• Σχόλιο του χρήστη 'ΠΑΣΙΠΟΥΛΑΡΙΔΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ' | 18 Ιουλίου 2010, 18:25

    18-7-2010 ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΑΣΙΠΟΥΛΑΡΙΔΗΣ Ως προς το άρθρο 24 1. Στο Δήμο Διονύσου, όπως διαμορφώθηκε με τον “Καλλικράτη”, υπάρχουν έξι (6) οικισμοί προϋφιστάμενοι του έτους 1923, εκ των οποίων τρεις, οι οικισμοί Αγ. Στεφάνου, Παλαιού Μπογιατίου (Άνοιξης) και Σταμάτας-Σπάτων, προϋφίστανται ακόμη και του έτους 1883. Οι άλλοι τρεις οικισμοί είναι η Ραπεντώσα, οι Άγ. Άγγελοι (Φασίδερι) και το Σπατατζίκι (Πευκόφυτο). Οι οικισμοί Αγ. Στεφάνου και Παλαιού Μπογιατίου συναπαρτίζουν τον πάλαι ποτέ οικισμό Οίον (Μπουγιάτι) τον προϋφιστάμενο του έτους 1883, για τον οποίο υπάρχει καθορισμός ορίων έτους 1940 (γενόμενος βάσει του άρθρου 14 του ν.δ. της 17-7-1923) καθώς και διευκρίνιση των ίδιων ορίων αυτών με νομαρχιακές αποφάσεις έτους 1976, μετά και τη δημιουργία των ξεχωριστών κοινοτήτων Αγ. Στεφάνου και Άνοιξης, λόγω της οποίας ο οικισμός Οίον διαχωρίστηκε στους δύο πιο πάνω οικισμούς. Για του οικισμούς Άγ. Αγγέλων και Ραπεντώσας υπάρχουν νομαρχιακές αποφάσεις καθορισμού των ορίων τους, έτους 1977. Για τους οικισμούς Σταμάτα-Σπάτα και Σπατατζίκι υπάρχουν σχετικές διαπιστωτικές της ύπαρξης τους ως οικισμών προϋφισταμένων του έτους 1923 νομαρχιακές αποφάσεις, τα δε όρια του οικισμού Σταμάτα-Σπάτα έχουν προσδιορισθεί με αποφάσεις του οικείου Κοινοτικού Συμβουλίου Σταμάτας. Ουδενός εκ των άνω οικισμών τα όρια έχουν καθοριστεί με κάποια των διατάξεων του άρθρου 24 παρ. 1 περ. i του υπό διαβούλευση Σχεδίου Νόμου «Χρηματοδότηση Περιβαλλοντικών Παρεμβάσεων, Πράσινο Ταμείο, Κύρωση Δασικών Χαρτών και άλλες διατάξεις», συνεπώς, αν το συγκεκριμένο άρθρο ψηφισθεί ως έχει, όλες οι περιοχές που καταλαμβάνουν οι άνω οικισμοί θα έχουν εξομοιωθεί, πλέον, ευθέως, προς περιοχές εκτός σχεδίου. Περί τούτου ουδεμία απολύτως αμφιβολία καταλείπεται, όπως προκύπτει από τη διατύπωση του επίμαχου άρθρου. Εν όψει των ανωτέρω, γίνεται άμεσα αντιληπτό το μέγεθος και η βαρύτης των επιπτώσεων της εν λόγω διάταξης του νομοσχεδίου στις περιοχές που καταλαμβάνουν οι ως άνω οικισμοί. 2. Αναμφισβήτητα, οι περιοχές που καταλαμβάνουν οι οικισμοί οι προϋφιστάμενοι του έτους 1923 είναι περιοχές αστικών ακινήτων, το δε γεγονός ότι, κατά κανόνα, στερούνται εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου, επ’ ουδενί αναιρεί των άνω χαρακτήρα τους ως αστικών ζωνών προορισμένων για την οικιστική αποκατάσταση του πληθυσμού της χώρας. Ο αστικός χαρακτήρας των περιοχών που καταλαμβάνουν οι οικισμοί οι προϋφιστάμενοι του έτους 1923 κατοχυρώνεται τουλάχιστον από του χρόνου ενάρξεως ισχύος του ν.δ. της 17-7/16-8-1923, το οποίο νομοθετικό διάταγμα, σημειωτέον, είναι προγενέστερο της αλληλοδιαδόχως ισχύουσας δασικής νομοθεσίας (ν. 4173/1929, ν.