• Σχόλιο του χρήστη 'Δίκτυο Φορέων και Πολιτών ΠελοπόννηSOS' | 14 Φεβρουαρίου 2024, 20:27

    Το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου δεν εισάγει μεταρρύθμιση για την αποτελεσματική προστασία και διαχείριση του παράκτιου χώρου, αυτού του σημαντικού οικοσυστήματος που βάλλεται από την κλιματική κρίση, και απουσιάζουν προβλέψεις που σχετίζονται με την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή (π.χ. δεν υπάρχει αναφορά σε άλλους φυσικούς ή ανθρωπογενείς κινδύνους που απειλούν την παράκτια και παρόχθια ζώνη, πλημμυρικούς κινδύνους κ.λπ.). Ως πρώτο σχόλιο, σημειώνουμε τη συνεχιζόμενη μη κύρωση και εφαρμογή από τη χώρα μας του Πρωτοκόλλου για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης (ΟΔΠΖ) στη Σύμβαση της Βαρκελώνης για την προστασία της Μεσογείου, το οποίο, μεταξύ άλλων, προβλέπει ότι «τα συμβαλλόμενα μέρη: α) καθορίζουν στις παράκτιες ζώνες, από την υψηλότερη χειμερινή ίσαλο γραμμή, ζώνη στην οποία δεν επιτρέπεται η δόμηση. Λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις περιοχές οι οποίες επηρεάζονται άμεσα και αρνητικά από την αλλαγή του κλίματος και τους φυσικούς κινδύνους, αυτή η ζώνη δεν μπορεί να έχει πλάτος μικρότερο των 100 μέτρων, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του κατωτέρω εδαφίου». Πρόκειται για άλλη μία αποσπασματική παρέμβαση που επιχειρείται καθώς: – πρόκειται για κακή νομοτεχνική επιλογή να καταργείται σχεδόν στο σύνολό του ο νόμος 2971/2001 για τον αιγιαλό και την παραλία, ο οποίος έχει τροποποιηθεί πολλάκις, δίχως να κωδικοποιείται όπως θα απαιτούνταν ούτως ή άλλως, για να ρυθμιστούν τα ίδια ζητήματα που καλύπτει ο ισχύων νόμος (βλ. εκτενή κατάλογο καταργούμενων διατάξεων στο άρθ. 24), – εισάγεται μια νέα ad hoc «κατηγορία» προσωρινού καθεστώτος προστασίας («απάτητες παραλίες», βλ. άρθ. 4 παρ. 2 σε συνδυασμό με την εξουσιοδοτική διάταξη του άρθ. 22 παρ. 1) που οδηγεί σε κατακερματισμό του προστατευτικού καθεστώτος των περιοχών του δικτύου Natura 2000, αντί το αρμόδιο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας να προβεί άμεσα στις απαιτούμενες ενέργειες για την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων και των σχεδίων διαχείρισης προκειμένου να προστατευθούν ουσιαστικά οι περιοχές του δικτύου Natura 2000 και να συμμορφωθεί η χώρα μας με τις οδηγίες για τη φύση και την απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ C-849/18. Στην ουσία το παρόν σχέδιο νόμου δεν προστατεύει αυτές τις παραλίες αλλά προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης απαγορεύσεων και περιορισμών ως προς τις δραστηριότητες που επιτρέπονται επ’ αυτών είτε μέσω της υ.α. του άρθρου 21 παρ. 6 του ν. 1650/1986 είτε την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 22 παρ. 1 του παρόντος. – οι νέοι όροι «προστατευόμενος αιγιαλός» και «απάτητες παραλίες» που εισάγονται (βλ. άρθρα 3 περίπτ. δ΄ και 4) αφορούν μόνο τις περιοχές του δικτύου Ν2000, δημιουργώντας ταυτόχρονα και ασάφεια σχετικά (πρβλ. άρθ. 22 παρ. 1 εδ. β΄), – τέλος, με το παρόν σχέδιο νόμου (βλ. άρθ. 28) καθορίζεται για πρώτη (από ό,τι φαίνεται) φορά θαλάσσια ζώνη λιμένα Αλεξανδρούπολης, με την οποία επεκτείνεται η ήδη καθορισμένη χερσαία ζώνη. Δεν διευκρινίζεται, όμως, γιατί ο καθορισμός αυτός γίνεται με διάταξη τυπικού νόμου, και δεν ακολουθείται η προβλεπόμενη διαδικασία (πρβλ. άρθ. 18-27 ν. 2971/2001, όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν). Επιπρόσθετα, επισημαίνουμε ότι οι κάτωθι προβλέψεις συνεπάγονται οπισθοδρόμηση στην αποτελεσματική προστασία του αιγιαλού και της παραλίας: – Καθότι καταργείται η πρόβλεψη του ν. 2971/2001 ότι «[η] προστασία των κοινοχρήστων πραγμάτων και του οικοσυστήματος αυτών της παραγράφου 1 είναι ευθύνη του Κράτους, το οποίο μεριμνά για την οργάνωση και λειτουργία ολοκληρωμένου συστήματος καταγραφής, διαχείρισης, εποπτείας και ελέγχου τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τις αρχές της αειφορίας και του χωροταξικού σχεδιασμού» (άρθ. 2 παρ. 2). – Μεταβάλλεται ο ορισμός της παραλίας και χωρίς καμία αιτιολογική βάση (έλλειψη, από την οποία προκύπτει ότι η προτεινόμενη τροποποίηση επιδιώκει την ικανοποίηση ιδιωτικών συμφερόντων), η προτεινόμενη ρύθμιση καταργεί το ελάχιστο όριο των 30 μέτρων (διατηρείται το απώτατο όριο των 50 μέτρων), ενώ εξακολουθεί να μη λαμβάνεται υπόψη το Πρωτόκολλο ΟΔΠΖ (το οποίο θεσπίζει «αδόμητη ζώνη» τουλάχιστον 100 μέτρων, εκεί που δεν υπάρχουν οικισμοί και σημαντικά λιμενικά έργα δημόσιου συμφέροντος, πρβλ. άρθ. 8 παρ. 2 εδ. α και β). – O κοινόχρηστος χαρακτήρας του παλαιού αιγιαλού και της παλαιάς όχθης των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών καταργείται, καθώς τα τμήματα αυτά περιέρχονται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου – εκτός από την περίπτωση της γειτνίασης με απάτητες παραλίες (βλ. άρθ. 6 παρ. 5). Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε στα θετικά σημεία του παρόντος νομοσχεδίου ότι: – η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου θα είναι αρμόδια για τον ορισμό παραλιών προς παραχώρηση (απλή γνώμη ΟΤΑ α΄ βαθμού), ωστόσο, παρόλες τις προσπάθειες που καταβάλλει δεν κατέχει την απαραίτητη τεχνογνωσία και είναι αμφίβολο εάν έχει στη διάθεσή της τα απαραίτητα μέσα και στελεχειακό δυναμικό. – προβλέπεται νέα επιβαρυντική περίσταση σε περίπτωση που «[…] η μεταβολή [στον αιγιαλό ή την παραλία] προκαλεί σημαντική οικολογική, περιβαλλοντική ή γεωμορφολογική διατάραξη ή βλάβη, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή» (άρθ. 20). Ωστόσο, για να είναι εφαρμόσιμη η πρόβλεψη αυτή, θα πρέπει να συνοδεύεται και από ένα αποτελεσματικό σύστημα διεξαγωγής περιβαλλοντικών ελέγχων. Ένα τέτοιο σύστημα απέχει πολύ από τη σημερινή κατάσταση των σοβαρά υποστελεχωμένων υπηρεσιών διεξαγωγής περιβαλλοντικών ελέγχων. Στο σημείο αυτό επαναλαμβάνουμε το πάγιο αίτημά μας για τη σύσταση ανεξάρτητης αρχής περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων. – παρέχονται νέα εργαλεία (χρήση ηλεκτρονικών μέσων) στους πολίτες για την άμεση υποβολή καταγγελιών σε περιπτώσεις αυθαίρετης κατάληψης αιγιαλού και παραλίας, ή υπέρβασης της παραχώρησης, η λειτουργία των οποίων, όμως, θα πρέπει να εξειδικευθεί περαιτέρω (βλ. άρθ. 16 σε συνδυασμό με το άρθ. 22 παρ. 9). – τέλος, προωθείται η διαλειτουργικότητα μεταξύ της πλατφόρμας παρακολούθησης και ελέγχου των συμβάσεων παραχώρησης (άρθ. 10 και 15 νομοσχεδίου) [σε αντικατάσταση του ηλεκτρονικού μητρώου μητρώο πληροφοριών του άρθ. 15 παρ. 11 ν. 2971/2001 που καταργείται με το παρόν], η οποία θα είναι προσβάσιμη μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης, και του συστήματος της καταγγελίας. Τέλος, υπογραμμίζεται ότι για άλλη μια φορά η διάρκεια της δημόσιας διαβούλευσης ήταν απαράδεκτα μικρή: δύο εβδομάδες για ένα σχέδιο νόμου που δεν εισάγει μικρές σημειακές τροποποιήσεις, αλλά μεταβάλλει κατά το μεγαλύτερο μέρος της τη νομοθεσία για την παράκτια και παρόχθια ζώνη είναι αδικαιολόγητα μικρή προθεσμία. Ακολουθούν ειδικά αναλυτικά σχόλια ανά άρθρο του σχεδίου νόμου. Σχόλια στο ΜΕΡΟΣ Α΄ Άρθρο 1 Σκοπός 1. Πρώτα απ’ όλα, μία γενική παρατήρηση: αν και παρουσιάζεται ως “εκσυγχρονιστικό”, το σχέδιο νόμου περιστρέφεται γύρω από δύο έννοιες που έχουν εισαχθεί στην ελληνική νομοθεσία από τον α.