• Σχόλιο του χρήστη 'Κ. Καρλής' | 15 Ιανουαρίου 2010, 17:32

    Επί 30 και πλέον έτη ο προσδιορισμός του φορολογητέου εισοδήματος – κέρδους των εταιρειών βασίζεται στην αφαίρεση δαπανών από τα έσοδα (λογιστικός προσδιορισμός) με εξαίρεση κάποιες προσωπικές εταιρείες και κοινοπραξίες για τις οποίες είναι δυνατός ο τεκμαρτός προσδιορισμός. Ο λογιστικός προσδιορισμός είναι διεθνώς η γενικά παραδεκτή μέθοδος. Κατά συνέπεια δεν είναι δυνατό να γίνεται συζήτηση για αλλαγή του, αλλά μόνον για επέκτασή του στις περιπτώσεις προσωπικών κυρίως εταιρειών και κοινοπραξιών στις οποίες δεν ισχύει. Επί σειρά ετών υπό την ισχύ του ΝΔ 3323/55 και του ΝΔ 3843/58 οι εταιρείες κατέβαλαν φόρο στα μη διανεμόμενα κέρδη ενώ τα μερίσματα υπέκειντο σε παρακρατούμενο φόρο μερισμάτων. Στη συνέχεια εάν τα μη διανεμηθέντα κέρδη διενέμοντο , καταβαλόταν φόρος μερισμάτων από τον οποίο αφαιρείτο ο φόρος που είχε καταβάλει το νομικό πρόσωπο. Κατά καιρούς ο φόρος μερισμάτων ήταν ελαφρώς μεγαλύτερος από τον φόρο μη διανεμομένων κερδών. Το καθεστώς αυτό μεταβλήθηκε με τον Ν. 2065/1992, με τον οποίο ενσωματώθηκαν σε ενιαίο συντελεστή ο φόρος μερισμάτων και ο φόρος του νομικού προσώπου. Και υπό τα δύο καθεστώτα κατά καιρούς εθεσπίζετο σημαντικά μειωμένος συντελεστής ή και συνήθως απαλλαγή από τον φόρο των μη διανεμομένων κερδών εφόσον αυτά εχρησιμοποιούντο για την πραγματοποίηση επενδύσεων. Η διαφοροποίηση των συντελεστών φόρου μεταξύ διανεμομένων και μη διανεμομένων κερδών θα έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα εάν γίνει με στόχο την πραγματοποίηση επενδύσεων ή/και την μείωση του δανεισμού των επιχειρήσεων. Ανεξάρτητα όμως από το αν θα προβληθεί ή όχι κάποιος λόγος για την διαφοροποίηση των συντελεστών φόρου , είναι πολύ πιθανόν η χαμηλότερη φορολόγηση των μη διανεμομένων κερδών είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι αποτελεί έμμεση κρατική ενίσχυση, για την οποία μάλλον θα απαιτηθεί έγκριση από την ΕΕ. Επί πλέον η μεγαλύτερη φορολόγηση των διανεμομένων κερδών κατά πάσα πιθανότητα εφόσον συνδέεται με την διανομή θα θεωρηθεί φόρος μερισμάτων αντίθετος σε κοινοτική οδηγία (90/435/ΕΟΚ) που έχει ενσωματωθεί στο Ν. 2578/97 όπως έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα (βλ και ΔΕΚ απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2001 στην υπόθεση C-294/99) στις περιπτώσεις που μέτοχος είναι εταιρεία με έδρα χώρα της ΕΕ. Οι συντελεστές φόρου θα ήταν δυνατόν να αυξηθούν αλλά αυτό θα πρέπει να εξετασθεί σε συνδυασμό με τον συντελεστή φορολογίας των μερισμάτων/διανεμομένων κερδών στο όνομα του μετόχου και τον συμψηφισμό του φόρου του νομικού προσώπου με τον φόρο που θα καταβάλει ο λήπτης των διανεμομένων κερδών. Εάν διατηρηθεί ο φόρος μερισμάτων, σκόπιμο είναι να διατηρηθούν οι φορολογικοί συντελεστές στο ίδιο ύψος που ισχύει σήμερα για τις ανώνυμες εταιρείες, αλλά χωρίς την διαφοροποίηση αναλόγως της νομικής μορφής της εταιρείας. Όσον αφορά την έκπτωση δαπανών είναι σκόπιμο να καταργηθούν οι διατάξεις που εξαρτούν την έκπτωση ορισμένων δαπανών από την πληρωμή άλλων φόρων και εισφορών. Οι διατάξεις αυτές αποφέρουν κάπως αυξημένο φόρο στο Δημόσιο , αλλά ουδέν στους φορείς υπερ των οποίων φαίνεται ότι έχουν τεθεί. Αντί του αποκλεισμού της έκπτωσης της δαπάνης σε περίπτωση μη καταβολής πχ ασφαλιστικών εισφορών ή τελών διαφήμισης, ο φορολογικός ελεγκτής θα πρέπει να αποστέλει σχετική ειδοποίηση στον αρμόδιο φορέα, ώστε ο τελευταίος με βάση δικό του έλεγχο να εισπράξει της εισφορές κλπ που οφείλονται σε αυτόν.