• Σχόλιο του χρήστη 'Vlasios Oikonomou' | 13 Δεκεμβρίου 2019, 18:50

    Διαβούλευση στο ΕΣΕΚ Έχοντας συμμετάσχει και συντονίσει σαν IEECP μεγάλο αριθμό Ευρωπαϊκών έργων στον τομέα της ενεργειακής εξοικονόμησης και όντας μέλη της ομάδας που ελέγχει και αποτιμά για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις προτεινόμενες δράσεις των Εθνικών Σχεδίων για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), καθώς και τα σχέδια συμμόρφωσης με την Οδηγία της Ευρωπαϊκής Εξοικονόμησης, στο υπάρχων ΕΣΕΚ θεωρούμε ότι πολλά σημεία χρίζουν περαιτέρω επεξεργασίας και διευκρίνησης. Το βασικό πρόβλημα στο στόχο της απολιγνιτοποίησης (και στους άλλους επιμέρους στόχους όπως η ενεργειακή αποδοτικότητα ή οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) ειναι η ασάφεια στην εξεύρεση της χρηματοδότησης (για 44 δις Ευρώ), η οποία ανατίθεται γενικώς σε επενδυτές και στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ίσως μη λαμβάνοντας υπόψιν ότι η Ελλάδα ενδεχομένως να έχει χαμηλή σειρά προτεραιότητας στις επενδύσεις της ΕΤΠ, δεδομένου ότι στα σχέδια απολιγνιτοποίησης προηγούνται οι βασικοί «παίχτες» όπως π.χ. η Πολωνία, όπως εκδηλώθηκε και στη προηγούμενη σύνοδο των Ηνωμένων Εθνών για το Κλίμα (UNFCCC) στο Katowice). Δεδομένου επίσης ότι και το τελευταίο διήμερο με την παρουσίαση του Green Deal από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, χώρες όπως η Πολωνία εμφάνισαν σκληρή στάση, σημαίνει ότι οι προτεραιότητες χρηματοδότησης θα ειναι προς τα εκεί. Επομένως προκειμένου το κομμάτι της χρηματοδότησης στην ενεργειακή μετάβαση να μην είναι τόσο ασαφές, θα ήταν προτιμότερο να παρουσιαστεί συγκεκριμένος οδικός χάρτης που να μπορεί να πείθει και τους εν δυνάμει επενδυτές. Πιο συγκεκριμένα Στόχος ενεργειακής απόδοσης (σ.56) Ο υπολογισμός του στόχου ενεργειακής απόδοσης στην τελική κατανάλωση ενέργειας κατά ποσοστό τουλάχιστον 38% σε σχέση με την πρόβλεψη κατανάλωσης τελικής ενέργειας μέχρι το έτος 2030 θεωρείται αρκετά φιλόδοξη και πάνω από τους μέσους στόχους των ΕΕ μελών. Λαμβάνοντας υπόψιν την μειούμενη τελική κατανάλωση στα χρόνια της κρίσης (όπου η μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στο παρόν ΕΣΕΚ ειναι βελτιωμένη κατά 3.6-4.7% σε σχέση με το αρχικό ΕΣΕΚ) και την ελάχιστη επένδυση ενεργειακής αναβάθμισης σε όλους τους τομείς (δεδομένης της σχετικής έλλειψης χρηματοδοτικών εργαλείων), η αύξηση του στόχου χωρίς να υπάρχουν ρεαλιστικές χρηματοδοτήσεις μπορεί να δημιουργήσει παραπάνω στρεβλώσεις και αδυναμία επίτευξής του. Κτίρια δημόσιας διοίκησης (σ. 56 – Πινακας 12) Στο ΕΣΕΚ οπως φαινεται δεν συμπεριλαμβάνονται τα κτίρια της ευρύτερης δημόσιας διοίκησης και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Δήμων και Περιφερειών). Δεδομένου της συμμετοχής αρκετών Δήμων στο Σύμφωνο των Δημάρχων και τις δράσεις ενεργειακής εξοικονόμησης στα κτίρια και τις υποδομές τους (π.