταστροφή. Αυτό το πνεύμα καινοτομίας και στρατηγικής πρωτοπορίας πρεπει να διαφυλαχθεί σε οποιαδήποτε μελλοντική εξέλιξη για τη ΔΕΘ και το Τμήμα Αρχιτεκτόνων οφείλει να είναι έτοιμο να παρεμβαίνει προκειμένου να επισημαίνει και να διασφαλίζει μια τέτοια συνθήκη.
    Συγκεκριμένα πρέπει να εξεταστεί η ενδεχόμενη διατήρηση των ακόλουθων αξιόλογων περιπτέρων κατά χρονολογική σειρά: το περίπτερο 2 (αρχιτέκτων Δ. Τριποδάκης, 1954), το περίπτερο 6 (Δ. Τριποδάκης, 1953, ανασχεδιασμός Π. Μακρίδης, 2003), το περίπτερο 1 (Ν. Εφέσιος, Α. Συμεών, 1956), το περίπτερο της ΔΕΗ / Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης / MOMus (Ι. Ρίζος, 1959, Π. Τζώνος, Γ. Χόιπελ, Ξ. Χόιπελ, 1997, Π. Τζώνος, Ξ. Χόιπελ, Κ. Αντωνίου, Ε. Κάστρο, Μ. Ρόκκος, 2002), το Αλεξάνδρειο Μέλαθρο / Palais des Sports (Π. Τζανέτος, 1960), το περίπτερο 8 – Συνεδριακό Κέντρο ΔΕΘ (Ν. Μουτσόπουλος, Χ. Τσιλαλής, Γ. Κονταξάκης, Χ. Κουλουκούρης, 1968), το περίπτερο της Esso Pappas (Θ. Παπαγιάννης, 1968), το περίπτερο 7 (Γ. Κονταξάκης, Μ. Φωτιάδης, 1969), ο Πύργος του ΟΤΕ (Α. Αναστασιάδης, 1969), το περίπτερο 11 (Χ. Χριστοφορίδης, 1971), οι Νέες Πύλες της ΔΕΘ (Κ. Τσιγαρίδα, Α. Σκουβάκλης, Ν. Καλογήρου, 1996). Πέρα από τη δεδομένη αρχιτεκτονική τους αξία, τα κτίρια αυτά διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση και μπορούν να αξιοποιηθούν. Η ενδεχόμενη κατεδάφιση ενός λειτουργικού υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος κρίνεται περιβαλλοντικά ασύμφορη και είναι παράλογα σπατάλη σε μια εποχή οικονομικής κρίσης.

    Αναλυτική εκτίμηση των επιπτώσεων του Σχεδίου (Ενότητα 7.2 του τεύχους ΣΜΠΕ υπό διαβούλευση, σελ. 109-151)
    Η ενότητα 7.2 στο τεύχος προς διαβούλευση καταλήγει σε εκτίμηση των επιπτώσεων χωρίς αναλυτική τεκμηρίωση, η οποία δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στη μοναδική θέση της ΔΕΘ στο ΠΣΘ και τον προτεινόμενο βαθμό επιδιωκόμενης επέμβασης με τα μη-αναστρέψιμα χαρακτηριστικά του προτεινόμενου ΕΧΣ. Το προτεινόμενο ΕΧΣ έχει εξαιρετικά σημαντικές και μείζονες επιπτώσεις στην κεντρική περιοχή της πόλης. Σε συνέχεια των παραπάνω, η αναλυτική εκτίμηση των επιπτώσεων του ΕΧΣ ΔΕΘ κρίνεται εντελώς ανακριβής και αποπροσανατολιστική, απομακρυσμένη από τα πραγματικά περιβαλλοντικά, οικιστικά και αναπτυξιακά διακυβεύματα της περιοχής και της πόλης, και θα πρέπει να καταπέσει.

    Διαδικασία διαβούλευσης του ΕΧΣ ΕΚΘ
    Πρέπει να επισημανθεί ότι ο τρόπος που έχει διεξαχθεί η διαβούλευση για τη ΣΜΠΕ του προτεινόμενου σχεδίου, στο πλαίσια της σχετικής ΚΥΑ (2006) και μόνο, θέτει ουσιαστικά ζητήματα δημοκρατικών αρχών ως προς την ενημέρωση του κοινού. Καταρχάς παρατηρήθηκαν διαδοχικά προβλήματα κατά την αποστολή απόψεων, συγκεκριμένα απόρριψη εισερχόμενων μηνυμάτων από τη δηλωμένη ηλεκτρονική διεύθυνση υποβολής sec.dipa@prv.ypeka.gr, μη λειτουργών σύνδεσμος προς τη διαβούλευση και καθυστερημένη ανάρτηση της έναρξης της διαβούλευσης στον ιστότοπο opengov, άρα περιορισμένος χρόνος και αποθαρρυντική για το ευρύ κοινό μεθόδευση της διαβούλευσης. Πέρα όμως από τη διαβούλευση στο πλαίσιο της ΣΜΠΕ, τίθενται πραγματικά ερωτήματα ως προς την άμεση ενημέρωση του κοινού για ένα μείζον τοπικό ζήτημα χωρικής ανάπτυξης που αφορά όλους τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής.
    Οι κατεπείγουσες και εκβιαστικές διαδικασίες δεν εξασφαλίζουν ωριμότητα παρά μόνο ακραίες τοποθετήσεις, χωρίς τις απαραίτητες ζυμώσεις και ευρείες συναινέσεις που δεν περιορίζονται στους προνομιακούς ομιλητές. Είναι βέβαιο ότι είναι στην ευχέρεια της Κυβέρνησης και των τοπικών φορέων (Δήμος, Περιφέρεια) να κινήσουν διαδικασίες ολοκληρωμένης ενημέρωσης του κοινού, κατά τα διεθνή πρότυπα στρατηγικού χωρικού σχεδιασμού, επιδραστική ενασχόληση των τοπικών και αρμόδιων παραγόντων, διαβούλευση στο πλαίσιο του Κλεισθένη (Ν 4555/2018) από τους τοπικούς φορείς (Δήμο, Περιφέρεια), σε μια ευρεία και δομημένη δημόσια συζήτηση με τελικά εμπλουτισμένα και διασφαλισμένα επενδυτικά αποτελέσματα.

    ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΠΣ ΑΠΘ
    Αθανασίου Ευαγγελία
    Αξαρλή Κλεονίκη
    Αρακαδάκη Μαρία
    Βεργόπουλος Σταύρος
    Βιτοπούλου Αθηνά
    Γυιόκα Χαρίκλεια
    Δούση Μαρία
    Θωμόπουλος Δημήτριος
    Ιωαννίδης Κωνσταντίνος
    Καλαρά Κωνσταντίνα
    Καλογήρου Νικόλαος
    Κονέννα Κλαούντιο
    Κονταξάκης Δημήτριος
    Λεφάκη Στυλιανή
    Πάκα Αλκμήνη
    Παπαδημητρίου Σπυρίδων
    Σακαντάμης Κωνσταντίνος
    Σακελλαρίδου Ειρήνη
    Τέλλιος Αναστάσιος
    Τσακαλίδου Βενετία
    Τσουκαλά Κυριακή
    Φράγκος Δημήτριος
    Χριστοδούλου Χάρις
    Χρυσαφίδης Ευάγγελος

  • 4 Απριλίου 2019, 15:14 | Έφη Σειρά, Αρχιτέκτων Μηχανικός ΑΠΘ, MSc Αρχιτεκτονική Τοπίου ΑΠΘ

    ΧΕΙΜΑΡΡΟΣ ΕΚΘΕΣΕΩΣ / Ένα σχόλιο για τα ρέματα εντός της ΔΕΘ-Helexpo

    Ανατολικά των Τειχών της Θεσσαλονίκης, διέρχονται δύο ρέματα τα οποία συμβάλλουν μετά από διευθέτηση, μέσα στην έκταση που καταλαμβάνει σήμερα η ΔΕΘ – Helexpo περίπου στη θέση του σημερινού ΜΜΣΤ. Η λεκάνη απορροής του Χειμάρρου Εκθέσεως εκτείνεται πέρα από την περιφερειακή οδό, με την μισή περίπου έκταση της, έντονα αστικοποιημένη.
    Τα δύο αυτά ρέματα διακρίνονται σε παλαιότερους χάρτες, αεροφωτογραφίες, φωτογραφίες, αναφέρονται σε επιστημονικές μελέτες, λογοτεχνικά κείμενα. Πλησιέστερα στα τείχη βρίσκεται το ρέμα Αγ. Παύλου – Ευαγγελίστριας (αναφέρεται και ως Πανεπιστημίου) το οποίο πλησιάζοντας προς την θάλασσα έχει επιχωματωθεί από τα μέσα του 19ου αιώνα. Ο ανατολικός κλάδος Χορτατζήδων ή Ελευθερών ή Πολυτεχνείου ή Μάτση, ή Μπιλίρη, διευθετημένος μέσα στον αστικό ιστό και αφού περάσει από την έκταση του Α.Π.Θ., συνεχίζει δυτικά του ΑΑΜΘ εντός της ΔΕΘ μέχρι να συναντηθεί με τον πρώτο κλάδο, για να αποχετευτούν μαζί. Μετά την σταδιακή κατασκευή υπονόμων, οι διευθετημένες κοίτες μέσα στο ΑΠΘ, τη ΔΕΘ και αλλού, επιχωματώθηκαν και ανοικοδομήθηκαν. Υπάρχουν βέβαια πηγές και παρακλάδια με τρεχούμενο νερό πριν καταλήξουν στο δίκτυο ομβρίων εντός αστικού ιστού (π.χ. στην Ευαγγελίστρια).
    Το νερό προφανώς ξαναβρίσκει το δρόμο του. Το θέμα των πλημμυρών στην περιοχή γύρω από την ΔΕΘ – Helexpo δεν είναι καινούργιο αλλά σταδιακά με την τσιμεντοποίηση του αστικού τμήματος της ευρύτερης λεκάνης απορροής και την κλιματική αλλαγή έχει γίνει πιο έντονο. Επιπλέον το δίκτυο αποχέτευσης της Θεσσαλονίκης είναι παντορροϊκό στο μεγαλύτερο μέρος του οπότε προκύπτουν ρυπαντικά φορτία. Οι ραγδαίες βροχοπτώσεις που δημιουργούν επικίνδυνες συνθήκες για την πόλη, δεν είναι θεομηνίες αλλά αναμενόμενα επαναλαμβανόμενα καιρικά φαινόμενα (π.χ. Μάιος 2018). Οι διατομές που απαιτούνται για να παραλάβουν αυτό το πλημμυρικό φορτίο δεν είναι εφικτές οπότε η περίπτωση των ανοιχτών διατομών μέσα από ικανές ζώνες πρασίνου που να σχετίζονται με τις φυσικές ροές, προτείνεται να εξεταστεί, η οριοθέτηση δηλαδή του Χειμάρρου Εκθέσεως.
    Στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον υπόλοιπο κόσμο η πολιτική διαχείρισης των υδάτινων πόρων και των αστικών ρεμάτων έχει πάρει ξεκάθαρα περιβαλλοντική κατεύθυνση. Τα αστικά ρέματα είναι θησαυρός για την πόλη και όχι πληγές για να κρυφτούν. Πόσο μάλλον όταν αυτά είναι στην καρδιά της πόλης, στο στενότερο σημείο της που ενώνει την παραθαλάσσια ζώνη της με το δάσος σε απόσταση μόλις 2,00 km. Ο ρόλος της βλάστησης στο φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας, η εξοικονόμηση υδάτινων πόρων με δημιουργία ταμιευτήρων για πότισμα των πάρκων της νέας παραλίας (ενδεικτικά: έως 9m3 νερό /στρ χλοοτάπητα / καλοκαιρινή μέρα), η βελτίωση των συνθηκών ζωής και υγείας για τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης με τα 2,15m2 πρασίνου / κάτοικο, οι ευκαιρίες για ήπια αναψυχή, η ενίσχυση της τουριστικής ταυτότητας της πόλης, η δημιουργία περιπατητικών διαδρομών μέχρι το δάσος, η ενίσχυση της βιοποικιλότητας, η οικονομία σε πόρους αποφεύγοντας άστοχα τεχνικά έργα, η αντιπλημμυρική προστασία, η ανάδειξη του ιστορικού τοπίου, μπορούν να είναι κάποιοι λόγοι για μια διαφορετική μελέτη.
    Σχετικές αναφορές με τα ρέματα της έκτασης βρέθηκαν στη σελ. 105 της ΣΜΠΕ εικόνα 6.5.2.β: «Δίκτυο ομβρίων και Κεντρικός Αποχετευτικός Αγωγός στο Εκθεσιακό Κέντρο Θεσσαλονίκης», ενώ το Σχέδιο Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας αναφέρεται στην ευρύτερη λεκάνη απορροής της Κεντρικής Μακεδονίας (!) χωρίς αναφορά στην τοπική Λεκάνη Απορροής του Χειμάρρου Εκθέσεως (αναμένεται μάλιστα βελτίωση του δείκτη ΖΔΥΚΠ σελ. 142). Οι υπόγεια διευθετημένοι χείμαρροι όπως μπορεί να διαπιστωθεί με έρευνα σε αρχεία χαρτών, αεροφωτογραφιών (ΟΚΧΕ) και υπηρεσιών, διέρχονται μέσα από τους τομείς I, II, ΙΙΙ, ΙV, V και στο βόρειο όριο του VI.

    ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ
    Δεδομένης της κλιματικής αλλαγής και των έντονων πλημμυρικών φαινομένων, την «Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή» και το ΦΕΚ Β΄4675/2017, η ερώτηση είναι κατά πόσο έχουν εξεταστεί οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις στην περιοχή μελέτης και την ευρύτερη περιοχή από την υπόγεια διευθέτηση του χειμάρρου Εκθέσεως εντός του προτεινόμενου οικοδομικού τετραγώνου και τη δημιουργία ζωνών δόμησης επάνω στους επικαλυμμένους χειμάρρους, καθώς δεν είναι κάτι που θα μπορεί να εξεταστεί σε επόμενο στάδιο.
    Έχοντας στόχο τη μείωση των αρνητικών συνεπειών στην ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον, την πολιτιστική κληρονομιά και τις οικονομικές δραστηριότητες, πως αξιολογείται και διαχειρίζεται στην συγκεκριμένη μελέτη ο κίνδυνος πλημμύρας; Στη βάση ποιας εγκεκριμένης περιβαλλοντικής μελέτης σε κλίμακας πόλης, και με ποιο τρόπο προτείνεται από τη μελέτη αυτός ο χειρισμός των ρεμάτων;

  • 4 Απριλίου 2019, 09:01 | ΟΛΓΑ

    ΣΤΟ ΗΔΗ ΦΟΡΤΙΣΜΕΝΟ ΑΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΑΣ ΘΑ ΗΤΑΝ ΣΚΟΠΙΜΟ ΝΑ ΕΞΕΤΑΣΘΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗ Η ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΤΟΥ ΤΟΠΊΟΥ ΑΠΟ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΔΌΜΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΟΜΗΣΗΣ ΣΕ ΥΨΟΣ. Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΘΗΚΕ ΜΕ ΓΝΩΜΩΝΑ ΤΗ «ΦΥΓΗ» ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ «ΑΝΩ ΠΟΛΗ»ΚΑΙ ΑΣ ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ΟΤΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΕ ΤΗΝ ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΟΛΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ. ΟΛΗ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΝΟΜΙΖΩ ΟΤΙ ΔΕΝ ΤΗΝ ΛΑΒΑΤΕ ΥΠΟΨΗ. ΕΠΙΠΡΟΣΘΕΤΑ ΔΕΝ ΛΑΒΑΤΕ ΥΠΟΨΗ ΤΗΝ ΓΕΙΤΝΙΑΣΗ ΤΗΣ ΔΕΘ ΜΕ ΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ, ΤΟΣΟ ΑΠΟ ΑΠΟΨΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΟΣΟ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗ.Η ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗ ΧΡΗΣΗΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΎ ΕΙΝΑΙ ΠΕΡΙΤΗ ΣΤΟΝ ΕΝ ΛΟΓΩ ΧΩΡΟ ΔΙΟΤΙ ΘΑ ΕΠΙΒΑΡΥΝΘΕΙ Ο ΗΔΗ ΕΠΙΒΑΡΥΜΕΝΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΙΣΤΟΣ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ. ΒΕΒΑΙΑ Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΝΕΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΣΤΗΝ ΘΕΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ ΤΟΥ «ΒΕΛΛΙΔΕΙΟΥ» ΘΑ ΗΤΑΝ ΧΡΗΣΙΜΗ ΑΛΛΑ ΜΕ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΑΡΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΑΤΙΑΣ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΗ ΜΕ ΤΟ ΓΥΡΩ ΤΟΠΙΟ (ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ & ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΜΟΥΣΕΙΟ)
    .

