• Η ΕΝΕΙΣΕΤ έχει την πάγια θέση ότι τα ζητήματα που εντάσσονται στην θεματική της εταιρικής διακυβέρνησης θα πρέπει να ρυθμίζονται με μη αναγκαστικού δικαίου διατάξεις, όπου χωρεί δυνατότητα αποκλίσεων. Αυτή είναι εξάλλου και η επιλογή πολιτικής της ενωσιακής νομοθεσίας, η οποία περιορίζεται στην κατ΄ αναγκαστικού δικαίου παρουσίαση του κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης που εφαρμόζει η εταιρία. Η επιλογή αυτή αντανακλάται επίσης και στις νομοθεσίες των περισσοτέρων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον ως προς το θέμα της έκτασης των οριζόντια υποχρεωτικών ρυθμίσεων που εισάγει το νομοσχέδιο, η άποψη της ΕΝΕΙΣΕΤ είναι ότι δεν είναι όλες οι εισηγμένες εταιρίες ίδιες και η ενιαία νομοθετική προσέγγισή ανόμοιων καταστάσεων προκαλεί μη επιτρεπτό διοικητικό βάρος και έχει σημαντικές αρνητικές εξωτερικότητες. Μεγάλες εταιρίες που θα μπορούσαν να επωμιστούν το διοικητικό βάρος αυστηρών οργανωτικών και λειτουργικών απαιτήσεων, μπορεί να πρέπει να διαφοροποιηθούν με βάση αντίστοιχες απαιτήσεις άλλων διεθνών κωδίκων εταιρικής διακυβέρνησης τους οποίους πρέπει να εφαρμόσουν λόγω παρουσίας τους στην αλλοδαπή ή αλλοδαπών επενδυτών. Η επαύξηση των υποχρεώσεων χωρίς αποκλίσεις σε επίπεδο ελληνικού νόμου μπορεί απλά να οδηγήσει σε έξοδο τους από το ελληνικό χρηματιστήριο. Μικρότερες εταιρίες μπορεί να είναι πολύ μικρές για διακριτές επιτροπές, με πλειοψηφία ανεξαρτήτων μελών και διακριτούς προέδρους και το μεγάλο αριθμό μελών ΔΣ που αυτές συνεπάγονται (αποκλειστικά μη εκτελεστικά μέλη σε κάθε επιτροπή εκ των οποίων τα 2 ανεξάρτητα και με διαφορετικούς Προέδρους), διακριτές λειτουργίες διαχείρισης κινδύνων, εσωτερικού ελέγχου και κανονιστικής συμμόρφωσης. Η πλειονότητα των ελληνικών εισηγμένων εταιριών είναι, για τα ευρωπαϊκά επίπεδα, εισηγμένες εταιρίες μικρής ή μεσαίας κεφαλαιοποίησης. H Ευρωπαϊκή Ένωση Εισηγμένων Εταιριών «European Issuers», στο διοικητικό συμβούλιο της οποίας μετέχουμε, τοποθετεί το όριο για το χαρακτηρισμό μιας εισηγμένης ως μικρομεσαίας στο 1 δις κεφαλαιοποίηση. Βλ. http://www.europeanissuers.eu/positions/files/view/5aec85df0981c-en Αντίθετα με την επιλογή πολιτικής του συγκεκριμένου νομοθετήματος το ζήτημα της χρηματοδότησης και λειτουργίας εισηγμένων εταιριών με μικρή κεφαλαιοποίηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο αντιμετωπίζεται με μια προσπάθεια περιστολής του διοικητικού βάρους (ειδικές αγορές - SMEs Growth Market MiFID II- και ειδικοί κώδικές εταιρικής διακυβέρνησης για μικρομεσαίες εισηγμένες εταιρίες - https://en.wikipedia.org/wiki/QCA_Corporate_Governance_Code - ειδικές στρατηγικές από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για μείωση του κόστους για μικρομεσαίες εισηγμένες εταιρίες - https://ec.europa.eu/info/business-economy-euro/banking-and-finance/financial-markets/securities-markets/sme-listing-public-markets_en). Οι ανωτέρω βασικές αρχές: 1. της πρόβλεψης δυνατότητας αποκλίσεων κατόπιν εξηγήσεων «comply or explain» και 2. της πρόβλεψης ευελιξίας και παραμετροποίησης των ρυθμίσεων με βάση την αρχή της αναλογικότητας αποτελούν ακρογωνιαίους λίθους των συστημάτων εταιρικής διακυβέρνησης παγκοσμίως, όπως προκύπτει και από την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ (OECD corporate governance factbook 2019), όπου αναλύεται ότι η συντριπτική πλειοψηφία των χωρών στηρίζονται σε “ήπιο δίκαιο” (soft law), ενώ μόλις το 11% των χωρών στηρίζονται σε ένα συνδυασμό αναγκαστικού και ήπιου δικαίου. Μόνο 3 χώρες ρυθμίζουν τα θέματα αυτά με αναγκαστικού δικαίου διατάξεις και αυτές είναι η Ινδία, η Κίνα και οι ΗΠΑ, καμία εκ των οποίων δεν ανήκει στους άμεσους ανταγωνιστές μας. Επίσης με βάση την ίδια έκθεση στη μεγάλη πλειονότητα των χωρών προβλέπονται αποκλίσεις για λόγους ευελιξίας και αναλογικότητας στις ρυθμίσεις που εισάγονται κυρίως δε στους κανόνες σύνθεσης του διοικητικού συμβουλίου και τη λειτουργία επιτροπών, οι οποίοι στο προτεινόμενο νομοσχέδιο εμφανίζονται ως ανελαστικοί. Μάλιστα ο ίδιο ο ΟΟΣΑ ρητώς επισημαίνει ότι: “The G20/OECD Principles therefore state that policy makers have a responsibility to put in place a framework that is flexible enough to meet the needs of corporations that are operating in widely different circumstances, facilitating their development of new opportunities and the most efficient deployment of resources”. Πέρα όμως από τα ανωτέρω ζητήματα αρχών το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο εγείρει και άλλα ζητήματα πολιτικής. Πέρα των κατ’ ιδίαν θεμάτων που αναλύονται κατωτέρω κατ΄ άρθρο επισημαίνουμε γενικά τα εξής: 1. Κατά ρητή πρόβλεψη του, το νομοσχέδιο εισάγει ειδικότερους κανόνες σε σχέση με τον ν. 4548/2018 επηρεάζοντας έτσι προς το χειρότερο το πλαίσιο της ευθύνης των μελών του διοικητικού συμβουλίου, εισάγοντας ένα ατυχή και πρωτοφανή διαχωρισμό αρμοδιοτήτων εντός του ΔΣ και αυξημένο κίνδυνο οργανωτικού πταίσματος. Ωστόσο, η οργάνωση αποτελεσματικών συστημάτων εταιρικής διακυβέρνησης είναι προληπτικό μέτρο υποκατάστασης της ευθύνης και όχι απαραίτητα μέτρο εκ των υστέρων καθορισμού αυτής. Η συνεχής επαύξηση των ευθυνών ενός μέλους ΔΣ θα οδηγήσει σε ένα «lemon market». Ικανά πρόσωπα που πραγματικά μπορούν να συνεισφέρουν δεν θα αναλαμβάνουν θέσεις ευθύνης καθώς ο κίνδυνος ευθύνης θα είναι αυξημένος και μάλιστα απεριόριστος και μη μετρήσιμος. Για παράδειγμα ούτε στη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ούτε στον κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης του Μεγάλου Βασιλείου υπάρχει ειδική αναφορά ότι σκοπός των ανεξαρτήτων μελών είναι ο έλεγχος των εκτελεστικών μελών. Σκοπός της συμμετοχής μη εκτελεστικών και ανεξάρτητων μελών είναι η διεύρυνση των διαφορετικών φωνών και απόψεων στο Διοικητικό Συμβούλιο, ώστε να λαμβάνονται πιο αντικειμενικές αποφάσεις = ποικιλομορφία – diversity. Επίσης κάποιες διατάξεις εισάγουν κανόνες εταιρικού δικαίου, όπως οι κανόνες απαρτίας του ΔΣ στο άρθρο 6 και όχι ρυθμίσεις εταιρικής διακυβέρνησης. 