δ. 86/1969, ν. 998/79, κλπ). Ως εκ των ανωτέρω, ο αστικός χαρακτήρας των περιοχών αυτών είναι ισχυρότατος και απαράγραπτος, αφού ανατρέχει σε βάθος χρόνου περίπου εννέα δεκαετιών. Κατά ταύτα, η ανατροπή του προορισμού των εν λόγω ακινήτων, ως αστικών ακινήτων, μέσω της προεκτεθείσης εξομοίωσής τους προς περιοχές εκτός σχεδίου (πρωτοφανής ταχυδακτυλουργική διαδικασία, χωρίς κανένα απολύτως νόμιμο έρεισμα στην πολεοδομική ή άλλη εν γένει νομοθεσία), γεννά, πέραν πάσης αμφιβολίας, υποχρεώσεις πλήρους αποζημίωσης των ιδιοκτητών τους, περί της οποίας όμως ουδείς απολύτως λόγος γίνεται στο νομοσχέδιο ούτε και προβλέπονται σ’ αυτό, ως έδει, τα αντίστοιχα απαιτούμενα κονδύλια και η προέλευσή τους. Κατόπιν τούτων γίνεται σαφές ότι πρόκειται για κλασσική περίπτωση de facto απαλλοτρίωσης, δηλαδή για μία διαδικασία πλήρους αδρανοποίησης του προορισμού των υπ’ όψιν ακινήτων προς ανοικοδόμηση, άνευ καταβολής της αντιστοίχου αποζημιώσεως (οιονεί δήμευση). Όμως, όπως είναι πλέον γνωστό, αυτή η διαδικασία de facto απαλλοτρίωσης (τουλάχιστον σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) δεν αντέχει ούτε καν στις περιπτώσεις ακινήτων καθαρά εκτός σχεδίου, κατά μείζονα λόγο δεν αντέχει στη συγκεκριμένη περίπτωση ακινήτων, τα οποία, πέραν πάσης αμφιβολίας, σήμερα προορίζονται προς ανοικοδόμηση. Εν όψει των προεκτεθέντων, πρέπει να προβλεφθεί στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο ο τρόπος, καθώς και το ύψος και η προέλευση των σχετικών κονδυλίων, για τις αποζημιώσεις των θιγομένων ιδιοκτητών, οι οποίοι, αμέσως μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου (αν ψηφισθεί ως έχει η επίμαχη διάταξη), από την μία στιγμή στην άλλη, από ιδιοκτήτες οικοδομήσιμων ακινήτων θα έχουν καταστεί ιδιοκτήτες (μη οικοδομήσιμων φυσικά) δασοτεμαχίων. 3. Το επίμαχο άρθρο εδράζεται στα εξής δύο ιδεολογήματα: α) Τα όρια των οικισμών που δεν έχουν οριστεί με τα διατάγματα του άρθρου 24 παρ. 1 περ. i του υπ’ όψιν νομοσχεδίου, αλλά σύμφωνα με άλλες διατάξεις, είναι ανίσχυρα. β) Ανίσχυρος καθορισμός όρίων σημαίνει ανύπαρκτα όρια και αυτό, με τη σειρά του, ότι η περιοχή των οικισμών είναι περιοχή εκτός σχεδίου. Για να επιχειρηματολογήσω συγκεκριμένα, επιλέγω τις περιπτώσεις Αγ. Στεφάνου και Άνοιξης. Σε ό,τι αφορά το πρώτο πιο πάνω ιδεολόγημα, έχει αναρτηθεί στο διαδίκτυο πληθώρα σχετικών σχολίων, αντιπροσωπευτικά των οποίων είναι τα σχετικά σχόλια του Δημάρχου Αγ. Στεφάνου, που τεκμηριώνονται και επιστημονικά, με την από 20 Αυγούστου 2009 σχετική προς τούτο γνωμοδότηση των καθηγητών του Πανεπιστημίου Αθηνών κ.κ. Δημήτρη Χριστοφιλόπουλου και Νικολάου-Κομνηνού Χλέπα. Όλοι οι πιο πάνω καταρρίπτουν το εν λόγω ιδεολόγημα με ακλόνητα επιχειρήματα, αποδεικνύοντας ότι τα όρια των πιο πάνω οικισμών είναι όχι μόνον ισχυρά αλλά και απρόσβλητα. Σε ότι αφορά το δεύτερο ιδεολόγημα, εκτίθενται τα εξής: Ως γνωστό, βάσει και της σχετικής πάγιας νομολογίας του Σ.