  • 3 Απριλίου 2019, 12:23 | ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

    1 Απριλίου 2019, Ένωση για τα Δικαιώματα των Πεζών
    Η δημοσίευση του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου για την ΔΕΘ αναζωπύρωσε παλαιές διαμάχες αλλά και συγκεκριμενοποίησε πολλές παραμέτρους για την εκλογίκευση αποφάσεων για την θέση και τα χαρακτηριστικά της εγκατάστασης της πάντα σε σχέση με την δημιουργία του επιζητούμενου από παλιά Μητροπολιτικού Πάρκου.
    Ως Ένωση για τα Δικαιώματα των Πεζών και την Προστασία του Δημόσιου Χώρου, θεωρούμε σκόπιμο να παρέμβουμε στην Διαβούλευση ειδικά για τα θέματα που αφορούν το δημιουργούμενο από το ΕΧΣ Πάρκο εντός της ΔΕΘ. Το Πάρκο αυτό (υποτιθέμενα Μητροπολιτικό καθ’ εαυτό, ή νοούμενο ως μέρος ενός ευρύτερου Μ.Π. ) έχει τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
    Έκταση Πάρκου: Καταλαμβάνει περίπου το 25% της όλης έκτασης της ΔΕΘ. Την υπόλοιπη έκταση θα καταλαμβάνουν εκθεσιακά κτίσματα και άλλα. Προφανώς οι δρόμοι ανάμεσα στα εκθεσιακά κτίσματα- αν και υπολογίζονται τυπικά ως κοινόχρηστοι- δεν μετράνε για πάρκο. Αυτοί θα εξυπηρετούν τις λειτουργίες διακίνησης της ΔΕΘ. Όμως αναγκαστικά και μεγάλο μέρος του χώρου του υποτιθέμενου Πάρκου θα χρησιμοποιείται επίσης για τις λειτουργίες της ΔΕΘ μια που εκεί θα βρίσκονται οι κυρίες είσοδοι αλλά και οι δρόμοι μεταφοράς εμπορευμάτων και υλικών. Τελικά το «Μ.Π.» όπως σχεδιάζεται θα είναι περισσότερο η αυλή της ΔΕΘ, ο χώρος για όλες τις δουλειές, παρά Πάρκο.
    Χρήσεις : Ο τομέας V (54 στρέμματα) προοριζόμενος κυρίως για πράσινο –ελεύθερος χώρος, έχει τον ίδιο χαρακτηρισμό χρήσεων γης, ως Κεντρικές Λειτουργίες Πόλης, με το σύνολο της έκτασης της ΔΕΘ και όχι ελεύθεροι χώροι-αστικό πράσινο αν και οι δομήσιμες λειτουργίες του περιορίζονται σε πολιτιστικά κτίρια και κτίρια αναψυχής .
    Ποιότητα Μητροπολιτικού Πάρκου: Θα είναι πολύ χαμηλή. Οι συνεχείς εκδηλώσεις της ΔΕΘ, οι μεταφορές εκθεμάτων, οι κινήσεις οχημάτων και επισκεπτών, τα απορρίμματα, οι καταστροφές θα διαταράσσουν συνεχώς την ηρεμία, την ατμόσφαιρα και την ποιότητα του χώρου του όποιου περιορισμένου ως άνω Πάρκου. Το Πάρκο μετά από κάθε εκδήλωση της ΔΕΘ θα χρειάζεται ανακατασκευή (βλέπε και το παράδειγμα της Νέας Παραλίας).
    Ανάγκη περίφραξης του χώρου του Πάρκου: Η περίφραξη και ο έλεγχος των εισερχομένων θα είναι αναγκαία λόγω Έκθεσης. Με τον τρόπο αυτό θα ακυρωθεί και η συνέχεια των οδικών οξονών που (θα πρέπει να) συνδέουν σε μια συνεχή διαδρομή τα διάφορα τμήματα του ευρύτερου Μητροπολιτικού Πάρκου και για πολλούς αποτελούσε έναν από τους κυρίους λόγους που ζητούσαν την μετατροπή του χώρου της ΔΕΘ σε Μητροπολιτικό Πάρκο.
    Συμπέρασμα : με το ΕΧΣ της ΔΕΘ δεν δημιουργείται «και Έκθεση και Μητροπολιτικό Πάρκο» όπως για καιρό διαφήμιζε η διοίκηση της ΔΕΘ. Εκείνο που γίνεται είναι μια ανακατανομή και ένας εξορθολογισμός του χώρου της Έκθεσης, όπως και μια ανακατασκευή των ακατάλληλων και ατάκτως ερριμένων εκθεσιακών της χώρων.
    Εάν το σχέδιο αυτό προχωρήσει ας ξεχάσουμε το «Μητροπολιτικό πάρκο». Ζήτω το παρκάκι της Έκθεσης.

  • 3 Απριλίου 2019, 12:43 | ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΕΤΑΙΡΕΊΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού – Παράρτημα Θεσσαλονίκης

    Το κείμενο που ακολουθεί αναφέρεται στη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου (ΕΧΣ) για το Εκθεσιακό Κέντρο Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) στο πλαίσιο της από 5/3/2019 διαβούλευσης.
    Ο χώρος της ΔΕΘ έχει υπάρξει αντικείμενο μελετών και αναθεωρήσεων σε πολλές χρονικές τομές στην ιστορία της λειτουργίας της, άλλοτε με εκσυγχρονιστικό και άλλοτε με απλό εξωραϊστικό χαρακτήρα, με αποτελέσματα που ποικίλουν ως προς τον βαθμό επιτυχίας.
    Η επέμβαση που επιχειρείται σήμερα διακρίνεται για μια ριζική και «εκ θεμελίων» αναδιοργάνωση της περιοχής που καταλαμβάνει η ΔΕΘ, αντιμετωπιζόμενη ωστόσο ως «νησίδα» στο κέντρο της πόλης. Στην παρούσα πρόταση διαβλέπουμε να προτείνονται, εκτός του πρασίνου, χρήσεις τουρισμού, εκθεσιακές, εμπορικές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εύρυθμη λειτουργία τους και την κυκλοφορία οχημάτων και κοινού στην ευρύτερη περιοχή.
    Ειδικότερα επιθυμούμε να επισημάνουμε τα παρακάτω ζητήματα, έχοντας ωστόσο ως διαρκή σκοπό την αναζωογόνηση και τον εκσυγχρονισμό της ΔΕΘ, και παίρνοντας υπόψη τον διαπιστωμένα ανταγωνιστικό και καινοτόμο χαρακτήρα της. Υπενθυμίζουμε ότι το υπό εκπόνηση Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (Γ.Π.Σ.) του Δήμου Θεσσαλονίκης προβλέπει για τον χώρο της ΔΕΘ μητροπολιτικό πάρκο και εκθεσιακές δραστηριότητες.
    Διαπιστώνεται συσσώρευση διαφορετικών λειτουργιών κάθε μία από τις οποίες έλκει επιπλέον απαιτούμενες δραστηριότητες και διόδους προσέλευσης, έτσι ώστε οι χρηστικές επιφάνειες να είναι αυξημένες σε σχέση με αυτές που δηλώνονται.
    Ο Συντελεστής Δόμησης (Σ.Δ.) είναι ιδιαίτερα αυξημένος τόσο σε σχέση με τον έως τώρα τυπικά πραγματοποιημένο, όσο και σχετικά με τον Σ.Δ. του γειτνιάζοντα αστικού ιστού, καθώς στον προτεινόμενο θα προστεθούν υπόγειοι χώροι με κύριες χρήσεις και, κυρίως, υψηλά κτίρια. Εφόσον μάλιστα η πολεοδόμηση αντιμετωπισθεί σαν επέκταση, ο συνολικός Σ.Δ. 0,6 προσεγγίζει τον ανώτατο επιτρεπόμενο σε μια περιοχή περιβαλλοντικά προβληματική και κορεσμένη ως προς το οικοδομικό απόθεμα.
    Συναφές με το προηγούμενο ζήτημα είναι και τα επιτρεπόμενα ύψη των κτιρίων που αλλοιώνουν την κλίμακα του χώρου. Ιδιαίτερα αναφέρουμε το ξενοδοχείο που τείνει να ανταγωνιστεί υφιστάμενα ιστορικά πλέον κτίσματα, αρχαιολογικά μνημεία ή έργα τέχνης.
    Ο κυρίαρχος χαρακτήρας της ΔΕΘ είναι ο εκθεσιακός, εφόσον παραδεχτούμε ότι δεν αναφερόμαστε σε μητροπολιτικό πάρκο, όπως ευαγγελίζεται η πρόταση. Ακόμα και σ’ αυτήν την περίπτωση, οι εμπορικές χρήσεις μπορούν να είναι συναφείς μόνο με τον γενικό χαρακτήρα και να αποφευχθεί η δημιουργία εμπορικού πόλου σε θέση μάλιστα εξαιρετικά ακατάλληλη από πλευράς τροφοδοσίας, αλλά και ανταγωνιστική προς το υφιστάμενο διάχυτο εμπορικό κέντρο. Συγχρόνως δεν είναι απόλυτα διάφανο το ζήτημα της συνεχούς λειτουργίας της ΔΕΘ με θεματικές εκθέσεις που συχνά είναι ταυτόχρονες, λόγω των επί πλέον λειτουργιών που προβλέπονται από το ΕΧΣ
    Οι νέες λειτουργίες που οπωσδήποτε θα ακολουθούν τις σύγχρονες απαιτήσεις και προδιαγραφές σε ζητήματα κυκλοφορίας, θα αυξήσουν τον κυκλοφοριακό φόρτο και μάλιστα σε κεντρικές αρτηρίες, όπως η Εγνατία, Αγγελάκη και Γ΄ Σεπτεμβρίου, ενώ οι προβλεπόμενοι χώροι στάθμευσης θα λειτουργήσουν ως πόλοι έλξης επιπλέον οχημάτων προς το κέντρο της πόλης, ζήτημα καθόλου επιθυμητό.
    Καθώς προβάλλει πρώτιστα η οικοδόμηση της έκτασης, το Πράσινο που θα δημιουργηθεί κάθε άλλο παρά σε ένα Μητροπολιτικό πάρκο προσομοιάζει. Διακινδυνεύοντας την παρομοίωση με πρασιά, με την οικοδομική έννοια του όρου, δεν μπορεί να διασφαλίσει τα θεσμοθετημένα πρότυπα και αναλογίες πρασίνου, προκειμένου να χαρακτηρισθεί και να λειτουργήσει ως αστικό πράσινο και πολύ περισσότερο με χαρακτήρα μητροπολιτικό.
    Ο χώρος της ΔΕΘ, δεν διασφαλίζει τυχόν μελλοντική επέκτασή της, λόγω νέων τεχνολογιών, σε βάρος του πρασίνου. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το σενάριο μιας πιθανής και μακροπρόθεσμης προοπτικής μεταφοράς της ΔΕΘ εκτός του μητροπολιτικού κέντρου, οδηγούν στο να περιορισθούν οι προβλέψεις του ΕΧΣ στα απολύτως αναγκαία νέα εκθεσιακά κτίρια που θα προκύψουν μέσα από αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς και συγχρόνως θα είναι βιοκλιματικά και ευέλικτα ως προς τα υλικά και τη δομή τους.
    Είναι γνωστό ότι πολλά από τα υφιστάμενα κτίρια είναι έργα αξιόλογων αρχιτεκτόνων και ενδιαφέροντα δείγματα της διαχρονικότητας της διεθνούς ή και τοπικής αρχιτεκτονικής και καθιστούν την περιοχή ένα είδος έκθεσης αρχιτεκτονικής τυπολογίας. Η κατεδάφιση πολλών από αυτά, όπως έγινε και στο παρελθόν, θα στερήσει την πόλη, όπου να θυμίσουμε ότι λειτουργούν ιστορικές σχολές Πολυτεχνείου, από αξιοσημείωτα ως προς την μορφολογία και τη λειτουργικότητά τους κτίρια. Επομένως η αξιολόγηση και αποκατάσταση όσων κτιρίων κριθούν ανάλογα, είναι ενέργεια που θεωρούμε απαραίτητη να προηγηθεί των τελικών συμπερασμάτων
    Συμπερασματικά πιστεύουμε ότι: με τον περιορισμό αύξησης της νέας δόμησης, τον περιορισμό των χρήσεων στις προβλεπόμενες από την κύρια χρήση και ιδιαίτερα την αποφυγή δημιουργίας εμπορικού πόλου που θα λειτουργήσει ανταγωνιστικά προς το υφιστάμενο διάχυτο εμπορικό κέντρο, καθώς και με τη διατήρηση τόσο της κλίμακας όσο και των αξιόλογων κτιρίων της ΔΕΘ, θα αναιρεθούν οι παραπάνω επιφυλάξεις μας και η λύση που θα προκύψει θα είναι περιβαλλοντικά και πολιτιστικά δόκιμη.

  • Η εικόνα της ΔΕΘ είναι αντικείμενο μελέτης που πρέπει να ενταχθεί σε ένα γενικότερο χωρικό σχέδιο της πόλης της Θεσσαλονίκης το οποίο θα δώσει δυνατότητα ευχερέστερου management του συγκεκριμένου σχεδίου. Το σχέδιο διακρίνεται από επαγγελματισμό και δεν νομίζω ότι μπορεί να χαρακτηριστεί σπάταλο.

