• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΛΕΤΑΕΝ' | 16 Δεκεμβρίου 2019, 07:09

    Το επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ που ανακοινώθηκε από το ΥΠΕΝ και τέθηκε σε διαβούλευση περιλαμβάνει τη δέσμευση της Ελλάδας σε φιλόδοξους στόχους για το Κλίμα και την Ενέργεια το 2030. Ξεχωρίζουν: • Η μεγάλη μείωση των εκπομπών κατά 42% το 2030 σε σχέση με το 1990 (σε σύγκριση με 32% του προηγούμενου ΕΣΕΚ) • Η εντυπωσιακή μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας το 2030 κατά 38,5% σε σχέση με όσα προβλέπονταν το 2007 (για το 2030) • Η εμβληματική πολιτική για πλήρη απολιγνιτοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής το 2028. Εξοικονόμηση ενέργειας και απολιγνιτοποίηση είναι που “οδηγούν” τη μεγάλη μείωση των εκπομπών. Α] Επ’ αυτού προκύπτουν οι δύο πρώτες σημαντικές παρατηρήσεις για το επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ: 1) Η αντικειμενική δυσκολία εφαρμογής πολιτικών ευρείας κλίμακας και επίτευξης πρακτικών αποτελεσμάτων στο πεδίο της εξοικονόμησης και της αποδοτικότητας της ενέργειας σε όλους τους τομείς, δημιουργεί την ανάγκη να διαμορφωθούν εναλλακτικά σενάρια επίτευξης των στόχων. Ο εντυπωσιακός στόχος της εξοικονόμησης είναι εξαιρετικής σημασίας για όλο το οικοδόμημα του ΕΣΕΚ και επομένως η αβεβαιότητα, που εγγενώς εμπεριέχει, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη. 2) Το ενεργειακό ισοζύγιο, αν και σαφώς βελτιωμένο το 2030 σε σχέση με το 2020, παραμένει και το 2030 ισχυρά εξαρτημένο από εισαγωγές (78,4% της Ακαθάριστης Εγχώριας Κατανάλωσης Ενέργειας [ΑΕΚΕ] από 83,8% το 2020) και από τα ορυκτά καύσιμα (67,3% της ΑΕΚΕ το 2030 από 82,6% το 2020). Η υστέρηση αυτή οφείλεται οπωσδήποτε και στο γεγονός ότι η απολιγνιτοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής συνδυάζεται με ανάληψη του σχετικού μεριδίου πρωτίστως από το φυσικό αέριο, όπως προκύπτει ανάγλυφα από το Διάγραμμα 4 της σελ. 40. Μια ακόμα πιο επιθετική πολιτική υπέρ των Α.Π.Ε. και της Αποθήκευσης, θα επέφερε πιο θετικά αποτελέσματα στο ενεργειακό ισοζύγιο. Είναι λοιπόν κρίσιμο, τουλάχιστον να αποσαφηνιστεί ο χαρακτήρας του φυσικού αερίου ως καυσίμου-γέφυρα για τη μετάβαση σε μια οικονομία κλιματικής ουδετερότητας έως το έτος 2050. Οφείλουμε πάντως να σημειώσουμε ότι -με δεδομένη την ενίσχυση του φυσικού αερίου- τα αριθμητικά δεδομένα του μοντέλου που παρουσιάζει ο ΕΣΕΚ, δείχνουν μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη του συνδυασμού εγκατεστημένης ισχύος – ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο (2020: 5,2GW – 22,9ΤWh / 2030: 7GW – 18,3TWh από 10,2TWh στο προηγούμενο ΕΣΕΚ όμως) γεγονός που μάλλον κατατείνει στον ως άνω ζητούμενο χαρακτήρα ως γέφυρας, του καυσίμου αυτού. Για να ελεγχθούν τα ανωτέρω, και ειδικά για να ελεγχθεί εάν η σημαντική