• ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΩΝ ΛΑΪΚΩΝ ΑΓΟΡΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ 1. Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πωλητών Λαϊκών Αγορών με πρωτοβουλίες που ανέλαβε κατά το χρονικό διάστημα το 2009 και το έτος 2010 και με αφορμή την ψήφιση των νομοσχεδίων του Καλλικράτη και του ανοίγματος των κλειστών επαγγελμάτων ήδη έχει συμφωνήσει με το Υπουργείο Ανάπτυξης, το καθ’ ύλην αρμόδιο υπουργείο και το Υπουργείο Εσωτερικών για τις τροποποιήσεις που πρέπει να λάβουν χώρα προκειμένου να προσαρμοστεί η ελληνική νομοθεσία που αφορά το επάγγελμα και το χώρο του πωλητή λαϊκών αγορών στο Κοινοτικό Δίκαιο. Ήδη οι τροποποιητικές διατάξεις έχουν γίνει αποδεκτές από τα δύο προαναφερόμενα υπουργεία ενώ αναμένεται να γίνουν αποδεκτές και από το αρμόδιο Υπουργείο Οικονομικών. Η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου περί ενσωμάτωσης της οδηγίας 123/2006 στο ελληνικό δίκαιο. 2. Ένας άλλος λόγος για τον οποίο δεν μπορεί να υπαχθεί το επάγγελμα του πωλητή λαϊκών αγορών στο επικείμενο νομοσχέδιο είναι διότι ο χώρος των λαϊκών αγορών, από το 1920 που δημιουργήθηκαν οι λαϊκές αγορές μέχρι και σήμερα είναι χώρος άσκησης της κοινωνικής πολιτικής άλλα και της κρατικής μέριμνας υπέρ του οικονομικά αδύναμου πολίτη. Συγκεκριμένα δικαιούχοι αδειών στις λαϊκές αγορές ήταν ανέκαθεν άνεργοι, πρόσφυγες, φτωχοί κ.λ.π. Η άσκηση αυτή εκ μέρους του Κράτους της Κοινωνικής Πολιτικής του στο χώρο των λαϊκών αγορών εξαιρεί το χώρο αυτό από την εφαρμογή της οδηγίας 123/2006, όπως εξάλλου προβλέπει και η ίδια η οδηγία. Η δραστηριοποίηση φυσικών προσώπων στο χώρο των λαϊκών αγορών είναι αποτέλεσμα της συνταγματικής επιταγής για την Κρατική Πρόνοια και του δικαιώματος του εργάζεσθαι. Το Κράτος στα πλαίσια της κοινωνικής του πολιτικής διαθέτει για τον οικονομικά αδύναμο πολίτη θέση εργασίας. Η άσκηση της Κοινωνικής αυτής πολιτικής είχε και έχει σαν αποτέλεσμα να μην έχει το δικαίωμα κανένας επιχειρηματίας, έμπορος, δικηγόρος ή γιατρός να ασκήσει το επάγγελμα του πωλητή λαϊκών αγορών, διότι οι άδειες δίνονται σε ανθρώπους που δεν έχουν δουλειά και που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να ασκήσουν άλλο ατομικό επάγγελμα. Το Κράτος πρέπει να συνεχίσει να μεριμνά για τους οικονομικά αδύναμους, φτωχούς και ανέργους και να διαθέτει γι’ αυτούς θέσεις εργασίας. Επιτακτική γίνεται η ανάγκη αυτή στις μέρες μας όπου οι άνεργοι και οι οικονομικά αδύναμοι έχουν πολλαπλασιαστεί. 3. ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΔΕΙΑΣ. Ο θεσμός των λαϊκών αγορών περικλείει δύο κατηγορίες άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας : - Τους επαγγελματίες πωλητές - Τους αγρότες – λιανοπωλητές των αυτοπαραγώμενων προϊόντων. Η πρόσβαση των ενδιαφερομένων για δραστηριοποίηση στους χώρους των λαϊκών αγορών είναι ελεύθερη. Για τους μεν επαγγελματίες έχουν εκδοθεί τα τελευταία 10 χρόνια μόνο στον ΟΛΑΑΠ σχεδόν 1500 άδειες σε