• Το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου συνεισφέρει στην αποτελεσματική συλλογή δεδομέ-νων και αξιολόγηση των πιστωτικών κινδύνων έναντι του Δημοσίου, ενώ προάγει τη συνετή χρήση τους προς άρση της ασύμμετρης πληροφόρησης μεταξύ πιστωτή και οφειλέτη. Ταυτόχρονα ωστόσο οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εν πολλοίς αγνοούν το ρόλο των Οργανισμών Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας, οι οποίοι ως θεσμός λειτουργούν υπό αυστηρό Ευρωπαϊκό εποπτικό πλαίσιο βάσει του ΕΚ 1069/2009, με εντολή η οποία συνάδει με τους σκοπούς του Σχεδίου Νόμου. Προτείνονται επομένως οι παρακάτω τροποποιήσεις: ΜΕΡΟΣ Β΄ Αξιολόγηση της έναντι του Δημοσίου φερεγγυότητας και πιστοληπτικής ικανότητας φυσικών και νομικών προσώπων – Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Πιστο-ληπτικής Αξιολόγησης (άρθρα 46-108) (1) Στο Άρθρο 48-Ορισμοί «Φορείς Πιστοληπτικής Αξιολόγησης» να προστεθεί ρητή αναφορά ότι συμπεριλαμβάνονται οι αναγνωρισμένοι Οργανισμοί Αξιολόγησης Πι-στοληπτικής Ικανότητας (Credit Rating Agencies), οι οποίοι λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 (όπως τροποποιηθείς ισχύει). (2) Στο Άρθρο 52, παράγραφος 2, να αρθεί η απαγόρευση πρόσβασης αυτών των Φο-ρέων (οι οποίοι συμπεριλαμβάνουν Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανό-τητας) στις αξιολογήσεις οικονομικής συμπεριφοράς που θα είναι καταχωρισμένα στο Σύστημα -Επί του άρθρου 56 παρ. 1 Για τη χρήση της πληροφορίας να χρησιμοποιηθεί η νόμιμη βάση του έννομου συμ-φέροντος σύμφωνα με το άρθρο 6 ΓΚΠΔ παράγραφος vi. Βάσει αυτού το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς θα μπορούσε να λαμβάνει σχετική ειδοποίηση-ενημέρωση ότι έχει ζητηθεί η πληροφορία χωρίς να απαιτείται η πρωτύτερη σχετική συγκατάθεση του υποκειμένου, η οποία καθιστά τη διαδικασία δυσλειτουργική και αμφίβολη. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα δεν θα πρέ-πει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει πρωτύτερη συγκατάθεση. -Επί του άρθρου 56 παρ. 2 Από τον περιγραφόμενο σκοπό των αιτιολογήσεων (2α,β,γ,δ,ε) προκύπτει ότι οι ιδιω-τικοί φορείς με πρόσβαση στο αποτέλεσμα της αξιολόγησης θα μπορούν να είναι μό-νο οι πιστωτές. Δεδομένου όμως ότι οι φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης συμβάλ-λουν με τις υπηρεσίες τους στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των Ελληνικών επιχειρήσεων, στη διαφάνεια των εμπορικών συναλλαγών και στη σημαντική μείωση του επιχειρηματικού κινδύνου, προτείνουμε να έχουν πρόσβαση στην πληροφορία, ανεξάρτητα της διαδικασίας που περιγράφεται στο άρθρο 58.1. Επομένως, προτείνουμε να προστεθεί και η δυνατότητα παροχής της πληροφορίας και στους φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης και ειδικότερα σε: Α) σε «Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας», επίσημα αναγνωρισμέ-νους από την European Securities and Markets Authority (ESMA) Β) σε εταιρίες που παρέχουν Υπηρεσίες Αξιολόγησης Πιστωτικού Κινδύνου –Άρθρο 58, παράγραφος 1: Για τη χρήση της πληροφορίας να χρησιμοποιηθεί η νόμιμη βάση του έννομου συμ-φέροντος σύμφωνα με το άρθρο 6 ΓΚΠΔ παράγραφος vi. Βάσει αυτού το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς θα μπορούσε να λαμβάνει σχετική ειδοποίηση-ενημέρωση ότι έχει ζητηθεί η πληροφορία χωρίς να απαιτείται η πρωτύτερη σχετική συγκατάθεση του υποκειμένου, η οποία καθιστά τη διαδικασία δυσλειτουργική και αμφίβολη. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα δεν θα πρέ-πει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει πρωτύτερη συγκατάθεση. -Άρθρο 58, παράγραφος 2: Δεν υπάρχει η περίπτωση θ στο άρθρο 51, επομένως θα πρέπει να αφαιρεθεί και το άρθρο να τροποποιηθεί ως εξής: «Η Αρχή δύναται να συνάπτει συμβάσεις με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, βάσει της οποίας δύναται να παραχθεί ενοποιημένη βαθμολόγηση αποκλειστικά από αναγνωρι-σμένους Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας (Credit Rating Agencies), οι οποίοι λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 (όπως τροποποιηθείς ισχύει).» Με τις προαναφερόμενες τροποποιήσεις διασφαλίζεται: α) η αξιοπιστία των πιστο-ληπτικών βαθμολογήσεων που θα λαμβάνει η Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιο-λόγησης από τους Φορείς Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, και β) ως επακόλουθο η ακε-ραιότητα και ποιότητα των ενοποιημένων βαθμολογήσεων που θα παράγουν τα CRAs.