• Άρθρο 6 Προτείνουμε να αναδιατυπωθεί η παράγραφος 1, εδάφιο 1ο ώστε να περιλαμβάνει όλους τους όρους που διαμορφώνουν το καθεστώς των κοινοχρήστων πραγμάτων κατά τον Αστικό Κώδικα (άρθρα 966-971 ΑΚ), ως εξής: «1. Ο αιγιαλός και η παραλία ανήκουν στη δημόσια κτήση και είναι κοινόχρηστα πράγματα, εκτός συναλλαγής, τα οποία προστατεύει και διαχειρίζεται η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου.» Προτείνουμε να αναδιατυπωθεί η παράγραφος 2, εδάφιο 2ο, ώστε να περιλαμβάνει όλους τους όρους που διαμορφώνουν το καθεστώς κτήσης δικαιωμάτων σε κοινόχρηστα πράγματα κατά το άρθρο 970 του Αστικού Κώδικα, ως εξής: «2. Κύριος προορισμός των κοινόχρηστων πραγμάτων της παρ. 1 είναι η ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβαση του κοινού προς αυτά, καθώς και η επικοινωνία της ξηράς με τη θάλασσα, λιμνοθάλασσα, λίμνη ή ποταμό. Στα κοινόχρηστα πράγματα της παρ. 1 επιτρέπεται να αποκτηθούν ιδιαίτερα ιδιωτικά δικαιώματα, με παραχώρηση της αρχής, κατά τους όρους του νόμου, μόνον εφόσον με τα δικαιώματα αυτά εξυπηρετείται ή δεν αναιρείται η κοινή χρήση». Η πρόβλεψη στην παράγραφο 5 ότι ο παλαιός αιγιαλός και η παλαιά όχθη των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου επαναφέρει το καθεστώς που ίσχυε αρχικά, πριν την τροποποίηση του άρθρου 2 παρ. 5 του ν. 2971/2001 με το άρθρο 24 παρ. 1 του ν. 4607/2019 (ΦΕΚ Α’ 65/24.4.2019), που όριζε ότι: «1. Ο αιγιαλός, η παραλία, η όχθη, η παρόχθια ζώνη, το υδάτινο στοιχείο, ο πυθμένας και το υπέδαφος του βυθού της θάλασσας, λιμνοθάλασσας, λίμνης και της κοίτης πλεύσιμου ποταμού είναι πράγματα κοινόχρηστα και ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο, το οποίο έχει υποχρέωση να τα προστατεύει και να τα διαχειρίζεται, σύμφωνα με τις αρχές της αειφορίας και του χωροταξικού σχεδιασμού». Και οι δύο εκδοχές με τις οποίες ο παλαιός αιγιαλός και η παλαιά όχθη εντάσσονται, συλλήβδην, είτε στην ιδιωτική είτε στη δημόσια περιουσία του Δημοσίου, διακρίνονται από εσφαλμένη θεώρηση γιατί παραγνωρίζουν την πραγματική τρέχουσα μορφή του παλαιού αιγιαλού με βάση την οποία και μόνο θα έπρεπε να δίνεται σε αυτόν (και κατ’ επέκταση και στην παλαιά όχθη) ο χαρακτήρας τους ως πραγμάτων που ανήκουν στην ιδιωτική ή στη δημόσια κτήση του Δημοσίου. Τούτο επειδή ο παλαιός αιγιαλός, ως έκταση που στο παρελθόν αποτελούσε αιγιαλό, ανήκει σε κάθε περίπτωση στο Δημόσιο, μπορεί ωστόσο, κατά περίπτωση, είτε α) να έχει αποβάλει πια κάθε μορφολογικό στοιχείο που παραπέμπει σε παράκτια ζώνη, επομένως δεν είναι επιβεβλημένος κατά νόμο (άρθρο 967 ΑΚ) ο χαρακτηρισμός του ως κοινοχρήστου πράγματος, είτε β) να διατηρεί οικολογικά στοιχεία παράκτιας ζώνης (άμμο, αμμοθίνες, παράκτια βλάστηση κ.λπ.), οπότε ο χαρακτηρισμός του ως ιδιωτικού κτήματος του Δημοσίου είναι επίσης, στην περίπτωση αυτή, εσφαλμένος. Θα ήταν επομένως ορθότερο να κρίνεται κατά περίπτωση (ad hoc) αν ο παλαιός αιγιαλός και η παλαιά όχθη ανήκουν στην ιδιωτική ή στη δημόσια περιουσία του Δημοσίου. Για τούτο, προτείνεται να αναδιατυπωθεί η παρ. 5 ως εξής: «5. Ο παλαιός αιγιαλός και η παλαιά όχθη των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών ανήκουν στο Δημόσιο. Σε περίπτωση που έχουν αποβάλει κάθε μορφολογικό στοιχείο που παραπέμπει σε παράκτια ζώνη, ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου. Εφόσον όμως διατηρούν οικολογικά στοιχεία παράκτιας ζώνης (άμμο, αμμοθίνες, παράκτια βλάστηση κ.λπ.), θεωρούνται υποχρεωτικά κοινόχρηστα πράγματα και ανήκουν στη δημόσια κτήση. Τμήματα του παλαιού αιγιαλού που συνορεύουν με απάτητες παραλίες της παρ. 2 του άρθρου 4 ανήκουν στη δημόσια κτήση, είναι ανεπίδεκτα κτήσης ιδιωτικών δικαιωμάτων και καταγράφονται ως πράγματα κοινόχρηστα».