προώθηση του φυσικού αερίου στο πλαίσιο του ΕΣΕΚ μπορεί επηρεάσει αρνητικά την πορεία προς το 2050, είναι χρήσιμα τα σενάρια που περιλαμβάνονται στην Μακροχρόνια Ενεργειακή Στρατηγική για το 2050 (ΜΕΣ2050) που δημοσιοποιήθηκε την 10.12.2019. Τα σενάρια αυτά θεωρούν ότι ο μηχανισμός σταθεροποίησης (market stability reserve) που θεσπίσθηκε πρόσφατα για το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα (EU ETS) στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα προσαρμοσθεί μετά το έτος 2030 ώστε να μειώσει κατάλληλα τη διαθεσιμότητα δικαιωμάτων με αποτέλεσμα να αναμένεται οι τιμές διοξειδίου του άνθρακα να αυξηθούν υπέρμετρα μετά το 2030 πλησιάζοντας τα 400 €’16/tnCO2 (ΜΕΣ2050, σελ. 15). Αυτή η αύξηση είναι η βασική πολιτική που οδηγεί στο σχεδόν μηδενισμό των εκπομπών προ του 2050 στους τομείς που υπάγονται στο ETS, ιδίως στους τομείς της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, διανεμόμενης θερμότητας και βιομηχανικού ατμού. Περαιτέρω, από τα σενάρια της ΜΕΣ2050 φαίνεται ότι η συνέχιση μετά το 2030 των μέτρων πολιτικής του ΕΣΕΚ (ως no-regrets) μειώνει μεν σημαντικά τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου μέχρι το 2050 αλλά δεν θα αρκεί για την επίτευξη των στόχων μείωσης στο πλαίσιο των στρατηγικών για τους 2oC και τον 1.5oC. Κατά συνέπεια θα απαιτηθούν επιπλέον πολιτικές που θα βασίζονται σε μετασχηματισμούς και τεχνολογίες που, κατά τη ΜΕΣ2050, έχουν ανατρεπτικά καινοτόμο χαρακτήρα (disruptive innovation) μεταβάλλοντας συμβατικές πρακτικές (ΜΕΣ2050, σελ. 12). Οι δύο αυτές υποθέσεις για την περίοδο 2030-2050 (τιμές CO2 και “disruptive innovation”) είναι εντυπωσιακές. Ταυτόχρονα όμως δημιουργούν την αίσθηση ότι ο κομβικός στόχος της κλιματικής ουδετερότητας το 2050 στηρίζεται σε δύο πυλώνες που απαιτούν ανυπέρβλητη προσπάθεια και ισχυρή μακροχρόνια δέσμευση από πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες σε πολλά επίπεδα (πολιτικό, τεχνολογικό, κοινωνικό κλπ). Φυσικά δε, η εφικτότητα των πυλώνων αυτών σήμερα δεν μπορεί αντικειμενικά να ελεγχθεί (ούτε αποτελεί σκοπό της σεναριακής ανάλυσης). Τα δεδομένα αυτά, αυξάνουν τη σημασία για το 2050 των αποφάσεων που λαμβάνονται σήμερα. Θα πρέπει λοιπόν, στο πλαίσιο του ΕΣΕΚ να εξεταστεί ένα σενάριο με πιο καθαρό μίγμα της ηλεκτροπαραγωγής της περιόδου έως το 2030, που θα επιτρέψει την ευχερέστερη επίτευξη των στόχων του 2050 με πιο συντηρητικές απαιτήσεις (ειδικά για τις τιμές CO2) σε σχέση με αυτές που εξετάζονται στα σενάρια της ΜΕΣ2050. Συναφώς, για την αποτελεσματική αξιολόγηση του ΕΣΕΚ και των επιλογών του ένα επίσης σημαντικό θέμα το οποίο αποτελεί εκκρεμότητα κατά την άποψή μας, είναι η διαβούλευση επί της Μελέτης Επάρκειας Ισχύος 2019-2029. Η μελέτη φαίνεται πως έχει ήδη ολοκληρωθεί από τον ΑΔΜΗΕ και έχει παραδοθεί