• Σχόλιο του χρήστη 'K. D. Mortopoulos' | 23 Φεβρουαρίου 2011, 15:49

    [Σημειώνεται για τους σχολιαστές ότι το παρόν Σ/Ν δεν εισάγει κάποιο καινούριο σύστημα δικαίου, αλλά εναρμονίζει την Ελληνική νομοθεσία με διεθνείς συμβάσεις που ήδη έχει κυρώσει η Ελλάς και οι οποίες έχουν υπερνομοθετική ισχύ Τα σχόλιά μου δεν αφορούν το εάν πρέπει ή δεν πρέπει να υπάρξει το Σ/Ν αλλά μόνον τη ΝΟΜΟΤΥΠΙΚΗ του μορφή] Το συγκεκριμένο άρθρο συμπυκνώνει τα πιο σοβαρά ζητήματα νομοτυπικής ορθότητας του συνόλου του Σ/Ν. Κατ’ αρχάς αξίζει να επικεντρώσουμε στο έγκλημα του να «αρνείται κάποιος τη σημασία ενός εγκλήματος πολέμου». Αν πάρουμε μία περιπτωσιολογική αναφορά των διατάξεων του Αρ. 4 παρ. 1, παρατηρούμε ότι εάν κάποιος πει ότι «Αρνούμαι τη σημασία του βασανισμού ατόμων στο Άμπου Γκράιμπ και καλώ όλους να δράσουν υπέρ της άρνησης αυτής» [προσοχή, όχι «Αρνούμαι ότι έγινε βασανισμός» αλλά μόνον την σημασία αυτού] και αυτός ο κάποιος κατοικεί στην Αλάσκα και κάνει τη δήλωση σε Ελληνική εφημερίδα, τότε τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη. (Δεν υπάρχει λόγος να μιλήσουμε για εγκλήματα που έχουν αναγνωρισθεί από διεθνή και Ελληνικά δικαστήρια στην παρούσα ανάλυση και μένουμε στις υποθέσεις Graner κ.α.). Είναι χαρακτηριστικό ότι το Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Συνθήκη κατά του Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της ΕΕ (2003) αναφέρει ρητά ως άξια ποινικού κολασμού τα εγκλήματα Denial, gross minimisation, approval or justification of genocide or crimes against humanity, καθεαυτά και όχι την «σημασία» τους. Η λέξη «σημασία» λοιπόν οφείλει να απαλειφθεί. Είναι σαφές ότι ο συντάκτης ήθελε να μιλήσει για άλλα πράγματα και να ποινικοποιήσει άλλες συμπεριφορές όπως φερ’ ειπείν την αντισημιτική προπαγάνδα και τα ρατσιστικά σχόλια για τους πληθυσμούς που σφαγιάσθηκαν στη Ρουάντα και όχι αυτό που το γράμμα του Σ/Ν τελικά λέγει. Επιπλέον, ο περιορισμός της παρ. 2 μόνον σε δικαστικές αποφάσεις κρίνεται ανεπαρκής, δεδομένου του ότι τα περισσότερα εγκλήματα πολέμου ανιχνεύονται [έστω και αδρά ή γενικόλογα] σε αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ και τα ψηφίσματα του Ευρωκοινοβουλίου. Το σημαντικότερο πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι τελικά η πρόκληση και η διέγερση σε βιαιοπραγίες είναι η condition sine qua non που κάνει τη συμπεριφορά αυτή αξιόποινη. Για να δείξουμε το νομοτυπικό πρόβλημα του άρθρου αυτού, κρίνεται σκόπιμο να παραθέσουμε δύο επιχειρήματα: Εάν κάποιος πει «Μισώ την φυλή των «Κυανών» και αύριο το πρωί προτείνω να βρεθούμε όλοι μαζί στην πλατεία για να τους ξυλοκοπήσουμε» και το επόμενο πρωί βρίσκεται μόνος του στην πλατεία και αποχωρεί χωρίς να εγκληματήσει, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τρία έτη. Εάν κάποιος πει «Μισώ τη φυλή των «Κυανών» και θεωρώ ότι καλά τους έκαναν οι «Ιώδεις» το 1710 και τους κατέσφαξαν και τους βίασαν, και να βρεθούμε όλοι μαζί στην πλατεία για να τους ξυλοκοπήσουμε» και το επόμενο πρωί βρίσκεται μόνος του στην πλατεία και αποχωρεί χωρίς να εγκληματήσει, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο έτη. Η ανάλυση της προβληματικής μπορεί πραγματικά να καλύψει πολλές σελίδες αλλά αντ’ αυτού προτείνεται η τελική μορφή του άρθρου ως εξής: «Προστίθεται ως Αρ. 185Β στον ΠΚ όπως ισχύει σήμερα η εξής διάταξη: 1. Αν η πράξη του Αρ. 185Α συνοδεύεται από δημόσια επικρότηση εγκλήματος που διαπράχθηκε σε καιρό πολέμου κατά ατόμων που υπέστησαν το έγκλημα λόγω φυλετικής, εθνικής ή άλλης διάκρισης εναντίον τους, ο υπαίτιος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον εννέα μηνών και μέχρι τρία έτη. 2. Εάν η πράξη της παραπάνω παραγράφου είχε ως αποτέλεσμα την διάπραξη εγκλήματος από τρίτους, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή τριών έως δέκα χιλιάδων ευρώ, αν ο υπαίτιος προκάλεσε σε άλλους την απόφαση να εκτελέσουν συγκεκριμένη άδικη πράξη, και με φυλάκιση τουλάχιστον εννέα μηνών και χρηματική ποινή τριών έως δέκα χιλιάδων ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση. 3. Αν η πράξη της παρ. 1 δεν υποκινεί διέγερση αλλά αποτελεί δημόσια έκφραση και έμπρακτη καλλιέργεια μίσους, ο υπαίτιος τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο έτη» Σημ.: Με τον τρόπο αυτό παρακάμπτεται ο ιδιόμορφος όρος της παρ. 2 του Άρθρου. Επιπλέον, μιας που τελικά η διέγερση είναι το πραγματικό έγκλημα κάτω από την εξυβριστική επιχειρηματολογία, η επίκληση του εγκλήματος πολέμου οφείλει να είναι διακεκριμένη μορφή του εγκλήματος, ενώ η «απόπειρα» που κρύβεται κάτω από τον αδόκιμο όρο «εχθροπάθεια» οφείλει να αποτελεί την «προνομιούχα» (ας το αφήσουμε τόσο έωλο, μολονότι το έννομο αγαθό είναι στην πραγματικότητα άλλο) τρίτη παράγραφο.