2. ‘Άλλες πάλι διατάξεις είναι χρήζουν βελτίωσης καθώς αδικαιολόγητα εισάγουν διοικητικό βάρος (με την πρόβλεψη πολλαπλών επιτροπών και κόστους). Για παράδειγμα εισάγονται υποχρεωτικά τρεις επιτροπές (δύο νέες και η υφιστάμενη επιτροπή ελέγχου), οι οποίες απαρτίζονται κατά πλειοψηφία από ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη και ο πρόεδρός τους είναι ανεξάρτητο μη εκτελεστικό μέλος ΔΣ. Ωστόσο, ο ελάχιστος αριθμός ανεξαρτήτων μελών είναι 3, άρα θα πρόκειται για 3 επιτροπές με την ίδια η παρεμφερή σύνθεση οι οποίες όμως θα λειτουργούν διακριτά παρά τις εσωτερικές επικαλύψεις μελών. Και διερωτάται κανείς ποια είναι η ουσιαστική αξία μιας τέτοιας ρύθμισης πέρα από την εισαγωγή επιπλέον διαδικασιών τυπικής φύσεως, από το να υπήρχε μία επιτροπή; Και γιατί να υπάρχει μία επιτροπή σε μικρές εταιρίες αν σε αυτή συμμετέχουν όλα τα ανεξάρτητα μέλη τα οποία έτσι και αλλιώς μπορούν να ασκήσουν αυτά τα καθήκοντα και να τους ανατεθούν αυτές οι αρμοδιότητες εντός του ΔΣ; 3. Με το προς διαβούλευση νομοσχέδιο εισάγονται επιπλέον υποχρεώσεις για τις εισηγμένες εταιρίες για ζητήματα τα οποία ρυθμίζει αναλυτικά η ενωσιακή νομοθεσία και μάλιστα πολλές φορές με διατάξεις πλήρους εναρμόνισης. Ενδεικτικά αναφερόμαστε στο άρθρο 23 αναφορικά με τη δήλωση going concern, η οποία έρχεται σε αντίθεση με διατάξεις του κανονισμού για την κατάχρηση αγοράς, ο οποίος υποχρεώνει άμεσα τις εταιρίες σε σχετικές δηλώσεις αλλά και σε αναβολή δημοσιοποίησης εάν βρίσκονται σε διαδικασία διαπραγμάτευσης, την οδηγία για τη διαφάνεια που ρυθμίζει τα ζητήματα των διαρκών υποχρεώσεων των εισηγμένων εταιριών και τα ΔΠΧΑ. 4. Επιπλέον, θεωρούμε ατυχή και επικίνδυνη την επέκταση υποχρεώσεων διακυβέρνησης που σχετίζονται με πιστωτικά ιδρύματα ή εταιρίες του χρηματοπιστωτικού τομέα, αδιακρίτως, και στις εισηγμένες εταιρίες, καθώς κάτι τέτοιο είναι αντίθετο με το ενωσιακό κεκτημένο, όπου η ρύθμιση αυτή περιορίζεται μόνο σε αυτές τις εταιρίες αλλά και παρορά το λόγο που οι εταιρίες αυτές αντιμετωπίζονται βαρύτερα, ήτοι το συστημικό κίνδυνο που ελοχεύει μια αποτυχίας τους. Προφανώς ρυθμίσεις που επαυξάνουν τις υποχρεώσεις των ελληνικών εισηγμένων εταιριών σε αυτούς τους τομείς δεν οφελούν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής αγοράς και των επιχειρήσεων καθώς αυξάνουν το κόστος των ελληνικών εισηγμένων που έχουν να ανταγωνιστούν ήδη πολύ μεγαλύτερες αλλοδαπές εταιρίες με καλύτερους όρους πρόσβασης σε φτηνή χρηματοδότηση και πέρα από τις δυσχέρειες της παρατεταμένης ύφεσης και κρίσης έχουν πλέον να αντιμετωπίσουν και ένα αυστηρότερο κανονιστικό περιβάλλον λειτουργίας. 