στο ΥΠΕΝ, αλλά δεν έχει ακόμα δημοσιοποιηθεί. Αυτό, θα έπρεπε κανονικά να γίνει πριν τη διαβούλευση και την οριστικοποίηση του ΕΣΕΚ μιας και τα δεδομένα που λαμβάνει υπόψη της για τις προβλέψεις της είναι κρίσιμα και για το ίδιο το ΕΣΕΚ και την αξιολόγησή του. Β] Αντιλαμβανόμαστε ότι ένα κείμενο σχεδιασμού αυτού του επιπέδου, όπως είναι ο ΕΣΕΚ, έχει συγκεκριμένα όρια ως προς το βάθος ανάλυσης για τον τρόπο πρακτικής υλοποίησής του. 1) Επισημαίνουμε ωστόσο, την τεράστια σημασία που έχει ο Μηχανισμός Διακυβέρνησης, ο οποίος περιγράφεται ακροθιγώς στο κείμενο. Ο Μηχανισμός αυτός θα πρέπει να διασφαλίζει τόσο την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων πολιτικής, όσο και τον ανασχεδιασμό των υφιστάμενων και το σχεδιασμό νέων, με στόχο την επίτευξη των στόχων και τη μεγιστοποίηση των συνεργειών μεταξύ διατομεακών πολιτικών. Αξιολογούμε ως θετική την προκαταρκτική περιγραφή του Μηχανισμός Διακυβέρνησης που εμπεριέχεται στο κείμενο του ΕΣΕΚ. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι θα σχεδιασθούν διαδικασίες που θα αφορούν στην παρακολούθηση, στον έλεγχο και εποπτεία της υλοποίησης των πολιτικών και μέτρων που περιλαμβάνονται στο ΕΣΕΚ καθώς και στην αξιολόγηση της προόδου επίτευξης των εθνικών στόχων. Οι αρμοδιότητες και οι υποχρεώσεις όλων των εμπλεκομένων φορέων θα προβλέπονται για κάθε μια διαδικασία ξεχωριστά, έτσι ώστε να ενισχυθεί η εποπτεία και ο συντονισμός των σχετικών δράσεων και να αναδειχθεί η συνεισφορά κάθε μέρους στην εθνική προσπάθεια, επιτρέποντας έτσι και την ανάλογη διαφάνεια και παρακολούθηση του βαθμού απόδοσης ανά τομέα ευθύνης (σελ. 77). Προσδοκούμε να λάβουμε έγκαιρα και να σχολιάσουμε το Μηχανισμό αυτό. 2) Πέραν των όσων αναφέρονται ήδη στο κείμενο, ο σχεδιασμός του Μηχανισμού θα πρέπει να συνοδεύεται με την κατάρτιση σαφούς χρονοδιαγράμματος για κάθε ένα από τα Μέτρα Πολιτικής που περιλαμβάνονται στον ΕΣΕΚ. Μόνο έτσι θα είναι εφικτή η παρακολούθηση της εφαρμογής. 3) Αντίστοιχης σημασίας για την επιτυχία της εφαρμογής του ΕΣΕΚ είναι και το Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης, που θα εκπονηθεί υπό την αιγίδα μιας διυπουργικής επιτροπής έως τα μέσα του 2020 και θα αποτελεί τον αναπτυξιακό οδικό χάρτη στην μετά λιγνίτη εποχή. Προσδοκούμε ότι το σχέδιο αυτό θα είναι συγκεκριμένο, με μέτρα και χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και σχέδιο χρηματοδότησης. Αναμένουμε ότι θα έχουμε τη ευκαιρία να συνεισφέρουμε στην κατάρτισή του και να διαβουλευθούμε επ’ αυτού. Γ] Όσον αφορά τα μέτρα για την αιολική ενέργεια και τις Α.Π.