• Σχόλιο του χρήστη 'WWF' | 2 Μαΐου 2014, 09:48

    Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, η παραλία [δηλαδή, «ζώνη ξηράς που προστίθεται στον αιγιαλό, καθορίζεται δε σε πλάτος μέχρι και πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού»] καθορίζεται «εφόσον κρίνεται απαραίτητο για να εξυπηρετηθεί ο σκοπός» της επικοινωνίας ξηράς-θάλασσας: αν και ο καθορισμός παραλίας ήταν προαιρετικός, οι περιπτώσεις που δεν οριζόταν και η παραλία μαζί με τον αιγιαλό ήταν σπάνιες, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι η διαδικασία καθορισμού εξελίσσεται στο πλαίσιο της υλοποίησης έργων κοντά ή μέσα στον αιγιαλό [1 παρ. 2 και 7 παρ. 1 ν. 2971/2001]. Οι ισχύουσες ρυθμίσεις, που είναι οι ελάχιστες απαραίτητες για την προστασία της παραλίας, επιδεινώνονται από το νομοσχέδιο σε πολλά σημεία. (α) Η χάραξη παραλίας δεν είναι πλέον υποχρεωτική, αλλά δυνητική, καθώς κρίνει σχετικά η Επιτροπή [άρθρο 6 παρ. 1]. (β) Ακόμα και ο δυνητικός αυτός καθορισμός αφορά ακίνητα σε απόσταση 50 μέτρων από τον αιγιαλό [άρθρο 6 παρ. 1]. Σύμφωνα με το ισχύον πλαίσιο, η αντίστοιχη απόσταση είναι 100 μέτρα [πρβλ. 8 παρ. 1 ν. 2971/2001] : διευκολύνεται έτσι η ανοικοδόμηση της παράκτιας και παρόχθιας ζώνης, χωρίς τις ελάχιστες εγγυήσεις για την προστασία των κοινόχρηστων αγαθών. (γ) Για βιομηχανικά, τουριστικά και βιομηχανικά έργα – γενικά, «ιδιωτικά εν γένει» (!)– προβλέπεται «τεκμαρτή» παραλία 10 μέτρων [άρθρο 6 παρ. 2]: μπορεί εφεξής να θεωρηθεί απολύτως βέβαιο ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτή θα είναι πλέον η καθορισμένη παραλία – μία «τεκμαιρόμενη» λωρίδα 10 μέτρων από την γραμμή των συνηθισμένων αναβάσεων των κυμάτων. (δ) Η πρόβλεψη ότι η παραλία δεν μπορεί να εισχωρεί σε «νομίμως» διαμορφωμένη γραμμή δόμησης παραλείπεται, και αρκεί πλέον απλώς η «διαμορφωμένη» (νόμιμα ή παράνομα) γραμμή. (ε) Υπάρχει, ούτως ή άλλως, μία αντίφαση ανάμεσα στην ελάχιστη οριογραμμή αιγιαλού [500 μέτρα – πρβλ. άρθρο 3 παρ. 7] και την ελάχιστη γραμμή παραλίας [1000 μέτρα – πρβλ. άρθρο 5 παρ. 2]. (στ) Προβλέπεται κατά παρέκκλιση αρτιότητα για ακίνητα που αποκόπτονται από την καθορισμένη παραλία [άρθρο 5 παρ. 8], και παρέκκλιση από τις ρυθμίσεις περί κατάτμησης ακινήτων για τα ακίνητα σε παλαιούς αιγιαλούς [7 παρ. 6], με αποτέλεσμα την δημιουργία ενός καθεστώτος στον ιδιαίτερα ευαίσθητο παράκτιο/παρόχθιο χώρο, που είναι, από κάποιες απόψεις, ακόμα πιο επιβαρυντικό και από την (γενική) εκτός σχεδίου δόμηση. (ζ) Αν κάποια ρυμοτομική γραμμή (προφανώς, παράνομα, αν εξαιρεθούν κάποια παλαιά ρυμοτομικά καθεστώτα) εισχωρήσει σε παραλία, ως «ζώνη παραλίας» θεωρείται ο δρόμος [8 παρ. 3]: οι συντάκτες του νομοσχεδίου αδυνατούν να εντοπίσουν την διαφορά ανάμεσα σε μία παραλία και ένα δρόμο. (η) Οι καταστροφικές αυτές ρυθμίσεις συμπληρώνονται με την πρόβλεψη ότι ο ιδιοκτήτης «μπορεί» να αφήσει σε κοινή χρήση το τμήμα του ακινήτου που βρίσκεται μέσα στην παραλία [άρθρο 6 παρ. 3]: πλέον, το κοινόχρηστο αγαθό της παραλίας θα εξαρτάται από την μεγαλοψυχία κάποιων ιδιοκτητών, και μάλιστα ενδεχομένως αυθαίρετων κατασκευών. (θ) Οι διαφορετικές διαδικασίες καθορισμού αιγιαλού και παραλίας δίνουν την «ευκαιρία» στους ιδιοκτήτες ακινήτων στην πέραν του αιγιαλού ζώνη να προχωρήσουν σε κατασκευές οι οποίες θα καταστίσουν πρακτικά αδύνατο το μεταγενέστερο καθορισμό της ζώνης παραλίας εξαιτίας του τεράστιου οικονομικού βάρους, που θα συνεπάγονται οι αναγκαίες απαλλοτριώσεις. (ι) Ειδικά όσον αφορά την όχθη (όπου αυτή προβλέπεται), έχουμε άλλες ρυθμίσεις: η παρόχθια ζώνη περιορίζεται σε «λωρίδα» 30 μέτρων [11 παρ. 4], επίσης χωρίς κάποια αιτιολογία. (ια) Στα ιδιωτικά νησιά η παραλία δημιουργείται μόνο μετά από αίτημα του ιδιοκτήτη [άρθρο 5 παρ. 2] – μία ρύθμιση που αγνοεί την πιθανή αξία της παραλίας ως περιβαλλοντικού πόρου. (ιβ) Είναι ιδιαίτερα άστοχο, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι θα πρόκειται κατά κανόνα για προστατευόμενες περιοχές, ότι η διαχείριση της παρόχθιας ζώνης (όπου αυτή αναγνωρίζεται) ανατίθεται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, όταν υπάρχουν παρακείμενα (αγροτικά) ακίνητα που υπάγονται στον ν. 4061/12 [ 9 παρ. 4]. (ιγ) Τέλος, απαιτείται «ειδική αιτιολογία» πλέον για τον καθορισμό παραλίας (και όχι για τον μη καθορισμό, όπως θα ήταν φυσικό, για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος και της κοινοχρησίας), και η προσβολή αποφάσεων της Επιτροπής καθορισμού, ιδίως για το δημόσιο συμφέρον, μπορεί να θεωρηθεί οικονομικά ασύμφορη από μικρούς τοπικούς συλλόγους [παράβολο 2000 ευρώ - άρθρο 7 παρ. 1].