• Οι φυσικές λίμνες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περιλαμβάνονται στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000 ως Ειδικές Ζώνες Διατήρησης και ως Ζώνες Ειδικής Προστασίας και, μεταξύ άλλων, τυγχάνουν των προβλέψεων του Ν. 3937/2011 «Διατήρηση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις» και των Οδηγιών 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ για τη διατήρηση των τύπων οικοτόπων, και των ειδών χλωρίδας και πανίδας, όπως ενσωματώθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη. Ιδιαίτερα αναφέρεται ότι περιμετρικά των λιμνών αλλά και εντός τους, έχουν καταγραφεί τύποι οικοτόπων Κοινοτικού ενδιαφέροντος (ορισμένοι εξ αυτών προτεραιότητας για την Ευρωπαϊκή Ένωση) καθώς και ενδιαιτήματα ειδών Κοινοτικού ενδιαφέροντος, εκ των οποίων ορισμένα είναι προτεραιότητας. Για τις ανωτέρω Ζώνες ισχύουν οι προβλέψεις του άρθρου 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, το οποίο εν περιλήψει υποχρεώνει τα Κράτη Μέλη: α) να καθορίζουν τα αναγκαία μέτρα διατήρησης που ανταποκρίνονται στις οικολογικές απαιτήσεις των φυσικών οικοτόπων και των ειδών, β) να θεσπίζουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποφεύγεται η υποβάθμιση των οικοτόπων και των ενδιαιτημάτων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις στα είδη, γ) να συμφωνούν σε έργα μόνο αφού βεβαιωθούν ότι δεν παραβλάπτεται η ακεραιότητα των περιοχών. Έργα με σημαντικές επιπτώσεις μπορεί να εκτελούνται για επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως. Εάν δε, πρόκειται για οικότοπο ή και είδος προτεραιότητας, είναι δυνατόν να προβληθούν μόνον επιχειρήματα σχετικά με την υγεία ανθρώπων και τη δημόσια ασφάλεια ή σχετικά με θετικές συνέπειες πρωταρχικής σημασίας για το περιβάλλον, ή, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της Επιτροπής, άλλοι επιτακτικοί σημαντικοί λόγοι σημαντικού δημοσίου συμφέροντος. Ταυτοχρόνως, οι ανωτέρω Ζώνες αποτελούν επιφανειακά υδατικά συστήματα κατά την Οδηγία Πλαίσιο για τα Ύδατα (Οδηγία 2000/60/ΕΚ) και εντάσσονται στο Μητρώο Προστατευόμενων Περιοχών του άρθρου 6 της ίδιας Οδηγίας. Τα Κράτη Μέλη υποχρεούνται, έως το 2015, να επιτύχουν την καλή οικολογική και χημική κατάσταση των υδάτων τους. Σε ό,τι δε αφορά την πρώτη, αυτή αποτυπώνεται στην καλή δομή και λειτουργία του κάθε υδάτινου οικοσυστήματος και μετράται με συγκεκριμένους ποσοτικούς δείκτες βιολογικών στοιχείων ποιότητας όπως το φυτοπλαγκτό, τα υδρόβια μακρόφυτα, το φυτοβένθος, το ζωοβένθος και η ιχθυοπανίδα. Τυχόν απόκλιση των υδατικών συστημάτων από τους περιβαλλοντικούς στόχους επιφέρει κυρώσεις σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι τεχνητές λίμνες και οι ποταμοί που αναφέρονται στην ίδια παράγραφο αποτελούν επίσης υδατικά συστήματα κατά την Οδηγία 2000/60/ΕΚ, ενώ τμήματα τους περιλαμβάνονται στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000. Ταυτοχρόνως, οι αναφερόμενες στο άρθρο 2 λίμνες δεν εξαντλούν τον κατάλογο των σημαντικών λιμναίων οικοσυστημάτων της χώρας, που προστατεύονται από Κοινοτική και εθνική νομοθεσία. Η διατήρηση σε καλή κατάσταση των ανωτέρω περιοχών αποτελεί υποχρέωση της χώρας έναντι του Ευρωπαϊκού Δικαίου και της Εθνικής νομοθεσίας. Πέραν αυτού, όμως, οι λίμνες της χώρας αποτελούν συλλογικό κοινωνικό αγαθό και η διαχείρισή τους δεν αφορά μόνον τους ιδιοκτήτες τους (π.χ. κράτος, τοπική κοινωνία, συνεταιρισμούς, δημόσιες επιχειρήσεις ή άτομα). Καθορίζεται από τον χαρακτήρα τους ως συλλογικού αγαθού. Το ελληνικό κράτος και η ελληνική κοινωνία έχουν την ηθική και οικονομική υποχρέωση να διατηρήσουν την ελληνική φυσική κληρονομιά και να αποκαταστήσουν τις βλάβες που αυτή έχει υποστεί στο παρελθόν. Οι λίμνες της χώρας αποτελούν τμήμα αυτής της κληρονομιάς, την οποία όλη η Ευρώπη πρέπει και μπορεί να απολαμβάνει στις επόμενες γενεές. Οι οικονομικές δραστηριότητες δεν έρχονται κατ' ανάγκην σε αντίθεση με τη διατήρηση της φύσης υπό την προϋπόθεση ότι αυτές οι δραστηριότητες σχεδιάζονται και εκτελούνται με σύνεση και με επιστημονική τεκμηρίωση. Αποσπασματικές λύσεις παρέχουν μόνο βραχυπρόθεσμες ωφέλειες. Η μακροπρόθεσμη εναρμόνιση των αναγκών του ανθρώπου και της φύσης εξασφαλίζεται αποτελεσματικότερα μέσα από ολοκληρωμένες αειφορικές πρακτικές.