Ε. γενικότερα, προσπαθώντας να μην επαναληφθούμε σε σχέση με τα κείμενα πολιτικής και τις θέσεις που έχουμε ήδη εκδώσει, καταγράφουμε τα ακόλουθα ως σχολιασμό ορισμένων κρίσιμων σημείων που περιέχονται στο κείμενο του υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ. Προκαταρκτικά αναφέρουμε ότι θα πρέπει να διευκρινισθεί εάν και πώς έχουν ληφθεί υπόψη στις σεναριακές επεξεργασίες που συνοδεύουν τον ΕΣΕΚ, η προτεραιότητα στην κατανομή του φορτίου των δικαιούχων σταθμών Α.Π.Ε. και οι συνέπειες στη τιμή της αγοράς, την αποζημίωση των Α.Π.Ε. και τις περικοπές ισχύος (γεγονός που συνδέεται ως αναφερόμαστε ακολούθως και με την ανάγκη ποσοτικοποίησής τους). Κατά τα λοιπά, καταγράφουμε τα ακόλουθα: 1) Για το χωροταξικό σχεδιασμό και τη συνάφεια με τη νομοθεσία της περιβαλλοντικής προστασίας : 1.1. Την περίοδο αυτή είναι υπό εκπόνηση ένα μεγάλο πλήθος Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών (ΕΠΜ) για τις περιοχές Natura της χώρας. Η κατά νόμο διαδικασία εκπόνησης και παραλαβής των μελετών αυτών (πριν την προώθηση των σχετικών σχεδίων ΠΔ) γίνεται σε τομεακό επίπεδο χωρίς συντονισμό με άλλες τομεακές πολιτικές (εν προκειμένω την κλιματική και την ενεργειακή πολιτική) που απαιτεί την εμπλοκή και άλλων τομέων του ΥΠΕΝ. Αυτό είναι σημαντικό έλλειμα που μπορεί να επηρεάσει ουσιαστικά την πιθανότητα επιτυχίας του ΕΣΕΚ. Είναι επομένως επείγον να γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες και θεσπίσεις ώστε να διασφαλιστεί αυτός ο συντονισμός. 1.2. Σημαντικός είναι επίσης ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει η προωθούμενη επικαιροποίηση του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τις Α.Π.Ε. Επισημαίνουμε τη θέση μας ότι η έως τώρα εμπειρία κατέδειξε ότι -παρά το περιοριστικό του χαρακτήρα- η θέσπιση του υφιστάμενου ΕΧΠ-ΑΠΕ αύξησε το βαθμό ασφάλειας και παρήγαγε συνολικά θετικά αποτελέσματα. Ενθαρρύνουμε το ΥΠΕΝ, παράλληλα με τη διαδικασία συνολικής επικαιροποίησης, να προχωρήσει σε επιμέρους παρεμβάσεις στα υφιστάμενα κείμενα του ΕΧΠ-ΑΠΕ και των Περιφερειακών Χωροταξικών Πλαισίων για να αντιμετωπίσει άμεσα προβλήματα που έχουν ήδη επισημανθεί. 2) Για τον Ειδικό Λογαριασμό Α.Π.Ε. Είναι προφανές ότι η βιωσιμότητα του καθεστώτος στήριξης της ηλεκτροπαραγωγής από Α.Π.Ε. είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την επιτυχία του ΕΣΕΚ. Το κείμενο του ΕΣΕΚ κάνει μερικές θετικές κρίσεις για τη κατάσταση του ΕΛΑΠΕ . Οι κρίσεις αυτές θα πρέπει να υποστηριχθούν από σειρά συγκεκριμένων μέτρων ώστε να προσφέρεται ισχυρή ασφάλεια στους επενδυτές ότι δεν θα ανατραπούν. Τα μέτρα αυτά και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής τους θα πρέπει να περιληφθούν στον ΕΣΕΚ. Ενδεικτικά, θα πρέπει (ι) να βελτιωθεί η διαφάνεια της πληροφόρησης για την ταμειακή κατάσταση του ΕΛΑΠΕ, (ιι) να βελτιωθεί η διαφάνεια και η επάρκεια της πρόβλεψης για την μελλοντική κατάσταση του ΕΛΑΠΕ με συμπερίληψη όλων των υποχρεώσεών του οι οποίες σήμερα δεν έχουν λαμβάνονται υπόψη, (ιιι) να αποφασισθεί και να τεθεί σε εφαρμογή ο αναμενόμενος νέος μηχανισμός που θα αντικαταστήσει την καταργηθείσα χρέωση προμηθευτών κλπ. 3) Για τους διαγωνισμούς Α.