ν. 2344/1940 (Α’ 154) (αν όχι νωρίτερα): τον “αιγιαλό” (από τον οποίο αποσπάται ο “παλαιός αιγιαλός”) και την “παραλία”. Διαχρονικά, οι δύο αυτές έννοιες έχουν συμβάλει στην οικιστική ανάπτυξη της παράκτιας ζώνης, στην κατοχύρωση ιδιωτικών δικαιωμάτων μέσα σε αυτή και στην αποκόμιση ορισμένων εσόδων (για το δημόσιο, και άλλους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς) από την εκμετάλλευση της ζώνης αυτής. Δυστυχώς, δεν έχουν συμβάλει επαρκώς στην προστασία και τη βιωσιμότητά της: σήμερα, η βασική πρόκληση είναι η προστασία της ευρύτερης “παράκτιας ζώνης” (ως «γεωμορφολογικής περιοχής εκατέρωθεν της ακτογραμμής στην οποία η αλληλεπίδραση μεταξύ του θαλάσσιου και του χερσαίου τμήματος αποκτά τη μορφή πολύπλοκων συστημάτων οικολογικών στοιχείων και πόρων αποτελούμενων από βιοτικές και αβιοτικές συνιστώσες που συνυπάρχουν και αλληλεπιδρούν με τις ανθρώπινες κοινότητες και τις σχετικές κοινωνικο-οικονομικές δραστηριότητες», άρθ. 2 παρ. ε Πρωτοκόλλου ΟΔΠΖ, ως κοινόχρηστου και περιβαλλοντικού αγαθού, ιδιαίτερα ευαίσθητου (ειδικότερα στη Μεσόγειο, και ειδικότατα στην Ελλάδα) στην άναρχη ανάπτυξη και την κλιματική αλλαγή. Σχετικά, το άρθρο 8 του ως άνω Πρωτοκόλλου προβλέπει την καθιέρωση παράκτιας ζώνης που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 100 μέτρα σε πλάτος και όπου δεν επιτρέπονται κατασκευές («construction is not allowed»), λαμβάνοντας υπόψη τις περιοχές που επηρεάζονται άμεσα και αρνητικά από την κλιματική αλλαγή και τους φυσικούς κινδύνους. Για τον σκοπό αυτό, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σύγχρονα εργαλεία, όπως η καταγραφή των ευρωπαϊκών παράκτιων οικότοπων (EUNIS 2021), και η Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης (άρθ. 5-21 Πρωτοκόλλου ΟΔΠΖ). Η τελευταία αποτελεί νομική υποχρέωση της χώρας, καθώς το Πρωτόκολλο ΟΔΠΖ αποτελεί μέρος του ενωσιακού δικαίου. Τέλος, υπενθυμίζεται ότι η οριοθέτηση της “κρίσιμης παράκτιας ζώνης” επιβάλλεται από το άρθ. 20 παρ. 8 περ. β΄ του ν. 3937/2011 (Α΄ 60), αλλά η Πολιτεία, 12 χρόνια αργότερα, δεν έχει προβεί στην οριοθέτηση αυτή. 2. Όλα τα παραπάνω απουσιάζουν από το σχέδιο νόμου: το σχέδιο νόμου δεν προτείνει τίποτα νέο για την προστασία της παράκτιας ζώνης από την κλιματική αλλαγή, και το θέμα διέπεται από το παρωχημένο άρθ. 12 ν. 2971/2001 (Α΄ 285), παρόλο που η επιστημονική γνώση έχει προοδεύσει σημαντικά από την πιο πρόσφατη τροποποίηση του τελευταίου (με το άρθ. 29 ν. 4607/2019). Τα συναρμόδια Υπουργεία φαίνεται να έχουν την εντύπωση ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις ακτές θα είναι περιορισμένες και εντοπισμένες, χωρίς οικονομικές συνέπειες, και αντιμετωπίσιμες με μερικά σημειακά και αποσπασματικά τεχνικά έργα ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Δυστυχώς για όλους μας, το πρόβλημα είναι εκτεταμένο: σειρά ερευνών τα τελευταία χρόνια, που τα συναρμόδια Υπουργεία επιμένουν να αγνοούν, έδειξαν ότι ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής ακτογραμμής είναι εκτεθειμένο στην διάβρωση. Εκτός από την κλιματική αλλαγή, η διάβρωση των ελληνικών ακτών αναδεικνύει δύο ακόμα πολιτικά προβλήματα – τις ασυντόνιστες επεμβάσεις στην ακτή από κάθε είδους λιμενικά έργα, και την κακή διαχείριση των εσωτερικών υδάτων. Επιπλέον, στο νομοσχέδιο δεν υπάρχει η αναφορά σε άλλους φυσικούς ή ανθρωπογενείς κινδύνους που απειλούν την παράκτια και την παρόχθια ζώνη (π.χ., πλημμυρικούς, σεισμικούς ή τεχνολογικούς, όπως βιομηχανικά ατυχήματα ή ρύπανση), για τους οποίους το Πρωτόκολλο ΟΔΠΖ απαιτεί εκτίμηση επιπτώσεων, και μέτρα πρόληψης, μετριασμού και προσαρμογής (άρθ. 22). Δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στον ρόλο της παράκτιας και της παρόχθιας ζώνης στην προστασία των ανθρώπινων δραστηριοτήτων από κάποιους φυσικούς κινδύνους (π.χ., πλημμυρικούς) – ως “λύσεις βασισμένες στην φύση”. Απουσιάζουν οι ευάλωτοι παράκτιοι οικότοποι, οι οποίοι δεν είναι δυνατόν να “εγκιβωτιστούν” μέσα στις οριογραμμές της παραλίας και του (παλαιού ή μη) αιγιαλού (π.