• Σχόλιο του χρήστη 'ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΟΓΚΑ' | 19 Αυγούστου 2020, 11:12

    Είναι γεγονός ότι αποτελεί επιτακτική ανάγκη η διαμόρφωση ενός ενιαίου/απλού και ολοκληρωμένου νομικού πλαισίου για την περιβαλλοντική ανάπτυξη των πόλεων συμβατό με τις πραγματικές δυνατότητες χρηματοδότησης, το οποίο θα συμβάλει στην αναβάθμιση του ρόλου και του θεσμικού πλαισίου της τοπικής αυτοδιοίκησης ώστε να μπορεί να αναλάβει ενεργό ρόλο στο urban management. Κατά τη διαδικασία επικαιροποίησης/αναμόρφωσης του ΚΒΠΝ ή τουλάχιστον της κωδικοποίησης των διατάξεων, που προβλέφθηκε αρχικά με το άρθρο 12 Ν.4269/2014 και εν συνεχεία με το ισχύον σήμερα άρθρο 11 Ν.4447/2016 - η οποία θα έπρεπε να προηγηθεί κάθε νέας ρύθμισης - θα αναδεικνύονταν όλα τα προβλήματα που έχουν ανακύψει με τους πρόσφατους νόμους και τα οποία, κατά την άποψή μας, δεν τα επιλύει το παρόν Ν/Σ, αντιθέτως δημιουργεί καινούργια. Για την κατάρτιση του παρόντος Σ/Ν θεωρούμε ότι πρωτίστως θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη ο Κώδικας Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων, ώστε οι επιβεβλημένες απλουστεύσεις στη διαδικασία των άρσεων απαλλοτρίωσης να μην αντίκεινται στο πλέγμα της κείμενης νομοθεσίας και της κρατούσας άποψης, η οποία έχει διαμορφωθεί μετά την παραπομπή στην Ολομέλεια των αρμοδίων δικαστηρίων (πολιτικά & διοικητικά), παρά τις αρχικά αντικρουόμενες σε κάποιες περιπτώσεις δικαστικές αποφάσεις. Με το παρόν νομοσχέδιο φαίνεται να οδηγούμαστε στην επιτάχυνση των αποχαρακτηρισμών, στην απώλεια σχεδόν του συνόλου των θεσμοθετημένων κοινοχρήστων χώρων που δεν έχουν αποκτηθεί έως σήμερα και στη μετακύλιση των πάσης φύσεως οικονομικών βαρών στους ΟΤΑ (πρόστιμα μη συμμόρφωσης, αγωγές αποζημίωσης), που θα είναι πλέον οι αποκλειστικά υπεύθυνοι για την απώλεια των κοινοχρήστων χώρων. Σύμφωνα όμως με τη γνώμη του παρέδρου Θ. Αραβάνη, όπως διατυπώθηκε στη με αρ.3892/2007 Απόφαση ΣτΕ και εν συνεχεία φαίνεται να υιοθετήθηκε από το ΣτΕ (σχετικό 276/2014 Πρακτικό Επεξεργασίας ΣτΕ), η κρατική Διοίκηση οφείλει να κρίνει περί της διατήρησης του κοινοχρήστου ή κοινωφελούς χώρου και να αναλάβει και το κόστος των σχετικών ρυθμίσεων, είτε διαθέτοντας εκ των προτέρων στους Ο.Τ.Α. επαρκείς πόρους για το σκοπό αυτό, είτε αναλαμβάνοντας εκ των υστέρων τη δαπάνη της συγκεκριμένης απαλλοτριώσεως. Το κρίσιμο στοιχείο όμως, που θα δημιουργήσει πάρα πολλά προβλήματα και θα δώσει το δικαίωμα στους τρίτους υπόχρεους να αποφύγουν να καταβάλουν τις υποχρεώσεις τους, κατ’ εφαρμογή πράξεων αναλογισμού/πράξεων εφαρμογής που έχουν τελεσιδικήσει πέραν της πενταετίας, και το οποίο δεν φαίνεται να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως και παλαιότερη τροπολογία του άρθρου 33 που μας ταλάνισε στα δικαστήρια (626/2019 & 627/2019 ΔΕφΘ), είναι η απαλοιφή στο άρθρο 70 της προϋπόθεσης υποβολής αίτησης από τον θιγόμενο ιδιοκτήτη προκειμένου να επέλθει αυτοδίκαιη άρση. Στην καταργούμενη παρ.1 του άρθρου 32 Ν.4067/2012 όπως αυτή είχε αντικατασταθεί με την παρ.2 του άρθρου 3 Ν.4315/2014, απαραίτητη προϋπόθεση για την επελθούσα αυτοδίκαια άρση της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ήταν η υποβολή αιτήματος τροποποίησης του ρ.