• Σχόλιο του χρήστη 'WWF' | 2 Μαΐου 2014, 09:31

    Παρόλες τις διακηρύξεις του, το νομοσχέδιο δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την αρχή της αειφορίας. Δεν λαμβάνονται υπόψη οι στόχοι και οι βασικές αρχές της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών, που αποτελούν τμήμα του ευρωπαϊκού κεκτημένου (πρβλ. άρθρα 5-6 του Πρωτόκολλου Ολοκληρωμένης Διαχείρισης των Παράκτιων Ζωνών, που έχει υπογραφεεί από την Ε.Ε. με την Απόφαση 2009/89/ΕΚ του Συμβουλίου), και μία σύγχρονη προσέγγιση στις προκλήσεις της διαχείρισης των παράκτιων ζωνών. Δεν λαμβάνεται υπόψη η υποχρέωση του δημοσίου για έκδοση οδηγιών «προς τις αρμόδιες αρχές για την εφαρμογή των αρχών της ολοκληρωμένης διαχείρισης παράκτιας ζώνης, σύμφωνα με τις υποδείξεις της σύστασης 2002/413/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (L 148)» [πρβλ. 13 παρ. 2 ν. 3937/2011], και η πρόβλεψη για οριοθέτηση και προστασία της κρίσιμης παράκτιας ζώνης, στην οποία προβλέπονται μόνο ήπιες χρήσεις [13 παρ. 5 και 20 παρ. 8 ν. 3937/2011] . Ειδικότερα, η πρόβλεψη χωριστών διαδικασιών καθορισμού της οριογραμμής παραλίας και αιγιαλού αντιβαίνει στην Σύσταση 2002/413 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2002, «σχετικά με την εφαρμογή στην Ευρώπη της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών»: πράγματι, η ζώνη παραλίας είναι ουσιώδης για την ισορροπία του παράκτιου οικοσυστήματος, και δεν προορίζεται μόνο για την επικοινωνία της ξηράς με τη θάλασσα, αλλά λειτουργεί κυρίως ως τροφοδότης χερσογενούς υλικού (buffer zone), διατηρώντας το ισοζύγιο της παράκτιας ζώνης. Δεν υπάρχει πλέον ρητή απαγόρευση της παραχώρησης αποκλειστικής χρήσης : αντίθετα, προβλέπεται ρητά ότι ο Υπουργός Οικονομικών (και μάλιστα χωρίς την εμπλοκή αρμοδιότερων υπουργείων και υπηρεσιών) μπορεί να εξαιρεί από την κοινή χρήση τμήματα αιγιαλού και όχθης, για λόγους εθνικής αμυνας, δημόσιας ασφάλειας και υγείας (;) [παρεμπιπτόντως, η ρύθμιση αυτή απαιτεί προεδρικό διάταγμα]. Σε μία εποχή, που υπάρχει το Google Earth και δορυφορικές φωτογραφίες της χώρας σε καλή ανάλυση και προσιτές τιμές, προβλέπεται «για λόγους εθνικής ασφάλειας» η μη ανάρτηση υποβάθρων [άρθρο 3 παρ. 7], χωρίς καμία πρόνοια για την ενημέρωση των ενδιαφερόμενων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το νομοσχέδιο δεν περιλαμβάνει τις διατάξεις που προβλέπουν ότι «η προστασία του οικοσυστήματος των» (παράκτιων και παρόχθιων) «ζωνών αυτών είναι ευθύνη του Κράτους», και ότι «ο αιγιαλός, η παραλία, η όχθη και η παρόχθια ζώνη μπορούν να χρησιμεύσουν» (και) «για κοινωφελείς περιβαλλοντικούς σκοπούς» [πρβλ. 2 παρ. 2 και 3 ν. 2971/2001]. Όσον αφορά τον νέο ορισμό της όχθης, το Σύνταγμα επιτάσσει "οι σχετικές τεχνικές επιλογές και σταθμίσεις γίνονται κατά τους κανόνες της επιστήμης" (άρθρο 24 παρ. 2). Αντιθέτως, το νομοσχέδιο δεν συνοδεύεται από καμία σχετική μελέτη. Ακόμα χειρότερα, για πρώτη φορά στο ελληνικό δίκαιο, περιέχει περιοριστική απαρίθμηση των λιμνών και των ποταμών με όχθη που προστατεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού [άρθρα 1 παρ. 5 και 2]. Ο σχετικός κατάλογος έχει καταρτιστεί με τελείως αυθαίρετο τρόπο, χωρίς να υπάρχει καμία σχετική αιτιολογία. Για παράδειγμα, από τις φυσικές λίμνες επιλέγησαν όσες ξεπερνούν τα 9450 τετραγωνικά (!) – αφήνοντας χωρίς προστασία την όχθη «μικρών λιμνών», όπως της Στυμφαλίας, της Ισμαρίδας, του Καϊάφα και της Βουλκαρίας. Για άγνωστους λόγους, διαφορετικό όριο καθορίστηκε για τις τεχνητές λίμνες - 15050 τετραγωνικά -, αλλά υπάρχουν εξαιρέσεις, όπως οι λίμνες Πλαστήρα και Θησαυρού (που παραλείπονται) και Μαραθώνα (που περιλαμβάνεται). Παντελώς αναιτιολόγητες είναι και οι προτεινόμενες ρυθμίσεις για τους «πλεύσιμους» ποταμούς, οι οποίες αγνοούν πάγια την νομολογία των (κυρίως πολιτικών) δικαστηριών, με παραλείψεις όπως ο Έβρος, που σύμφωνα με το νομοσχέδιο δεν θα έχει εφεξής (νομικά κατοχυρωμένη) όχθη. Επιπροσθέτως, δεν έγινε καμία προσπάθεια να ευθυγραμιστούν οι ρυθμίσεις αυτές με τα Σχέδια Διαχείρισης και την (εθνική και ευρωπαϊκή) νομοθεσία περί υδάτων, η οποία επιτάσσει την προστασία όχι μόνο των λιμνών και των ποταμών, αλλά και των άμεσα εξαρτώμενων από αυτές χερσαίων οικοσυστημάτων [πρβλ. άρθρο 1 περ. α) Οδηγίας 2000/60].