χ., παράκτιες και παρόχθιες δασικές εκτάσεις, αμμοθινικά οικοσυστήματα). Απουσιάζουν ακόμα και οι οικονομικές επιπτώσεις των παραπάνω, που είναι τόσο σημαντικές για τον τουριστικό τομέα, και για τις οποίες το επισπεύδον Υπουργείο θα έπρεπε να δείξει κάποια ευαισθησία. Τα παραπάνω δείχνουν ότι το σχέδιο νόμου δεν βασίζεται στη βέλτιστη διαθέσιμη επιστήμη, και απλώς αποσκοπεί σε μικρο-αλλαγές (αρνητικές, ως επί το πλείστον) στο ισχύον καθεστώς. Η υιοθέτηση μερικών τεχνικών λύσεων (όπως το QR- code), οι οποίες ούτε είναι προσιτές σε όλους τους χρήστες της παράκτιας ζώνης, ούτε συνδέονται οργανικά με το υπόλοιπο νομικό πλαίσιο δεν συνιστά εκσυγχρονισμό, αλλά οπισθοδρόμηση με έναν επιφανειακό “τεχνολογικό μανδύα”. 3. Αποδοκιμαστέα είναι και η νομοτεχνική επιλογή να μην ενσωματωθούν οι νέες διατάξεις στον ισχύοντα ν. 2971/2001, ή (ακόμα καλύτερα) σε έναν ευρύτερο κώδικα για την παράκτια ζώνη. Χοντρικά, ο “μισός” ν. 2971/2001 διατηρείται σε ισχύ, και ο άλλος μισός αντικαθίσταται από το παρόν σχέδιο νόμου. Προβλήματα θα δημιουργηθούν και από τις παραπομπές της υπόλοιπης νομοθεσίας στον ν. 2971/2001, καθώς η σχετική διάταξη του νομοσχεδίου (άρθ. 24 παρ. 2) είναι ιδιαίτερα κακοδιατυπωμένη. Η λύση αυτή αυξάνει την πολυνομία, και καθιστά την κατανόηση του πολύπλοκου νομικού πλαισίου ιδιαίτερα δυσχερή για τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, οι οποίοι δεν διαθέτουν νομικούς ή τεχνικούς συμβούλους. Πόσο μάλλον που το επισπεύδον Υπουργείο προωθεί συνέχεια την τροποποίηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου, με προφανή σκοπό τη διαρκή εξυπηρέτηση διάφορων ιδιωτικών και τοπικών συμφερόντων: μόνο το 2023 (και εφόσον μετράμε σωστά), αυτό συνέβη 10 φορές (άρθ. 3 και 6 ν. 5022/2023, άρθ. 71, 74 και 75 ν. 5036/2023, άρθ. 53 και 54 ν. 5039/2023, άρθ. 223 και 231 ν. 5037/2023, άρθ. 14 ν. 5069/2023). Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στο άρθρο 54 ν. 5039/2023, καθώς επεκτείνει τη δυνατότητα νομιμοποίησης αυθαίρετων λιμενικών εγκαταστάσεων που θέσπισε το άρθ. 86 ν. 4504/2017 [σημειώνεται ότι “λιμενική εγκατάσταση” είναι, τελικά, κάθε έργο που υλοποιείται “εν όλω ή εν μέρει” στον αιγιαλό/παραλία/όχθη/παρόχθια ζώνη (άρθ. 1 περ. 8 ν. 2971/2001 όπως ισχύει), οπότε νομιμοποιούνται συνολικά όλες οι επεμβάσεις]. Στην ίδια λογική κινείται και το άρθρο 28 του σχεδίου νόμου (για τον λιμένα Αλεξανδρούπολης). To άρθρο 13, για την παραχώρηση απλής χρήσης, έχει τροποποιηθεί 3 φορές τα τελευταία 4 χρόνια (άρθ. 31 ν. 4609/2019, άρθ. 42 παρ. 1 ν. 4688/2020, άρθ. 14 ν. 4787/2021), και, μετά από αυτή τη νομοθετική υπερπροσπάθεια, το νομοσχέδιο προτείνει την κατάργησή του (άρθ. 24 παρ. 1). Τα συναρμόδια Υπουργεία αδυνατούν να διαχειριστούν ολοκληρωμένα όχι μόνο τον αιγιαλό και την παραλία, αλλά και τα αιτήματα για ειδική μεταχείριση όσων αδυνατούν (ή απροθυμούν) να χρησιμοποιήσουν το ισχύον νομικό πλαίσιο. 4. Επιπρόσθετα, καταργούνται υφιστάμενες διατάξεις περί προστασίας του παράκτιου χώρου, όπως η εξής (άρθ. 2 παρ. 2 του ν. 2971/2001): «Η προστασία των κοινοχρήστων πραγμάτων και του οικοσυστήματος αυτών της παραγράφου 1 είναι ευθύνη του Κράτους, το οποίο μεριμνά για την οργάνωση και λειτουργία ολοκληρωμένου συστήματος καταγραφής, διαχείρισης, εποπτείας και ελέγχου τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τις αρχές της αειφορίας και του χωροταξικού σχεδιασμού». Προτείνεται η διατήρηση της διάταξης του άρθ. 2 παρ. 2 του ν. 2971/2001. 5. Τέλος, το παρόν σχέδιο νόμου θα πρέπει να είναι σύμφωνο με τις επιταγές της οδηγίας-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική (Οδηγία 2008/56/ΕΚ), βασική πρόβλεψη της οποίας αποτελεί η ανάπτυξη και εφαρμογή στρατηγικών για τη θάλασσα, λαμβάνοντας μέτρα που «εξασφαλίζουν την προστασία και τη διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, προλαμβάνουν την επιδείνωσή του ή, όταν αυτό είναι δυνατόν, αποκαθιστούν τα θαλάσσια οικοσυστήματα, σε περιοχές όπου αυτά έχουν υποστεί αρνητικές επιδράσεις», προβλέψεις που απουσιάζουν από τις διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου. Ειδικότερα, η προστατευτική μεταχείριση αναφέρεται μεν στο αντικείμενο (άρθ. 