• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΝΩΣΗ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΩΝ' | 11 Σεπτεμβρίου 2020, 16:05

    Στο πλαίσιο του σχεδίου νόμου που ενσωματώνει την Οδηγία (ΕΕ) 2018/843 (AMLD5) θα θέλαμε να αναδείξουμε την προβληματική της ένταξης των ανώνυμων εταιριών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία (στο εξής «ΑΕΕΑΠ») ως υπόχρεων προσώπων του ν. 4557/2018 και να προτείνουμε τη κατάργηση του εδαφίου ιστ΄ της παρ. 3 του άρθρου 3 του εν λόγω νόμου, με το οποίο συμπεριελήφθησαν οι ΑΕΕΑΠ στην λίστα των χρηματοπιστωτικών οργανισμών και ως εκ τούτου κατέστην υπόχρεα πρόσωπα, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 εδ. β΄ του ν. 4557/2018. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 3 εδάφιο ιστ΄ του ν. 4557/2018, στον κατάλογο των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, αναφέρονται μεταξύ άλλων και οι «εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία», όπως οι ΑΕΕΑΠ. Η συμπερίληψη αυτή των ΑΕΕΑΠ στην έννοια των χρηματοπιστωτικών οργανισμών αναδεικνύει την λανθασμένη ερμηνεία του σχετικού εδαφίου δ της παρ. 2 του άρθρο 3 της AMLD4 και αποτελεί αδικαιολόγητη προσθήκη του εθνικού νομοθέτη. Το άρθρο 3 παρ. 2 εδ. δ΄ της Οδηγίας αναφέρεται σε οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων «που διαθέτουν στο κοινό μέσω της αγοράς μερίδια ή μετοχές τους·». Ωστόσο, οι ΑΕΕΑΠ ΔΕΝ διαθέτουν στο κοινό τις μετοχές τους. Την εργασία αυτή κάνουν τρίτα προς τις ΑΕΕΑΠ πρόσωπα, επιχειρήσεις επενδύσεων και πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία αποτελούν χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που είχαν την υποχρέωση λήψης μέτρων δέουσας επιμέλειας σύμφωνα και με τον ν. 3691/2008 που ίσχυε πριν την εφαρμογή του ν. 4557/2018. Για τον λόγο αυτό άλλωστε οι ΑΕΕΑΠ δεν περιλαμβάνονταν στο προηγούμενο κανονιστικό πλαίσιο του ν. 3691/2008, αφού οι μετοχές τους εισάγονται υποχρεωτικά στο Χρηματιστήριο και οι ίδιες δεν μπορούν να τις διαθέσουν στο κοινό. Το κοινό μπορεί να τις αποκτήσει -και να τις πουλήσει- μόνο μέσα από επιχειρήσεις επενδύσεων ή πιστωτικά ιδρύματα. Αυτοί οι οργανισμοί είναι υπεύθυνοι για την διενέργεια ελέγχων και λήψη μέτρων δέουσας για κάθε πελάτη που τους δίνει εντολές αγοράς οποιασδήποτε εισηγμένης μετοχής, άρα και των μετοχών των ΑΕΕΑΠ. Περαιτέρω θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι, στις λίγες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου λειτουργούν εισηγμένες εταιρίες αντίστοιχες με τις ΑΕΕΑΠ, όπως πχ στο Βέλγιο, στην Ιταλία και στην Ισπανία, οι εταιρείες αυτές δεν περιλαμβάνονται στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Επιπλέον, όπως έχουμε επισημάνει και παλαιότερα, σημειώνουμε ότι η θεσμοθέτηση αυτών των υποχρεώσεων για τις ΑΕΕΑΠ έχει αναδεχθεί και στην πράξη προβληματική, καθώς οι περισσότερες από τις προβλέψεις του ν. 4557/2018 δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής στην περίπτωση των ΑΕΕΑΠ. Τούτο, διότι οι ίδιες δεν διαθέτουν τις μετοχές τους στο κοινό. Για τον λόγο αυτό άλλωστε οι εισηγμένες εταιρίες δεν υπάγονται στον ν.4557/2018. Το ζήτημα μάλιστα γίνεται εντονότερο κατά την διαδικασία υποβολής εποπτικών αναφορών, σύμφωνα με το οικείο πλαίσιο, καθώς τα περισσότερα από τα πεδία του σχετικού παραρτήματος ΙΙΙ της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς με αριθμό 5/820/2018 που πρέπει να υποβάλλεται από τα υπόχρεα πρόσωπα δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής στην περίπτωση των ΑΕΕΑΠ. Αυτό επιβεβαιώνει το σκεπτικό μας ότι ο ενωσιακός νομοθέτης όταν κατήρτισε το πλαίσιο της AMLD4 δεν είχε σκοπό να συμπεριλάβει έναν τέτοιο τύπο εταιρίας ως υπόχρεο πρόσωπο. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω παρακαλούμε να καταργηθεί το εδάφιο ιστ’ του άρθρου 3 παρ. 3 του ν. 4557/2018, ώστε να αρθεί αυτή η πρόσθετη υποχρέωση που επιβλήθηκε στις ΑΕΕΑΠ με τον ν. 4557/2018, η οποία έχει και περαιτέρω επιπτώσεις καθώς κατ’ επέκταση οι ΑΕΕΑΠ καλούνται από την ΕΚ σε reporting CRS και FATCA και ενώ οι εισηγμένες εταιρείες (πολλές εκ των οποίων δραστηριοποιούνται στον ίδιο κλάδο του real estate) δεν έχουν τέτοια υποχρέωση.