5. Επίσης προβληματική είναι και η υπαγωγή του συνόλου των ρυθμίσεων στην εποπτεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Δηλαδή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θα είναι υπεύθυνη να παρακολουθήσει το διαχωρισμό αρμοδιοτήτων εκτελεστικών και μη εκτελεστικών μελών ΔΣ, αλλά και της καταλληλότητας των μελών ΔΣ και της δυνατότητας συνέχισης της λειτουργίας της εταιρίας; Πρόκειται για μια αδύνατη εποπτικά άσκηση με τεράστιους κινδύνους και ευθύνες και ένα μοντέλο μικρο-διαχείρισης από τον επόπτη των εταιριών που αποτελούν την αιχμή του δόρατος της ελληνικής οικονομίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ειδική έγκριση της πολιτικής καταλληλότητας των μελών ΔΣ από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή η εποπτεία των αρμοδιοτήτων των εκτελεστικών και μη εκτελεστικών μελών. 6. Τέλος είναι αδιανόητη και προφανώς ξεχάστηκε η πρόβλεψη μεταβατικών διατάξεων. Κατά τη γνώμη μας, το εν λόγω νομοθέτημα, στο σύνολο του, δεν προάγει την ανάταξη της ελληνικής κεφαλαιαγοράς και σίγουρα όχι την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, ούτε είναι ικανό να φέρει επενδυτές από το εξωτερικό επειδή θα αυξήσουμε τα ανεξάρτητα μέλη από 2 σε 3 ή θα εισάγουμε κάποιες επιτροπές. 2. Προτάσεις Τί πρέπει να γίνει λοιπόν; Κατά τη γνώμη μας απαιτείται ένας ειλικρινής επαναπροσδιορισμός της πολιτικής μας ως χώρα στο θέμα της εταιρικής διακυβέρνησης. Αυτό απαιτεί τα εξής βήματα: i. Αξιολόγηση της παρούσας κατάστασης ii. Ενδοσκόπηση της ελληνικής αγοράς iii. Απομάκρυνση από προκαταλήψεις του Έλληνα νομοθέτη iv. Αναθεώρηση των στόχων πολιτικής ως προς την εταιρική διακυβέρνηση v. Καθορισμός νέων μηχανισμών επίτευξης στόχων Ι. Αξιολόγηση της παρούσας κατάστασης Είναι αληθές ότι το επίπεδο εταιρικής διακυβέρνησης των περισσοτέρων εισηγμένων εταιριών είναι χαμηλό. Περιορίζεται σε μια τυπική απλά συμμόρφωση με τις διατάξεις του ν. 3016/2002, χωρίς περαιτέρω εξειδίκευση και εμβάθυνση, οι δε περισσότερες εταιρίες περιορίζονται αποκλειστικά στη συμμόρφωση με τις διατάξεις αυτές. Ο κώδικας εταιρικής διακυβέρνησης έχει πολύ μικρή ως ελάχιστη διείσδυση ενώ οι περισσότερες δηλώσεις εταιρικής διακυβέρνησης είναι απολύτως «επιδερμικές». Πολλές δε εταιρίες ακόμη και σε αυτό το καθεστώς θα επιθυμούσαν να φύγουν από το χρηματιστήριο. ii. Ενδοσκόπηση της Ελληνικής Αγοράς Με βάση πρόσφατη έρευνα (ερωτηματολόγιο) της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κύριο χαρακτηριστικό της ελληνικής αγοράς είναι η πολύ χαμηλή διασπορά. Σχεδόν στο 80% των εταιριών βασικοί