2), αλλά δεν φαίνεται να εξειδικεύεται στη συνέχεια, πέρα από την εισαγωγή της έννοιας των «προστατευόμενων αιγιαλών και παραλιών και αιγιαλών και παραλιών κοινής προστασίας» του άρθρου 4. Όπως επισημαίνει και το Κίνημα «Σώστε τις Παραλίες της Νάξου», έργα προστασίας και όχι μόνο καταστολής, προστίμων, ανακλήσεων αδειών και επιβολής της νομιμότητας, που ο Νομοθέτης αποφεύγει να ρυθμίσει αποτελεσματικά εδώ και δεκαετίες, ενδεικτικά είναι: να απομακρυνθούν, αποξηλωθούν, κατεδαφιστούν οι παράνομες μόνιμες ή ημιμόνιμες κατασκευές στις παραλίες και λιμνοθάλασσες, να επανατοποθετηθούν οι εκβραχισμένοι ακτόλιθοι, να αποκατασταθούν οι αμμοθίνες, ώστε να καλυφθούν τουλάχιστον οι ρίζες των δέντρων που εκτέθηκαν από αμμοληψίες, να κλείσουν οι δρόμοι πάνω στις αμμοθίνες, να περιφραχθούν οι αμμοθίνες, να δημιουργηθούν υπερυψωμένα ξύλινα μονοπάτια και να τοποθετηθούν ενημερωτικές πινακίδες να προβλεφθούν χώροι στάθμευσης κοντά αλλά όχι πάνω στις αμμοθίνες και λιμνοθάλασσες, να διώκεται και να πάψει η ρίψη αποβλήτων σε λιμνοθάλασσες και παραλίες, να υπογειοποιηθεί το δίκτυο της ΔΕΗ, να σταματήσουν όλες οι γεωτρήσεις που καταστρέφουν τον υδροφόρο ορίζοντα. Χάραξη και διαχείριση παράκτιων περιοχών Εξαιρετικά άστοχη θεωρούμε την αλλαγή του καθεστώτος του παλαιού αιγιαλού προς το χειρότερο, όπως προτείνεται στο Άρθρο 6, 5 (επαναφέρεται το καθεστώς κυριότητας που ίσχυε υπό τον ν. 2971/2001 πριν τον ν. 4607/2019). Οι παραλίες, όπου συμπεριλαμβάνεται και ο παλαιός αιγιαλός, δεν μπορούν να βρεθούν υπό καθεστώς ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου που θα επιτρέπει πώληση, μίσθωση και χρήση. Η αποκλειστική διαχείρισή τους από την Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου εγείρει θέμα συνταγματικότητας της ρύθμισης, εφόσον προσβάλλει τον εκτός συναλλαγής χαρακτήρα του παλαιού αιγιαλού. Πέραν τούτου η κεντρική διαχείριση της ΕΤΑΔ είναι ως τώρα στην πράξη εξαιρετικά αδιαφανής και δημιουργεί παραχωρήσεις πολλών στρεμμάτων αρκετά μακριά από την θάλασσα, λιμνοθαλασσών και αμμοθινών. Με χαρακτηριστικά παραδείγματα στη Νάξο, σε παραλίες εντός δικτύου Νatura 2000, τον Άγιο Προκόπιο και την Πλάκα. Το Νομοσχέδιο προτείνει ανεφάρμοστες διατάξεις ή τέτοιες που θα επιφέρουν σωρό παρενέργειες, όπως στο Άρθρο 5, 3, σχετικά με τη σύσταση της επιτροπής για τον καθορισμό των ορίων αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού που είναι καίριας σημασίας. Θεωρούμε πολύ σημαντική τη χάραξη βάσει επιστημονικών γεωμορφολογικών δεδομένων και όχι τη διαιώνιση αυθαίρετης χάραξης. Ο αιγιαλός ειδικά λόγω ανόδου στάθμης της θάλασσας είναι μεταβλητή και όχι στάσιμη αξία και χρειάζεται προνόηση σε βάθος χρόνου η εξέλιξή του για να προστατευθεί η ακτογραμμή. Διαφωνούμε με το Άρθρο 7 και την μετάθεση αποφάσεων και υποχρεώσεων στην Κτηματική Υπηρεσία και στην Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου. Εκτός της κεντρικής δημοπράτησης από την Κτηματική Υπηρεσία, ο καθορισμός των παραλιών και των “τεμαχίων” προς μίσθωση πρέπει να γίνει μετά από την εκπόνηση Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών και μελετών φέρουσας ικανότητας, σε συνεργασία με τις τοπικές κοινωνίες από τους Δήμους, ως αυτοδιοίκηση των πολιτών, υπεύθυνοι και κατάλληλοι για τη διαχείριση των παραλιών τους. Απαράδεκτο θεωρούμε το σενάριο που προτείνει το Υπουργείο Οικονομικών στο Άρθρο 8 που παρακάμπτει τον έλεγχο διαχείρισης δημοσίου χρήματος και προτείνει να εγκαθίστανται από τους επιχειρηματίες οι ναυαγοσώστες και οι εγκαταστάσεις πρόσβασης για ΑΜΕΑ και τα έξοδα να αφαιρούνται από το αντίτιμο της παραχώρησης. Αυτές οι διατάξεις πρέπει να αφαιρεθούν και για την ασφάλεια όλων μας. Ο υπολογισμός των εξόδων λειτουργίας “οργανωμένης” παραλίας δεν έχει γίνει ως τώρα ολοκληρωμένα, με αποτέλεσμα οι τοπικές κοινωνίες και δήμοι να φτωχαίνουν για να κερδοφορήσουν μερικοί λίγοι