Π.Ε. Το κείμενο ΕΣΕΚ δεν περιέχει το πλαίσιο, το χρονοδιάγραμμα και τον όγκο των διαγωνισμών από το 2020 και μετά, παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζεται η σημασία τους (σελ. 52). Αυτά θα πρέπει να προστεθούν. Ειδικά για το 2020 θα πρέπει να αυξηθεί σημαντικά ο όγκος της δημοπρατούμενης ισχύος τόσο στους ειδικούς διαγωνισμούς των αιολικών (από 300MW) όσο και στους κοινούς διαγωνισμούς (από 500MW). Περαιτέρω επισημαίνουμε την ανάγκη να ζητηθεί άμεσα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η έγκριση της επέκτασης του καθεστώτος διαγωνισμών μετά το 2020. Οι σχετικές αναφορές που υπάρχουν στο κείμενο του ΕΣΕΚ δημιουργούν ανησυχία καθυστέρησης (σελ. 52). 4) Για την Αποθήκευση Είναι θετικό ότι προβλέπεται ισχύς αποθήκευσης (700MW) νωρίτερα από το προηγούμενο ΕΣΕΚ (ήτοι μεταξύ 2022-2025 σε σχέση με την προηγούμενη πρόβλεψη για μετά το 2025). Από τις παρεχόμενες πληροφορίες δεν μπορεί να αξιολογηθεί γιατί δεν προκρίθηκε η ακόμα μεγαλύτερη διείσδυση συστημάτων αποθήκευσης, γεγονός που θα μείωνε την εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα και θα διευκόλυνε την πορεία προς το 2050. Κατά την άποψη μας η αύξηση αυτή είναι εξαιρετικά σκόπιμη. Συναφές είναι το θέμα της υπερτίμησης της ενεργειακής αποδοτικότητας των αιολικών πάρκων το 2030. Συγκεκριμένα το 2030 υποτίθεται μέσος capacity factor 28% (ήτοι πολύ αυξημένος σε σχέση με σήμερα και σαφώς αυξημένος με τον προβλεπόμενο 26,8% στο προηγούμενο ΕΣΕΚ). Η υπερτίμηση αυτή -που οδηγεί σε υποτίμηση των αναγκαίων επενδύσεων- δεν είναι ρεαλιστική. Απαιτείται ποσοτικοποίηση των περικοπών αιολικής παραγωγής λόγω έλλειψης αποθήκευσης. Επικουρικά, προσθέτουμε ότι ο μέσος capacity factor βελτιώνεται μεν από την τεχνολογική εξέλιξη των ανεμογεννητριών, αλλά επηρεάζεται σημαντικά από την όλο και μεγαλύτερη υλοποίηση έργων με χαμηλότερο αιολικό δυναμικό. 5) Για τα θαλάσσια αιολικά πάρκα Είναι θετικές οι αναφορές για το πλαίσιο και την προώθηση των θαλασσίων αιολικών πάρκων. Προτείνουμε όμως είτε να αυξηθεί πολύ ο ενδεικτικός στόχος (επιπροσθέτως των 7 αιολικών GW) είτε να διαγραφεί τελείως η αναφορά σε ενδεικτικό στόχο (σελ. 49) διότι ο στόχος αυτός είναι τόσο ελάχιστος (250MW) που στέλνει το εντελώς αντίθετο μήνυμα: ότι η Ελλάδα εγκαταλείπει την προσπάθεια να αναπτύξει μια εγχώρια εφοδιαστική αλυσίδα υψηλής προστιθέμενης αξίας που θα εμπλέκει τα ναυπηγία, τα λιμάνια, τη βιομηχανία καλωδίων κλπ. υποχωρώντας σε σχέση με την πολιτική που είχε εξαγγελθεί τον Απρίλιο 2019. Επιπροσθέτως σημειώνουμε ότι ένας υψηλός στόχος για θαλάσσια αιολικά πάρκα στις Ελληνικές θάλασσες, στέλνει το ορθό μήνυμα εθνικής κυριαρχίας και άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων στη διεθνή κοινότητα. 