  • Εντός του πνεύματος της διαβούλευσης, επανέρχομαι για να αναφερθώ στο σχόλιο του κου Γ. Μιχαηλίδη.
    Ο κος Γ. Μιχαηλίδης έχει απόλυτο δίκιο σε όλα όσα αναφέρεται. Συμφωνώ σχεδόν σε όλα τα σχόλια για το συγκεκριμένο Στρατηγικό Σχέδιο και τις επιλογές του, καθώς και για την ανάγκη ορθής τήρησης των διαδικασιών χωρικού σχεδιασμού.
    Όμως δυστυχώς, αυτό είναι και το τρωτό σημείο του Ε.Χ.Σ. Σε αυτή καθαυτή τη διαδικασία που έχει ακολουθηθεί, η αδυναμία εντοπίζεται στα εξής ευαίσθητα σημεία:
    (α) ούτε τα Ρυθμιστικά Σχέδια, ούτε το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο Δήμου Θεσσαλονίκης, ούτε το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωρικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Κεντρικής Μακεδονίας, ως υπερκείμενος σχεδιασμός εμπεριέχουν, εκφράζουν ή υπαινίσσονται φυσικά στοιχεία χωρικού σχεδιασμού. Υποθέτω ότι αυτό το γνωρίζουν όλοι όσοι έχουν γνώση όχι μόνο των διαδικασιών αλλά και του περιεχομένου του χωρικού σχεδιασμού.
    Αυτά τα εργαλεία πολεοδομικού σχεδιασμού είναι πολύ αποτελεσματικά για νέες επεκτάσεις πόλης, αλλά η αναδόμηση της ΔΕΘ είναι περίπτωση αστικής ανάπλασης μιας περιοχής της πόλης με ήδη διαμορφωμένες χωρικές σχέσεις που θα αναδιαταχθούν. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα συγκεκριμένα εργαλεία είναι από μόνα τους ανεπαρκή. Η απόφαση για παραμονή της ΔΕΘ στο χώρο της εντάσσεται σε ένα εγχείρημα αστικής αναμόρφωσης (urban reform) μίας ευρύτερης μητροπολιτικής περιοχής, που απαιτεί και σχεδιαστικά εργαλεία όπως το Σχέδιο Γενικής Διάταξης (Master Plan). Ο υπερκείμενος σχεδιασμός με τον απλό λεκτικό χαρακτηρισμό της φυσιογνωμίας και των χρήσεων γης και χωρίς να έχει διατυπώσει χωρικές ποιότητες μέσω σχεδίου, ουσιαστικά δεν μπορεί να υποστηρίξει το εγχείρημα
    (β) Η έρευνα της κοινοπραξίας του 2012 για ‘’Υπηρεσίες Συμβούλου για έργα ανάπτυξης εκθεσιακών και συνεδριακών υποδομών της ΔΕΘ’’ που οδήγησε στην παραμονή της ΔΕΘ στο κέντρο της πόλης (και συγκέντρωσε τη συναίνεση των φορέων της πόλης), θα έπρεπε να συνυπολογίσει ως αυτονόητο επακόλουθο και την προοπτική της αναδόμησης της ευρύτερης περιοχής, κάτι όμως που ήταν εκτός των συμβατικών της υποχρεώσεων. Επί πλέον η διατύπωση της απαίτησης για τέτοιες ενέργειες από μία μελέτη δεν έχει ισχύ εφαρμογής. Η ενεργοποίησή της σχετίζεται με την ευαισθησία των φορέων όσον αφορά την πόλη αλλά και την κατανόηση της κρισιμότητας της απόφασης εκ μέρους του άμεσα ενδιαφερόμενου οικονομικού φορέα τα συμφέροντα του οποίου θίγονται.
    (γ) Ελλείψει Χωρικού Σχεδιασμού σε προηγούμενο στάδιο συντάσσεται το Ειδικό Χωρικό Σχέδιο του Εκθεσιακού Κέντρου Θεσσαλονίκης με επίγνωση ότι αποτελεί τμήμα ευρύτερης μητροπολιτικής περιοχής υπό (μελλοντική) ανάπλαση και εκπονείται μία κατά τα λοιπά άρτια μελέτη που πάλι μεταθέτει σε μεταγενέστερα στάδια χωρικές συσχετίσεις ένταξης της ΔΕΘ σε μία χαρακτηρισμένη αλλά μη σχεδιασμένη ευρύτερη περιοχή. Είναι επόμενο λοιπόν στη παρούσα μελέτη να μην συνυπολογίζονται οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις του -απόντος- υπερκείμενου Χωρικού Σχεδιασμού. Πως να μετρηθούν άλλωστε;
    Η σύλληψη λοιπόν και ο Χωρικός Σχεδιασμός του Μητροπολιτικού Πάρκου καλούνται να σχεδιασθούν σε επόμενο στάδιο (Πολεοδομικού Σχεδίου Εφαρμογής, αρχιτεκτονικού διαγωνισμού και άδειας οικοδόμησης)!!
    Φαίνεται ότι στην όλη διαδικασία του χωρικού σχεδιασμού λείπει ‘’κάτι’’. Αυτό το ‘’κάτι’’ αναφέρεται σε μητροπολιτικά θέματα και σε μητροπολιτική κλίμακα. Κάτι ανάλογο με την αγνόηση των αρχαιοτήτων στη περίπτωση της κατασκευής του μετρό Θεσσαλονίκης (είχαν άραγε συνυπολογιστεί τότε στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις;)
    Συνοψίζοντας, παρακολουθούμε σε τρία διαφορετικά στάδια και με τρεις διαφορετικούς τρόπους μία κλασσική περίπτωση του ‘’φύγε κακό από τα μάτια μου’’. Βρισκόμαστε μπροστά σε μία λεπτή έκφανση του ‘’ό,τι είναι νόμιμο και διαδικαστικά σύννομο είναι (σε αυτή τη περίπτωση) και σωστό’’.
    Επί του πρακτέου, ελλείψει Σχεδίου Γενικής Διάταξης κάθε επί μέρους επίλυση στα επόμενα στάδια θα αναζητά (ορθώς) ως αναφορά την εκάστοτε υφιστάμενη κατάσταση και είναι πολύ πιθανόν, το οριστικό χωρικό σχέδιο της ΔΕΘ που έπεται, να αναπαράξει την σημερινή πραγματικότητα. Σε τελική ανάλυση θα γίνει πάλι η ‘’κρίση’’ το άλλοθι των θεσμικών ελλείψεων που οδηγούν σε ατελή τελικό σχεδιασμό. Αντίθετα, θα έπρεπε ο διεισδυτικός και ολοκληρωμένος σχεδιασμός να είναι η απάντηση στη δύσκολη οικονομική συγκυρία.
    Οι ενστάσεις που εκφράζονται στο παρόν κείμενο δεν αφορούν στην αναζήτηση της κάλλιστης λύσης, αλλά στην αποφυγή της επιδείνωσης μίας ήδη κάκιστης σημερινής πραγματικότητας. Επιδείνωσης που αφορά τόσο στη πόλη της Θεσσαλονίκης όσο και στις επιχειρηματικές επιδιώξεις της ΔΕΘ εφόσον η επικείμενη αστική ανάπλαση αφορά εξ ίσου τα δύο μέρη σε αυτή την άρρηκτη και ιδιάζουσα σχέση δυναμικής αλληλεξάρτησης. Σχέση που στο πλαίσιο της επιλογής της παραμονής της ΔΕΘ στο πόλη, παραμένει ενεργή.
    Όσον αφορά στον χρόνο που εκφράζονται οι ενστάσεις, η τηρούμενη διαδικασία της διαβούλευσης επί των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του Ε.Χ.Σ. είναι το κατάλληλο πλαίσιο.

  • 31 Μαρτίου 2019, 10:18 | Πρωτοβουλία για την υπεράσπιση των ελεύθερων χώρων

    Η Πρωτοβουλία θα ήθελε να κάνει τις ακόλουθες επισημάνσεις

    1. Η πρόταση παραμονής της ΔΕΘ και της «ανάπλασης» θα συνεχίσει την επιβάρυνση του περιβάλλοντος και της υγείας των πολιτών με κόστος για την υγεία και την οικονομία.
    Δεν γίνεται επίσης καμία συζήτηση για το τεράστιο έμμεσο όφελος της πόλης από την επιβάρυνση των υποδομών της και τις γενικότερες και σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις που θα αφαιρεθούν, ταυτόχρονα με τη μετατροπή όλου του χώρου πλην ελαχίστων κτηρίων σε πάρκο υψηλού πρασίνου. Τα περιβαλλοντικά ερωτήματα είναι κρίσιμα:
    • Είναι λύση η χρήση του ελεύθερου χώρου-πράσινου, που υποτίθεται ότι προορίζεται για Μητροπολιτικό Πάρκο, για περιορισμένο χρονικό διάστημα για τις εκθεσιακές ανάγκες; Θα είναι δηλαδή η «αυλή» του εκθεσιακού κέντρου που θα υποστηρίζει τη λειτουργία της Έκθεσης;
    • Που βρίσκεται το «Μητροπολιτικό πάρκο», όταν δεν οριοθετείται από το Εκθεσιακό κέντρο και ο τομέας V (54 στρέμματα) προοριζόμενος κυρίως για πράσινο –ελεύθερος χώρος, έχει τον ίδιο χαρακτηρισμό χρήσεων γης, ως Κεντρικές Λειτουργίες Πόλης, με το σύνολο της έκτασης της ΔΕΘ και όχι ελεύθεροι χώροι-αστικό πράσινο (ΠΔ49/29-6-2018/Κατηγορίες και περιεχόμενο χρήσεων γης); Και βέβαια δεν θα τηρεί τα προβλεπόμενα στην Υ.Α.133384/6587/23-12-2015/Προδιαγραφές Σύνταξης των Μελετών Διαχείρισης Πάρκων και Αλσών, σύμφωνα με την οποία «η διατιθέμενη σε κάθε περίπτωση επιφάνεια πρασίνου σε πάρκο πρέπει οπωσδήποτε να υπερβαίνει το 80% της επιφάνειας του». Εξάλλου για να λειτουργεί ως αυλή του εκθεσιακού χώρου λογικά δεν θα φυτευτούν δέντρα. Μητροπολιτικό πάρκο χωρίς κυριαρχία υψηλού πράσινου δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο.

    Η ΣΜΠΕ αγνοεί επιδεικτικά τα θέματα αυτά. Δεν αποδίδεται ποσοτικά η έκταση πρασίνου στη Ζώνη Άμεσης Επιρροής, η οποία συσχετιζόμενη με τον αριθμό των κατοίκων και των επισκεπτών της θα έδινε ένα δείκτη πρασίνου ανά κάτοικο & επισκέπτη δραματικά χαμηλό και επομένως θα έπρεπε να σχολιαστεί ως προς τις επιπτώσεις από τις επιλογές του σχεδιασμού. Ακόμη η μη θεσμική θωράκιση του όποιου «Πάρκου» δημιουργηθεί, διότι δεν το προέβλεψε η προέγκριση χωροθέτησης, το καθιστά ευάλωτο στις αναπόφευκτες μελλοντικές επεκτάσεις εκθεσιακών δραστηριοτήτων, εντός του.

    Γενικότερα, η χρήση του πολεοδομικού όρου «Μητροπολιτικός» για την εν λόγω παρέμβαση μέσω του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου (ΕΧΣ), είναι τουλάχιστον αδόκιμη και άστοχη, εφ’όσον δεν έχει καμία αναφορά και δεν εντάσσεται σε ένα σχεδιασμό Μητροπολιτικού επιπέδου του Πολεοδομικού Συγκροτήματος Θεσσαλονίκης (ΠΣΘ) και της Ευρύτερης Περιοχής Θεσσαλονίκης (ΕΠΘ).

    2. Πολεοδομικός σχεδιασμός
    Παραβλέπεται και δεν συνεκτιμάται στη ΣΜΠΕ ότι σε πολλές περιοχές του Δ.Θεσσαλονίκης ο υλοποιημένος Συντελεστής Δόμησης (ΣΔ) είναι αισθητά μεγαλύτερος του σήμερα ισχύοντος. Σχετικά στοιχεία μπορούν να αναζητηθούν στο υπό αναθεώρηση του ΓΠΣ του Δήμου Θεσσαλονίκης. Καμία σχετική αξιολόγηση δεν γίνεται στη ΣΜΠΕ ως προς αυτό.

    3. Επιβάρυνση από πρόσθετες κινήσεις οχημάτων
    Οι 3 υπόγειοι χώροι στάθμευσης που προτείνονται, δυναμικότητας πάνω από 2.100 θέσεων, με είσοδο-έξοδο τη Ν.Εγνατία και την 3ης Σεπτεμβρίου θα επιβαρύνουν επιπλέον κυκλοφοριακά την ήδη βεβαρυμένη περιοχή. Η δημιουργία τόσο μεγάλων χώρων στάθμευσης θα λειτουργεί ως πολος έλξης κι άλλων ΙΧ στο κέντρο, κάτι που υποτείθεται πρέπει να αποτραπεί. Αυτό ωστόσο δεν συζητιέται πουθενά. Άλλωστε αυτό παραδέχεται και η ίδια η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων(ΣΜΠΕ): «Μέχρι στιγμής δεν έχουν εξειδικευτεί κατευθύνσεις για την ενιαία λειτουργία ή την ανάπλαση της Ζώνης αυτής (Ζώνης Άμεσης Επιρροής της ΔΕΘ), πολύ δε περισσότερο δεν έχει συνταχθεί κάποια συνολική μελέτη οργάνωσής της ως ενιαίας λειτουργικής περιοχής». Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι ότι η ΣΜΠΕ αυτοακυρώνεται αφού προτείνει εκπόνηση Ειδικής Κυκλοφοριακής Μελέτης στα πλαίσια της λειτουργίας του Εκθεσιακού Κέντρου και των parking 2.100-2.600 θέσεων. Η μελέτη αυτή θα έπρεπε να υπάρχει ώστε στη ΣΜΠΕ να συναξιολογηθούν οι επιπτώσεις σε έναν τόσο κομβικό τομέα της καθημερινότητας της πόλης.

    4. Κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.
    Η επιλογή του εξεταζόμενου σχεδιασμού οδηγεί στη συρρίκνωση και υποβάθμιση των εκθεσιακών δυνατοτήτων της ΔΕΘ, με ότι επιπτώσεις μπορεί αυτό να έχει στην οικονομία και την κοινωνία της πολής. Επιπρόσθετες επιπτώσεις και στην οικονομία (π.χ. επιβάρυνση των μετακινήσεων) ταυτόχρονα με την ένταση της περιβαλλοντικής υποβάθμισης του κέντρου της Θεσσαλονίκης, κάτι επου επίσης θα έχει επιπτώσεις στην κοινωνική και οικονομική ζωή της πόλης.

    5. Μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην οικονομία της Θεσσαλονίκης και της ευρύτερης περιοχής
    Οι επιλογές αυτές αποτελούν αναπτυξιακή τροχοπέδη για την ευρύτερη περιοχή και απεμπόληση του Μητροπολιτικού της ρόλου. Η λύση της μετεγκατάστασης στη Σίνδο δίνει τη δυνατότητα επεκτασιμότητας μεσομακροπρόθεσμα των εκθεσιακών δραστηριοτήτων, με σαφώς μικρότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις και χωρίς πολεοδομικά προβλήματα. Επιπρόσθετα μπορεί «να λειτουργήσει ως μοχλός αναβάθμισης του αστικού και περιαστικού περιβάλλοντος της Δυτικής Θεσσαλονίκης. Η κυριότερη ωστόσο ωφέλεια αφορά την ποιότητα ζωής και την υγεία των κατοίκων της πόλης με τη δημιουργία ενός πραγματικού Μητροπολιτικού Πάρκου που θα ανακουφίσει την περιοχή από τις εντατικές χρήσεις του χώρου.