τ.Ε., ακόμη και σε περίπτωση πλήρους ανυπαρξίας καθορισμένων ορίων οικισμού προϋφισταμένου του έτους 1923, η περιοχή του οικισμού, ως αστική ζώνη, δεν παύει να αναπτύσσεται οικιστικά, αλλά οι εκεί οικοδομικές άδειες χορηγούνται με όρους δόμησης οικισμών (και όχι, βέβαια, εκτός σχεδίου) κατόπιν σχετικής αυτοψίας υπαλλήλων της οικείας πολεοδομικής αρχής, που αποφαίνονται αιτιολογημένα για τη θέση του ακινήτου μέσα στον οικισμό. Αυτό και μόνο αρκεί για να γίνει δεκτό ότι και το δεύτερο ιδεολόγημα είναι σαθρό. Βάσει της επίμαχης διάταξης, αφού πρώτα, και με έρεισμα το σαθρό πιο πάνω δεύτερο ιδεολόγημα, η περιοχή του οικισμού, αμέσως μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, έχει τεθεί εκτός σχεδίου, ακολουθεί μέσω μιας δαιδαλώδους γραφειοκρατικής διαδικασίας, ένα παζάρι με διαφόρους κρατικούς υπαλλήλους, για το ποιος θα γλυτώσει και ποιός όχι. Το (καθ’ όλα αξιοπρεπές) νόημα που εκπέμπεται είναι το εξής: Όποιος πρόλαβε τον Κύριο οίδε. Όποιος πρόλαβε να χτίσει, δάσος–ξεδάσος γλυτώνει, οι άλλοι χάνουν το οικόπεδο. Όμως εδώ υπάρχει το εξής πρόβλημα: Το νομοσχέδιο προβλέπει ευμενή μεταχείριση αν η μεταβολή της δασικής μορφής επήλθε δυνάμει διοικητικών πράξεων (δηλαδή, κυρίως, οικοδομικών αδειών) που δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί. Αλλά, όπως επισημαίνουν και οι προαναφερθέντες καθηγηταί στην γνωμοδότησή τους, η πάγια νομολογία του Σ.τ.Ε., όπως έχει διαμορφωθεί και υφίσταται σήμερα, δέχεται ότι τα δάση και οι δασικές εκτάσεις μπορούν να απωλέσουν τον χαρακτήρα τους δυνάμει νόμιμων διοικητικών πράξεων, μόνον αν οι πράξεις αυτές έχουν προηγηθεί της 11ης Ιουνίου 1975. Έτσι, και τα χτισμένα οικόπεδα (μαζί με τα άχτιστα) μπαίνουν και αυτά στο κάδρο, τουλάχιστον όταν η σχετική οικοδομική άδεια έχει εκδοθεί μετά την 11η Ιουνίου 1975. 5. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 6 περ. ε του ν. 998/79 “αι περιοχαί που καταλαμβάνονται υπό οικισμών προϋφισταμένων του έτους 1923 ” δεν υπάγονται, “οπωσδήποτε”, στη δασική νομοθεσία. Δηλαδή, η εν γένει νομοθεσία, είτε πολεοδομική είτε δασική, όχι μόνο δεν υπαγορεύει τις επίμαχες διατάξεις αλλά, το αντίθετο, τις απαγορεύει. Οπότε προκύπτει εύλογα το εξής ερώτημα. Γιατί το ΥΠΕΚΑ ανακατεύει, παράνομα, απρόκλητα και με δική του πρωτοβουλία, τα δάση με τους οικισμούς; 6. Η περιοχή βοά ότι πρόκειται για ένα στοίχημα “δικαίωσης” που σχετίζεται με ένα (μέχρι προ τινος κατεψυγμένο) πόρισμα του Σ.τ.Π. και το οποίο (στοίχημα) πρέπει οπωσδήποτε να κερδηθεί, έστω και ετεροχρονισμένα. Το στοίχημα αυτό (ξαναζεσταμένο) έλαβε δημοσιότητα όταν η νυν Υπουργός ΠΕΚΑ υιοθέτησε το συγκεκριμένο πόρισμα μέσα στη Βουλή χαρακτηρίζοντάς το “Πόρισμα-Καταπέλτη” (σε βάρος των ορίων του οικισμού του Αγ. Στεφάνου). Οι γνωρίζοντες το θέμα εξεπλάγησαν τότε, διατί η Κα Υπουργός προτίμησε το «πόρισμα-καταπέλτη» του Σ.