σ. από τον θιγόμενο ιδιοκτήτη, εφόσον δεν έχει ασκηθεί αίτηση για τον δικαστικό καθορισμό της αποζημίωσης. Η απαλοιφή των παραπάνω θα έχει σαν αποτέλεσμα (α) σχεδόν το σύνολο των μη συντελεσμένων απαλλοτριώσεων κοινοχρήστων χώρων να βρεθούν σε καθεστώς αυτοδίκαιας άρσης, (β) το σύνολο σχεδόν των πράξεων αναλογισμών/πράξεων εφαρμογής να καταστούν ανεφάρμοστες και (γ) θα αποτελέσει το νομικό όπλο όλων των τρίτων υπόχρεων που θέλουν να αποφύγουν να καταβάλουν τις εκ του Ν.Δ.1923 και του Ν.1337/83 (νόμος συρραφών) οφειλόμενες αποζημιώσεις για την εφαρμογή του σχεδίου πόλης. Επισημαίνεται ότι, με τη με αρ.12/2018 Απόφαση, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου δέχθηκε κατά πλειοψηφία, πως οι σχετικές διατάξεις του Κώδικα Απαλλοτριώσεων περί αυτοδίκαιας άρσης θεσπίστηκαν προς όφελος του καθ` ου η απαλλοτρίωση, ώστε να μην παραμένει η επιβληθείσα σε βάρος του απαλλοτρίωση εκκρεμής και μετέωρη επί μακρόν, ως εκ τούτου μόνο εκείνος να δύναται να προβάλει την επέλευση της αυτοδίκαιης άρση αυτής. Η αυτοδίκαιη ανάκληση της απαλλοτρίωσης δεν λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως, αλλά πρέπει να προβληθεί από τον καθ` ου η απαλλοτρίωση, διότι μόνο προς το συμφέρον αυτού έχει θεσπιστεί από το Σύνταγμα. Επιπρόσθετα, το παρόν Ν/Σ διατηρεί την εκκρεμότητα που υφίσταται αναφορικά με τις αναμορφώσεις/αναπλάσεις προβληματικών περιοχών. Επίσης, δεν έχει συμπεριληφθεί η νομοθετική ρύθμιση που πρότεινε το ΥΠΕΝ για την άρση της αντισυνταγματικότητας εφαρμογής του αρ.25 Ν.1337/83 στις επεκτάσεις του σ.π. με τις διατάξεις του ιδίου νόμου (τροποποίηση άρθρου 12 Ν.1337/83). Επίσης, δεν έχει συμπεριληφθεί διάταξη με την οποία να αίρεται η ατέλεια που εισήχθη με την παρ.25 αρ.42 Ν.4030/2011 για την επιβολή του προστίμου για παράλειψη υποβολής Δήλωσης Ιδιοκτησίας κατά το στάδιο σύνταξης της πράξης εφαρμογής. Συνοψίζοντας, από της ισχύος των διατάξεων των άρθρων 70 έως 72 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου : • θα τεθούν σε καθεστώς αυτοδίκαιας άρσης σχεδόν το σύνολο των μη συντελεσμένων απαλλοτριώσεων κοινοχρήστων χώρων, όταν μάλιστα, ειδικότερα για το Δήμο Θεσσαλονίκης, η μέση κάλυψη σε πράσινο είναι μόλις 5%, σύμφωνα με ημερίδα του ΥΠΕΝ (Ιούλιος 2019), • θα καταστούν ανεφάρμοστες οι πράξεις αναλογισμού και αποζημιώσεως οικοπέδων/πράξεις εφαρμογής στην πλειοψηφία τους, • δεν διασφαλίζονται οι οικείοι Δήμοι για τη βεβαίωση και την ακόλουθη είσπραξη των υποχρεώσεων των τρίτων παρόδιων ιδιοκτησιών, που ήδη θα έχουν καταβάλει για λογαριασμό τους, ενώ • καταστρατηγούνται οι αρχές της ισονομίας και της αναλογικότητας, στις περιπτώσεις των συντελεσμένων απαλλοτριώσεων όπου οι τρίτοι παρόδιοι ιδιοκτήτες έχουν καταβάλει τις υποχρεώσεις τους.