χ. σχολεία, κολυμβητήρια, αθλητικές εγκαταστάσεις, αντλιοστάσια κλπ – τα οποία σε απόλυτο αριθμό είναι υπερπολλαπλάσια των κτιρίων των υπουργείων και αντίστοιχα και οι δυνατότητες εξοικονόμησης), και επίσης δεδομένου ότι η χρηματοδότηση είναι σχετικά ευκολότερη (μέσω ίδιων κεφαλαίων και εθνικών ταμείων), θα έπρεπε να προσμετρούνται. Καθεστώτα επιβολής (σ.137) Η βασική πολιτική που ακολουθείται ειναι τα καθεστώτα επιβολής στους παρόχους ενέργειας, η οποία περνάει στη δεύτερη φάση εφαρμογής έχοντας κλείσει μια τριετία. Με βάση το ΕΣΕΚ, και σε αντίθεση με όλες τις χώρες που υπάρχουν αυτά τα καθεστώτα, η Ελλάδα δεν παρουσίασε κάποιο χρηματοδοτικό εργαλείο την πρώτη τριετία, ώστε να δωθούν κίνητρα στους παρόχους, αφήνοντας την δημιουργία του Ταμείου Ενεργειακής Απόδοσης στο μέλλον. Χρονικά, αυτό σημαίνει ότι στην επόμενη διετία τουλάχιστον δε θα υπάρχει άμεση ή έμμεση χρηματοδότηση (μέχρις ώτου γίνουν τα πρώτα βήματα δημιουργίας ενός τέτοιου Ταμείου), ενώ οι πάροχοι θα έχουν αυξημένους στόχους απόδοσης να επιτύχουν. Μέχρι στιγμής, την πρώτη τριετία προέβησαν σε μέτρα μηδενικού κόστους, κυρίως δράσεις ενημέρωσης στους τελικούς καταναλωτές, όπου υπάρχουν αρκετά ερωτήματα σχετικά με την πραγματική τους αποτελεσματικότητα. Εφόσον οι στόχοι ειναι αυξανόμενοι, θα υπάρχει τάση προς τεχνικά μέτρα αυξημένου κόστους, όπου χωρίς τη χρηματοδότηση (όπως γίνεται παντού) το σχήμα θα παρουσιάσει προβλήματα. Αν κοιτάξουμε τη διεθνή εμπειρία, όλα τα καθεστώτα συνεπικουρούνται από μια μορφή έμμεσης ή άμεσης χρηματοδότησης, οπότε θεωρείται κάτι αναγκαίο να διασαφηνιστεί. Επίσης αναφέρεται ότι υπάρχει σκέψη για επέκταση του σχήματος και σε διαχειριστές των δικτύων διανομής ενέργειας. Εφόσον αυτό αλλάζει όλο το μοντέλο της αγοράς, θα ήταν χρήσιμο να βρεθεί κάποιο αντίστοιχο παράδειγμα εφαρμογής σε άλλη χώρα της ΕΕ, καθώς όπου έγινε τέτοια συζήτηση, δεν προχώρησε. Το παράδειγμα αυτό έρχεται από τις ΗΠΑ, όπου βέβαια οι ενεργειακές εταιρείες ειναι καθετοποιημένες όπου υφίσταται τέτοια διττή υποχρέωση. Η δημιουργία μιας επιπλέον αγοράς, μέσω πχ των Λευκών Πιστοποιητικών, σίγουρα θα ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση καθώς θα μπορούσε να επιλυσει το πάγιο αίτημα έμμεσου χρηματοδοτικού μηχανισμού. Η λειτουργία μιας τέτοιας αγοράς συνήθως απαιτεί 2-3 χρόνια μέχρι να υλοποιηθεί, αλλά στην περίπτωση της Ελλάδας θα μπορουσε να συνδεθεί με το Χρηματιστήριο Ενέργειας, μειώνοντας σημαντικά το χρόνο υλοποίσης. Εναλλακτικές πολιτικές (σ. 138 και 147) Ένα βασικό πρόβλημα και αγκύλωση στις πολιτικές αυτές ειναι οι εμμονές με εργαλεία τα οποία αποδείχτηκαν πανάκριβα όσον αφορά την αποδοτικότητα, όπως πχ το Εξοικονόμηση Κατ’ Οίκον, λόγω κυρίως του σχεδιασμού τους. Είναι σημαντικό πριν να συζητήσουμε για νέα χρηματοδοτικά σχήματα να παρουσιάσουμε αποτιμήσεις των υπαρχόντων, με βάση βέλτιστες πρακτικές διαφόρων έργων (όπως πχ το Horizon 2020 EPATEE -www.epatee.eu). Η μετάβαση λοιπόν από δημόσια χρηματοδότηση (μέσω ακριβών προγραμμάτων) και αντίστοιχων Ταμείων (τα οποία δεν παρουσιάζουν στο ΕΣΕΚ ποιά θα είναι η πηγή χρηματοδότησής τους ρεαλιστικά) στην ιδιωτική χρηματοδότηση (μέσω των καινοτόμων χρηματοδοτήσεων από τρίτα μέρη, συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης κλπ – τα οποία στην Ελλάδα ακόμα ειναι σε νηπιακή μορφή), αποτελεί ένα σοβαρό πρόβλημα φερεγγυότητας της επίτευξης του στόχου. Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και η πρόσφατη εξαγγελία για φοροαπαλλαγή σε επεμβάσεις ενεργειακής εξοικονόμησης στα κτίρια, η οποία τελικά δεν θα συμπεριλαμβάνει τα υλικά (με κόστος περίπου 80% της αξίας μιας εργασίας) παρά μόνο το κόστος εργασίας (με τα αντίστοιχα ρίσκα εφαρμογής και ενδιαφέροντος από τους καταναλωτές). Μέτρηση και αποτίμηση της εξοικονόμησης Ένα επιπλέον θέμα είναι ότι οι φιλόδοξοι στόχοι, αν και θεμιτοί, ουσιαστικά δεν έχουν συμπεριλάβει και ένα πολύ μεγάλο μέρος δράσεων που ήδη γίνονται (από το 2014 όπου και υπολογίζεται ο στόχος) και λόγω αδυναμίας θεσμικού πλαισίου δε προσμετρώνται. Για παράδειγμα, σε δράσεις ΕΣΠΑ ή Αναπτυξιακού νόμου ή αγροτικών προγραμμάτων όπου πραγματοποιούνται επενδύσεις εξοικονόμησης ενέργειας, τα αποτελέσματα αυτά δε προσμετρώνται στον εθνικό στόχο. Αντίστοιχα, ενώ το ΕΣΕΚ ορίζει σα στόχο τις αναβαθμίσεις στα κτίρια των Υπουργείων, εξαιρεί τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, οι οποίοι έχουν και το μεγαλύτερο αριθμό ενεργοβόρων κτιρίων και υποδομών (π.χ. κολυμβητηρίων, σχολείων κλπ) και οι οποίοι λόγω και της ευκολότερης σχετικά χρηματοδότησης που μπορούν να επιτύχουν (μέσω εθνικών ή περιφερειακών πόρων) θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στον στόχο αντίστοιχα. Σημαντικό λοιπόν να βελτιωθούν τα συστήματα Monitoring and verification και είναι θετικό οτι και το ΚΑΠΕ συμμετέχει σε αντίστοιχα έργα (ENSMOV – www.ensmov.eu) που αναφέρονται στην ανάπτυξη τετοιων συστημάτων. Σύνοψη μέτρων (σ. 151) Τα μισά σχεδόν μέτρα που προτείνονται είναι χρηματοδοτικού χαρακτήρα και ειναι σημαντικό να γίνει από νωρίς μια πρόβλεψη του χρονικού ορίζοντα που μπορούν να διατεθούν οι αναγκαίοι πόροι ώστε να μη δίνονται λάθος σήματα στην αγορά. Επίσης, είναι εξίσου σημαντικό να χρησιμοποιηθούν πληροφορίες από αντίστοιχα ΕΕ έργα (όπως πχ το ODYSEE MURE) σχετικά με την διάδραση πολιτικών και την αποτελεσματικότητά τους, μειώνοντας έτσι τα overlaps και αυξάνοντας τα complementarities. Στο παρών ΕΣΕΚ η παρουσίαση όλων των μέτρων χωρίς επισήμανση χρονικής διάρκειας δημιουργεί σοβαρές υπόνοιες overlaps (κυρίως μεταξύ χρηματοδοτήσεων και φαινομένων free-riders). Διαγωνιστικές διαδικασίες (σ.149) Το σημείο αυτό ειναι αρκετά ενδιαφέρον και χρειάζεται να προσομοιωθεί η Ελληνική αγορά ενέργειας με τις αγορές που έχει εφαρμοστεί το αντίστοιχο σχήμα. Σε αρκετές περιπτώσεις έχουν παρατηρηθεί στρεβλώσεις ανταγωνιστικότητας και ελέγχου της αγοράς, μειώνοντας έτσι το άνοιγμα της αγοράς σε περαιτέρω ΕΕΥ αλλά αντίθετα επιτρέποντας μόνο σε θυγατρικές των ΕΕΥ των μεγαλύτερων παρόχων να συμμετέχουνς τις προσφορές. Το γενικότερο σχόλιο λοιπόν στο υπάρχων ΕΣΕΚ (και συγκρίνοντάς το με τα βελτιωμένα ΕΣΕΚ άλλων Κρατών Μελών) είναι ότι παρά τους φιλόδοξους στόχους, δεν δείχνει πως θα γίνει η ενδιάμεση μετάβαση προς την επιτευξή τους, πώς θα χρηματοδοτηθούν με σαφήνεια και ποιά εναλλακτικά μέτρα υπάρχουν σε περίπτωση απόκλισης από τους στόχους. Είναι σίγουρα χρήσιμο προκειμένου να υπάρχει και συνέναιση να ληφθούν σοβαρά υπόψιν τα σχόλια που στέλνουν οι φορείς στη διαβούλευση, να γίνει σύγκριση με την Ευρωπαϊκή εμπειρία στα αναθεωρημένα ΕΣΕΚ και να μην δωθούν υποσχέσεις οι οποίες έχουν και ψηλό ρίσκο υλοποίησης και δεσμεύσουν πόρους σε δράσεις που μπορεί να μην είναι υψηλής αποτελεσματικότητας.