• Σχόλιο του χρήστη 'Φλωρόπουλος Στυλιανός' | 9 Νοεμβρίου 2019, 11:05

    Με τις τροποποιήσεις του άρθρου 36 του Κ.Φ.Δ. επεκτείνεται το δικαίωμα της Φορολογικής Διοίκησης να προβεί σε έκδοση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου από πέντε (5) έτη σε δέκα (10) έτη από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία για την υποβολή της δήλωσης βασιζόμενη σε ειδικότερες περιπτώσεις όπως σε περίπτωση που μετά την πενταετία περιέλθουν σε γνώση οποιασδήποτε Υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης νέα στοιχεία κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 84 του ν. 2238/1994 και του άρθρου 57 του ν. 2859/2000. Η ανωτέρω προσέγγιση περισσότερο αγκυλώσεις δημιουργεί στη λειτουργία της Φορολογικής Διοίκησης, καθόσον ο συνδυασμός του διοικητικού κόστους, της χαμηλής εισπραξιμότητας των φορολογικών ελέγχων σε φορολογικά έτη πέραν της πενταετίας και της ενδεχόμενης διαφορετικής ερμηνείας από τα διοικητικά δικαστήρια των νέων στοιχείων, δεν βοηθούν στην επίτευξη των στόχων της Φορολογικής Διοίκησης. Οι φορολογικοί έλεγχοι πρέπει να εφαρμόζονται σε όσο το δυνατόν νεότερα φορολογικά έτη, ώστε αφενός να τιμωρείται ο παραβάτης εγκαίρως και να έχει τη φοροδοτική ικανότητα να πληρώσει τους φόρους που θα του επιβληθούν (περαιτέρω να εκλείψει το φαινόμενο των εξαφανισμένων εμπόρων) και αφετέρου να επεκταθεί το αίσθημα στην κοινωνία ότι αν ένας επιχειρηματίας φοροδιαφύγει θα γίνει αντιληπτός από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα. Ο φορολογικά ηθικός επιχειρηματίας, ήτοι αυτός που λειτουργεί με φορολογική συμμόρφωση προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί κατ' αυτόν τον τρόπο πρέπει να του γίνει βίωμα ότι ο φοροφυγάς και θα ελεγχθεί εγκαίρως και θα έχει δυσμενείς συνέπειες για τις πράξεις του ώστε στο τέλος ο ηθικός επιχειρηματίας να είναι εκείνος ο οποίος θα αποδώσει λιγότερους φόρους στο κράτος. Η άμεση υλοποίηση του ηλεκτρονικού περιουσιολογίου ή της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης για κάθε φορολογούμενο ανά έτος, ήτοι μιας δήλωσης που θα περιλαμβάνει τα υπάρχοντα περιουσιακά στοιχεία ενός ατόμου την στιγμή της υποβολής της δήλωσης και ιδιαιτέρως τα χρηματικά ποσά που βρίσκονται εκτός τραπεζών, έστω και αν οριστεί ένα όριο χρημάτων το οποίο δεν θα δηλώνεται όπως για παράδειγμα όριο 5.000 € (ελάχιστο όριο) ή όριο 15.000 € (μέγιστο όριο) είναι πρωταρχικής σημασίας για την μείωση της φοροδιαφυγής. Ωραία τα φιλόδοξα σχέδια για την επιβολή φόρων σε προγενέστερα φορολογικά έτη, αλλά η απαρχή της λειτουργίας μιας βάσης δεδομένων με τα ανωτέρω στοιχεία στα χέρια της Φορολογικής Διοίκησης είναι εκ των ων ουκ άνευ. Σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο του 2019 η Ελλάδα εμφάνισε το έτος 2017 ως έλλειμμα Φ.Π.Α. το ποσό των 7,4 δισ. ευρώ με το ποσοστό απωλειών να ανέρχεται σε 33,6%. Αν γίνει αναγωγή του ποσού των 7,4 δισ. ευρώ Φ.Π.Α. σε έλλειμμα εισοδήματος, προκύπτει ένα ποσό τουλάχιστον 30,83 δισ. ευρώ (αν θεωρήσουμε ότι όλες οι συναλλαγές έχουν Φ.Π.Α. 24%) ενώ το ποσό αυξάνεται για μικρότερα ποσοστά Φ.Π.Α., όπως για παράδειγμα αγγίζει τα 56,92 δισ. ευρώ (αν θεωρήσουμε ότι όλες οι συναλλαγές έχουν Φ.Π.Α. 13%). Αν η Ελλάδα επιτύχει να μειώσει το έλλειμμα Φ.Π.Α. στο 11,2% που είναι το ποσοστό ελλείμματος Φ.Π.Α. που αντιπροσωπεύει την Ευρωπαϊκή Ένωση θα καταφέρει να συρρικνώσει το ποσό ελλείμματος Φ.Π.Α. στα 2,4 δισ. ευρώ. Συνεπώς θα έχει αυξημένα φορολογικά έσοδα 5 δισ. ευρώ ανά έτος μόνο από τον Φ.Π.Α. και ακόμα περισσότερα φορολογικά έσοδα συνυπολογίζοντας τους αντίστοιχους φόρους εισοδήματος. Είναι ευκόλως κατανοητό ότι οι έλεγχοι μετά την πενταετία βεβαιώνουν φόρους σε φορολογούμενους που απέκρυψαν εισοδήματα δίχως να επιτυγχάνουν τη φορολογική συμμόρφωση όλου του κοινωνικού συνόλου και πόσο μάλιστα να επιτυγχάνουν φορολογικά έσοδα 5 δισ. ευρώ ανά έτος καθόσον έχει ήδη διαμορφωθεί το αίσθημα της ατιμωρησίας και της αποφυγής καταβολής φόρων - είσπραξης επιδομάτων που συνδέονται με το φορολογητέο εισόδημα, ενώ οι φορολογικοί έλεγχοι πρόσφατων φορολογικών ετών με τη σύλληψη της φοροδιαφυγής βοηθάνε στην καθιέρωση του αισθήματος δικαιοσύνης στο κοινωνικό σύνολο και την εξάπλωση της φορολογικής συμμόρφωσης. Βάσει των ανωτέρω είναι επιτακτική η συλλογή στοιχείων και εφαρμογή μεθόδων ελέγχου για την στόχευση και διεκπεραίωση φορολογικών ελέγχων ακόμα και στο τελευταίο φορολογικό έτος, με ιδιαίτερη έμφαση στην υποχρεωτική δήλωση από όλους τους φορολογούμενος των χρηματικών ποσών εκτός τραπεζικού συστήματος, έστω και με την εφαρμογή ενός ορίου ως αναφέρθηκε παραπάνω.