μέτοχοι κατέχουν άνω του 50% (110 από 142 εταιρίες) (86% στη μικρή κεφαλαιοποίηση – καμία με ευρεία διασπορά χωρίς μέτοχο πλειοψηφίας κάτω του 25%). Αντίθετα αυτό συμβαίνει μόλις στο 13% στις εταιρίες μεγάλης κεφαλαιοποίησης. Σχεδόν στο 40% των εταιριών το ποσοστό του μεγαλομετόχου υπερβαίνει το 75%. Ενώ με στάθμιση βάσει κεφαλαιοποίησης βασικοί μέτοχοι κατέχουν περίπου το 56% (διάμεσος 70%). Τα στοιχεία αυτά σε διεθνές επίπεδο διαμορφώνονται ως εξής: Με εξαίρεση τις αγορές των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας 3 βασικοί επενδυτές έχουν άνω το 50% στις περισσότερες από 28.000 εταιρίες σε 85 χώρες παγκοσμίως, ενώ στο 70% των περιπτώσεων ο έλεγχος ανήκει σε οικογένειες (σχεδόν 45%) και ιδιωτικές εμπορικές και βιομηχανικές εταιρίες (Aminadav, Gur and Elias Papaioannou (2016), “Corporate Control around the World”, Working Paper, London Business School). Είναι προφανές ότι οι οικογενειακές εισηγμένες δεν είναι αποκλειστικά ένα ελληνικό φαινόμενο που απαιτεί ειδικές ρυθμίσεις στην Ελλάδα. Αντίθετα πρόβλημα δημιουργείται λόγω του χαμηλότερου από το μέσο όρο διεθνώς ποσοστού διασποράς στην Ελλάδα κυρίως στις εταιρίες με μικρή κεφαλαιοποίηση. Αυτό απαιτεί άλλου είδους ρυθμίσεις όχι σε επίπεδο ΔΣ αλλά σε επίπεδο δικαιωμάτων μειοψηφίας, ή επαναπροσέγγιση του ζητούμενου ελάχιστου ποσοστού διασποράς για εισαγωγή στη ρυθμιζόμενη αγορά του χρηματιστηρίου. Επίσης η διαφορά στη διασπορά ανάμεσα σε εταιρίες μικρής και μεγάλης κεφαλαιοποίησης είναι ουσιαστική διαφοροποίηση που απαιτεί διαφορετικές στρατηγικές ως προς το ζήτημα της εταιρικής διακυβέρνησης. Επιπλέον τυπικά τουλάχιστον διαθέτουμε 17 εισηγμένες εταιρίες ανά 1 εκ κατοίκους. Αντίστοιχα ο αριθμός εταιριών ανά 1 εκ. κατοίκους (2018) στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανέρχεται σε 12 εταιρίες, στη Γερμανία 5,5, στις ΗΠΑ 13 και μόνο στην Αγγλία ανέρχεται σε 33 εταιρίες. Κατά συνέπεια έχουμε περισσότερες εισηγμένες εταιρίες κατά κεφαλήν από την υπόλοιπη Ευρώπη και μάλιστα μεγάλες ανεπτυγμένες οικονομίες, ακόμα και τις ΗΠΑ (με εξαίρεση την Αγγλία). Αντίθετα, η σχέση αξίας χρηματιστηριακής αγοράς προς ακαθάριστο εθνικό προϊόν ανέρχεται στην Ελλάδα (2019) σε μόλις περίπου 28%, ενώ οι αντίστοιχες τιμές για το 2017 στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν 77,9% στις ΗΠΑ 165,7% και στην Ελβετία 204% (Πηγή 2017 World Bank). Ως ακολούθως η κεφαλαιοποίηση των ελληνικών εισηγμένων εταιριών είναι πολύ χαμηλή, ενδεχόμενα αλλά όχι αποκλειστικά λόγω και της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Τα στοιχεία αυτά είναι σημαντικά για την διαμόρφωση προτεραιοτήτων και πολιτικών. Πριν όμως θα πρέπει να απεκδυθούμε κάποιων προκαταλήψεων που ακολουθούν τη νομοθέτηση των τελευταίων χρόνων. iii. Απομάκρυνση από προκαταλήψεις του