παραχωρησιούχοι. Μόνο μετά από τέτοιο υπολογισμό για κάθε παραλία να επιτρέπεται η παραχώρηση από τους Δήμους. Σε αντίθετη περίπτωση η αρχή χρηστής διοίκησης προσβάλλεται κατάφορα. Οι παραλίες είναι μοναδικές και σε κάθε τόπο έχουν ειδικά γεωμορφολογικά και οικολογικά χαρακτηριστικά. Το Νομοσχέδιο προτείνει μια κεντρική και οριζόντια λύση για όλες αδιαφορώντας για τις διαφορές τους και τις τοπικές κοινωνίες. Στη Νάξο είμαστε τυχεροί να έχουμε αμμουδιές εξαιρετικής ποιότητας και πολλών χιλιομέτρων. Στο Άρθρο 3 θεωρούμε απαραίτητο να προστεθεί η διαίρεση της ακτογραμμής σε επιμέρους τμήματα έως πεντακοσίων (500) μέτρων. Τα τμήματα αυτά θα θεωρούνται διακριτά τμήματα του αιγιαλού, περιορίζοντας έτσι την συσσώρευση και κάλυψη της παραλίας μόνο σε κάποια σημεία της. Θεωρούμε ότι ο υπολογισμός του μέγιστου χώρου παραχώρησης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του αιγιαλού και να μην υπερβαίνει τα τετρακόσια (400) τετραγωνικά μέτρα σε σύνολο σε παλαιό αιγιαλό, αιγιαλό και παραλία για έναν παραχωρησιούχο (Άρθρο 9, 2). Επιπλέον μεταξύ των τμημάτων αιγιαλών και παραλίας που επιτρέπεται να παραχωρηθούν για απλή χρήση, ανεξαρτήτως του χρόνου ή της διαδικασίας που παραχωρούνται, θα πρέπει να μεσολαβεί απόσταση τουλάχιστον δέκα (10) μέτρων. Το σύνολο των τμημάτων αιγιαλού και παραλίας που παραχωρούνται σύμφωνα με την παρ. 1 και σύμφωνα με το Άρθρο 11 να μην καλύπτει περισσότερο από το πενήντα τοις εκατό (50% και 30% σε προστατευόμενες περιοχές) του εμβαδού και του μήκους του μετώπου του διακριτού τμήματος. Προστατευόμενα παράκτια οικοσυστήματα Ο Νομοθέτης έχει κύρια υποχρέωσή του την απόλυτη προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και των σημαντικών και πολύτιμων οικοσυστημάτων των ακτών, την οποία με το παρόν νομοσχέδιο δεν διασφαλίζει ούτε καν αυξάνει. Τονίζουμε επιπλέον, ότι η κλιματική αλλαγή και οι προβλεπόμενες επιπτώσεις της σε παράκτιες περιοχές θα πρέπει να οδηγήσουν σε ριζική αλλαγή νοοτροπίας και προτεραιοτήτων της νομοθεσίας για τις χρήσεις επί του αιγιαλού, με βάση και τη Σύμβαση της Βαρκελώνης, το Πρωτόκολλο για την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών της Μεσογείου, τις προβλέψεις του νόμου για την βιοποικιλότητα, ώστε να αποτελεί λειτουργικό τμήμα στην ολοκληρωμένη διαχείριση της παράκτιας ζώνης. Η ανάγνωση του Νομοσχεδίου δε μας πείθει ότι η Κυβέρνηση έχει συμπεριλάβει αυτή τη διάσταση. Θεωρούμε το Νομοσχέδιο παντελώς άστοχο σε σχέση με τα προστατευόμενα οικοσυστήματα Natura 2000 και Καταφύγια Άγριας Ζωής, αφού δεν αντιστρέφει τη μέχρι τώρα αποτυχημένη και καταστροφική εκμετάλλευσή τους. Σχεδόν όλες οι αμμουδιές και ειδικά αυτές με τη μεγαλύτερη τουριστική πίεση στη Νάξο ανήκουν στο δίκτυο Natura 2000. Με νόμο του 1650/1986 ο Νομοθέτης έχει προβλέψει την προστασία των περιοχών αυτών, τόσο καίριων για την επιβίωση και ευμάρεια των κατοίκων του νησιού μας. Από τότε έως και σήμερα ο Νομοθέτης δεν έχει ρυθμίσει την προστασία τους, αφού δεν έχει εκπονήσει για τη Νάξο και σωρεία άλλων περιοχών υπό μεγάλη τουριστική και οικοδομική πίεση τις Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες όπως ορίζει ο Νόμος. Ο δε μη διευκρινιζόμενος όρος “απάτητες” (Άρθρο 4) παραπέμπει σε απάτη ή εξαπάτηση του πολίτη και τη θεσμοθέτησή τους χωρίς συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας στις ελληνικές καλένδες, μια τακτική που φαίνεται να ασκείται από το Νομοθέτη σε περιβαλλοντικά θέματα εν γένει, αγνοώντας ότι η προστασία του περιβάλλοντος σημαίνει προστασία του πλούτου της χώρας, ενώ η εκμετάλλευσή του με πρόχειρες διατάξεις και απουσία ειδικών μελετών τη φτωχοποίηση και ερημοποίηση του νησιού, ελλείψει φυσικών πόρων όπως το έδαφος αυτό καθαυτό των ακτών στο μέλλον. Θεωρούμε σημαντικό η παραχώρηση για απλή χρήση παραλίας, αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού να μπορεί να