    Στην οικονομική αιτιολόγηση της παραμονής της ΔΕΘ δεν λαμβάνεταιι υπ’όψη ότι η μεγάλη διαφορά στα κόστη (284 εκατ. ευρώ για Σίνδο και 125 εκατ. ευρώ για ανάπλαση υφιστάμενης ΔΕΘ), προκύπτει από το μεγαλύτερο μέγεθος των εγκαταστάσεων στη Σίνδο και από το κόστος των υποστηρικτικών υποδομών (συνδέσεις με δίκτυα, κόμβος οδικής σύνδεσης με ΠΑΘΕ, σύνδεση με προαστιακό, κλπ) που είναι όμως υποδομές αναπτυξιακές και κοινωνικές για την ευρύτερη περιοχή (ΒΙΠΕΘ, οικισμός Σίνδου) και για το κόστος των οποίων δεν είχε γίνει διερεύνηση για εναλλακτική χρηματοδότηση.

    Η θέση μας για την ΣΜΠΕ
    Για τους λόγους αυτούς η πρωτοβουλία για την υπεράσπιση των ελεύθερων χώρων καλέι σε απόρριψη της ΣΜΠΕ και επανέναρξη της συζήτησης για τη ΔΕΘ με βάση α)τις αποφάσεις για μετεγκατάσταση στη Σίνδο, β) απελευθέρωση της σημερινής έκτασης από τα μη αξιόλογα κτήρια και γ) δημιουργία πραγματικού μητροπολιτικού πάρκου με υψηλή βλάστηση θωρακισμένο θεσμικά με σχετικό ΠΔ.

  • 30 Μαρτίου 2019, 14:09 | Νίκος Σπ. Φιλίππου Νέο Ρεύμα- Νέο Όραμα think-tank

    Η πρόταση στη διαβούλευση περιέχει τα επιχειρήματα γιατί δεν πρέπει να μείνει στο κέντρο. Κανένα κρίσιμο ερώτημα δεν απαντήθηκε. Εμφανίζεται πρόγραμμα μελετών και μακετών με καθυστέρηση 15 χρόνια από το 2010, για το 2026 και αργότερα, για νέο εκθεσιακό κέντρο που πουθενά στο κόσμο δεν γίνεται στο κέντρο των πόλεων. Η ΔΕΘ ανήκει στο Υπερταμείο. Το κόστος είναι κρατικοδίαιτο και υπέρογκο. Η εναλλακτική δεν είναι φαραωνική, αλλά το επίπεδο ενός βιώσιμου νέου εκθεσιακού με σύμβαση παραχώρησης και χωρίς κρατικοδίαιτη μορφή. Είχαν συμφωνήσει με μεγάλη συναίνεση όλοι οι φορείς. Άγνωστοι οι λόγοι ή τα συμφέροντα μη υλοποίησης. Το παράδειγμα της Αθήνας απαντάει στα κρίσιμα ερωτήματα, σε 9 μήνες, 50.000 μ2 με 47 εκατ. €, με σύμβαση παραχώρησης, την χρονιά του grexit 2011- και πάει καλά.

    ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΕΘ ΔΥΤΙΚΑ … ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΛΑΧΑΝΟΚΗΠΟΥΣ – 03/2019

    Προτείνεται νέο ικανού μεγέθους εκθεσιακό κέντρο. Να αποφύγει η Θεσσαλονίκηνα χάσει εκθεσιακό μέγεθος και εκθεσιακή ταυτότητα. Να αποφευχθούν οι κρατικοδίαιτες λύσεις, όταν την ίδια στιγμή ο χώρος ανήκει στο Υπερταμείο, δηλ. σε άλλον φορέα. Να αποφευχθούν οι κρατικοδίαιτες λύσεις υπέρογκου κόστους που θα οδηγήσουν το οικόπεδο σε απόλυτη βύθιση της αξίας του. Να αποφευχθεί δαπάνη σε ζωτικό χώρο που είναι κατάλληλος για πάρκο ή/και συνεδριακό. Σε όλο το κόσμο τα νέα συνεδριακά γίνονται στις παρυφές των πόλεων. Προτείνεται η μη κρατικοδίαιτη χρηματοδότηση σε χώρους χαμηλού κόστους γης, αλλά με μεγάλη αναπτυξιακή αξία. Όλοι συμφώνησαν επανειλημμένα για την ισόρροπη ανάπτυξη και δυτικά στους Λαχανόκηπους.

    ΘΕΤΙΚΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ- ΝΕΟ, ΜΕΓΑΛΟ, ΓΡΗΓΟΡΟ, ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΚΡΑΤΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ

    Οι Λαχανόκηποι είναι η πλησιέστερη – όμορη τοποθεσία στον αστικό ιστό, στις αστικές υποδομές, που είναι η κύρια και ουσιαστική προδιαγραφή, για την ΜΟΝΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ βιώσιμης λειτουργίας εκθέσεων και πόλης.
    Πρωταρχικά κριτήρια είναι: Η διατήρηση της εκθεσιακής ταυτότητας της Θεσσαλονίκης, με εκθεσιακό κέντρο Βαλκανικής και διεθνούς εμβέλειας. Η βιωσιμότητα της ΔΕΘ με ένα καινούργιο εκθεσιακό κέντρο, που να μπορεί να είναι ελκυστικό σε νέες διοργανώσεις, για να επανακτήσει η πόλη το χαμένο εκθεσιακό έδαφος. Η ανάπτυξη της πόλης μελλοντικά, είναι απαραίτητο να γίνει δυτικά του ΟΛΘ, με παράλληλη εξυγίανση του παράκτιου μετώπου. Είναι απαράδεκτη η σημερινή κατάσταση και η έξοδος από το «τέλμα». Αφορά την μισή Θεσσαλονίκη, 500.000 κατοίκους, όπως και την αναπτυξιακή προοπτική του συνόλου της πόλης, του νομού και της Βόρειας Ελλάδας.
    Βρίσκεται πλησιέστερα και όμορα στις συγκοινωνιακές υποδομές, ΠΑΘΕ, Εγνατία, μετρό, ΟΣΕ, ΚΤΕΛ, ΟΛΘ, εσωτερική και εξωτερική περιφερειακή οδός.
    Βρίσκεται πλησιέστερα σε ξενοδοχεία, διατροφή και διασκέδαση, με δεκάδες μονάδες 4 – 5 αστέρων.
    Προτάθηκε διαχρονικά από όλους τους Δήμους Θεσσαλονίκης, Αμπελοκήπων – Μενεμένης και Κορδελιού – Εύοσμου.
    Υπάρχει επάρκεια εκτάσεων, με την απαραίτητη εξυγίανση περιοχής Λαχανόκηπων, όπου αναβαθμίζεται το θαλάσσιο μέτωπο δυτικά του ΟΛΘ, προσχώνεται και δημιουργούνται 300 – 400 στρέμματα γης, προσθέτως των 200 – 300 στρεμμάτων του Δημοσίου ( βάσει μελέτης EXPO 2008 ). Χρειάζονται ελάχιστες χαμηλού κόστους απαλλοτριώσεις στα πλέον υποβαθμισμένα ακίνητα Θεσσαλονίκης,

    καθώς και μικρού σχετικού κόστους μεταφορές δεξαμενών.
    Είναι η μοναδική περιοχή όμορη της πόλης, που μπορεί να δοθεί παραχώρηση χώρων γης με μικρό κόστος, μπορεί να δοθεί ο αναγκαίος συντελεστής δόμησης, με την δυνατότητα να γίνει ένα μικρό business center, ένα νέο εκθεσιακό κέντρο 50.000 τμ, με προοπτική να προστεθούν και άλλα 50.000 τμ την επόμενη δεκαετία και να γίνουν οι απαραίτητες προσχώσεις δυτικά του ΟΛΘ.
    Είναι η μοναδική περιοχή της πόλης, που μπορεί να αυτοχρηματοδοτηθεί το εκθεσιακό κέντρο, χωρίς κρατικά χρήματα, όπως π.χ. στην Metropolitan Expo στην Αθήνα, που έγινε σε 9 μήνες μόνο, με 47 εκατ. € για 50.000 τμ.
    Δίνεται η δυνατότητα με την μέθοδο της παραχώρησης, και να κατασκευαστεί και να λειτουργεί το νέο εκθεσιακό κέντρο στη Θεσσαλονίκη, με ελληνική χρηματοδότηση και διαχείριση. Πιθανόν να χρειάζεται βελτιώσεις στο οργανωτικό σχήμα.
    Και στο Μιλάνο – πόλη 5,5 εκατ. κατοίκων, τα 40 χιλ. τετραγωνικά στεγασμένου χώρου λειτουργούν στο κέντρο και τα καινούργια ~ 350 χιλ. τετραγωνικά είναι στις παρυφές της πόλης και σε αρκετά μεγάλη απόσταση από τα αεροδρόμια.

    ΑΝΤΙΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ- ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΡΡΙΚΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΚΘΕΣΙΑΚΟΥ ΕΡΓΟΥ, ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟ 2010 ΣΤΟ 2026 ΚΑΙ ΜΕΤΑ, ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΜΑΚΕΤΤΩΝ ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΝΕΟ ΕΡΓΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΛΛΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΑΔΙΕΞΟΔΕΣ, «ΑΠΟΜΑΚΡΥΣΜΕΝΕΣ» ¨Η «ΥΨΗΛΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ» ΛΥΣΕΙΣ.

    Η σκέψη για διατήρηση στον υπάρχοντα χώρο, εμπεριέχει τα παρακάτω αδιέξοδα. Ποτέ δεν δαπανάς μεγάλα ποσά σε παλιούς και «γερασμένους» χώρους, στο κέντρο των πόλεων. Αντίθετα, φροντίζεις την απελευθέρωση τους και την διάθεση στο κοινωνικό σύνολο. Δεν είναι χρήσιμο να χάσει η Θεσσαλονίκη την ιστορική εκθεσιακή της ταυτότητα, όταν έχουν γίνει στην χώρα εκατοντάδες χιλιάδες τμ αλλού. Δεν είναι θετικό να υπάρχει σκέψη συρρίκνωσης του εκθεσιακού όγκου και χώρου, για τα επόμενα 50 με 100 χρόνια της Θεσσαλονίκης, μόνο και μόνο για να υπάρχουν αγκυλώσεις και εμμονές. Άλλες αφορούν, είτε στην κρατικοδίαιτη χρηματοδότηση, είτε στις παραχωρήσεις με απόλυτα ασύμφορους όρους, είτε στις σκέψεις άρνησης ιδιωτικής πρωτοβουλίας, είτε στις σκέψεις για ξενοδοχεία (όταν γεμίζουν τα 5στερα με μειωμένες τιμές ήδη σήμερα), είτε για εμπορική δραστηριότητα τύπου mall στο κέντρο των πόλεων. Παρόμοιες λύσεις γίνονται μόνο στις παρυφές των πόλεων και μακριά από τα ιστορικά εμπορικά κέντρα. Είναι διάχυτη η εκτίμηση ότι δεν χωράει μια «νέα εμπορική Τσιμισκή» στο εκθεσιακό κέντρο. Οποιαδήποτε σκέψη νέων κτιρίων στον μισό υπάρχοντα χώρο, σημαίνει μείωση του εκθεσιακού έργου, και πλήρης απαξίωση της έκθεσης, για όσα χρόνια κρατήσουν τα έργα κατασκευών. Σήμερα τα γερασμένα κτίρια αναγκάζουν την έκθεση να γεμίσει με συναυλίες.
    Το πρόσθετο κόστος για τις απομακρυσμένες από τον αστικό ιστό και τις συγκοινωνιακές υποδομές λύσεις και τους κόμβους διασκέδασης, είναι τεράστιο και πρέπει οπωσδήποτε να συνυπολογιστεί.
    Η γειτνίαση αεροδρομίου, επιλέγεται για απομακρυσμένες γεωγραφικά πόλεις, ή άλλες πολύ μεγάλες πληθυσμιακές συγκεντρώσεις, όπου η κύρια συγκοινωνιακή επαφή με την έκθεση είναι αεροπορική.
    Η επισκεψιμότητα ΔΕΘ είναι κυρίως οδική, ελληνική, βαλκανική και αστική.
    Οι Λαχανόκηποι, σήμερα και με την ολοκλήρωση της εξωτερικής περιφερειακής, θα βρίσκεται ~25 λεπτά από το αεροδρόμιο, δηλαδή πολύ κοντά.
    Δεν υπάρχουν πολεοδομικοί ή άλλοι αναπτυξιακοί περιορισμοί.
    Η Ανατολική Θεσσαλονίκη έχει εξυγιανθεί με πολιτικές – πολεοδομικές παρεμβάσεις, εμπορικά κέντρα, καζίνο, θαλάσσιο μέτωπο. Το ίδιο πρέπει να γίνει και στη Δυτική Θεσσαλονίκη, όπως έχει γίνει και σε πολλές άλλες πόλεις, Βαρκελώνη, κλπ., με εξυγίανση και ανάπτυξη πέρα του λιμανιού.
    Τα πλησιέστερα ξενοδοχεία ανατολικά, είναι σχετικώς μικρά και λίγα, μόνο 2 – 3.
    Καμιά έκταση του Δημοσίου δεν πρέπει να αποτιμηθεί λιγότερο της αντικειμενικής αξίας.
    Όλες οι σκέψεις, για Σίνδο, υπάρχουσα εγκατάσταση ή και αλλού, είναι λύσεις υψηλού κόστους και βασικά αποκλείουν την ιδιωτική χρηματοδότηση, στηριζόμενοι μόνο σε κρατικοδίαιτες απόψεις.

    μπορείτε να δείτε στο blogspot την προτεινόμενη θέση και τις ευρύτατες συναινέσεις!