τ.Π. και όχι τα υπηρεσιακά «έγγραφα-καταπέλτες» του ιδίου του υπουργείου της, που απεδείκνυαν τη σαθρότητα του εν λόγω πορίσματος. Ενδεικτικά, αναφέρομαι και επικαλούμαι το περιεχόμενο της από 5-12-2001 σχετικής Εισήγησης της Δ/νσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού ΥΠΕΧΩΔΕ προς το Κεντρικό ΣΧΟΠ, στην οποία, μετά από συνεκτίμηση και του περιεχομένου του συγκεκριμένου πορίσματος του Σ.τ.Π. (σχετ. 7), απορρίπτονται εμπεριστατωμένα οι αιτιάσεις του σε βάρος του οικισμού. Η εν λόγω εισήγηση έγινε δεκτή με την 38η πράξη της 6ης Συνεδρίασης της 27-2-2002 του Κεντρικού ΣΧΟΠ και έγινε δεκτό, επίσης, ως όριο του οικισμού του Αγ. Στεφάνου η περιβάλλουσα των ορίων του 1940 και του 1976. Αργότερα μαθεύτηκε ότι εις εκ των συντακτών του “πορίσματος-καταπέλτη” τυγχάνει σύμβουλος της Κας Υπουργού, φέρεται μάλιστα και ως βασικός συντελεστής σύνταξης του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου. Έτσι ερμηνεύτηκε το πώς και το γιατί κατελύθη εν προκειμένω η οφειλόμενη «συνέχεια και συνέπεια» του κράτους. Η Κα Υπουργός, αντί να υιοθετήσει τις διαχρονικές υπηρεσιακές θέσεις και απόψεις, υιοθέτησε τις θέσεις και απόψεις του Κου Συμβούλου. 7. Εφ’ όσον κάτι από τα πιο πάνω δεν είναι εσφαλμένο (αν είναι, παρακαλώ την Κα Υπουργό ή τον Κο Σύμβουλο να με διορθώσουν άμεσα) είναι δικαιολογημένη η κοινή πεποίθηση ότι ελλείπει εν προκειμένω το τεκμήριο της αμεροληψίας. Άλλωστε η πεποίθηση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι η επίμαχη ρύθμιση “φωτογραφίζει” το “πόρισμα-καταπέλτη” του Σ.τ.Π. σε όλες του τις προτάσεις, πλην μιάς. 8. Συγκεκριμένα, το εν λόγω «πόρισμα-καταπέλτης», αφού προηγουμένως αναφέρεται στις “δικαιοκρατικές αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου προς τη Διοίκηση και της επιβαλλόμενης σταθερότητας των διοικητικών καταστάσεων”, καταλήγει ως εξής (τελευταία παράγραφος-σελ. 76): «Τέλος, αυτές οι αρχές επιβάλλουν στη Διοίκηση, λόγω της ανοχής και της αδράνειας που έχει επιδείξει στην αντιμετώπιση των εκνόμων καταστάσεων, να μεριμνήσει για την περιουσιακή αποκατάσταση των πολιτών που καλόπιστα συναλλάσσονταν με αυτήν και απέκτησαν ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί δασικών εκτάσεων με την προσδοκία της οικοδόμησής τους». Που πήγαν, που χάθηκαν οι πιο πάνω αρχές στο νομοσχέδιο; Γιατί η Κα Υπουργός εφαρμόζει το «πόρισμα-καταπέλτη» επιλεκτικά και μόνον όπου βολεύει; Μήπως γιατί, αν το νομοσχέδιο έλεγε την αλήθεια, δηλαδή ότι θα απαιτηθούν τεράστια κονδύλια για αποζημιώσεις, αυτό δε θα περνούσε από το Υπουργείο Οικονομικών και τη Βουλή (λόγω «πτώχευσης»); Μήπως αν η Κα Υπουργός ενημέρωνε πόσο θα κοστίσει το νομοσχέδιο, δε θα το ενέκρινε καν το Υπουργικό Συμβούλιο; 9. Τέλος, έχει