Έλληνα νομοθέτη ο δημόσιος διάλογος για την εταιρική διακυβέρνηση διακατέχεται, κατά τη γνώμη μας, από μια σειρά μη παραγωγικών προκαταλήψεων: 1. Η υιοθέτηση νομοθετικών ρυθμίσεων απαιτείται γιατί στην Ελλάδα δεν συμμορφωνόμαστε με μέτρα ήπιας νομοθεσίας. Άρα δεν αρκούν κανόνες που επιτρέπουν αποκλίσεις όπως ο κανόνας “comply or explain” (Απάντηση) Ο κανόνας comply or explain είναι κανόνας εταιρικού δικαίου. Η δήλωση Εταιρικής διακυβέρνησης προβλέπεται ρητώς ως στοιχείο της ετήσιας έκθεσης. Μη συμμόρφωση με τον κανόνα επισύρει κυρώσεις (άρθρο 152 ν. 4548/2018). Η εταιρική διακυβέρνηση είναι περισσότερο διοίκηση και όχι δίκαιο. Υπερβολική έμφαση σε μια συμμόρφωση με συγκεκριμένους κανόνες δικαίου «μειώνει» την αξία ενός κώδικα και άλλων μέτρων ήπιας νομοθεσίας. Η ΕΕ έχει ήδη επιλέξει το μοντέλο της ήπιας νομοθεσίας με την ενωσιακού δικαίου ρύθμιση της δήλωσης εταιρικής διακυβέρνησης, ενώ ελάχιστες χώρες έχουν νόμους για την εταιρική διακυβέρνηση. 2. Ένας νόμος για την εταιρική διακυβέρνηση επιτρέπει την τυπική συμμόρφωση με τις απαιτήσεις και μειώνει το κόστος συμμόρφωσης (Απάντηση) Ειδικά στην εταιρική διακυβέρνηση δεν είναι το ζητούμενο μια τυπική συμμόρφωση (tick the box). Επίσης, με δεδομένο ότι κάθε εταιρία είναι διαφορετική δεν υπάρχει ένα μόνο μοντέλο εταιρικής διακυβέρνησης. Όποια πολιτική εταιρικής διακυβέρνησης πρέπει να ενισχύει την ουσιαστική συμμόρφωση και την ποικιλομορφία. Από την ποικιλομορφία έρχεται η ανάπτυξη και η επιτυχία. Παράδειγμα 1: Η google (Alphabet Inc) με κεφαλαιοποίηση σχεδόν 850 δις, διαθέτει δύο κατηγορίες μετοχών (τις μετοχές των επενδυτών και τις μετοχές των ιδρυτών που έχουν 10 φορές περισσότερα δικαιώματα ψήφου). Έτσι παρά τη μεγάλη διασπορά των μετοχών της, τον έλεγχο έχουν ακόμη οι ιδρυτές. Παράδειγμα 2: Πού αντιπροσωπεύονται καλύτερα τα συμφέροντα των μετόχων της μειοψηφίας σε ένα διοικητικό συμβούλιο με 2 ανεξάρτητα μέλη (υφιστάμενη ρύθμιση του 3016/2002) ή 3 (νέα ρύθμιση) ή με μία καταστατική ρύθμιση όπου το ΔΣ εκλέγεται με ψηφοδέλτια με αναλογική εκπροσώπηση όλων των μετόχων (προβλέπεται στον ν. 4548/2018); Η τελευταία ρύθμιση δεν αρκεί ως πρακτική για τη σύνθεση του ΔΣ με τον ν. 3016/2002 ούτε με το παρόν νομοσχέδιο. 3. Τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη του ΔΣ ελέγχουν και εποπτεύουν τα εκτελεστικά μέλη. (Απάντηση) Ούτε στη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ούτε στον κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης του Μεγάλου Βασιλείου υπάρχει σχετική τέτοια ρύθμιση. Σκοπός της συμμετοχής μη εκτελεστικών και ανεξάρτητων μελών είναι η διεύρυνση των διαφορετικών φωνών και απόψεων στο Διοικητικό Συμβούλιο, ώστε να λαμβάνονται πιο αντικειμενικές αποφάσεις = ποικιλομορφία – diversity. Η απόδοση ρόλου επόπτη