  • 27 Μαρτίου 2019, 20:36 | Γιώργος Μιχαηλίδης

    1. Το θέμα του Εκθεσιακού Κέντρου έχει απασχολήσει το χωρικό σχεδιασμό για τη Θεσσαλονίκη επανειλημμένα.
    – Το πρώτο Ρυθμιστικό Σχέδιο προδιέγραφε «τόνωση του ρόλου της ΔΕΘ, άνοιγμα του χώρου και για άλλες δραστηριότητες καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου και μεταφορά ορισμένων εκ των δραστηριοτήτων της σε περιοχές που καθορίζονται για παρόμοιες χρήσεις».
    – Το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο, στο Σχέδιο Νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή αλλά αποσύρθηκε, ενέτασσε το γήπεδο σε ένα συνολικό «Μητροπολιτικό Πάρκο πολιτισμού και πρασίνου Θεσσαλονίκης που εκτείνεται στις περιοχές Λευκού Πύργου, πάρκου ΧΑΝΘ – Θεάτρου Κήπου – Βασιλικού Θεάτρου, Αρχαιολογικού Μουσείου, χώρου ΔΕΘ, Πανεπιστημίων, Γ’ Σώματος Στρατού, Πεδίου Άρεως, με εκτόνωση σε Ευαγγελίστρια και Κήπους του Πασά».
    – Το ισχύον Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο Δήμου Θεσσαλονίκης καθορίζει για τον χώρο χρήσεις «Έκθεσης» (ΔΕΘ) και «Αθλητισμού» (Αλεξάνδρειο Αθλητικό Μέγαρο) και τον εντάσσει σε μια ευρύτερη περιοχή που εκτείνεται από παραλιακή οδό – Έντισσον – Καυταντζόγλου – Κονίτσης – Γ’ Σεπτεμβρίου – Εγνατία – Αγγελάκη – Τσιμισκή – Εθνικής Αμύνης, όπου «απαιτείται ειδική μελέτη για τη διερεύνηση των χρήσεων και τη δυνατότητα οργάνωσης εγκαταστάσεων για πολιτιστικές λειτουργίες στο διάστημα που δεν λειτουργεί η ΔΕΘ».
    – Το προς έγκριση νέο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο Δήμου Θεσσαλονίκης εντάσσει την έκταση σε ευρύτερη Ζώνη Μητροπολιτικών Λειτουργιών (πάρκο ΧΑΝΘ – Θέατρα – Μουσεία, Δημαρχείο, Γ΄ ΣΣ, ΔΕΘ, Τελλόγλειο, Κεδρινός Λόφος, Κήποι του Πασά, ανατολικά τείχη) για την οποία δίνει κατεύθυνση οργάνωσης με προοπτική να συναποτελέσουν «Μητροπολιτικό Πάρκο».
    – Το προς έγκριση Περιφερειακό Πλαίσιο Χωρικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Κεντρικής Μακεδονίας ορίζει «Ενιαίος φυσικός σχεδιασμός και ανασύνταξη των ελεύθερων χώρων και χώρων πρασίνου εντός της Λειτουργικής Μητροπολιτικής Περιοχής Θεσσαλονίκης, και σύνδεσή τους με τους χώρους προστασίας φυσικού περιβάλλοντος: … (γ) σχεδιασμός Μητροπολιτικού Πάρκου πρασίνου και πολιτισμού στο χώρο της ΔΕΘ, ταυτόχρονα με τη διατήρηση και τον αναπροσανατολισμό της εκθεσιακής δραστηριότητας».
    Κατά συνέπεια, γενική φυσιογνωμία και χρήσεις του χώρου είναι δεδομένες και κάθε απόπειρα να τεθούν εκνέου σε αμφισβήτηση και θα καθυστερήσει ακόμη περισσότερο τη ρύθμιση του χώρου στην πόλη συνολικά και κινδυνεύει να διαιωνίσει τη σημερινή κατάσταση, αντιπαραγωγική για τη ΔΕΘ και οχληρή για την πόλη. Η θέσπιση του εργαλείου του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου επιτρέπει επιτέλους να εξειδικευθεί ο τοπικός σχεδιασμός στην περιοχή όπως το ζητούσαν όλοι οι υπερκείμενοι σχεδιασμοί από το 1985.
    2. Για τον χώρο έχουν εκπονηθεί επτά μελέτες ή προτάσεις: Έρευνα εναλλακτικών δυνατοτήτων αναδιάρθρωσης λειτουργιών και χώρου HELEXPΟ (ΑΠΘ 1998), Μελέτη σκοπιμότητας για τη διοργάνωση EXPO στη Θεσσαλονίκη (κοινοπραξία 2001), City of Thessaloniki International Fair World EXPO (S. Calatrava 2002), Η σημασία του προγραμματικού αστικού σχεδιασμού για την ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης και μία πρόταση για τη μετεγκατάσταση της Διεθνούς Έκθεσης της Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ 2003), Mελέτη Ανάπλασης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης (Γραφείο Δοξιάδη 2005), Υπηρεσίες Συμβούλου για έργα ανάπτυξης εκθεσιακών και συνεδριακών υποδομών της ΔΕΘ (κοινοπραξία 2012), Μητροπολιτικό Θεματικό Πάρκο Θεσσαλονίκης (ιδιώτες 2012). Καμία δεν υλοποιήθηκε, είτε διότι το ζήτημα δεν κρινόταν από τους φορείς της πόλης επείγον είτε διότι το κόστος τους προβλεπόταν απαγορευτικό. σε κάθε περίπτωση, η πολεοδομική διευθέτηση του χώρου θα ήταν αναγκαία προϋπόθεση με την ίδια όπως σήμερα πιθανότητα για αμφισβητήσεις. Η έκτη μελέτη συγκέντρωσε τη συναίνεση των φορέων της πόλης, με τη βοήθεια και της οικονομικής συγκυρίας η οποία επέβαλλε ρεαλιστικό περιορισμό των έως τότε υπέρμετρων φιλοδοξιών, με αποτέλεσμα κατοχύρωση της επιλογής για παραμονή – ανάπλαση του Εκθεσιακού Κέντρου στο σημερινό χώρο του.
    3. Το Εκθεσιακό Κέντρο διαθέτει κτιριακό απόθεμα εξαιρετικά γηρασμένο που δεν επιτρέπει την ορθολογική χρήση του για εκθεσιακή δραστηριότητα και διεσπαρμένο με χωρική οργάνωση που περιορίζει στο ελάχιστο τους χώρους πρασίνου και καθιστά χαοτική την εσωτερική κυκλοφορία και εφοδιασμό. Τα παλαιά κτίρια έχουν πολύ σημαντικούς περιορισμούς στην εκμετάλλευση της ονομαστικής επιφάνειας (κλιμακοστάσια, χαμηλό ύψος ορόφων, πυκνά υποστυλώματα, μικρό μέγεθος) με αποτέλεσμα ο εκμεταλλεύσιμος χώρος να περιορίζεται κάτω του 50% όταν στα σύγχρονα εκθεσιακά κέντρα φθάνει το 80%. Κατά συνέπεια, είναι προφανώς αναγκαίος ο συνολικός ανασχεδιασμός των κτιριακών συνόλων. Σημαίνοντα κτίρια με νομικά κατοχυρωμένη χρήση (ΜΜΣΤ, Πϋργος ΟΤΕ, ΑΑΜΘ) προτείνονται από το Ε.Χ.Σ. προς διατήρηση. Η τύχη άλλων ίσως ενδιαφερόντων κτιρίων ούτως ή άλλως θα αποφασιστεί με βάση το Ν. 4067/2012, προφανώς λαμβάνοντας υπόψη την τεχνική τους κατάσταση και το κόστος ανακατασκευής. Δε θα ήταν δόκιμο πρώτα να αποφασιστεί η τύχη κάποιων κτιρίων με (προς το παρόν) υποκειμενικά κριτήρια και μετά, με βάση τη θέση τους, να αρχίσει η αναζήτηση ζωνών πρασίνου και όρων δόμησης σε απομένουσες διεσπαρμένες μικροπεριοχές, διότι έτσι δεν θα διασφαλιζόταν ούτε η λειτουργικότητα του Εκθεσιακού Κέντρου ούτε η συνεισφορά του με ενιαίες περιοχές πρασίνου στο ευρύτερο Μητροπολιτικό Πάρκο. Εξάλλου, διατηρούμενα κτίρια και στοιχεία έχει αποδειχθεί ότι είναι εφικτό να ενσωματωθούν λειτουργικά και μορφολογικά σε χρηστικά σύγχρονα κτίρια και αυτή η λύση μπορεί να αποτελέσει βασική προδιαγραφή στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό.
    4. Το Ε.Χ.Σ. θα μπορούσε, βάσει των προδιαγραφών, να περιορίζεται σε μια αδρομερέστερη μορφή του νομοθετούμενου Χάρτη (Π.3) με τομείς και περιοχές δόμησης, όρους δόμησης και χρήσεις, καθώς ο λεπτομερέστερος και τελεσίδικος ορισμός ρυμοτομικών και οικοδομικών γραμμών ή αρχιτεκτονικών κατευθύνσεων είναι, τεχνικά, αντικείμενο των επόμενων σταδίων (Πολεοδομικό Σχέδιο Εφαρμογής, αρχιτεκτονικός διαγωνισμός, άδεια οικοδόμησης). Είναι θετικό το ότι δεν αυξάνει τη συνολική δόμηση και συγκεντρώνει την εκθεσιακή δραστηριότητα απελευθερώνοντας χώρο, ορίζει άξονες διέλευσης και οπτικής φυγής που επεκτείνουν αυτούς της γύρω περιοχής από τοπόσημο σε τοπόσημο της πόλης, προβάλλει τον άξονα Παραλία – πλ. ΧΑΝΘ – Μουσεία, ορίζει μέγιστα ύψη κατά περιοχή που επιτρέπουν απρόσκοπτη θέαση στον άξονα πλ. ΧΑΝΘ – Πύργος ΟΤΕ – Πολυτεχνική Σχολή, αναδιοργανώνει τις κυκλοφοριακές ροές εσωτερικά, συνδέεται λειτουργικά με το Μετρό, προτείνει λύσεις στάθμευσης και δεν φαίνεται να προκαλεί πρόσθετη κυκλοφοριακή επιβάρυνση στην ευρύτερη περιοχή, και, κυρίως, πολλαπλασιάζει την έκταση πρασίνου σε μια ενιαία ζώνη, εντάξιμη στο «Μητροπολιτικό Πάρκο πρασίνου και πολιτισμού» που επιδιώκει ο υπερκείμενος σχεδιασμός για το σύνολο της ευρύτερης περιοχής.
    Συνοψίζοντας, η κατάρτιση του Ε.Χ.Σ. κινείται προς σωστή κατεύθυνση, ισορροπώντας ανάμεσα στην αναγκαιότητα για επιχειρηματική βιωσιμότητα της ΔΕΘ ως εμβληματικού, απαραίτητου οικονομικού φορέα της πόλης και στην απαίτηση να ξεκινήσει έστω σταδιακά η υλοποίηση ενός Μητροπολιτικού Πάρκου στην ευρύτερη περιοχή. Επιπλέον, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η χώρα παραμένει σε συγκυρία αναιμικής ανάκαμψης με Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων συνεχώς μειούμενο και με μικρή ελκυστικότητα για ιδιωτικές επενδύσεις, και ότι δεν έχει επανέλθει κάποια εποχή αφθονίας, φαραωνικών έργων ή ανέξοδων σχεδιασμών.
    Όλοι όσοι έχουν γνώση των διαδικασιών χωρικού σχεδιασμού είναι σωστό να τις τηρούν: μπορούν να έχουν εύλογες διαφωνίες με τη νομοθεσία, με τις προδιαγραφές των Ε.Χ.Σ., με συγκεκριμένες σχεδιαστικές λεπτομέρειες, αλλά είναι σκόπιμο να τις εκφράζουν στον κατάλληλο χρόνο, τόπο και θεσμό, με την πληρέστερη δυνατή τεκμηρίωση, και εφόσον εμπίπτουν στο ιδιαίτερο επιστημονικό τους αντικείμενο. Ενα έργο που φαίνεται εφικτό και έχει κριθεί στο παρελθόν ως αναγκαίο και συμβατό με τον ευρύτερο σχεδιασμό για την πόλη, πρέπει να αξιολογηθεί με αποκλειστικά τεχνικά κριτήρια και να εξειδικευθεί ή βελτιωθεί με γνώμονα αφενός τις αναπτυξιακές ανάγκες της πόλης, αφετέρου τον σεβασμό στην προστασία του περιβάλλοντος, και έχοντας διδαχθεί από μία ατελείωτη σειρά καθυστερήσεων και αποτυχιών. Υπάρχει πάντα η πιθανότητα για ατελή τελικό σχεδιασμό αλλά υπάρχει και η κάκιστη σημερινή πραγματικότητα στο χώρο, που κινδυνεύει να διαιωνιστεί στο όνομα της αναζήτησης της κάλλιστης λύσης.

  • 27 Μαρτίου 2019, 11:27 | Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΠΣ ΑΠΘ

    ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΑΠΘ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΧΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΘ

    Ο χώρος της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, στο κέντρο της πόλης, αποτέλεσε στο παρελθόν ένα εργαστήριο πρωτοποριακών υλοποιήσεων της μοντέρνας αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας. Η σημερινή ατημέλητη εικόνα είναι προϊόν μιας ανεξέλεγκτης προσθετικής διαδικασίας, όπου η αρχική αστική σύνθεση είναι πλέον δυσδιάκριτη. Από τον αρχικό σχεδιασμό πάρκου ανοιχτών χώρων με διάσπαρτες χρήσεις, σύμφωνα με το σχέδιο του Εμπράρ (1918 – 1921), έχει απομείνει η, αποσπασματική πλέον, χάραξη του κεντρικού άξονα με τα περίπτερα εκατέρωθεν. Η Έκθεση, που δημιουργήθηκε το 1925 στο πλαίσιο της γενικότερης ανασυγκρότησης της Θεσσαλονίκης, εγκαταστάθηκε στη σημερινή της θέση το 1937 μετά από αρχιτεκτονικό διαγωνισμό και υλοποιήθηκε με τη συμβολή του πολεοδόμου Κ. Δοξιάδη. Διαδοχικές επεκτάσεις, τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, έδωσαν στο χώρο την εικόνα μιας μοντέρνας αστικής νησίδας με μοναδικό χαρακτήρα.
    Στις κρίσιμες μεταπολεμικές δεκαετίες του ’50 και ’60, αξιόλογα περίπτερα, σχεδιασμένα από πρωτοπόρους αρχιτέκτονες του μοντέρνου κινήματος, ανοικοδομήθηκαν στο χώρο, αναβαθμίζοντας την καινοτόμο φυσιογνωμία του. Πολλά από αυτά κατεδαφίστηκαν, παρά το γεγονός ότι αποτελούσαν πρωτοποριακά δείγματα του ανανεωτικού ψυχροπολεμικού μοντερνισμού. Τη μοντέρνα αρχιτεκτονική προωθούσαν οι εκσυγχρονιστές αστοί της εποχής με την ενθάρρυνση των κυβερνήσεων του Κ. Καραμανλή. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα περίπτερα «Παπαστράτος Α.Β.Ε.Σ.» (αρχιτέκτων Ν. Καλογεράς, 1952), «Έρανος Βασιλίσσης» (Α. Κωνσταντινίδης, 1952), «ΕΟΤ» (Α. Κωνσταντινίδης, 1959), «Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας» και «Εμπορικής Τράπεζας» (Κ. Καψαμπέλης, Ι. Βικέλας, 1959), «Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος» (Ν. Βαλσαμάκης, Σ. Βασιλείου, 1960), «Βιομηχανία Αδελφών Δημητριάδη» (Δ. Φατούρος, 1961).
    Τα αδιάφορα βιομηχανικά εκθεσιακά περίπτερα κυριάρχησαν μετά τη δεκαετία του ’70. Ωστόσο, επιβίωσαν ανάμεσά τους, συχνά παραμορφωμένα, έργα επώνυμων δημιουργών που διαθέτουν ιδιαίτερη λειτουργική και συμβολική αξία. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν, με χρονολογική σειρά, το περίπτερο 2 (αρχιτέκτων Δ. Τριποδάκης, 1954), το περίπτερο 6 (Δ. Τριποδάκης, 1953, ανασχεδιασμός Π. Μακρίδης, 2003), το περίπτερο 1 (Ν. Εφέσιος, Α. Συμεών, 1956), το περίπτερο της ΔΕΗ / Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης / MOMus (Ι. Ρίζος, 1959, Π. Τζώνος, Γ. Χόιπελ, Ξ. Χόιπελ, 1997, Π. Τζώνος, Ξ. Χόιπελ, Κ. Αντωνίου, Ε. Κάστρο, Μ. Ρόκκος, 2002), το Αλεξάνδρειο Μέλαθρο / Palais des Sports (Π. Τζανέτος, 1960), το περίπτερο 8 – Συνεδριακό Κέντρο ΔΕΘ (Ν. Μουτσόπουλος, Χ. Τσιλαλής, Γ. Κονταξάκης, Χ. Κουλουκούρης, 1968), το περίπτερο 7 (Γ. Κονταξάκης, Μ. Φωτιάδης, 1969), ο Πύργος του ΟΤΕ (Α. Αναστασιάδης, 1969), το περίπτερο 11 (Χ. Χριστοφορίδης, 1971), οι Νέες Πύλες της ΔΕΘ (Κ. Τσιγαρίδα, Α. Σκουβάκλης, Ν. Καλογήρου, 1996).
    Όλα αυτά τα αξιόλογα έργα αρχιτεκτονικής, με την εξαίρεση του Πύργου του ΟΤΕ, του Palais des Sports και του MOMus, προβλέπεται να κατεδαφιστούν άμεσα με την εφαρμογή του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου (ΕΧΣ) για τη ΔΕΘ. Πέρα από τη δεδομένη αρχιτεκτονική τους αξία, τα κτίρια αυτά διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση και μπορούν να αξιοποιηθούν. Η ενδεχόμενη κατεδάφιση ενός λειτουργικού υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος κρίνεται περιβαλλοντικά ασύμφορη και είναι παράλογα σπατάλη σε μια εποχή οικονομικής κρίσης.
    Οι προτάσεις ολικής ανακατασκευής της ΔΕΘ προκύπτουν ως συνέπεια σωρευτικών λανθασμένων επιλογών, οι οποίες έχουν ευτελίσει την εικόνα της. Η προσωρινή διατήρηση της ΔΕΘ στο κέντρο της πόλης είναι ίσως ένα αναγκαίο κακό με δεδομένη τη συγκυριακή αδυναμία μετεγκατάστασης, αλλά δεν παύει να έχει σοβαρές μακροχρόνιες συνέπειες στην περιβαλλοντική, λειτουργική και οικονομική υπόσταση του ιστού της πόλης. Το μέλλον του θεσμού έχει πραγματικές προοπτικές, εφόσον το εκθεσιακό κέντρο χωροθετηθεί σε καταλληλότερο γήπεδο με προοπτικές επεκτάσεων, προσπελάσεων και υποδομών. Η εγκατάσταση της ΔΕΘ στην περιφέρεια μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την ανάπτυξη της ευρύτερης Θεσσαλονίκης.
    Η θεσμοθέτηση του ΕΧΣ της ΔΕΘ, που αποτελεί ένα ευέλικτο, αλλά και επικίνδυνα ανεξέλεγκτο πολεοδομικό εργαλείο, φανερώνει καταρχάς τις αδυναμίες του πλαισίου σχεδιασμού. Τα ΕΧΣ παρακάμπτουν τις αναγκαίες τοπικές ζυμώσεις και συμμετοχικές διαδικασίες, καθώς απουσιάζει ένα θεσμικά σαφές πλαίσιο διαβούλευσης και ποιοτικών προδιαγραφών αστικού σχεδιασμού.
    Το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΠΣ ΑΠΘ, με ψήφισμά του, έχει εκφράσει ήδη την ανησυχία του, τόσο για τη σχεδιαστική επάρκεια των ΕΧΣ που έχουν μέχρι σήμερα κατατεθεί για τον χώρο της Θεσσαλονίκης, όσο και για τη διαδικασία εκπόνησής τους. Είναι κρίσιμο να επισημανθεί ο ρόλος στρατηγικής καινοτομίας που διαδραμάτιζε ο χώρος της ΔΕΘ διαχρονικά στη ζωή της πόλης, ως εργαστήριο καινοτόμων χωρικών πειραματισμών, οι οποίες ερχόταν σε αντίθεση, ενίοτε δημιουργική, με τις επικρατούσες, συχνά συντηρητικές, απόψεις για τον αρχιτεκτονικό και αστικό χώρο και την πολεοδομική οργάνωσή του. Ήταν, ωστόσο, η επιμονή των αρχιτεκτόνων και η ελευθερία από πολλούς συνήθεις περιορισμούς στο χώρο της ΔΕΘ, που επέτρεψε την εφαρμογή και την ανάδειξη σύγχρονων κτιριακών και αστικών καινοτομιών, όπως αυτές που σήμερα κινδυνεύουν με οριστική καταστροφή. Το πνεύμα καινοτομίας και στρατηγικής πρωτοπορίας πρέπει να διαφυλαχθεί σε οποιαδήποτε μελλοντική εξέλιξη για τη ΔΕΘ και το Τμήμα Αρχιτεκτόνων είναι έτοιμο να παρεμβαίνει προκειμένου να επισημαίνει και να διασφαλίζει αυτή τη συνθήκη.
    Ενώ η ανάπλαση της ΔΕΘ αποτελεί ένα αστικό σχέδιο μείζονος σημασίας για το ΠΣΘ, το προτεινόμενο ΕΧΣ είναι στην πράξη ένα αμήχανο και ανεπεξέργαστο τοπικό σχέδιο. Προβλέπει την αδιάρθρωτη ανοικοδόμηση της περιοχής με πυκνή σχετικά δόμηση, ουσιαστικά μεγαλύτερη από την ήδη αυξημένη σημερινή. Προβλέπει υπερμεγέθη συμβατικά οικοδομικά τετράγωνα, αγνοώντας την ιδιαίτερη γεωμετρία του αστικού ιστού και τη θέση της ιδιαίτερης αυτής νησίδας. Η ΔΕΘ αποτελεί τμήμα του ανατολικού πολιτιστικού άξονα της πόλης σε συνέχεια με το παραλιακό πάρκο, τα μουσεία και την πανεπιστημιούπολη. Η επανασύνδεση αυτού του γραμμικού «ρήγματος» έχει κρίσιμη περιβαλλοντική αξία, καθώς παρεμβάλλεται μεταξύ του ιστορικού κέντρου και των εξαιρετικά πυκνοδομημένων αστικών περιοχών ανατολικά.
    Το προτεινόμενο ΕΧΣ δεν αποδίδει «μητροπολιτικό πάρκο» στην πόλη, όπως ψευδώς υποστηρίζεται. Στην καλύτερη περίπτωση πρόκειται για ένα μικρό πλευρικό «πάρκο τσέπης». Ουσιαστικά, η περιοχή επιβαρύνεται με ένα ακόμη εμπορικό κέντρο και μεγάλο ξενοδοχείο που θα είναι ανταγωνιστικά στις αντίστοιχες χρήσεις του ιστορικού κέντρου. Στην εποχή μας εφαρμόζονται διεθνώς ιδιαίτερα αξιόλογες προτάσεις αστικού σχεδιασμού με περιβαλλοντικό χαρακτήρα και προσεκτική, βήμα προς βήμα, αναγνώριση των αρχιτεκτονικών και περιβαλλοντικών αξιών του δημοσίου χώρου. Δυστυχώς, μέσα στο υφιστάμενο αρνητικό πλαίσιο της κρίσης, η Διεθνής Έκθεση φαίνεται να προκρίνει ένα στοιχειώδες και αφελές ρυμοτομικό σχέδιο με ανεπαρκή τεκμηρίωση της σκοπιμότητας του για τη βιώσιμη ανάπτυξη του συνόλου του ΠΣΘ. Η πρόταση βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με το πολύ αξιόλογο σχεδιαστικό παρελθόν της περιοχής και του κέντρου της Θεσσαλονίκης, αλλά και με τις σύγχρονες πραγματικές ανάγκες της ευρύτερης αστικής περιοχής.
    Υπάρχει άμεση ανάγκη αναθεώρησης αυτών των καταστροφικών επιλογών. Πρέπει άμεσα να προστατευθούν τα αξιόλογα μοντέρνα κτίρια, καθώς και τα ιδιαίτερα, εν δυνάμει, περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά του αστικού χώρου στη σημερινή έκταση της ΔΕΘ. Σε μεσοπρόθεσμη προοπτική υπάρχει η προοπτική να αναπλαστεί αυτό το πεδίο, με κυρίαρχο στοιχείο την ανάπτυξη του ελεύθερου δημόσιου χώρου, σε συνδυασμό με αντίστοιχες αναπλάσεις στο ΑΠΘ και στο παραλιακό πάρκο. Έτσι, θα αποκατασταθεί η συνέχεια του αστικού χώρου, σύμφωνα με τις πρωταρχικές πολεοδομικές επιλογές του μεσοπολέμου που παρέμειναν σεβαστές μέχρι στιγμής στα σχέδια που ακολούθησαν.
    Η παρούσα κρίση, οικονομική και σε τελευταία ανάλυση πολιτισμική, είναι λάθος να μας οδηγήσει σε επιλογές που υποθηκεύουν το μέλλον της πόλης. Το «ανατολικό ρήγμα» (ΔΕΘ, ΑΠΘ, ΓΣΣ) αποτελεί τον μόνο χώρο που παρέχει δυνατότητες περιβαλλοντικής αναβάθμισης και εξισορρόπησης του πυκνοδομημένου κέντρου. Δεν πρέπει να υποβαθμιστεί με πρόχειρες και αμελέτητες επιλογές που δεσμεύουν αμετάκλητα τις προοπτικές της κεντρικής Θεσσαλονίκης. Είναι καιρός να αναγνωριστούν οι αισθητικές αξίες της μοντέρνας αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας και οι περιβαλλοντικές αξίες των διαθέσιμων ελεύθερων χώρων.
    Τα κτίρια και ο αστικός ιστός της ΔΕΘ έχουν εγγραφεί στη συλλογική μνήμη ως μοναδικά στοιχεία του παρελθόντος, ενταγμένα στη νεότερη και σύγχρονη κληρονομιά της αρχιτεκτονικής της πόλης. Η ανάπλαση του χώρου πρέπει να βασιστεί στην προσεκτική ανάγνωση των διαχρονικών πολεοδομικών και αρχιτεκτονικών στοιχείων, στο πλαίσιο μιας σύγχρονης περιβαλλοντικής αντιμετώπισης, χωρίς να καταστρέψει σημαντικά στοιχεία του διαμορφωμένου αστικού τοπίου.

    ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΣ ΑΠΘ

  • 26 Μαρτίου 2019, 11:07 | Κώστας Τσιαμπάος, Επίκουρος Καθηγητής ΕΜΠ

    Επιστολή της ελληνικής ομάδας εργασίας του διεθνούς do.co.mo.mo. (www.docomomo.com)

    ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΟΝΤΕΡΝΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΚΘΕΣΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

    Αθήνα, 25 Μαρτίου 2019
    Από: Ομάδα εργασίας του ελληνικού do.co.mo.mo.
    Προς: Γενική Γραμματεία Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας

    Αξιότιμοι κύριοι / κυρίες,

    Επικοινωνούμε μαζί σας με αφορμή την πρόσφατη έναρξη της διαδικασίας διαβούλευσης για το Ειδικό Χωροταξικό Σχέδιο (ΕΧΣ) για το Εκθεσιακό Κέντρο Θεσσαλονίκης, το οποίο εκπόνησε η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης ΔΕΘ – HELEXPO Α.Ε., με σκοπό να εκφράσουμε τις σοβαρές ανησυχίες μας για το γεγονός ότι στο συγκεκριμένο Σχέδιο δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια ειδική μέριμνα για τα υπάρχοντα κτίρια της ΔΕΘ, που συνιστούν αξιόλογα δείγματα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του μοντέρνου κινήματος στην Ελλάδα, με εξαίρεση τον Πύργο του ΟΤΕ, το ΜΜΣΤ (Momus) και το Αλεξάνδρειο Μέλαθρο (Παλαί ντε Σπορ).

    Από τη μελέτη της σχετικής Τεχνικής Έκθεσης και των ειδικών πινάκων που συνοδεύουν το ΕΧΣ, με μελετητές τους ΔΙΚΤΥΟ Α.Ε., Ανδρέα Θ. Καραβασίλη & Γεώργιο Μ. Τσακούμη & ΣΙΑ Α.Ε. και ΕΥΡΩΤΕΚ Α.Ε., προκύπτει το σοβαρό ενδεχόμενο της καθολικής κατεδάφισης περιπτέρων που συνιστούν χαρακτηριστικά δείγματα της αρχιτεκτονικής του ελληνικού μεταπολεμικού μοντερνισμού, στο πλαίσιο της προτεινόμενης νέας χωροθέτησης χρήσεων και της ανέγερσης νέων εκθεσιακών χώρων, χώρων αναψυχής, εμπορικών χώρων και χώρων γραφείων. Οι προτεινόμενες περιοχές ανάπτυξης των παραπάνω δραστηριοτήτων μοιάζει να χωροθετούνται σε ζώνες που καταλαμβάνουν υφιστάμενα κτίρια της ΔΕΘ, ορισμένα εκ των οποίων οφείλουν να υπαχθούν σε ειδικό προστατευτικό καθεστώς εξαιτίας των ιδιαίτερων τυπολογικών και μορφολογικών χαρακτηριστικών τους. Επιπλέον η πρόταση των μελετητών φαίνεται να ακυρώνει τον μνημειακό άξονα του Πανεπιστημίου, τον δεύτερο πιο σημαντικό πολεοδομικό άξονα του καινοτόμου σχεδίου που εκπόνησε πολυμελής ομάδα υπό την καθοδήγηση του Γάλλου αρχιτέκτονα-πολεοδόμου-αρχαιολόγου Ernest Hébrard μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 1917. Η ΔΕΘ, από το 1951, χρονιά επαναλειτουργίας της μετά από 11 χρόνια αναστολής της λειτουργίας της λόγω του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, των εσωτερικών πολεμικών συγκρούσεων και της πολιτικής αστάθειας, ανέλαβε να διαδραματίσει έναν ρόλο μεγάλης σημασίας στην προσπάθεια της οικονομικής ανασυγκρότησης, της ανοικοδόμησης αλλά και της ηθικής ανάτασης της χώρας. Η ανταπόκριση τόσο των πολιτών όσο και των οικονομικών κύκλων ήταν μεγάλη εντός και εκτός της χώρας. Η ΔΕΘ προσέφερε ένα ιδανικό περιβάλλον δημόσιου αστικού χώρου, όπου ο πολίτης παρακολουθούσε την πορεία της οικονομίας της χώρας προς την οικονομική ανάπτυξη, την ευημερία και τη διαδικασία εκμοντερνισμού της Μεταπολεμικής Ελλάδας.