σημασία να τονισθεί το εξής: Η συγκεκριμένη διάταξη με την οποία (κατ’ αρχήν) τα οικόπεδα, γενικά όλων των οικισμών, μετατρέπονται σε δάση, ταυτόχρονα με την ψήφιση του νομοσχεδίου, είναι η παρ. 6 του άρθρου 24 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι, αμέσως μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, η ανοικοδόμηση των οικοπέδων αυτών θα επιτρέπεται μόνον κατόπιν βεβαίωσης του οικείου Δασαρχείου ότι ο χαρακτήρας τους δεν είναι δασικός. Τέτοια βεβαίωση όμως, προκειμένης έκδοσης οικοδομικής αδείας, δεν απαιτείται για οικόπεδα οικισμών αλλά, αποκλειστικά και μόνον, για γήπεδα εκτός σχεδίου. Άρα, η μετατροπή (κατ’ αρχήν όλων) των οικισμών σε εκτός σχεδίου περιοχές συντελείται άμεσα, με την ψήφιση του νομοσχεδίου. Εν συνεχεία όμως, σύμφωνα με την παρ. 1 του επίμαχου άρθρου, το ζήτημα θα περιοριστεί μόνο στις περιοχές “που χαρακτηρίζονται στον υπό ανάρτηση χάρτη ως δασικές και συγχρόνως περιλαμβάνονται” στα όρια των οικισμών. Από τη διατύπωση αυτή προκύπτει ότι ο δασικός χάρτης θα γίνει, κατόπιν στόχευσης, σε επιλεγμένα τμήματα επιλεγμένων οικισμών (και πάλι το στοίχημα “δικαίωσης”). Δηλαδή, τελικά, η ρύθμιση θα περιοριστεί σε συγκεκριμένα τμήματα συγκεκριμένων οικισμών, που, προφανώς, θα επιλεγούν κατόπιν στόχευσης σκοπιμοτήτων. Ο σκοπός λοιπόν της επίμαχης διάταξης ασφαλώς δεν φέρει το τεκμήριο της προστασίας των δασών μέσα στους οικισμούς (όπως, έστω, εμφανίζονται να εννοούν την προστασία αυτή οι συντάκτες του νομοσχεδίου), διότι, αν πράγματι επρόκειτο περί τούτου, το μέτρο θα ήταν γενικό, δηλαδή θα αφορούσε, ξεκάθαρα, όλους τους οικισμούς της χώρας και σε όλη την έκτασή τους. 10. Διαβούλευση σημαίνει, αμφίδρομη επικοινωνία. Γι’ αυτό η Κα Υπουργός οφείλει να απαντήσει, σαφώς και χωρίς περιστροφές, στα κάτωθι ερωτήματα και οι απαντήσεις ν’ αναρτηθούν στο διαδίκτυο. 10.1 Τα σημερινά οικοδομήσιμα οικόπεδα των οικισμών που, μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, θα έχουν μετατραπεί σε εκτός σχεδίου (μη οικοδομήσιμα φυσικά) δάση, θα αποζημιωθούν, ναι ή όχι; 10.2. Σε καταφατική περίπτωση, πόσο υπολογίζεται να κοστίσει το νομοσχέδιο; Πως και από πού θα εξασφαλιστούν τα αντίστοιχα κονδύλια; 10.3. Οι περιοχές των οικισμών με “ανίσχυρα όρια” είναι αστικές ζώνες ή περιοχές εκτός σχεδίου; 10.4. Αν είναι αστικές ζώνες, γιατί το νομοσχέδιο δεν προβλέπει κονδύλια αποζημιώσεων για τα οικόπεδα που θα μετατραπούν σε δάση; 10.5. Αν είναι περιοχές εκτός σχεδίου: 10.5.1. Σε τι χρειάζεται και ποιες περίεργες σκοπιμότητες εξυπηρετεί η επίμαχη διάταξη; Διότι, η διάταξη αυτή θα είχε νόημα αν, εκτός από τις γνωστές και κανονικές περιοχές εκτός σχεδίου, αυτές που γνωρίζουν και καταλαβαίνουν όλοι, υπήρχαν και άλλου είδους «εκτός σχεδίου» περιοχές, όπου, στις δεύτερες αυτές «εκτός σχεδίου» περιοχές θα μπορούσαν να γίνονται ρυθμίσεις διαφορετικές απ’ αυτές που ισχύουν για τις κανονικές και γνωστές σε όλους περιοχές εκτός σχεδίου. 