σύνολο δραστηριοποιουμένων 3800. Για τους μεν παραγωγούς όλοι οι αιτούντες εγκαταστάθηκαν επαγγελματικώς. Η ανάγκη προκήρυξης των νέων αδειών προκύπτει γιατί οι λαϊκές έχουν συγκεκριμένο χώρο λειτουργίας και συγκεκριμένες αριθμητικές θέσεις εγκατάστασης επαγγελματικής δραστηριότητας. Σε αυτή μάλιστα την κατεύθυνση για λόγους δημόσιου συμφέροντος και η πρόσφατη νομοθεσία του «Καλλικράτη», προσδιόρισε τόσο την αρχή αδειοδότησης όσο και την αρχή εγκατάστασης κάθε επαγγελματικής δραστηριότητας στις λαϊκές αγορές (δήμοι – περιφέρειες) (ΟΛΑΑΠ – ΟΛΑΘ για περιφέρεια Αττικής – Θεσσαλονίκης). Θεωρούμε λοιπόν ότι τα επαγγέλματα που δραστηριοποιούνται στις λαϊκές αγορές αδειοδοτούνται ελεύθερα με μόνο αντικειμενικό περιορισμό την ύπαρξη του αναγκαίου για τη λειτουργία τους χώρου. Αυτός ο αντικειμενικός λόγος, οδηγεί και στην αναλογικότητα των υπό έκδοση νέων αδειών, θεσπίζοντας κοινωνικά κριτήρια, τα οποία υπαγορεύονται από λόγους δημόσιου συμφέροντος, την άσκηση κοινωνικής πολιτικής. 4. ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΣΚΟΠΩΝ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ. Α) ΚΑΜΙΑ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΡΑΤΙΚΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση από την άποψη των επιπτώσεων τα επαγγέλματα που απαιτούν διοικητικές άδειες δημιουργούν διοικητικό κόστος. Για το χώρο των λαϊκών αγορών δεν ισχύει όμως η συγκεκριμένη διαπίστωση αφού οι λαϊκές αγορές διοικούνται μεν από ένα, από το Κράτος, ελεγχόμενο Οργανισμό, πλην όμως ο Οργανισμός αυτός είναι αυτοχρηματοδοτούμενος και δεν επιβαρύνει το Κράτος με δαπάνες λειτουργίας και διοίκησης. Β) Ανταγωνισμός και Μονοπώλιο. Είναι διαπιστωμένο και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο μεγάλος ανταγωνισμός που επικρατεί στο χώρο των λαϊκών αγορών έχει οδηγήσει τις λαϊκές αγορές να είναι η φθηνότερη και ποιοτικότερη αγορά, σε σχέση με τις ανταγωνιστικές αγορές ομοειδών προϊόντων, αφού υπάρχει εκτεταμένος εσωτερικός ανταγωνισμός που μειώνει τις τιμές, και εξυπηρετεί έτσι επαρκώς το καταναλωτικό κοινό. Από την άλλη αποκλείονται μονοπωλιακές τάσεις και συναφή φαινόμενα που συρρικνώνουν και περιορίζουν τον ανταγωνισμό. Στην προσπάθεια, ακόμα περισσότερης απελευθέρωσης της δυνατότητας εγκατάστασης επαγγελματικής δραστηριότητας, στους χώρους των λαϊκών αγορών πρέπει η έκδοση άδειας και η θέση εγκατάστασης να γίνεται με την ίδια διοικητική πράξη και να αφορά το σύνολο των πωλητών. Γ) Κατηγοριοποίηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Για λόγους επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος που ανάγονται κατά κύριο λόγο στην προστασία του Καταναλωτή και πλήρωσης της απαίτησης της αρχής της αναλογικότητας, στις λαϊκές αγορές υπάρχει διαχωρισμός της επαγγελματικής δραστηριότητας διάθεσης είδους αγαθών. Ειδικότερα η κατηγοριοποίηση αυτή γίνεται για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, την αναλογικότητα των δραστηριοποιημένων ως προς