    Ταυτόχρονα, αποτέλεσε το γόνιμο έδαφος για να αναπτυχθεί μια εξωστρεφής, μοντέρνα αντίληψη περί προώθησης των προϊόντων των ελληνικών επιχειρήσεων, η οποία, για περισσότερο από δύο δεκαετίες, αποτυπώθηκε με εντυπωσιακό τρόπο στην αρχιτεκτονική των εκθεσιακών περιπτέρων της ΔΕΘ, τόσο αυτών που φιλοξενούσαν δημόσιους οργανισμούς (ΔΕΗ, ΕΟΤ, ΟΤΕ κ.ά.) όσο και αυτών που στέγαζαν ιδιωτικές επιχειρήσεις. Το περίπτερο ως κτίριο μικρής κλίμακας αλλά αυξημένης συνθετότητας υιοθετήθηκε από δημόσιους και ιδιωτικούς οργανισμούς και προίκισε την ελληνική μοντέρνα αρχιτεκτονική με εξαίρετα δείγματα υψηλής αισθητικής που αποτυπώνουν την προσπάθεια συγχρονισμού της ελληνικής σκηνής με την ευρωπαϊκή και την αμερικανική πρωτοπορία. Σ’ όλο αυτό το διάστημα ανεγέρθηκαν μόνιμα περίπτερα αξιόλογης μοντέρνας αρχιτεκτονικής, τα οποία εγκατέλειπαν σταδιακά την εκφραστικά συγκρατημένη γλώσσα του μεσοπολεμικού μοντερνισμού και υιοθετούσαν νέες μορφές αισθητικής αρτιότητας, κατασκευαστικής τόλμης, και πειραματισμού με τις τεχνολογίες που χαρακτήριζαν την αρχιτεκτονική πρωτοπορία διεθνώς. Επρόκειτο για μια δημόσια, μαζική, ανοιχτή προς το ευρύ κοινό έκθεση δειγμάτων του ώριμου ελληνικού μοντερνισμού, όπου τα περίπτερα λειτούργησαν «ως σημεία αναφοράς για την αρχιτεκτονική πρωτοπορία στη χώρα μας.» Όπως αναφέρει ο Βασίλης Κολώνας, ιστορικός αρχιτεκτονικής και καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας: «Τα περίπτερα γίνονται τα ίδια εκθέματα […] και η Διεθνής Έκθεση μετατρέπεται σε μια έκθεση σύγχρονης ελληνικής αρχιτεκτονικής.»

    Όπως αναφέρεται και στο ψήφισμα του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΑΠΘ, που επισυνάπτουμε και το οποίο έχει ήδη δημοσιευτεί στον ημερήσιο τύπο, δυστυχώς, πολλά από αυτά τα δείγματα αρχιτεκτονικού μοντερνισμού κατεδαφίστηκαν στην πάροδο του χρόνου. Ενδεικτικά αναφέρονται τα περίπτερα «Παπαστράτος Α.Β.Ε.Σ.» (αρχιτέκτων Ν. Καλογεράς, 1952), «Έρανος Βασιλίσσης» (Α. Κωνσταντινίδης, 1952), «ΕΟΤ» (Α. Κωνσταντινίδης, 1959), «Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας» και «Εμπορικής Τράπεζας» (Κ. Καψαμπέλης, Ι. Βικέλας, 1959), «Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος» (Ν. Βαλσαμάκης, Σ. Βασιλείου, 1960), «Βιομηχανία Αδελφών Δημητριάδη» (Δ. Φατούρος, 1961). Ωστόσο, παρ’ όλη την εγκατάλειψη και την αδιαφορία που χαρακτήρισε επί δεκαετίες τη Διοίκηση της ΔΕΘ, πολλά περίπτερα αξιόλογης αρχιτεκτονικής επιβίωσαν μέχρι τις μέρες μας, αν και υπέστησαν τεράστιες φθορές και παραμορφώσεις. Πρόκειται για έργα διακεκριμένων αρχιτεκτόνων που ακόμα και σ’ αυτήν την κατάσταση αποτελούν φορείς ιδιαίτερης λειτουργικής, συμβολικής, ιστορικής και αισθητικής αξίας. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν, με χρονολογική σειρά, το περίπτερο 2 (Δ. Τριποδάκης, 1954), το περίπτερο 6 (Δ. Τριποδάκης, 1953, ανασχεδιασμός Π. Μακρίδης, 2003), το περίπτερο 1 (Ν. Εφέσιος, Α. Συμεών, 1956), το περίπτερο της ΔΕΗ / Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης / MOMus (Ι. Ρίζος, 1959, Π. Τζώνος, Γ. Χόιπελ, Ξ. Χόιπελ, 1997, Π. Τζώνος, Ξ. Χόιπελ, Κ. Αντωνίου, Ε. Κάστρο, Μ. Ρόκκος, 2002), το Αλεξάνδρειο Μέλαθρο / Palais des Sports (Π. Τζανέτος, 1960), το περίπτερο 8 – Συνεδριακό Κέντρο ΔΕΘ (Ν. Μουτσόπουλος, Χ. Τσιλαλής, Γ. Κονταξάκης, Χ. Κουλουκούρης, 1968), το περίπτερο 7 (Γ. Κονταξάκης, Μ. Φωτιάδης, 1969), ο Πύργος του ΟΤΕ (Α. Αναστασιάδης, 1969), το περίπτερο 11 (Χ. Χριστοφορίδης, 1971), οι Νέες Πύλες της ΔΕΘ (Κ. Τσιγαρίδα, Α. Σκουβάκλης, Ν. Καλογήρου, 1996). Πρόκειται για κτίρια που έχουν καταστεί τοπόσημα για τους δημότες της Θεσσαλονίκης, αλλά και κτίρια αναφοράς για την εξέλιξη του μοντέρνου κινήματος στην Ελλάδα, τα οποία θα μπορούσαν στο μέλλον να φιλοξενήσουν ποικίλες νέες χρήσεις δημόσιου χαρακτήρα μετά από μελέτες αποκατάστασης και αλλαγής χρήσης, μέσω των οποίων θα αναδειχθεί η μοντέρνα αρχιτεκτονική τους, χαρακτηριστική των τριών μεταπολεμικών δεκαετιών. Πρόκειται για μια αντιμετώπιση που έχει υιοθετηθεί και σε άλλες πόλεις της Ευρώπης που έχουν φιλοξενήσει Διεθνείς ή Παγκόσμιες Εκθέσεις. Η ΔΕΘ συνέβαλε στη διαμόρφωση της μοντέρνας και σύγχρονης εικόνας της πόλης της Θεσσαλονίκης και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να αποτελεί σημαντική παράμετρος της ταυτότητάς της. Παράλληλα, εδώ και δεκαετίες συγκεντρώνει τις ελπίδες των δημοτών για μια ιδανική αποκατάστασή της, που θα αυξήσει την ποσότητα και την ποιότητα του δημόσιου χώρου στην πόλη.

    Με την ευκαιρία αυτής της επικοινωνίας θα επιθυμούσαμε να εκφράσουμε τη δυσαρέσκειά μας για την καθυστερημένη ανάρτηση της πλατφόρμας ανοικτής διαβούλευσης στον διαδικτυακό τόπο της «Ανοιχτής Διακυβέρνησης» επί του θέματος της «Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου (ΕΧΣ) για το Εκθεσιακό Κέντρο Θεσσαλονίκης», με αποτέλεσμα να παραχωρείται στις τυχόν παρεμβάσεις των πολιτών ο ελάχιστος χρόνος των 10 ημερών. Ζητούμε την παράταση της διαβούλευσης για 30 ημέρες από την ημέρα ανάρτησης του θέματος (05/03/19), που είναι και η νόμιμη διορία, ώστε αφενός να επιτραπεί στους ενδιαφερόμενους φορείς αλλά και τους πολίτες να συμμετάσχουν με τις απόψεις τους στη διαδικασία της διαβούλευσης στη δημόσια σφαίρα, που είναι και το ζητούμενο της «Ανοικτής Διακυβέρνησης». Παρακαλούμε θερμά να αναθεωρήσετε την απόφασή σας και να αποκαταστήσετε άμεσα τη διάρκεια της διαδικασίας στον νόμιμο χρόνο των 30 ημερών στο διαδικτυακό τόπο της «Ανοιχτής Διακυβέρνησης». Εκ μέρους της ομάδας εργασίας του ελληνικού παραρτήματος του διεθνούς οργανισμού do.co.mo.mo. (Documentation and Conservation of Modern Movement – docomomo.com) ζητούμε τη συμβολή σας στην προστασία αυτών των σημαντικών τοπόσημων του αστικού περιβάλλοντος της Θεσσαλονίκης και την πολιτική απόφαση διατήρησης και αποκατάστασής τους. Η ελληνική ομάδα εργασίας του do.co.mo.mo. (docomomo.gr) είναι στη διάθεσή σας ώστε να παρέχει οποιαδήποτε συμβουλευτική υπηρεσία της ζητηθεί.

    Με εκτίμηση,
    Εκ μέρους του do.co.mo.mo. Ελλάδας
    Ο συντονιστής
    Κώστας Τσιαμπάος, Επίκουρος Καθηγητής ΕΜΠ

  • Στην ΔΕΘ εδώ και 4 χρόνια λειτουργεί ο πολυχώρος WE, χώρος με πολλαπλή αθλητική, πολιτιστική και κοινωνική δραστηριότητα. Δεν αναφέρεται στην μελέτη τι θα γίνει με αυτό το κτίριο συνεπακόλουθα και με τη λειτουργία του συγκεκριμένου πολυχώρου.

  • Παραμονή της ΔΕΘ στον ιστορικό της χώρο! Μία γενναία απόφαση που θα επηρεάσει έντονα την πολεοδομική πορεία του πιο εύθραυστου σημείου της πόλης: του χρηστικά βεβαρυμένου κέντρου της. Ανεξαρτήτως θεσμικού – νομικού και ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ΔΕΘ, το δρομολογημένο Ειδικό Χωρικό Σχέδιο αφορά όλο το πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης. Η περαιτέρω πορεία της ΔΕΘ, θα επηρεάσει αλυσιδωτά ως μητροπολιτική υποδομή και τον πιο μακρινό κάτοικο της πόλης. Ένα τέτοιο κρίσιμο χωρικό εγχείρημα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης είναι ανάλογο με εγχείρηση ανοικτής καρδιάς.
    Υπάρχει επίγνωση του γεγονότος;
    Και ναι και όχι. Το Ειδικό Χωρικό Σχέδιο του Εκθεσιακού Κέντρου Θεσσαλονίκης φαίνεται να καταγράφει την βαρύτητα του εγχειρήματος αλλά συγχρόνως, επικαλούμενο την πραγματική έλλειψη υπερκείμενου σχεδιασμού, αυτοπεριορίζεται στην τυπολατρική απάντηση θεσμικών ερωτημάτων και στην ψυχρή μεθοδολογία της σύνταξης της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ‘’…με σκοπό να συνεχιστούν και ενισχυθούν οι επιχειρηματικές δραστηριότητες της εταιρείας και να οριστικοποιηθεί η λειτουργία του φορέα στον υφιστάμενο χώρο’’. Όλο αυτό αποτελεί συνέχεια της μελέτης «Έργα ανάπτυξης των εκθεσιακών και συνεδριακών υποδομών της ΔΕΘ ΑΕ στη Θεσσαλονίκη» που είχε εξετάσει την μετεγκατάσταση της ΔΕΘ με γνώμονα την ανάπτυξη των επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων.
    Ανεξαρτήτως από το ποιοι παράγοντες υπαγόρευσαν την μη μετεγκατάστασή της στη Σίνδο, η παραμονή της ΔΕΘ στον ιστορικό της χώρο, όφειλε να ενεργοποιήσει σοβαρά έναν προβληματισμό που να αφορά εξ ίσου και την ευαίσθητη σχέση της με την πόλη. Μία παράμετρος που έπρεπε να μπει στην εξίσωση με μεγαλύτερη δόση αγωνίας, τόσο από επιστημονική δεοντολογία, αλλά και για τα συμφέροντα της ίδιας της ΔΕΘ. Η δυναμική αμφίδρομη σχέση τη ΔΕΘ με το κέντρο της Θεσσαλονίκης των 1.200.000 κατοίκων, είναι παράμετρος που μπαίνει στην εξίσωση πολύ διαφορετικά από την αντίστοιχη σχέση που θα ανέπτυσσε η ΔΕΘ με την πόλη στη βιομηχανική περιοχή της Σίνδου. Στην πρώτη περίπτωση η σχέση με την πόλη είναι ισχυρή παράμετρος χωρικού σχεδιασμού.
    Στο σημείο αυτό η πρόταση πάσχει. Σίγουρα οι μελετητές δεν ήταν αδιάφοροι στο θέμα. Ωστόσο, η πρόταση περιορισμένη στα ιδιοκτησιακά όρια των εγκαταστάσεων της ΔΕΘ, πάσχει ουσιαστικά, καθώς το γενικότερο ράθυμο περιβάλλον του πολεοδομικού σχεδιασμού υποβαθμίζει το αστικό γίγνεσθαι σε υπηρεσιακή υποχρέωση και αντιμετωπίζει την πολεοδομία ως παράθεση ποσοτήτων (δείκτες, συντελεστές, διαγράμματα, διατάγματα, νομικές ρυθμίσεις κλπ). Αντίθετα, ο πολεοδομικός (χωρικός) σχεδιασμός είναι επίσης project, είναι πνευματική δημιουργία, είναι συλλογικό όραμα που ο μελετητής οφείλει να εκφράζει (ακόμα και όταν συντάσσεται με ευρωπαϊκές οδηγίες).
    Ανεξαρτήτως των προσωπικών εκτιμήσεων του γράφοντος επί του θέματος της μετεγκατάστασης της ΔΕΘ, στο παρόν κείμενο διατυπώνονται κάποια τεχνικά ερωτήματα πολεοδομικού προβληματισμού που αφορούν ποιότητες σχέσης του χώρου της ΔΕΘ με την πόλη. Παράλληλα, διατυπώνονται και εναλλακτικές δυνατότητες προσέγγισης.

    (Α) Ας ξεκινήσουμε με την διαπίστωση ότι η Στρατηγική Μελέτη εκφράζει μόνο προθέσεις χωροθέτησης εντός των ιδιοκτησιακών ορίων των εγκαταστάσεων της ΔΕΘ. Δεν διατυπώνει προτάσεις χωρικών ιεραρχήσεων και συσχετισμών ενός masterplan ούτε με τον περιβάλλοντα αστικό ιστό, ούτε στο πλαίσιο του σύγχρονου αστικού γίγνεσθαι της Θεσσαλονίκης. Έτσι, η εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων παραμένει ανολοκλήρωτη. Είναι μεγάλη η λίστα των απαντήσεων που πρέπει να γίνουν συγκεκριμένες ως την διατύπωση μιας περιεκτικής πρότασης Χωρικού Σχεδιασμού. Μέσα στο ομιχλώδες περιβάλλον των θεσμικών εμποδίων τα ουσιαστικά ερωτήματα είναι δυσδιάκριτα.
    Ωστόσο ενυπάρχουν.