αποφασιστεί μόνο αφού εκπονηθεί η Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη όπως προβλέπει ο Νόμος. Επίσης θεωρούμε εξίσου σημαντικό να εκπονηθούν για κάθε περιοχή μελέτες φέρουσας ικανότητας, πριν από οποιαδήποτε νέα παραχώρηση παραλίας, αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού. Ρυθμίσεις απλής χρήσης Είναι επιτακτική ανάγκη οι ακτές να αποφορτιστούν από κατασκευές και εκμετάλλευση και να αντιστραφεί η καταστροφή τους. Η αύξηση της κάλυψης σε παραλίες μη προστατευόμενες από 50% σε 60% όπως προτείνεται στο Άρθρο 8, 3, γ είναι παρωχημένη και επικίνδυνη. Αλλά και η προτεινόμενη μείωση της απόστασης κάλυψης από 5 μέτρα από το χειμέριο κύμα σε 4 μέτρα από την ακτογραμμή, μια μεταβλητή σε καιρούς κλιματικής κρίσης δε μας βρίσκει σύμφωνους εμποδίζοντας και άλλο τη αναψυχή και διέλευση των λουομένων. Στο Άρθρο 9 μας βρίσκει κάθετα αντίθετους η κατάργηση της πρόβλεψης του 2019 αναφορικά με το ελάχιστο πλάτος της παραλίας και η μείωση του ελάχιστου μήκους. Προτείνουμε την εξής αλλαγή “Δεν παραχωρούνται αιγιαλός και παραλία για απλή χρήση κατόπιν πλειοδοτικής δημοπρασίας όταν το μήκος ή πλάτος αυτού είναι ίσο ή μικρότερο των πενήντα (50) μέτρων ή όταν το συνολικό εμβαδόν του αιγιαλού είναι ίσο ή μικρότερο των τετρακοσίων (400) τετραγωνικών μέτρων”. ΄Οσο δηλαδή και το μέγιστο εμβαδόν παραχώρησης. Προτείνουμε επίσης να συμπληρωθεί το άρθρο με αναφορά στα Περιφερειακά Σχέδια Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή. Το Άρθρο 11, 3 να τροποποιηθεί σε: «3. Το παραχωρούμενο τμήμα αιγιαλού και παραλίας σε όμορες επιχειρήσεις ή σωματεία οριοθετείται από: α) την προβολή των ορίων του χώρου όπου δραστηριοποιείται η επιχείρηση ή το σωματείο, όπως βαίνουν κάθετα προς την ακτογραμμή και από β) παράλληλη γραμμή πέντε (5) μέτρων από την ακτογραμμή και την προβολή αυτής προς την επιχείρηση, ώστε το παραχωρούμενο εμβαδόν να μην υπερβαίνει τα τετρακόσια (400) τετραγωνικά μέτρα και σε κάθε περίπτωση, όπως και σε συνδυασμό και με άλλες παραχωρήσεις απλής χρήσης, και να καταλείπεται ελεύθερο τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50% και 70% σε προστατευόμενες περιοχές) του εμβαδού και του μήκους του μετώπου του διακριτού τμήματος αιγιαλού και παραλίας, εντός του οποίου βρίσκεται.» Καμία εξαίρεση να μην επιτρέπεται από αυτή τη διάταξη. Με το Νομοσχέδιο αυτό η Κυβέρνηση όπως φαίνεται στις επιμέρους ρυθμίσεις που κρίνουμε παραπάνω προκαλεί τους πολίτες που ξεσηκώθηκαν το καλοκαίρι για τα συνταγματικά τους δικαιώματα. Αφού η συμπεριφορά με την οποία διαταράσσεται από τρίτους στοιχείο περιβαλλοντικό κατά τέτοιο τρόπο, ώστε, είτε να αλλοιώνεται ή να καταργείται η κοινή ωφέλεια που πηγάζει από τη χρήση του συγκεκριμένου πράγματος, είτε να καθίσταται αδύνατη η χρήση του στοιχείου αυτού, συνιστά παράνομη προσβολή κατά τις διατάξεις των άρθρων 57, 970 Α.Κ., όπως αυτές εμπλουτίζονται από το άρθρο 24 του Συντάγματος (ΑΠ 43/2016). Προσβολή της ειδικότερης αυτής πλευράς του δικαιώματος επί της προσωπικότητας επέρχεται όταν διαταράσσεται στοιχείο του ζωτικού χώρου από τα ανωτέρω αναφερόμενα κατά τέτοιο τρόπο ώστε: α) καταργείται εξ ολοκλήρου ή αλλοιώνεται η κοινή ωφέλεια που πηγάζει από τη χρήση του συγκεκριμένου αγαθού, είτε β) καθίσταται αδύνατη η χρήση του στοιχείου αυτού ή άλλου συνδεομένου προς αυτό. Τέτοια προσβολή είναι απαγορευμένη κατά το άρθρο 57 ΑΚ, το οποίο και καθορίζει τις συνέπειες. Έλεγχος και Κυρώσεις Επί της ιδέας του Άρθρου 17 και των επόμενων: Το περσινό καλοκαίρι αποδείχθηκε το φιάσκο των κρατικών ελέγχων. Το Νομοσχέδιο αυτό δεν καταφέρνει ούτε στο ελάχιστο να αποφευχθεί και του χρόνου το ίδιο σενάριο. Το κύριο πρόβλημα στο θέμα των ελέγχων που αντιμετωπίσαμε στη Νάξο ήταν η συμπεριφορά κρατικών λειτουργών που προειδοποιούσαν τους παραβάτες πριν τον έλεγχο και η εξοντωτική υποστελέχωση των υπηρεσιών ελέγχου σε