10.5.2. Αν υπάρχουν (που δεν υπάρχουν, εξ όσων γνωρίζουμε) περιοχές « εκτός σχεδίου» , σε ποιο σημείο ακριβώς της πολεοδομικής νομοθεσίας μπορούμε να τις βρούμε; 10.5.3. Αν δεν υπάρχουν (που δεν υπάρχουν) άλλες πλην των κανονικών και γνωστών σε όλους περιοχές εκτός σχεδίου, πως εξασφαλίζεται η νομιμοποίηση των οικοδομών σε δάση εκτός σχεδίου με άδειες μετά το 1975, εν όψει αντιθέτου πάγιας νομολογίας του Σ.τ.Ε.; Αβλεψία ή σκόπιμη παράλειψη για να αποκοιμηθούν αυτοί που έχουν κτίσει; 10.6. Γιατί δεν καταρτίζονται δασικοί χάρτες σε ολόκληρες τις εκτάσεις, όλων των οικισμών, αλλά σε επιλεγμένες εκτάσεις επιλεγμένων οικισμών; Γιατί, εν τέλει, λαμβάνεται μέριμνα για την προστασία των “δασών” σε επιλεγμένα τμήματα επιλεγμένων οικισμών; Τα υπόλοιπα δεν είναι “δάση”; Μήπως είναι «δάση» μόνον αυτά που βρίσκονται στην περιοχή του στοιχήματος; 10.7. Τι θα γίνει με τους οικισμούς που δεν έχουν καθοριστεί καθόλου όρια; (Σπατατζίκι) 10.8. Τι θα γίνει με τους οικισμούς για τους οποίους έχουν καθοριστεί όρια με αποφάσεις Κοινοτικού Συμβουλίου; (Σταμάτα – Σπάτα) 10.9. Ο πρώην ειδικός επιστήμων στον Σ.τ.Π., που συμμετείχε στη σύνταξη του «πορίσματος – καταπέλτη» σε βάρος του οικισμού του Αγ. Στεφάνου, συμμετείχε, ναι ή όχι, και στη σύνταξη του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου; 10.10. Ζήτησε η Κα Υπουργός γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για το ζήτημα των αποζημιώσεων; Αν όχι, γιατί; Μήπως γιατί το Ν.Σ.Κ., ως χειριστής των σχετικών υποθέσεων, γνωρίζει τις σχετικές «αποφάσεις-καταπέλτες» του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, σε όλες ανεξαίρετα τις περιπτώσεις de facto απαλλοτριώσεων; 11. Κατόπιν όλων των ανωτέρω ζητώ: 11.1 Ν’ αποσυρθεί ολόκληρο το επίμαχο άρθρο 24 και οι οικισμοί να εξαιρεθούν των δασικών χαρτών, ανεξαιρέτως του τρόπου που καθορίστηκαν τα όριά τους. 11.2. Οι περιοχές των οικισμών χωρίς όρια να εξαιρεθούν και αυτές, διότι για την παράλειψη του καθορισμού των ορίων τους, από το 1923 μέχρι σήμερα, ευθύνεται η Πολιτεία και, σε κάθε περίπτωση, η παράλειψη αυτή δεν αναιρεί τον αστικό χαρακτήρα της περιοχής που καταλαμβάνουν οι οικισμοί αυτοί, 12 Αν το ΥΠΕΚΑ θέλει άλση και πάρκα μέσα στους οικισμούς να προβλέψει κονδύλια στο νομοσχέδιο και ν’ απαλλοτριώσει καταβάλλοντας πλήρεις αποζημιώσεις. Αυτή είναι η τίμια και η νόμιμη λύση. Τα λοιπά, και δη οι de facto απαλλοτριώσεις, είναι κοινή κλοπή και μας ρεζιλεύουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπου καγχάζουν, διασκεδάζοντας με τις κουτοπονηριές του “homo hellenicus”. 13. Ας το ξανασκεφθεί η Κα Υπουργός. Είναι ώρα τώρα, που κόπηκαν μισθοί και συντάξεις, η ανεργία καλπάζει και το μέλλον διαγράφεται ζοφερό, να δημεύονται και περιουσίες;