τις διαθέσιμες θέσεις επαγγελματικής δραστηριότητας, την ένταση του ανταγωνισμού, και την επάρκεια των διατιθέμενων αγαθών. Ως εκ τούτου, κρίνεται αναγκαίο να υπάρχουν κατηγορίες επαγγελματιών ως προς τα διατιθέμενα προϊόντα. Δ) Δραστηριοποίηση με την μορφή εταιριών. Οι άδειες των πωλητών λαϊκών αγορών, λόγω της άσκησης κοινωνικής πολιτικής (άνεργοι, πολύτεκνοι, απεξαρτημένοι, παλιννοστούντες κλπ.), υπαγορεύει την έκδοση τους σε φυσικά πρόσωπα, που πληρούν τις προϋποθέσεις. Για το λόγο αυτό δεν προβλέπεται η έκδοση αδειών σε εταιρίες, ή η άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας σε εταιρική μορφή. Υπάρχει όμως και άλλη αιτία που οδήγησε σε αυτή την πρόβλεψη ; Η ύπαρξη εταιριών μέσα στις λαϊκές αγορές, λόγω του περιορισμένου χώρου τους, θα υποπολλαπλασίαζε ποσοτικά τον αριθμό των εν δυνάμει ανταγωνιστών, και θα δημιουργούσε μονοπωλιακές τάσεις εκτοπισμό των «αδυνάτων» και συναφή φαινόμενα. Από την υποχρέωση μάλιστα των εταιριών να τηρούν τους φορολογικούς και εργασιακούς νόμους, θα προέκυπτε υψηλότερο κόστος λειτουργίας που θα μετακυλιόταν στον καταναλωτή και έτσι θα κινδύνευε το συγκριτικό πλεονέκτημα των λαϊκών αγορών, που βασίζεται στην ανάγκη του βιοπορισμού των αδειούχων, την υπερεργασία τόσο των ιδίων όσο και των μελών της οικογένειάς τους, στην εντατικοποίηση της δραστηριότητάς τους και στις δεξιότητες που αναπτύσσουν με την πάροδο των χρόνων. Για τους λόγους αυτούς πρέπει οι αδειούχοι πωλητές λαϊκών αγορών (φυσικά πρόσωπα), να συνεχίσουν να δραστηριοποιούνται με την μορφή της ατομικής επιχείρησης ή της μονοπρόσωπης ΕΠΕ. Η δε, προϋπόθεση για την απόκτηση της άδειας, της υπαγωγής τους δηλαδή, σε κάποιο από τα κοινωνικά κριτήρια που θέτει ο νομοθέτης, υπαγορεύει ότι σε όλη τη διάρκεια της άσκησης της δραστηριότητας αυτής δεν θα μπορεί να ασκήσει καμία άλλη παράλληλη επαγγελματική δραστηριότητα, γιατί έτσι αίρεται η προϋπόθεση κτήσης της άδειάς τους. Ε) Κατάργηση του γεωγραφικού περιορισμού. Το σημερινό διοικητικό καθεστώς έκδοσης αδειών και τοποθέτησης σε θέσεις άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, αποκλείει την εγκατάσταση σε περισσότερα του ενός γεωγραφικού διαμερίσματος. Κρίνεται λοιπόν αναγκαία η ύπαρξη ενός φορέα αδειοδότησης και εγκατάστασης για το υπαίθριο εμπόριο για όλη την επικράτεια. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι κατά το παρελθόν οι Δήμοι μέσω των δημάρχων ως αδειοδοτούσα αρχή, για να ικανοποιήσουν προεκλογικές υποσχέσεις ή για λόγους ψηφοθηρίας, εξέδιδαν αφειδώς και ανέλεγκτα άδειες με αποτέλεσμα τον υπερκορεσμό των επαγγελματιών. Σε κάθε περίπτωση με βάση τα ανωτέρω, είναι απαραίτητη όχι μόνο η έκδοση επαγγελματικής αδείας αλλά και η διατήρηση του υπάρχοντος καθεστώτος για το επάγγελμα και το χώρο του πωλητή λαϊκών αγορών. Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΚΑΡΑΚΕΣΙΣΟΓΛΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΕΡΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