σχέση με τις πολλαπλά αυξημένες ανάγκες λόγω του νησιωτικού χαρακτήρα. Οι Κυκλάδες με την τεράστια τουριστική πίεση που δέχονται είναι ως γνωστόν νησιά και με αυτό συνεπάγεται ότι η διαχείριση και ο έλεγχος όπως και η επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες είναι διαχρονικά αδύνατη να γίνεται κεντρικά. Η αδιαφορία της Κυβέρνησης για τη νησιωτικότητα είναι πολύ σοβαρή. Προτείνουμε ευελιξία στη σύσταση των κλιμακίων ελέγχων, στην επιβεβαίωση παράβασης και χωρίς φυσική παρουσία δια αέρος, στην επιβολή προστίμων, πρωτοκόλλων απομάκρυνσης και σφραγίσεων με λιγότερη γραφειοκρατία και στη δυνατότητα εφαρμογής ελέγχων, επιβολής κυρώσεων κλπ. χωρίς τη συμβολή γεωγραφικά απομακρυσμένων υπαλλήλων με τη χρήση του κοντινότερου οργάνου ελέγχου, είτε αυτό είναι η Αστυνομία, το Λιμεναρχείο, η Κτηματική Υπηρεσία ή η Δημοτική Αστυνομία για τις παραβάσεις παραχωρήσεων. Θεωρούμε απαραίτητο όμως πέραν των παραβάσεων των παραχωρήσεων να γίνεται τακτικός έλεγχος χωρίς πρότερη καταγγελία από την Υπηρεσία Δόμησης των Δήμων, την Αρχαιολογική Υπηρεσία, την Περιβαλλοντική Υπηρεσία των Περιφερειών και τη ΔΕΔΔΗΕ μεταξύ άλλων. (Άρθρο 17) Η μετάθεση του ελέγχου από τις υπηρεσίες στους πολίτες μας βρίσκει διαχρονικά αντίθετους και διαταράσσει την κοινωνική συνοχή. (Άρθρο 16) Η δυνατότητα καταγγελίας και ανώνυμα ναι μεν είναι πολύ σημαντική για την επιβολή του Νόμου και τη συμμόρφωση των παραβατών, αλλα η αλλαγή νοοτροπίας των υπηρεσιών ως προς την υποχρέωση ελέγχου της εφαρμογής του Νόμου είναι conditio sine qua non για την ασφάλεια και ευζωία όλων μας. Οι πολίτες – καταναλωτές κι επιχειρηματίες – χρειάζονται ενημέρωση για τις προβλέψεις του Νόμου και σε πολλές περιπτώσεις απλοποίηση της γλώσσας των διατάξεων. Προτείνουμε για τον καλύτερο έλεγχο κι εξυπηρέτηση όλων τη μείωση της σπαζοκεφαλιάς των τετραγωνικών μέτρων κάλυψης και της μετάφρασής τους σε μέγιστο αριθμό ομπρελοξαπλωστρών. Συγκεκριμένα στο Άρθρο 8, 2 προτείνουμε “Στις περιπτώσεις παραχώρησης απλής χρήσης αιγιαλού και παραλίας, ο παραχωρησιούχος διασφαλίζει την ελεύθερη και απρόσκοπτη διέλευση του κοινού στον αιγιαλό και την παραλία, τη διατήρηση του παραχωρούμενου χώρου καθαρού και σε άριστη κατάσταση, την ύπαρξη και συντήρηση εγκαταστάσεων χρήσιμων για τους λουόμενους και την ενημέρωση του κοινού για την οριοθέτηση της παραχώρησης, τον μέγιστο αριθμό σετ ομπρελοξαπλωστρών που επιτρέπεται να τοποθετήσει, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του.” Έκπληξη μας προκαλούν τέλος οι διατάξεις στο Άρθρο 14, α και η για τις υποχρεώσεις των Δήμων που συνεχίζουν να επιβαρύνουν το σύνολο προς όφελος του κέρδους των λίγων και συγκεκριμένα “ο οικείος δήμος καθαρίζει τον παραχωρούμενο χώρο και καταλογίζει τις σχετικές δαπάνες στον παραχωρησιούχο”, και “απομακρύνουν τα κινητά στοιχεία από χώρους αυθαίρετης κατάληψης αιγιαλού και παραλίας εντός της προθεσμίας της παρ. 7 του άρθρου 18 και τα φυλάσσουν σε δικούς τους χώρους.” Προτείνουμε την εξής τροποποίηση: “ο οικείος δήμος καθαρίζει τον παραχωρούμενο χώρο και καταγγέλλει τη σύμβαση του παραχωρησιούχου εντός 48 ωρών, καταλογίζει τις σχετικές δαπάνες καθαριότητας, διοίκησης και απομάκρυνσης των κινητών στοιχείων στον παραχωρησιούχο με τη μορφή προστίμου που έχει ορίσει στη σύμβαση και δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το ύψος του μισθώματος”. Και την εξής “κατάσχουν χωρίς δυνατότητα επιστροφής ή εξαγοράς από τον παραχωρησιούχο και καταλογίζοντας του τις σχετικές δαπάνες τα κινητά στοιχεία από χώρους αυθαίρετης κατάληψης αιγιαλού και παραλίας εντός της προθεσμίας της παρ. 7 του άρθρου 18”. Θεωρούμε ότι ο Δήμος θα πρέπει να είναι σε θέση είτε να δημοπρατήσει τα κατασχεμένα έπιπλα κλπ. ή να τα αποβάλλει ως ορίζει ο κανονισμός για οικιακά απόβλητα. Αυτό το Νομοσχέδιο δεν υπόσχεται αλλαγή αυτής της ντροπής και καταστροφής του τόπου μας.