στα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη προσαυξάνει την ευθύνη τους. Το ρόλο εποπτείας της διοίκησης της εταιρίας έχει συλλογικά το ΔΣ. Σημασία έχει να προσελκύσουμε επιτυχημένους ανθρώπους που θα θέλουν να μοιραστούν χρόνο από την επιτυχημένη καριέρα τους με την εταιρία και όχι να τους καταστήσουμε εσωτερικούς ελεγκτές. Ας αναρωτηθεί κανείς αν, αφού ένας δικηγόρος περιέγραφε στον Bill Gates τις ευθύνες του ως ανεξάρτητο μη εκτελεστικό μέλος ΔΣ μιας ελληνικής εισηγμένης εταιρίας, θα αποδεχόταν το διορισμό του για να καταλάβουμε που είναι το πρόβλημα στελέχωσης των περισσοτέρων ΔΣ. Ούτε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στην τελευταία αρμοδιότητά της για τον ορισμό προσωρινών διοικήσεων με απόφαση δικαστηρίου δεν μπορεί να βρει άτομα εγνωσμένου κύρους και εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις για την απαλλαγή των προσώπων αυτών από τη σχετική ευθύνη. Πώς λοιπόν θα βρουν οι εταιρίες όλα αυτά τα μέλη ΔΣ που απαιτούνται υπό τις παρούσες συνθήκες; 4. Σημαντικό μέτρο εταιρικής διακυβέρνησης είναι η επαύξηση της ευθύνης του ΔΣ (Απάντηση) Η οργάνωση αποτελεσματικών συστημάτων εταιρικής διακυβέρνησης είναι προληπτικό μέτρο υποκατάστασης της ευθύνης η οποία εμφανίζεται όταν δεν υπάρχει αποτελεσματική εταιρική διακυβέρνηση. Η συνεχής επαύξηση των ευθυνών ενός μέλους ΔΣ θα οδηγήσει σε ένα lemon market. Ικανά πρόσωπα που πραγματικά μπορούν να συνεισφέρουν δεν θα αναλαμβάνουν θέσεις ευθύνης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ακραίας νομολογιακής μεταχείρισης η ευθύνη του ΔΣ για τα μέτρα πυρόσβεσης στο υποκατάστημα τράπεζας. Αντίθετα προς τη σωστή κατεύθυνση οι διατάξεις του ν. 4548/2018. 5. Η επαύξηση της προστασίας των επενδυτών θα φέρει νέες επενδύσεις (Απάντηση) Θεωρία, εμπειρικές μελέτες και αγορές, καταδεικνύουν ότι δεν είναι αυτός ο καθοριστικός παράγοντας, αλλά η διαμόρφωση εμπιστοσύνης μεταξύ των επενδυτών και των θεσμών που πρωτοστατούν σε κάθε αγορά. Ιστορικά η νομοθετική παρέμβαση στη διαμόρφωση ενός υποχρεωτικού συστήματος εταιρικής διακυβέρνησης οδήγησε σε ένα σύστημα “insiders” και όχι “outsiders”, παράδειγμα η μεταπολεμική Ιαπωνία(Franks and Mayer 2017). Ο επενδυτής εξάλλου μπορεί να προστατευθεί φθηνά με την μέθοδο της διασποράς. Θα πρέπει επιτέλους να απομακρυνθούμε από το μοντέλο του προστατευόμενου εγκλωβισμένου μικροεπενδυτή. Οι αγορές που θα επικρατήσουν είναι αυτές με τη μεγαλύτερη ρευστότητα “liquidity bias”. iv. Αναθεώρηση των στόχων πολιτικής ως προς την εταιρική διακυβέρνηση Κατά την άποψη της ΕΝΕΙΣΕΤ οι κάτωθι πρέπει να είναι οι στόχοι της όποιας πολιτικής εταιρικής διακυβέρνησης για μια ανταγωνιστική και σύγχρονη αγορά: • Ειδικό ζήτημα προς επίλυση στην Ελληνική αγορά: • σχέσεις μειοψηφίας πλειοψηφίας και όχι ΔΣ – μετόχων • αύξηση διασποράς • Στόχευση στην ουσιαστική συμμόρφωση • Στόχευση στην παραμετροποίηση και ενίσχυση της ποικιλομορφίας και διαφοροποίησης των συστημάτων εταιρικής διακυβέρνησης (diversity) • Βελτιστοποίηση και ενίσχυση της διαφοροποίησης σε επίπεδο ΔΣ • Έμφαση στη διαφάνεια και τη διασύνδεση της εταιρικής διακυβέρνησης με την ποιότητα της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης. • Τα ζητήματα της ευθύνης είναι ζητήματα εταιρικού δικαίου και δεν θα πρέπει να παρεμβαίνει ο νομοθέτης της κεφαλαιαγοράς. • Διευκόλυνση εξόδου εταιριών από το ΧΑ που δεν επιθυμούν πλέον να είναι εισηγμένες. Δυνατότητα να συνεχίζουν να διαπραγματεύονται σε μια εναλλακτική αγορά με ελαφρύτερους κανόνες. v. Καθορισμός νέων μηχανισμών επίτευξης στόχων • Απομάκρυνση από τη στρατηγική της υιοθέτησης ανελαστικών νομοθετικών ρυθμίσεων (one size fits all) - Κατάργηση του ν. 3016/2002. Ενίσχυση του ρόλου του κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης και άλλων αντίστοιχων πρωτοβουλιών της αγοράς με υποχρεωτική συμμόρφωση των εταιριών με ευρέως αναγνωρισμένο κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης. • Οι πρωτοβουλίες της αγοράς για την σύνταξη κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν κόστος συμμετοχής και θα πρέπει να επιδιώκουν τη μέγιστη δυνατή συμμετοχή. • Εφόσον κριθεί απαραίτητη η θεσμοθέτηση κάποιων ελάχιστων κανόνων αυτό δεν θα πρέπει να γίνει εις βάρος ενός συνεκτικού κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης, ενώ και για αυτούς θα πρέπει να προβλέπεται επαρκής ευελιξία και παραμετροποίηση με βάση τις αρχές της αναλογικότητας. Επίσης θα πρέπει να προβλέπεται δυνατότητα μη εφαρμογής κάποιων εκ των κανόνων με απόφαση της γενική συνέλευσης της εταιρίας εφόσον δεν αντιλέγει η μειοψηφία και κατόπιν τεκμηριωμένης έκθεσης του ΔΣ. • Ενίσχυση της ποιότητας της δήλωσης εταιρικής διακυβέρνησης (άρθρο 152 Ν.4548/2018) με αυξημένες εποπτικές αρμοδιότητες της ΕΚ ως προς την ποιότητα των εξηγήσεων για τις αποκλίσεις από τον κώδικα που επιλέγουν να εφαρμόσουν. • Διευκόλυνση της διεύρυνσης της μορφολογίας των διοικητικών συμβουλίων των εισηγμένων εταιριών μέσω της δυνατότητας υιοθέτησης διαφόρων μορφών εκλογής μελών ΔΣ πχ μέσω ψηφοδελτίων αναλογικής εκπροσώπησης όλων των μετόχων ή ρεαλιστικής περιγραφής του ρόλου των ανεξαρτήτων μελών και του τρόπου αξιολόγησης της ανεξαρτησίας τους. • Υιοθέτηση πιστοποιητικού εταιρικής διακυβέρνησης κατά τα πρότυπα του φορολογικού πιστοποιητικού ή υιοθέτηση σε επίπεδο αγοράς scoring εταιρικής διακυβέρνησης. • Μείωση του κόστους εποπτείας για τις εισηγμένες εταιρίες που έχουν ανεπτυγμένα συστήματα εταιρικής διακυβέρνησης • Δημιουργία αγοράς Μικρομεσαίων Εισηγμένων Επιχειρήσεων ως Πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης με ακόμη λιγότερες υποχρεώσεις.