6) Για τους Μηχανισμούς Ισχύος Ο αναμενόμενος Μακροχρόνιος Μηχανισμός Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος (ΜΜΑΕΙ) θα πρέπει να επιτρέπει τη πρόσβαση σε όλες τις τεχνολογίες και να προωθεί κατά προτεραιότητας τις Α.Π.Ε., την αποθήκευση και την απόκριση ζήτησης. Θεωρούμε ότι θα πρέπει να διευκρινισθεί στο ΕΣΕΚ ότι ο ΜΜΑΕΙ θα αντικαταστήσει τον μηχανισμό του Μεταβατικού Τέλους Ασφάλειας Εφοδιασμού (ΜΤΑΕ), που χρηματοδοτείται κυρίως από τις Α.Π.Ε. Η συμπερίληψη δεσμευτικού χρονοδιαγράμματος εντός του ΕΣΕΚ για την εφαρμογή του ΜΜΑΕΙ, (ο οποίος θα πρέπει να ξεκινήσει εντός του 2020, διότι δεν υφίσταται ουσιαστικός λόγος καθυστέρησης), θα δώσει τα κατάλληλα σήματα στην αγορά για προετοιμασία. Προβληματισμό προκαλούν οι αναφορές εντός του ΕΣΕΚ (π.χ. σελ. 166) σχετικά με την εφαρμογή ενός Μηχανισμού Στρατηγικών Εφεδρειών εκτός αγοράς (αντιλαμβανόμαστε ότι προβάλλεται από το ΕΣΕΚ ως εναλλακτική του ΜΜΑΕΙ για την διατήρηση σε λειτουργικό επίπεδο των λιγνιτικών σταθμών). Κατ’ αρχάς εκφράζουμε την πεποίθησή μας ότι θα πρέπει να αποφεύγεται η γενική χρήση μηχανισμών εκτός αγοράς και κυρίως μηχανισμών που δεν διασφαλίζουν την ισότιμη (και ανταγωνιστική) πρόσβαση των τεχνολογιών (συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής του συνόλου της ζήτησης, δηλ. και των μεγάλων καταναλωτών). Στην προκειμένη περίπτωση, από τις διατυπώσεις του κειμένου ΕΣΕΚ διαφαίνεται ότι θα εξαιρείται η συμμετοχή της αποθήκευσης και της απόκρισης ζήτησης, δηλ. τεχνολογιών μηδενικών εκπομπών, που χρειάζονται στήριξης μέσω της κατά προτεραιότητα συμμετοχής τους στον ΜΜΑΕΙ. Είμαστε αντίθετοι σε μια τέτοια εξαίρεση. 7) Για τις μικρές ανεμογεννήτριες Στο κείμενο του ΕΣΕΚ υπάρχουν διάσπαρτες αναφορές στις μικρές ανεμογεννήτριες (ΜΑΓ) και για την ανάγκη προώθησής τους σε επίπεδο εφαρμογών και εγκαταστάσεων (σελ. 50, 113-114) και σε ερευνητικό επίπεδο (σε. 212). Οι ΜΑΓ προσφέρουν πολλαπλά αναπτυξιακά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη που αναγνωρίζονται από το ΕΣΕΚ, και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την τόνωση της εγχώριας παραγωγής, του εγχώριου επιστημονικού δυναμικού και της εθνικής προστιθέμενης αξία. Προσδοκούμε λοιπόν ότι θα υπάρξει σύντομα ένα συνεκτικό μίγμα μέτρων και πολιτικής για αυτές. Αυτό θα μπορούσε ίσως να εξεταστεί και στο πλαίσιο της επιτροπής που έχει συστήσει το ΥΠΕΝ. Στο πλαίσιο του ΕΣΕΚ θα πρέπει να υπάρξει επαρκής ενδεικτικός στόχος για ΜΑΓ επιπλέον του μεγέθους της προβλεπόμενης αιολικής ισχύος, προκειμένου να δοθεί το κατάλληλο μήνυμα. Κατά τα λοιπά επισημαίνουμε τις θέσεις και απόψεις που έχουμε ήδη δημοσιοποιήσει: • Για τη συνολική πολιτική για την αιολική ενέργεια, Ιούνιος 2019 • Το χωροταξικό σχεδιασμό, Οκτώβριος 2019