    (Β) Ας λάβουμε ως σημείο εκκίνησης προβληματισμού την χρήση του όρου ‘’Μητροπολιτικό Πάρκο’’ στο πλαίσιο της πρότασης για χωροθέτηση των κτηριακών εγκαταστάσεων στο ανατολικό και νότιο τμήμα του χώρου και διαμόρφωση ελεύθερων χώρων πρασίνου στο δυτικό τμήμα. Στην πρόταση, η βασική αυτή ιδέα κάνοντας ένα λεκτικό άλμα σχετίζεται με την ‘’… ένταξη του υφιστάμενου γηπέδου της ΔΕΘ σε μια αστική περιοχή που ορίζεται είτε ως Μητροπολιτικό Πάρκο είτε ως Μητροπολιτικό Κέντρο πόλης είτε ως Ζώνη Μητροπολιτικών Λειτουργιών’’. Στη ζώνη αυτή αποδίδεται ο όρος Ζώνη Άμεσης Επιρροής της περιοχής παρέμβασης (κεφ 4.1). Για τη σχέση του χώρου της ΔΕΘ με τη Ζώνη Άμεσης Επιρροής η πρόταση αναφέρει ότι ‘’… Η μελέτη του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου θα λάβει υπόψη του αυτήν την προσέγγιση, στο βαθμό που επηρεάζει το χώρο της ΔΕΘ’’. Εκεί τελειώνει κατά την πρόταση και η σχέση του χώρου της ΔΕΘ με τον ευρύτερο αστικό χώρο.
    Πρώτο και κύριο σημείο λοιπόν: Έλλειμα χωρικών προτάσεων και συγκεκριμένων δυναμικών σχέσεων με την γύρω ζώσα και σφύζουσα πόλη σε ένα τόσο πλούσιο αστικό περιβάλλον. Τι βαθμού και τι ποιότητας ώσμωση απορρέει από την πρόταση ως προς την δυναμική ένταξη της ΔΕΘ στο ‘’Μητροπολιτικό Πάρκο’’, στο ‘’Μητροπολιτικό Κέντρο πόλης’’, στη ‘’Ζώνη Μητροπολιτικών Λειτουργιών’’; Ο χωρικός σχεδιασμός οφείλει να προτείνει σχέσεις χώρων, χρήσεων, λειτουργιών. Αν δεν προτείνονται σχέσεις, δεν προτείνεται ούτε πόλη. Η ‘’Μητροπολιτικότητα’’ είναι ακαθόριστη και μεταπίπτει σε λεκτική διαχείριση. Η πολεοδομική εγχείρηση ανοικτής καρδιάς κινδυνεύει να γίνει ‘’εκ των ενόντων’’.

    (Γ) Ας δούμε όμως πως θα ήταν εφικτή η προοπτική πραγματοποίησης του Μητροπολιτικού Πάρκου. Ο όρος ‘’μητροπολιτικό’’, σημαίνει ευρεία χρήση και υποδομή για το σύνολο των κοινωνικών ομάδων της πόλης, σημαίνει ‘’προορισμός’’ πολυπληθών ομάδων σε περιφερειακό επίπεδο, σημαίνει ύπαρξη υποδομών προσπελασιμότητας από όλη την πόλη και για όλα τα μέσα μεταφοράς. Η έννοια του ‘’πάρκου’’ πραγματώνεται ως χώρος μεγάλης κλίμακας και χωρητικότητας, με πλούσια υποδομή πρασίνου και ανάλογες υπηρεσίες (αναψυχής, πολιτισμού, εκπαίδευσης). Η ζώνη των 60 περίπου στρεμμάτων ελεύθερων χώρων και πρασίνου που προτείνεται είναι μία έκταση περιορισμένης χωρητικότητας σε άμεση γειτνίαση με οδικούς άξονες έντονης κυκλοφορίας, σχεδόν ισοδύναμη με την προς δυσμάς περιοχή πρασίνου πέριξ του θεάτρου Κήπου, που επ’ ουδενί λόγο δεν μπορεί κανείς να τη φανταστεί ως Μητροπολιτικό Πάρκο.
    Θα ήταν διαφορετικό αν η πρόταση εμπεριείχε με τρόπο σαφή τη προοπτική ενοποίησης των αποκομμένων μεταξύ τους περιοχών πρασίνου, π.χ. από το πανεπιστημιακό campus ως τον άξονα της Νέας Παραλίας (με προοπτικές περεταίρω ενοποιήσεων: Κοιμητήρια Ευαγγελίστριας, Κήποι του Πασά όπως αναφέρεται στη Στρατηγική Μελέτη). Όσο δύσκολη και αν είναι η πραγματοποίηση του τεχνικά και οικονομικά, μόνο τότε η ενοποιημένη ζώνη πρασίνου, εμπλουτισμένη με τις ανάλογες εγκαταστάσεις αναψυχής, πολιτισμού και εκπαίδευσης θα μπορούσε να διεκδικήσει τίτλο μητροπολιτικής υποδομής. Σε αυτή τη περίπτωση ο χώρος πρασίνου της ΔΕΘ θα αποτελούσε τμήμα του, θα υποστηριζόταν πολλαπλά από αυτό και θα υποστήριζε το Πάρκο.
    Θα μιλούσαμε τότε για μία επέμβαση μητροπολιτικής κλίμακας που, κατά την άποψη του γράφοντος, επιβάλλεται λόγω της φύσης του εγχειρήματος. Θα ήταν ένα πολεοδομικό project πιο συνεπές προς την πολεοδομική βαρύτητα της αναδόμησης του χώρου της ΔΕΘ. Ένα project που είναι αυτονόητο ότι ξεπερνά τα όρια του ιδιοκτησιακού χώρου της. Η απόφαση για παραμονή της ΔΕΘ στο χώρο τους δεν είναι ένα απλό project αναβίωσης (rehabilitation) ή επανάχρησης (reuse). Θα έπρεπε να είναι εγχείρημα συντεταγμένης αστικής αναμόρφωσης (urban reform) ενός εκ των πλέον νευραλγικών σημείων της πόλης, και μία σοβαρή ευκαιρία αστικής αναγέννησης (urban regeneration). Η έρευνα που οδήγησε στην παραμονή της ΔΕΘ στο κέντρο της πόλης, έπρεπε να περιέχει εξ αρχής ως αυτονόητο επακόλουθο και την προοπτική της αναδόμησης της ευρύτερης περιοχής.
    Παρενθετικά καταθέτω, ότι στο ίδιο πλαίσιο προβληματισμού θα ήταν ίσως σκόπιμο να επενδυθεί χρόνος και ενέργεια προς την κατεύθυνση της μελλοντικής επέκτασης της ΔΕΘ στις εγκαταστάσεις του στρατοπέδου του 3ου Σώματος Στρατού (ή σε τμήμα του). Η προοπτική αυτή εμπεριέχει πολλαπλά ευεργετήματα: λειτουργεί ευνοϊκά ως προς την αναβάθμιση δομικών και χωρικών στοιχείων του πολεοδομικού ιστού (αύξηση και καταλληλότερη χωροθέτηση της ζώνης πρασίνου στη ΔΕΘ, ενεργοποίηση χώρου στρατοπέδου, επανεκτίμηση του ρόλου του άξονα 3ης Σεπτεμβρίου) και επίσης ως προς τη δημιουργία ενός πολύ πλούσιου σε αστικές ποιότητες Μητροπολιτικού Πάρκου.

    (Δ) Δύο συναφή θέματα προβληματισμού εγείρονται ως συνέχεια.
    Το πρώτο σχετίζεται με την αγωνιώδη προσπάθεια της Θεσσαλονίκης να αναβαθμισθεί ως πόλη. Ποια πόλη θέλουμε; την μονοκεντρική, έτσι όπως αναπτύχθηκε από την εποχή της πρώτης επέκτασης εκτός των τειχών στα μέσα του 19ου αιώνα, ή μία πολυκεντρική όπως είχε αρχίσει να μετεξελίσσεται στην ύστερη περίοδο πριν τη ‘’κρίση’’. Η ‘’κρίση’’, που όπως έχει ειπωθεί επέβαλε τη λύση της μη μετεγκατάστασης της ΔΕΘ, αλλοίωσε συγχρόνως και την δυναμική της ανάπτυξης της πόλης, αποδυναμώνοντας τα εύθραυστα (κυρίως εμπορικά) περιφερειακά κέντρα, επιστρέφοντας πάλι στην μονοκεντρική πόλη.
    Ωστόσο διαβάζουμε στο κεφ. 4.3.2 της Στρατηγικής Μελέτης: ‘’…Ο ανασχεδιασμός του Εκθεσιακού Κέντρου αποτελεί μοναδική επιλογή όχι μόνο διότι οι άλλες λύσεις δεν μπορούν να υποστηριχθούν οικονομικά από τις παρούσες οικονομικές θέσεις και δεδομένα αλλά διότι θα συμβάλλει στην ενίσχυση της μονοκεντρικότητας της Θεσσαλονίκης.’’ (!!)
    Είναι μία θέση που επιστημονικά με εκπλήσσει.
    Πόση ένταση μονοκεντρικότητας αντέχει η περιοχή; με τι χωρικό και λειτουργικό τίμημα; Πως αξιολογείται από την σκοπιά της πόλης η παραμονή της ΔΕΘ ως ένταση χρήσης δίπλα στο εμπορικό κέντρο, δίπλα στο πανεπιστημιακό campus, δίπλα στα μουσεία, που έχει ως αποτέλεσμα την ενδυνάμωση της μονοκεντρικότητας αυτής της πόλης των 1.200.000 κατοίκων;
    Στη Μελέτη (κεφ. 4.3.2) γίνεται αναφορά σε ‘’…αναπροσανατολισμό της βασικής δραστηριότητας σε περισσότερο καινοτόμες μορφές διοργάνωσης εκθέσεων με ταυτόχρονο άνοιγμα σε εκδηλώσεις και δραστηριότητες που θα απευθύνονται στο ευρύ κοινό της πόλης…’’. Το θέμα είναι πολυπαραμετρικό και δεν απαντιέται εύκολα. Είναι όμως απαραίτητο να συνεκτιμηθεί με ιδιαίτερη προσοχή.

    (Ε) Το δεύτερο ερώτημα σχετίζεται με την διατήρηση της θλιβερής δυσλειτουργίας των υποδομών κυκλοφορίας και στάθμευσης σε όλη την ευρύτερη περιοχή, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια όχι μόνο των μεγάλων εκθεσιακών γεγονότων (Διεθνής Έκθεση, Agrotica κλπ), οπότε παραλύει ολόκληρο το κέντρο της πόλης. Η πρόταση κάνει αναφορά σε ‘’υπόγειους χώρους στάθμευσης’’, θίγει την ανάγκη μελέτης κυκλοφορίας σε επόμενο στάδιο και δεν την συνεκτιμά στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
    Αρχίζει κανείς να σκέφτεται ότι η διαφορά μεταξύ μεταφοράς της ΔΕΘ στη Σίνδο και παραμονής της στο κέντρο είναι ότι πολλές από τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις δεν συνεκτιμώνται στη μελέτη γιατί καλείται να τις αναλάβει αργότερα η πόλη.
    Ωστόσο, η παραμονή της ΔΕΘ στον ίδιο χώρο οφείλει να συνοδευτεί εξ αρχής από την αναδόμηση όλων των υποδομών κυκλοφορίας και στάθμευσης στην ευρύτερη περιοχή ως μέρος της πρότασης
    Το ερώτημα πρέπει να τεθεί ειλικρινά και να απαντηθεί αποφασιστικά ως ουσιαστική παράμετρος του χωρικού σχεδιασμού και όχι με γκρίζες αποφάσεις που θα υποθηκεύσουν και πάλι σε βάθος χρόνου την ποιότητα ζωής και την καθημερινότητα εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών (βλέπε μετρό). Η ύπαρξη δε αρχαιοτήτων στο οικόπεδο (που είναι γνωστή όπως ήταν και στο έργο του μετρό), πρέπει να συνυπολογιστεί.
    (Ζ) Τέλος, να υπογραμμίσω ότι οι όποιες επιλογές ανάλογα με τη διαχείριση του θέματος, θα συμβάλλουν ή όχι προς μία νέα αντίληψη της δομής και χρήσης του αστικού χώρου, κτισμένου και ελεύθερου και κυρίως, στο πάντα επίκαιρο ζήτημα της αναζήτησης του δημόσιου χώρου, που είναι αναπόσπαστο τμήμα της βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας της πόλης. Αν ρίξουμε μια ματιά στο αρχικό σχέδιο του Hebrard (του οποίου η ανάμνηση υπάρχει αμυδρά στην υφιστάμενη κατάσταση), θα διαπιστώσουμε πόσο πιο ενιαίος ήταν ο χώρος πρασίνου στην αρχική σύλληψη του 1918 και πόσο διαφορετική ήταν η σχέση κτισμένου και ελεύθερου χώρου.
    Δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε λογική η προσπάθεια αναβίωσης αυτής της αντίληψης χωρικού σχεδιασμού. Είναι όμως οικεία και ικανή να υπενθυμίσει τι σημαίνει συνολική αντιμετώπιση των σοβαρών πολεοδομικών θεμάτων που ενυπάρχουν πίσω από την απόφαση της παραμονής της ΔΕΘ στην τωρινή της θέση, που τελικά ξεπερνούν τα όρια της φυσικής ιδιοκτησία της. Η ΔΕΘ και το κέντρο της Θεσσαλονίκης είναι τόσο άρρηκτα δεμένα που η οποιαδήποτε πετυχημένη επιλογή θα λειτουργεί ευεργετικά και προς τις δύο πλευρές. Αντίθετα, κάθε εσφαλμένη κίνηση θα είναι περιβαλλοντικά επιβαρυντική για την καρδιά της πόλης και κατατάσσεται στις ‘’απειλές’’ για την επένδυση και τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της ΔΕΘ- HELEXPO.

  • 23 Μαρτίου 2019, 13:36 | Στέφανος

    Καθώς στην μελέτη δεν περιλαμβάνεται τίποτα που να έχει σχέση με στρατηγική, όπως πχ Ανάλυση SWOT, καθορισμός στρατηγικής, στόχων, ανάπτυξη προγραμμάτων και σχεδιασμών ενεργειών, η παρούσα μελέτη είναι μια απλή μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, που για έναν ήδη σε λειτουργία εκθεσιακό χώρο μάλλον είναι άνευ αντικειμένου καθώς δεν πρόκειται να επιβαρύνει το περιβάλλον με τίποτα πέρα από κατάληψη θέσεων πάρκινγκ κατά τη λειτουργία της καισκουπίδια (χαρτιά, ποτηράκια καφέ), τα οποία μαζεύονται σε ήδη εγκατεστημένους κάδους απορριμάτων.
    Το αντικείμενο του έργου θα μπορούσε να υποκατασταθεί με μια πιστοποίηση κατά ISO 14000 (Περιβαλλοντική Διαχείριση), το οποίο και φθηνότερο θα ήταν και πλέον αποτελεσματικό.
    Παρακαλώ να μην γίνεται κατάχρηση του όρου «Στρατηγική» και να μην σπαταλάτε δημόσιο χρήμα για άνευ αντικειμένου μελέτες.
    Αν δεν με ικανοποιήσει η απάντηση στα σχόλια, η υπόθεση αυτή (μεταξύ άλλων) θα αποτελέσει αντικείμενο έρευνας στην επόμενη Βουλή.